Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Σάββατο 31 Μαΐου 2014

ΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΜΙΑΣ ΦΥΛΑΚΗΣ


ΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΜΙΑΣ ΦΥΛΑΚΗΣ 


    Ένας μεγάλος πραγματευτής, έχασε το καράβι που ταξίδευε και τα δικά του εμπορεύματα αλλά και άλλων, των οποίων, εκείνος είχε την ευθύνη και σώθηκε μονάχα εκείνος. Όταν ήρθε πίσω στον τόπο του, θαλασσοπνιγμένος και θαλασσοδαρμένος, τον έπιασαν οι διάφοροι δανειστές του και τον έβαλαν φυλακή, αρπάζοντας όλα τ’ αγαθά του σπιτιού του. Η γυναίκα του, η καημένη, πνιγότανε στην αγωνία και τη στεναχώρια, κι έπαιρνε άδεια να μπαίνει στη φυλακή, να δίνει τουλάχιστον ένα κομμάτι ψωμί στον βασανισμένο άντρα της. 


    Μια μέρα, εκεί που καθότανε με τον άντρα της στη φυλακή και τρώγανε, μπήκε μέσα κάποιο μεγάλο, επίσημο πρόσωπο, για να δώσει ελεημοσύνη σ’ όσους ήταν μέσα στο δεσμωτήριο. Είδε την σώφρονα εκείνη γυναίκα να κάθεται με τον άντρα της, και μπήκε ο πειρασμός μέσα του, γιατί εκείνη η γυναίκα ήταν πανέμορφη. Φωνάζει τον φύλακα και του λέει να την ειδοποιήσει. Εκείνη, νομίζοντας πως είναι να της δώσει κάποια ελεημοσύνη για τον ταλαίπωρο άντρα της, τον πλησίασε. Εκείνος, την παίρνει κατά μέρος και την ρωτάει:
     –Τί σου συμβαίνει; Γιατί βρίσκεσαι εδώ;
     Εκείνη, του διηγήθηκε όλα όσα της συνέβησαν. Κι εκείνος, της λέει:
     –Αν εγώ πληρώσω όλο σας το χρέος, δέχεσαι να κοιμηθείς μαζί μου αυτή τη νύχτα;
     Μα η γυναίκα, που εκτός από πολύ όμορφη ήταν και πολύ σώφρων, του απαντά:
     –Άκουσα, κύριέ μου, στον «Απόστολο» που διαβάζουν στην Εκκλησία να λέει πως «δεν εξουσιάζει το σώμα της, η γυναίκα, αλλά ο άντρας της» (Α΄ Κορ. ζ΄ 4). Επίτρεψέ μου, λοιπόν, να πάω να ρωτήσω τον άντρα μου κι ό,τι μου πει εκείνος, αυτό θα κάνω.
     Πάει τότε στον άντρα της και του λέει την πρόταση του παράξενου εκείνου «ευεργέτη». Ο άντρας της, όμως, εραστής καθώς φαίνεται κι εκείνος της σωφροσύνης, δεν συγκινήθηκε καθόλου από την πρόταση: προτιμούσε να μείνει φυλακισμένος και να υποφέρει, παρά να ελευθερωθεί με μια τέτοια ντροπή! Αναστέναξε και, με δάκρυα στα μάτια, λέει στη γυναίκα του: Πήγαινε και πες του πως δε δέχεσαι με κανέναν τρόπο να κάνεις αυτήν την αισχρή πράξη για να μ’ ελευθερώσεις· ελπίζουμε, πως ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός δε θα μας εγκαταλείψει!
     Σηκώθηκε η γυναίκα και είπε την απόφασή τους σ’ εκείνον τον πλούσιο, με τούτα τα λόγια:
     –Είπα στον άντρα μου την πρότασή σου και μού ’πε να φύγεις· δε θέλει κι εκείνος ελευθερία με τέτοια ντροπή. 


     Εκείνο τον καιρό, ήταν κλεισμένος στη φυλακή κι ένας μεγάλος ληστής· ήταν ήδη φυλακισμένος πριν τον πραγματευτή εκείνον, και παρατηρούσε κι έβλεπε και μάθαινε τί συμβαίνει γύρω του, μέσα στη φυλακή. Όταν, λοιπόν, άκουσε τη γυναίκα και τον φυλακισμένο άντρα της να συζητούν εκείνη την πρόταση του πλούσιου και να την απορρίπτουν με τόση μεταξύ τους αγάπη και σωφροσύνη, αναστέναξε από μέσα του, και λέει:
     –Για δες, σε τί κατάσταση βρίσκονται αυτοί οι άνθρωποι, αλλά δεν πρόδωσαν ωστόσο την ελευθερία τους για τα χρήματα! Προτίμησαν τη σκλαβιά της φυλακής για την εσωτερική τους ελευθερία, παρά τη ντροπή και την έξοδο από το δεσμωτήριο! Αγάπησαν πιο πολύ την αρετή της συζυγικής πίστεως και της σωφροσύνης, παρά την άνεση του βίου με χρήματα ντροπής! Τί να πω κι εγώ, ο πανάθλιος, που δεν σκέφτηκα ποτέ στη ζωή μου ούτε καν αν υπάρχει Θεός! Γι’ αυτό και νομίζω, πως αξίζει να με σκοτώσουν όχι μία, μα χίλιες φορές! 


     Κάλεσε, λοιπόν, εκείνο το ζευγάρι προς τη θυρίδα του κελλιού του, όπου ήταν κλεισμένος, και τους λέει:
     –Εγώ είμαι ληστής κι έχω σκοτώσει πολλούς ανθρώπους. Όταν έρθει ο ηγεμόνας και με βγάλουν από ’δω μέσα, αυτό θα είναι για να με θανατώσουν για να πληρώσω για όλους τους φόνους που έχω κάνει. Μα, είδα την αγάπη σας και τη σωφροσύνη σας και πλημμύρισε την καρδιά μου ένα κύμα κατανύξεως. Γι’ αυτό, σας παρακαλώ, να πάτε στο δείνα σημείο του καστρότειχου της πόλης μας, να σκάψετε λίγο, και ’κει θα βρείτε πολλά χρήματα που έχω κρυμμένα· πάρτε τα να πληρώσετε το χρέος σας, και να δώσετε κι αρκετές ελεημοσύνες. Ακόμη, παρακαλώ, να προσευχηθείτε και για μένα, νά ’βρω έλεος… 


     Ύστερα από λίγες ημέρες, ήρθε στον τόπο εκείνον ο ηγεμόνας κι έδωσε διαταγή ν’ αποκεφαλίσουν τον ληστή. Την άλλη μέρα, η γυναίκα λέει στον άντρα της:
     –Έχω την άδειά σου, άντρα μου, να βγω και να πάω σ’ εκείνο το σημείο που μας είπε ο ληστής, για να δούμε αν έλεγε σ’ εμάς την αλήθεια;
     –Όπως νομίζεις καλύτερα, της λέει εκείνος.
     Πήρε μαζί της ένα μικρό σκαλιστήρι κι όταν νύχτωσε, πήγε σ’ εκείνο το σημείο που τους είχε πει ο ληστής. Έσκαψε λίγο, και βρίσκει μια χύτρα γεμάτη χρυσάφι. Την πήρε κι έφυγε αμέσως. Με σύνεση και με φρόνηση, άρχισε να χρησιμοποιεί λίγα–λίγα, τα χρήματα, για να μη κινήσει καμμιάν υποψία. Σα να τα δανειζότανε, πήγαινε και τά ’δινε λίγα–λίγα εκεί που ήταν χρεωμένοι, ώσπου τα ξεπλήρωσε όλα κι ελευθέρωσε τον άντρα της. 


     Όπως οι δύο αυτοί επαινετοί σύζυγοι εφύλαξαν την εντολή του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, έτσι κι Εκείνος τους χάρισε πλουσιοπάροχα το έλεός Του! Ας είναι δοξασμένο το άγιο όνομά Του στους αιώνες των αιώνων. Αμήν. 


 ΠΑΝΤΕΛΗΣ Β. ΠΑΣΧΟΣ
(Καθηγητής Αγιολογίας – Υμνολογίας,
Ποιητής και Θεολόγος) 


[Παντελή Β. Πάσχου: «Γυναίκες της Ερήμου (Μικρό Γεροντικό Γ΄)», Διήγηση ογ΄ (73η), σελ. 212–216, Α΄ έκδοση, «Ακρίτας», Αθήνα Απρίλιος 1995.] 


Παρασκευή 30 Μαΐου 2014

«ΤΗΝ ΖΩΗ, ΤΗΝ ΘΕΛΟΥΝ ΟΛΟΙ!»

«ΤΗΝ ΖΩΗ, ΤΗΝ ΘΕΛΟΥΝ ΟΛΟΙ!» 


     Ρώτησαν κάποτε τον Γέροντα π.Αμβρόσιο Λάζαρη (1912–2006):
     –Γιατί οι άνθρωποι, είτε καλοί είτε κακοί, επιθυμούν την αγάπη;
     Και απάντησε ο Γέροντας:
     –Γιατί η αγάπη είναι ζωή· και την ζωή την θέλουν όλοι! …


[(1) Ιερά Μονή Δαδίου: «Γέρων Αμβρόσιος Λάζαρης, ο Πνευματικός της Μονής Δαδίου», τόμ. α΄, μέρος β΄, κεφ. 1ο, σελ. 175, εκδ. Κυριακίδη, Νοέμβριος 2008· (2) Στην φωτογραφία: «Οι εποχές», χαρακτικό του Σπύρου Βασιλείου (1902–1985).]

Πέμπτη 29 Μαΐου 2014

«ΕΛΑ, ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ!...»

«ΕΛΑ, ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ!...» 


    «Όταν προσεύχεσαι, να ξέρεις ότι είσαι μπροστά στον Χριστό και την Παναγία. Να είσαι ψυχή ταπεινή και να λες: 
     “Έλα, Παναγία μου, να με βοηθήσεις να διορθωθώ!”
     Η Παναγία θα σε βοηθήσει γιατί είναι εδώ και σ’ ακούει.
     Αν εσύ αγαπάς και δεν θέλεις να στενοχωρήσεις τη φυσική σου μάνα, φαντάσου ο Κύριος τη Μάνα Του! Τί, είναι η Παναγία; Η Μάνα του Δημιουργού του κόσμου. Να αγαπάς τον Κύριο και την Παναγία. Απ’ Αυτούς θα ζητάς και Αυτοί θα σε βοηθούν. Ο Κύριος και η Μητέρα Του, η Παναγία, είναι εδώ κάτω στη γη. Όχι, στον θρόνο. Και βοηθούν τα παιδιά Τους και όλο τον κόσμο.
     Η Παναγία έχει το μισό στερέωμα του Ουρανού και την υπηρετούν και ορίζει τους Αγγέλους.
     Και ένα μονάχα φύλλο να σηκώσεις και να εργαστείς για την Παναγία, ο Κύριος σε αμείβει. Είναι δίκαιος ο Κύριος.
     Η Παναγία, δεν θέλει πράγματα που δεν μπορείς να κάνεις…».

ΓΕΡΟΝΤΑΣ
ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΛΑΖΑΡΗΣ (1912–2006)

[Ιερά Μονή Δαδίου: «Γέρων Αμβρόσιος Λάζαρης, ο Πνευματικός της Μονής Δαδίου», τόμ. α΄, μέρος β΄, κεφ. 2ο, («Νουθεσίες»), σελ. 197–198, εκδ. Κυριακίδη, Νοέμβριος 2008.]

ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ

ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ 


    «Κατά τη διάρκεια της ζωής μου, πάρα πολλές φορές συνάντησα το φαινόμενο της ανθρώπινης αχαριστίας. Σχετικά με αυτό προσπάθησα να θυμηθώ τη δική μου συμπεριφορά στο παρελθόν:
     Μήπως άραγε κι εγώ ο ίδιος έδειξα παρόμοια συμπεριφορά;
     Στην παιδική μου ηλικία, δεν αντιλαμβανόμουν με πόσον κόπο, με ποιά παθήματα από τους γονείς μου αποκτάται η ανατροφή μου. Ο νους μου εργαζόταν μάλλον συγκεντρωμένος σε μένα τον ίδιο, στο μέλλον μου, στις ανάγκες μου, και όχι στο πώς να ευχαριστήσω τους γονείς, τον πατέρα και τη μητέρα, ή ακόμη και άλλους που, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, με βοήθησαν κατά την παιδική μου ηλικία και στη νεότητα.
     Τώρα σκέφτομαι για εκείνους τους νέους με τους οποίους συναντήθηκα, για τους οποίους προσπάθησα να κάνω όσο το δυνατόν περισσότερα καλά, να τους βοηθήσω να κτίσουν τη ζωή τους. Με το νου μου προσπαθούσα να προβλέψω τις ενδεχόμενες δυσκολίες γι’ αυτούς στο απώτερο μέλλον και τα παρόμοια. Και οι περισσότεροι από αυτούς, τίποτε δεν κατάλαβαν! Μερικοί, μάλιστα, σκέφτηκαν ότι είχα την ανάγκη τους, γι’ αυτό και έκανα ο,τιδήποτε καλό γι’ αυτούς!
     Επιπλέον, στην εργασία μου, όχι μόνο οι νέοι αλλά και οι ηλικιωμένοι, δεν καταλαβαίνουν πόσο στοιχίζει για μένα να τους εξυπηρετώ. Μόλις η ανάγκη και η συμφορά τους περάσει, αμέσως με λησμονούν εντελώς, ακόμη και στις περιπτώσεις εκείνες που μου φαινόταν ολοφάνερα η Άνωθεν επέμβαση, ίσως εξαιτίας των προσευχών μου.
     Κατ’ αυτό τον τρόπο, και οι νέοι και οι ηλικιωμένοι, με δίδαξαν πολλά. Όπως ακριβώς ο Θεός “ανατέλλει τον ήλιο Του για πονηρούς και αγαθούς και στέλνει τη βροχή σε δικαίους και αδίκους” (Ματθ. ε΄ 45), έτσι κι εμείς οφείλουμε να ενεργούμε “κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν”, αν βέβαια κτισθήκαμε κι εμείς ακριβώς “κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν” Εκείνου.
     Η διδαχή αυτή μάς δόθηκε πριν από δύο χιλιάδες χρόνια, αλλά, ακόμη και ως τώρα, η γη δεν την δέχθηκε· και ακριβώς στη διδαχή αυτή, περικλείεται η αιώνια ζωή. Τί και πόσα έκανε ο Χριστός για τους ανθρώπους, όντας μαζί μας επί της γης;! Και ποιά η απάντησή μας προς Αυτόν;
     Θυμάμαι ένα μικρό τραγούδι που μάθαιναν παλαιότερα τα παιδιά:
     “Το Βρέφος Χριστός είχε έναν κήπο,
     και πολλά ρόδα καλλιεργούσε σε αυτόν.
     Όταν όμως τα ρόδα άνθισαν,
     Αυτός προσκάλεσε τα παιδιά των Εβραίων,
     αλλά αυτά, ξερίζωσαν τα άνθη
     κι ερημώθηκε ολόκληρος ο κήπος.
     Τα παιδιά, τότε, από τ’ αγκάθια
     έπλεξαν γι’ Αυτόν ακάνθινο στεφάνι”.

     Τέτοια είναι η οδός που προσφέρεται σε όλους μας, για να μείνουμε έπειτα αιώνια μαζί Του: Να μην περιμένουμε ευγνωμοσύνη από κανέναν για όλα που κάναμε εμείς γι’ αυτούς· να τους ευεργετούμε όλους και, αν είναι δυνατόν, να συμπάσχουμε με αυτούς, γιατί δεν γνωρίζουν ακόμη την Αλήθεια της Αιώνιας Αγάπης του Ουρανίου Πατρός.
     Αν είμαστε προικισμένοι περισσότερο από τον ένα ή τον άλλον αδελφό μας, τότε ας τον βοηθήσουμε να ανυψωθεί, μη ζητώντας από αυτόν ούτε και την ευγνωμοσύνη. Αν φέρουμε μέσα μας τη συνείδηση ότι μετά την έξοδό μας από εδώ, θα εισέλθουμε σε μια άλλη μορφή του Είναι, –του Θείου, τότε, κάθε καλό έργο, όποιος και αν το έκανε, κάθε επίτευγμα ανθρώπου που έκανε καλό στους πλησίον του, και όλα τα παρόμοια, θα είναι αιώνια κληρονομιά μας. Στην αιωνιότητα, τίποτε δεν θα αποκρυβεί από εμάς. Έρχεται ώρα κατά την οποία, όλα όσα κάναμε “ἐν τῷ κρυπτῷ” (Ματθ. στ΄ 4, 6 και 18), όπως μας παράγγειλε ο Χριστός, θα γίνουν φανερά, και τότε θα ανατείλει για μας ο ήλιος.
     Εδώ εμείς δεν ζηλεύουμε κανένα· εδώ εμείς δεν επιζητούμε τη δόξα μας· εδώ εμείς χαιρόμαστε με κάθε αγαθή πρόοδο κάθε ανθρώπου, συνεργώντας με όλους κατά το δυνατό· βοηθούμε κάποιον κατά τις δυνάμεις μας και γι’ αυτό το λίγο κληρονομούμε απείρως μεγάλη αιώνια ύπαρξη.
     Βέβαια και εδώ καλύτερα να πάσχουμε για το αγαθό και να ειρηνεύουμε στο πνεύμα μας, παρά να θριαμβεύουμε πρόσκαιρα εκβιάζοντας τον πλησίον μας, σαν τα θηρία που απομυζούν το αίμα των αδελφών…».

ΓΕΡΟΝΤΑΣ
ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ ΣΑΧΑΡΩΦ (1896–1993)

[Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου Σαχάρωφ: «Γράμματα στη Ρωσία», επιστ. 55η, σελ. 240–243 και 245, έκδ. Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας 2009.]
    



ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ «ΑΓΙΑΣ ΑΝΑΛΗΨΗΣ»

ΤΟ ΘΑΥΜΑ ΤΗΣ «ΑΓΙΑΣ ΑΝΑΛΗΨΗΣ»


      «Για να δώσω μία ζωντανότερη εικόνα της Χάριτος που επικρατούσε πριν από χρόνια, θεώρησα καλό να αναφέρω σαν παράδειγμα, ένα περιστατικό από τα απλά γεροντάκια της εποχής εκείνης…

     Όταν ήμουν αρχάριος στην Μονή Εσφιγμένου (1950–1954), μου είχε διηγηθεί ο ευλαβής γερο–Δωρόθεος ότι στο γηροκομείο της Μονής ερχόταν και βοηθούσε ένα γεροντάκι με τέτοια μεγάλη απλότητα, αφού νόμιζε ότι η Ανάληψη (του Χριστού) που εορτάζει η Μονή, ήταν μία μεγάλη Αγία όπως, λ.χ., η Αγία Βαρβάρα και, όταν έκαμνε κομποσχοίνι, έλεγε: “Αγία του Θεού (Ανάληψη), πρέσβευε υπέρ ημών”!

     Μια μέρα, είχε έρθει στο γηροκομείο ένας φιλάσθενος αδελφός και, επειδή δεν υπήρχε κανένα δυναμωτικό φαγητό, το γεροντάκι αυτό κατέβηκε γρήγορα–γρήγορα τα σκαλιά, πήγε στο υπόγειο και από το παραθυράκι που έβλεπε προς την θάλασσα, άπλωσε τα χέρια του και είπε: “Αγία μου Ανάληψη, δωσ’ μου ένα ψαράκι για τον αδελφό!”.

     Και, ω, του θαύματος! Πετάχτηκε ένα μεγάλο ψάρι στα χέρια του, το πήρε πολύ φυσιολογικά και, σαν να μην συνέβη τίποτε, χαρούμενος το ετοίμασε για να τονώσει τον αδελφό…».

ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
(1924–1994)



[(1) Μοναχού Παϊσίου Αγιορείτου: 
«Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα»,
κεφ. 1ο, σελ. 9,
έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου
«Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος»,
Σουρωτή Θεσ/νίκης, Αύγουστος 19942.
(2) Η ασπρόμαυρη φωτογραφία: 
Το Καθολικό της Μονής Εσφιγμένου· 1923,
 των Whittemore and Pratt.
(3) Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφίας,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]







Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Τετάρτη 28 Μαΐου 2014

ΑΝΑΛΗΨΗ ΧΡΙΣΤΟΥ

ΑΝΑΛΗΨΗ ΧΡΙΣΤΟΥ


     «Ο Λόγος του Θεού κατέβηκε κατ’ οικονομία για χάρη μας στα κατώτερα μέρη της γης και ανέβηκε πάνω από όλους τους ουρανούς (Κολ. 1, 18), –Αυτός που κατά τη φύση Του είναι ολότελα ακίνητος–, προενεργώντας κατ’ οικονομία στον εαυτό Του, ως άνθρωπο, αυτά που μέλλουν να συμβούν. Ας βλέπει λοιπόν με μυστική χαρά εκείνος που αγαπά τη φιλία της γνώσεως, ποιο είναι το υποσχόμενο τέλος εκείνων που αγαπούν τον Κύριο.

     Αν ο Θεός Λόγος του Θεού και Πατέρα έγινε άνθρωπος και υιός ανθρώπου, για να κάνει τους ανθρώπους θεούς και υιούς Θεού, ας πιστέψουμε ότι εκεί θα φτάσουμε και εμείς, όπου τώρα είναι Αυτός ο Χριστός, ως Κεφαλή του όλου Σώματος, που έγινε για χάρη δική μας πρόδρομος (Εβρ. 6, 20) προς τον Πατέρα, με τη δική μας φύση. Γιατί στη σύναξη των θεών, δηλαδή αυτών που θα σωθούν, θα σταθεί ο Θεός (Ψαλμ. 81, 1) ανάμεσά τους μοιράζοντας τις αμοιβές της επουράνιας μακαριότητας, χωρίς να υπάρχει καμιά απόσταση μεταξύ Αυτού και των αξίων Του.



     Ανασταίνεται ο Κύριος και ανεβαίνει στους Ουρανούς για εκείνους που ξεντύθηκαν τον “παλαιὸ ἄνθρωπο” που φθείρεται από τις απατηλές επιθυμίες και ντύθηκαν τον νέο Άνθρωπο που κτίζεται κατ’ εικόνα Θεού με το Πνεύμα (Εφεσ. 4, 22–24) και έφτασαν στον Πατέρα, με τη χάρη που είναι μέσα τους, παραπάνω από κάθε αρχή και εξουσία και δύναμη και κυριότητα και πάνω από κάθε όνομα που ονομάζεται όχι μόνον στον παρόντα αιώνα, αλλά και στον μέλλοντα (Εφεσ. 1, 21).

     Εκείνοι που ζητούν τον Κύριο, δεν πρέπει να Τον ζητούν έξω από τον εαυτό τους, αλλά μέσα τους, με την έμπρακτη πίστη. Γιατί λέει η Γραφή: “Είναι κοντά σου ο λόγος, στο στόμα σου και στην καρδιά σου” (Ρωμ. 10, 8), δηλαδή ο λόγος της πίστεως, γιατί ο ζητούμενος λόγος είναι Αυτός ο Χριστός.

     Και αν σκεφτούμε το ύψος της θεϊκής απεραντοσύνης, ας μην απελπιστούμε για τη φιλανθρωπία του Θεού, ότι τάχα είναι τόσο ψηλά, ώστε δε φτάνει ως εμάς· ούτε να βάλουμε στο νου μας το άπειρο βάθος στο οποίο πέσαμε με την αμαρτία και απιστήσουμε απορώντας με το αν μπορεί να αναστηθεί η αρετή που νεκρώθηκε μέσα μας. Γιατί και τα δύο είναι δυνατά στο Θεό: και το να κατέβει και να φωτίσει το νου μας με τη γνώση, και το να αναστήσει πάλι μέσα μας την αρετή και να μας ανυψώσει μαζί Του με τα έργα της αρετής».


ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ
(580–662)


[ Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού: 
«Β΄ Εκατοντάδα προς τον Θαλάσσιο», 
«Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών»,
Τόμ. Β΄,
§24–§25, §35–§36, σελ. 128, 131,
Μετάφραση:
Αντώνιος Γ. Γαλίτης (†),
Γενική επιμέλεια:
Γεώργιος Αντ. Γαλίτης,
Εισαγωγικά σχόλια:
Θεόκλητος Μοναχός Διονυσιάτης
(1916–2006),
Εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», 
Θεσσαλονίκη 19913.
Επιμέλεια ανάρτησης,
έρευνα θέματος, επιλογή φωτογραφιών,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Εἰλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Τρίτη 27 Μαΐου 2014

«ΕΥΛΟΓΗΤΑΡΙΟΝ»



«ΕΥΛΟΓΗΤΑΡΙΟΝ» 




Ευλογημένη η μοναξιά
που κούρνιασε την ωριμότητα·

το μέστωμα το ειρηνικό· 

τον εμβαθύ καλλικέλαδο ήχο

της αποσυνάγωγης ελευθερίας! …

ΤΟ ΚΑΨΙΜΟ ΤΗΣ «ΣΟΛΟΜΩΝΙΚΗΣ»



ΤΟ ΚΑΨΙΜΟ ΤΗΣ «ΣΟΛΟΜΩΝΙΚΗΣ» 





     Μεταξύ δύο συζύγων, κάπου στην Χαλκιδική, οι σχέσεις οξύνθηκαν υπερβολικά. Ο σύζυγος, δεν εννοούσε να συμμορφωθεί. Ζούσε κατά τρόπο περίεργο, σκοτεινό. Το πρόσωπό του, είχε μια έκφραση αποκρουστική. Από την Εκκλησία, είχε ξεκόψει. Ούτε ν’ ακούσει ήθελε για εκκλησιασμό και, μάλιστα, για μυστηριακή ζωή. Η καημένη η γυναίκα του! Τί, δεν έκανε για να τον φέρει στον δρόμο του Θεού! Αλλά αυτός ήταν ανένδοτος. Στο τέλος κατάλαβε ότι χρειαζόταν μια άλλη, πιο σκληρή αντιμετώπιση.

     –Άκου εδώ! Μου έχεις κάνει την ζωή ανυπόφορη! Αν το Πάσχα που έρχεται δεν κοινωνήσεις, θ’ αναγκαστώ να σε χωρίσω. Η συμβίωσή μας, γίνεται πλέον αδύνατη. Στην δική μας την οικογένεια, θέλω να βασιλεύει ο Χριστός.

     Η επιμονή, η πίεση, η απειλή, οι εκ βαθέων προσευχές της καλής αυτής χριστιανής, δεν έμειναν άκαρπα. Ο σύζυγος έβλεπε πως με την συμπεριφορά του κινδύνευε να καταστρέψει ανεπανόρθωτα την οικογενειακή του εστία, την ζωή του, το μέλλον του, το μέλλον των παιδιών του. Ένιωσε μέσα του ένα τράνταγμα. Έτσι, δεν άργησε να πάρει την μεγάλη απόφαση: Να πλησιάσει προς το φως!

     Δεν ήταν και λίγο το σκοτάδι που κρυβόταν μέσα του: Ο δυστυχής, είχε καταντήσει να συνεργάζεται με τους δαίμονες. Εξασκούσε την μαγική τέχνη. Και τούτο ήταν που τον κρατούσε με πείσμα μακρυά από την Εκκλησία. Το αντιλαμβανόταν και ο ίδιος πως πρώτα απ’ όλα είχε ανάγκη Πνευματικού. Το Άγιον Όρος, δεν απείχε πολύ. Εκεί, αναζητώντας το κατάλληλο πρόσωπο, βρήκε αυτόν που χρειαζόταν: τον περιβόητο για την αρετή, την άσκηση και την διάκρισή του, παπα–Σάββα τον Πνευματικό (1821–1908).

     Πώς ξεκίνησε για την Καλύβη του Πνευματικού και πώς γύρισε! Τί ανακαινίσεις έγιναν μέσα του! Μέσα από την σύγχυση, το χάος και το σκοτάδι, πρόβαλε ένας καινούργιος αναγεννημένος κόσμος. Η ανακαίνιση και τα δάκρυα χαράς έλαμπαν στην όψη του καθώς τελείωνε την εξομολόγηση. Πόσο ειρηνικός και ανάλαφρος ένιωθε! Αλλά είχε και κάτι άλλο ακόμη να διώξει από πάνω του. Απλώνει το χέρι του κρατώντας κάποιο βιβλίο.

     –Πάρε, Πνευματικέ μου, και το βιβλίο αυτό. Αυτό, που υπήρξε η αιτία της καταστροφής μου.

     Ήταν μια «Σολομωνική»: το απαραίτητο αλλά και ολέθριο εγχειρίδιο καθενός που επιδίδεται απερίσκεπτα στην μαγεία.

     –Τί, μου το δίνεις σ’ εμένα το βιβλίο αυτό; Αυτό θέλει κάψιμο! Κράτησέ το και, κάπου πιο πέρα, πας και το καις.

     Πράγματι, αναχωρώντας και κατευθυνόμενος προς την Σκήτη της Αγίας Άννης, στον δρόμο δεξιά, είδε ένα μεγάλο κοίλωμα βράχου. Στην σπηλιά αυτή σε λίγο η «Σολομωνική» είχε γίνει στάχτη. Για παρόμοια περιστατικά ο Απόστολος Λουκάς έγραψε στις «Πράξεις των Αποστόλων»: «Αρκετοί από εκείνους που είχαν ασχοληθεί με μαγείες, έφερναν μαζί τους τα μαγικά βιβλία και τα έκαιγαν…» (Πράξ. ιθ΄ 19). Θα ήταν ευχής έργον, χαρά των αγγέλων και πληγή των δαιμόνων, να άναβαν κάθε τόσο φωτιές σαν κι αυτές. Πόσα τέτοια βιβλία επιζήμια, ψυχοβλαβή, σκοτεινά και δυσώδη, δεν υπάρχουν και δεν κυκλοφορούν γύρω μας και ανάμεσά μας;!

     Ακόμη πιο ξαλαφρωμένος, τώρα, ο άνθρωπος συνέχιζε τον δρόμο του. Συνέβη τότε να συναντήσει τον π.Ιλαρίωνα, τον υποτακτικό του παπα–Σάββα:

     –Να διαβιβάσεις στον Πνευματικό τα σέβη μου και την απέραντη ευγνωμοσύνη μου. Και να του πεις ότι το βιβλίο το έκαψα, λίγο πιο πάνω στην σπηλιά.

     Ο π.Ιλαρίων, βάδιζε αμέριμνος προς την Καλύβη τους. Φθάνοντας, όμως, κοντά στην σπηλιά –Θεέ μου! Τί, τρόμος ήταν αυτός!– ριπές από μεγάλες πέτρες πέρασαν δίπλα του, που βουΐζοντας και κατρακυλώντας με πάταγο, σκόρπιζαν τον πανικό! Τρομοκρατημένος έφθασε στην Καλύβη και διηγήθηκε στον Γέροντά του, τον παπα–Σάββα, τα καθέκαστα.

     –Σατανική ενέργεια, παιδί μου!

     Αφού συνήλθε από τον φόβο, θυμήθηκε να μεταφέρει τα λόγια του ανθρώπου εκείνου που συνάντησε καθ’ οδόν. Θυμήθηκε και για το κάψιμο του βιβλίου. Και όταν ο παπα–Σάββας τού εξήγησε τί άνθρωπος ήταν αυτός που συνάντησε στο διάβα του και τί βιβλίο ήταν αυτό που κάηκε μέσα στην σπηλιά, αμέσως μπήκε στο νόημα.

     Δεν έμελλε όμως να γευθεί τον λιθοβολισμό μόνο ο π.Ιλαρίων. Καθένας που περνούσε από εκεί, δοκίμαζε την ίδια τύχη. Στο τέλος, κατέληξε να γίνει όλη εκείνη η περιοχή άβατη, γιατί κανένας δεν τολμούσε να πλησιάσει.

     Ανήσυχοι, οι Πατέρες, ζήτησαν την σωτήρια επέμβαση του παπα-Σάββα. Εκείνος νήστεψε, προσευχήθηκε, έκανε αγιασμό, ράντισε την σπηλιά και το κακό υποχώρησε. Στο τέλος, συμβούλευσε τους Πατέρες να τοποθετήσουν εκεί την Εικόνα της Παναγίας με την κανδήλα Της. Έτσι, το μονοπάτι γαλήνεψε όπως πρώτα.

     Σήμερα, όσοι περνούν από εκεί, νιώθουν την ανάγκη να καθίσουν δίπλα στο χτισμένο Προσκυνητάρι και να ψάλλουν από καρδιάς ένα «Ἀξιόν ἐστιν» στην Υπεραγία Θεοτόκο, χωρίς φυσικά να διατρέχουν κανέναν απολύτως κίνδυνο. Ορισμένες όμως φορές, όπως μας το επιβεβαίωσαν αρκετοί Πατέρες, παρουσιάζονται στην περιοχή αυτή δαιμονικές ενέργειες. Κυρίως δε, όταν περνά κάποιος μοναχός που παραβίασε κάποιον πνευματικό όρο της ζωής του (είτε της υπακοής είτε της ακτημοσύνης είτε της παρθενίας του) ή κάποιος προσκυνητής που να έχει δώσει απρόσεκτα, εκούσια ή ακούσια, με την ζωή του, σοβαρά δικαιώματα στον αιώνιο πειραστή και εχθρό των ψυχών μας…



****  ****  ****  ****  ****  ****  ****  ****  ****  ****  ****  ****



     Ο πατήρ Ανδρέας Θεοφιλόπουλος (1915–2004), στο περίφημο «Γεροντικό» του, αναφέρει και δυο-τρία ακόμη περιστατικά που έχουν σχέση με τις εκδηλώσεις του πειρασμού που βρήκε «καταφύγιο» στο σπήλαιο μέσα στο οποίο κάηκε η «Σολομωνική».

     [1]  Ο μοναχός Αρσένιος, υποτακτικός του Γέροντα Αυξεντίου από την Καλύβα του Αγίου Γεωργίου (η οποία, τώρα πια είναι ερειπωμένη), έφυγε από την Καλύβη του χωρίς την ευλογία του Γέροντά του. Με την φυγή του, άφησε καταστεναχωρημένο τον Γέροντα Αυξέντιο και, συγχυσμένος καθώς ήταν, έφθασε στον δρόμο που πηγαίνει για την Μικρή Αγία Άννα. Εκεί, ακούμπησε στον κορμό ενός δέντρου, όπου σήμερα βρίσκεται καρφωμένος ένας ξύλινος σταυρός. Αυτόν τον σταυρό, τον προσκυνούν με ευλάβεια οι διερχόμενοι μοναχοί ή οι προσκυνητές. Στο σημείο αυτό, κάθισε λίγο και συλλογίστηκε πως αυτό που κάνει δεν είναι σωστό και, προς στιγμήν, είπε να γυρίσει πίσω στον Γέροντά του αλλά, τελικά, νίκησε μέσα του ο εγωισμός και απερίσκεπτα προχώρησε. Όταν όμως έφθασε μπροστά στην σπηλιά που είναι σήμερα το Προσκυνητάρι, άκουσε μεγάλη οχλοβοή και τόση αναταραχή, που νόμιζε ότι τον κυνηγούσαν δαίμονες να τον πιάσουν. Από τον φόβο του, γύρισε αμέσως πίσω και τότε άκουσε φωνές στον αέρα να του λένε: «Τί, να σου κάνουμε;! Έχε χάρη στον Γέροντά σου!...». Από τον τρόμο του, ούτε που κατάλαβε πώς και πότε έφθασε πίσω στην Καλύβη. Εκεί, βρήκε τον Γέροντά του να προσεύχεται με δάκρυα και να παρακαλεί με πατρική αγωνία τον Θεό γι’ αυτόν. Του έβαλε μετάνοια και έλαβε συγχώρεση και ειρήνευσε τελείως.

     [2]  Άλλοτε πάλι, όταν ήταν νέος ο μακαριστός π.Γεράσιμος ο Μικραγιαννανίτης ο θεσπέσιος Υμνογράφος της Εκκλησίας μας (1905–1991), περνούσε από εκεί με τον μακαριστό υποτακτικό του, τον πατέρα Διονύσιο τον Πνευματικό (1930–1998), ο οποίος, ήταν τότε δόκιμος με το όνομα Θεοδόσιος. Και οι δύο, ξεκίνησαν για την Σκήτη της Αγίας Άννας έχοντας στα χέρια τους κομποσχοίνι και λέγοντας τους «Χαιρετισμούς» της Παναγίας. Μπροστά από την σπηλιά, είδαν να κάθονται τρεις τράγοι, ο ένας μεγάλος και οι άλλοι δύο μικρότεροι. Οι τράγοι τούς κοίταξαν με άγριο βλέμμα, αλλά δεν κουνήθηκαν από την θέση τους. Οι μοναχοί, έκαναν τον σταυρό τους και, μόλις προχώρησαν λίγα βήματα μπροστά, οι τράγοι έγιναν άφαντοι. Νικημένοι από την αήτητη προσευχή των «Χαιρετισμών», οι τραγόσχημοι δαίμονες, δεν μπόρεσαν να αντέξουν την χάρη της Κυρίας Θεοτόκου.

     [3]  Άλλοτε πάλι ο μοναχός Μελέτιος των Δανιηλαίων μετέφερε έναν ντορβά λεμόνια από την Αγία Άννα. Και όταν περνούσε έξω από την σπηλιά, έγινε τέτοια ταραχή και σύγχυση, που από τον φόβο του παραπάτησε, έπεσε κάτω και χύθηκαν όλα τα λεμόνια κάτω. Άλλο, όμως, δεν μπόρεσε να τον πειράξει ο πειρασμός γιατί έλεγε καθ’ όλη την διάρκεια της διαδρομής του την Ευχή, το: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με!»...

     Ο παπα–Σάββας, όμως, με την Χάρη του Θεού και με την δύναμη των οσιακών του ευχών και επικλήσεων, μπόρεσε και έθεσε ένα αίσιο τέλος σε κάθε πειρασμική ενέργεια που κρυβόταν σε αυτό το σπήλαιο της Αθωνικής ερήμου…



[(1) Αρχιμ. Χερουβείμ (Καράμπελα· 1920–1979): «Σύγχρονες Αγιορείτικες Μορφές (Νο 6) – Σάββας ο Πνευματικός», σελ. 80–83, έκδοσις θ΄, Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 1996· (2) Ανδρέου Θεοφιλόπουλου, Αγιορείτου Μοναχού (1915–2004): «Γεροντικό του Αγίου Όρους», τόμ. α΄, σελ. 75–77, έκδοσις δ΄, Θεσσαλονίκη 1992.] 




Δευτέρα 26 Μαΐου 2014

«ΠΩΣ ΠΑΝΕ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ;» «ΠΩΣ ΠΑΝΕ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ;»



«ΠΩΣ ΠΑΝΕ ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΟΙ;»

«ΠΩΣ ΠΑΝΕ ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ;» 



     Ρώτησε κάποιος τον Γέροντα Πορφύριο (1906–1991) «τί πρέπει να ψηφίσει στις εκλογές». Κι εκείνος του απάντησε παραβολικά: «Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι σαν την κλώσα: κάτω από τα φτερά της σκεπάζει και άσπρα πουλάκια και μαύρα πουλάκια και κίτρινα πουλάκια και κάθε χρώματος πουλάκια». Ήθελε να τονίσει με αυτήν την σύντομη παραβολή ότι η Εκκλησία δεν πολιτικοποιείται και πολύ περισσότερο δεν κομματικοποιείται. Σκεπάζει με την αγάπη της όλους, χωρίς να ταυτίζεται με φατρίες.



     Κάποτε ο Γέροντας Πορφύριος ρώτησε «πώς πάνε τα πολιτικά πράγματα;». Η απάντηση που έλαβε από το πνευματικό του τέκνο ήταν ότι, «γενικά, δεν πάνε καλά!». Και ο Γέροντας είπε τα εξής:

     «Τί, να σου κάνουν οι πολιτικοί; Είναι μπερδεμένοι με τα ψυχικά τους πάθη. Όταν ένας άνθρωπος δεν μπορεί να βοηθήσει τον εαυτό του, πώς θα μπορέσει να βοηθήσει τους άλλους; Φταίμε κι εμείς για την κατάσταση αυτή. Αν ήμασταν αληθινοί χριστιανοί, θα μπορούσαμε να στείλουμε στην Βουλή, όχι βέβαια χριστιανικό κόμμα, αλλά χριστιανούς πολιτικούς και τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά».



     Μια άλλη μέρα που κουβέντιαζε ο Γέροντας Πορφύριος μ’ ένα πνευματικό του τέκνο, γύρισε και ρώτησε τον συνομιλητή του:
     –Τί νέα μου φέρνεις από τον κόσμο;
     Πώς πάνε οι πολιτικοί;
     Πώς πάνε τα οικονομικά;…
     Ο συνομιλητής, του είπε μέσες–άκρες, τα κυριότερα νέα.
     Και ο Γέροντας, κουνώντας λυπημένα το κεφάλι, είπε:
     –Δεν πάμε καλά!...
     Εύχομαι ο Θεός να βάλει το χέρι Του!...



[(1) Κωνσταντίνου Γιαννιτσιώτη: «Κοντά στον Γέροντα Πορφύριο (ένα πνευματικοπαίδι του θυμάται)», σελ. 262, 278, 286–287, έκδοσις Ιερού Ησυχαστηρίου «Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος», Αθήνα Φεβρουάριος 1995· (2) Στην φωτογραφία: «Η Βουλή που φλέγεται»· έργο της Εύης Σαραντέα.]

ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΠΕΤΣΕΤΑΚΙ



ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΠΕΤΣΕΤΑΚΙ 




     Κάποτε ο μακαριστός Γέροντας π.Ιάκωβος Τσαλίκης (1920–1991), Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Δαβίδ του εν Ευβοία, του γνωστού και ως «Γέροντος», διηγήθηκε το εξής:

     «Εδώ στο Μοναστήρι μας έχουμε ένα πετσετάκι του 1905 και, κάθε φορά που το βλέπω, γράφει πάνω ότι το κέντησε κάποια κυρία Μαργαρίτα. Κάθε φορά που το αντικρύζω, προσεύχομαι και λέω: “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον την δούλη Σου Μαργαρίτα!”, η οποία, οπωσδήποτε δεν ζει σήμερα». Ο Γέροντας Ιάκωβος ήθελε να πει με αυτό, το πόση μεγάλη αξία έχει ο άνθρωπος να αγαπάει τον ναό του Θεού, να τον περιποιείται και να προσφέρει την λατρεία του μέσα σε αυτόν. Και η παραμικρή προσφορά, –αυτό το μικρό πετσετάκι–, παραμένει μέσα εκεί και προσεύχονται μετά όλοι οι άνθρωποι, οι οποίοι, το χρησιμοποιούν για να δοξάσουν τον Θεό και ν’ αγωνιστούν μέσα στον χώρο της Εκκλησίας. Ήθελε ο μακάριος Γέροντας π.Ιάκωβος Τσαλίκης να μας διδάξει με αυτόν τον τρόπο να αγαπούμε, να περιποιούμαστε την Εκκλησία και να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να είναι ο Οίκος του Θεού πάντοτε φροντισμένος. Μάλιστα δε, είπε χαρακτηριστικά: «Εγώ, πιο πολύ ανέχομαι ένα σκουπιδάκι μέσα στο μάτι μου, πάρα μέσα στο Ιερό Βήμα».

     Κάποτε, μια κυρία, έχοντας μια μεγάλη και δυσβάσταχτη δοκιμασία στο σπίτι της, ήρθε και έκλαιγε στον πατέρα Ιάκωβο και τον παρακαλούσε θερμά να προσευχηθεί γι’ αυτήν. Και ο Γέροντας Ιάκωβος της είπε τα παρακάτω λόγια που κάνουν μεγάλη εντύπωση: «Κοίταξε, παιδί μου, Ελένη! Μη κλαις! Γιατί όταν κλαίμε και πάμε να προσευχηθούμε προς τον Θεό, τότε, μόλις κοιτάξουμε προς τα πάνω, θα δούμε τον Χριστό μας να είναι πάνω στον Σταυρό. Και, όταν Τον δούμε πάνω στον Σταυρό, δεν έχουμε πρόσωπο να Του κάνουμε κανένα παράπονο, διότι, Αυτός πρώτος πήγε πάνω εκεί και έτσι όλους εμάς μας αφόπλισε. Οπότε, η θέση η δική σου και η θέση η δική μου είναι μόνο πάνω στον Σταυρό. Ακριβώς γιατί εκεί είναι η θέση του Χριστού».

     Με αυτά τα λόγια, πραγματικά, της έδωσε πολλή χαρά. Στο τέλος, πρόσθεσε με έμφαση: «Να μη κλαίμε, αλλά να προσευχόμαστε· να έχουμε την ελπίδα στον Θεό και να προσευχόμαστε».



[Κλείτου Ιωαννίδη: «Γεροντικό του 20ου αιώνος», κεφ. 5ο, σελ. 158–159, σύμφωνα με μαρτυρία του Μητροπολίτου Λεμεσού κ.Αθανασίου (Νικολάου), εκδόσεις Νεκτάριος Παναγόπουλος, Α΄ έκδοση, Οκτώβριος 1999.]

Σάββατο 24 Μαΐου 2014

«Ο ΚΟΣΜΟΣ ΚΡΑΤΙΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ!»


«Ο ΚΟΣΜΟΣ ΚΡΑΤΙΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ!» 



     «Με τα χέρια δουλειά, με τα χείλη προσευχή! Πρώτα απ’ όλα προσευχή! Ο κόσμος κρατιέται από την προσευχή. Εάν πάψει η προσευχή, έστω και για μία ώρα, θα πάψει να υπάρχει ο κόσμος. Υπάρχει ανάγκη κυρίως για νυχτερινή προσευχή. Αυτή είναι ακόμη πιο ευάρεστη στον Θεό.
      Η πιο μεγάλη άσκηση είναι να προσεύχεσαι για τους ανθρώπους. Πρέπει να είσαι υπομονετικός· να προσεύχεσαι και ν’ αγωνίζεσαι χωρίς να επηρεάζεσαι από τίποτα, ακόμη και αν σε μαλώσουν ή σε κουτσομπολέψουν. Υπάρχει η κακολογία εκ δεξιών που είναι εκ του διαβόλου και η κακολογία εκ των αριστερών που μπορεί να είναι από τους συγγενείς ή από τους φίλους. Και τα δύο, είναι δύσκολα αλλά και χρήσιμα· απαραίτητα, μπορώ να πω.

     Όλους τους πειρασμούς και τις δοκιμασίες να τις υπομένουμε ενώπιον του Θεού, με την σκέψη μας στην Παναγία και την καρδιά μας προς τον Θεό. Περισσότερο και από κάθε εξωτερική άσκηση πρέπει πάνω απ’ όλα να καθαρίσουμε την καρδιά μας. Να μην επιτρέψεις στον εαυτό σου τίποτα το πονηρό· να είσαι ανοιχτός προς τους ανθρώπους και να μη φαντάζεσαι τίποτα για τον εαυτό σου».



ΓΕΡΟΝΤΙΣΣΑ ΝΙΛΑ (†6/3/1999)


Παρασκευή 23 Μαΐου 2014

ΚΑΛΟΓΕΡΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΕΝΟΣ ΑΓΙΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ



ΚΑΛΟΓΕΡΙΚΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ

ΕΝΟΣ ΑΓΙΟΥ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ 


      Όταν ήταν στην Αγγλία ο μακαριστός Επίσκοπος Εδέσσης κυρός Καλλίνικος (1919–1984), στο Νοσοκομείο για την εγχείρηση που έκανε στο κεφάλι, τον επισκέφθηκε ο Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ (1896–1993) και του είπε:
     –Σας εκτιμούμε, Σεβασμιώτατε, γιατί αγαπάτε τον Μοναχισμό.
     –Αυτό δεν είναι τίποτε, απάντησε. Τον εαυτό μου αγαπώ. Δεν είμαι εγώ μοναχός; 


     Μια μέρα έκλαψε και μου είπε:
     «Δεν με ενδιαφέρει πολύ η αρρώστια που έχω. Ας ήμουν άγιος και ας ήμουν με ένα πόδι ή με ένα μάτι. Αν μου έδιναν μια μίτρα και μου έλεγαν ότι κοστίζει μια δραχμή, δεν θα χαλάλιζα την δραχμή»


     Έχοντας αγιορείτικο κόκαλο και μοναχική συνείδηση, μου είπε κάποια μέρα στην Αγγλία που ήταν κατά την διάρκεια της νοσηλείας του:
«Αν ξαναγεννιόμουν θα γινόμουν καλογεροπαίδι. Μου αρέσει πολύ η υπακοή σε Γέροντα». 


    Κάποτε μου είπε να τηλεφωνήσω στην Μητρόπολη, στον π.Δαμιανό (τον κληρικό που άφησε στο πόδι του) και να του πω τα εξής: «Να μη κουράζεσαι. Λίγες ώρες στο γραφείο. Όχι πολλές πρωτοβουλίες. Εμείς με την δουλειά που κάναμε, αυτοκτονήσαμε!». Το είπε αυτό γιατί δούλευε πολύ σαν Επίσκοπος και κουραζόταν. 


       Μια νοσοκόμα τού ανακοίνωσε ότι την άλλη μέρα θα γινόταν θεία Λειτουργία. Εκείνος αναστέναξε και είπε: «Η θεία Λειτουργία είναι το γλέντι μας!».

[Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου Βλάχου: «Κόσμημα της Εκκλησίας», κεφ. 12ο, σελ. 639–640, Α΄ έκδοση, Ιεράς Μονής Γενεθλίου της Θεοτόκου (Πελαγίας), 1998.]