Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2020

ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ

ΟΙ ΑΛΛΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ

     Υπάρχουν άνθρωποι, που πας αυθόρμητα και πηγαία να τους αγαπήσεις και –άγνωστο γιατί– βλέπεις να πλήττουν, να μαραζώνουν και ν’ αρρωσταίνουν! Αρχίζουν να αρνούνται και να απωθούν αυτή την αγάπη που τους προσφέρεται άδολα και ειλικρινά· τη δοκιμάζουν και την αποδοκιμάζουν με τις υποψίες, τις υπόνοιες, τις αντιρρήσεις, την αντιδραστικότητα, τα ανώφελα ερωτηματικά, τη γκρίνια, την ακύρωση, με τον εγωισμό που δεν τους αφήνει να δοθούν και να παραδοθούν σε αυτή την αγάπη, είτε αυτή η αγάπη είναι απευθείας του Θεού είτε των εκ του Θεού ανθρώπων. Γι’ αυτούς τους ανθρώπους η μοναξιά είναι πλέον επιλογή· δυστυχώς, μια θλιβερή και αποκαρδιωτική επιλογή, μέσα από την οποία αντιστρέφουν και απομακρύνουν κάθε καλό στη ζωή τους.

     Αντίθετα, υπάρχουν άλλοι άνθρωποι, οι εντελώς άλλοι άνθρωποι, που εμπνέουν και αξίζουν κάθε αγάπη, που συμβάλλουν και συνεισφέρουν πρακτικά στην πραγμάτωση και το μεγαλείο της, αλλά για κάποιο λόγο φαίνεται να έχουν σχεδόν εξαντληθεί στο στίβο του καθημερινού τους αγώνα με την καρτερία και την υπομονή σε όλα· μένουν όμως απτόητοι παρόλο που γεύτηκαν κάθε πόνο, εγκατάλειψη και προδοσία, κάθε απόρριψη και πίκρα, κάθε εναντίωση και υποκρισία. Δεν είναι φυσικά οι μελογραφικοί «καρπαζοεισπράκτορες» των αμέτρητων ιστοριών των ανθρώπινων σχέσεων, αλλά είναι οι μαρτυρικοί φορείς και αναμεταδότες της θείας αγάπης στη ζωή τους, για τη ζωή των πολλών κατ’ επέκταση.

     Πολύ λογικά και δικαιολογημένα, έχουν ή θα μπορούσαν να έχουν κάθε λόγο να μη χαίρονται και να μην αγαπούν ή έστω να αγαπούν με τις αυστηρές προϋποθέσεις που ορίζει το πληγωμένο τους εγώ. Κι όμως! Η αγάπη που εμπνέουν αντιεγωικά, μοναδικά και απίστευτα, αποτελεί τον θαυμασμό, το καύχημα και το παράδειγμα που εξυγιαίνει τις καλοπροαίρετες καρδιές που τους προσεγγίζουν, το μυστικό αποκούμπι τόσων συνανθρώπων τους. Ας μη τους καταλάβει, ας μη τους νιώσει, ας μη τους αναγνωρίσει κι ας μη τους εκτιμήσει κανείς. Αυτοί έγιναν προ πολλού πραγματικά χαλκέντεροι με τις τόσες σπουδαίες υπερβάσεις τους. Η μοίρα τους δεν είναι ποτέ ταυτόσημη ή παράλληλη με τη μοίρα των πολλών, γιατί η αγάπη του Θεού που βιώνουν εσωτερικά μέσα τους, τους έκανε αξιωματικά μετάρσιους, υπόπτερους και εποπτικούς. Η αγάπη που εμπνέουν δυναμικά και πέρα από κάθε λόγο περιγραφής είναι ο Θεός που ενοικεί αμάρτυρα στο κέντρο της καρδιάς τους.

     Η θεία Χάρη τούς έκαμε ευαίσθητους, προσεκτικούς, ακλόνητους, ανενδεείς, γλυκούς, ευγενείς και απαθείς. Με τη θεία ταπείνωση πραγματικά δεν έχουν ανάγκη κανέναν, παρά μόνο να αγαπούν και να βοηθούν κάθε έναν που βυθίζεται στις ανάγκες του. Κι αν τους πεταχτεί κανένα παραπέτασμα μοναξιάς, αυτοί χαίρονται γιατί στο τέλος γιγαντώνονται μέσα από την Προσευχή και τη Θεοκοινωνία που αποτρυγούν στην ησυχία του περιθωρίου που τους αφήνει ειρωνικά ο ανίδεος και απελπισμένος κόσμος. Όλα τα μετατρέπουν σε χάρη, γιατί εντός τους κάθε είδωλο του κόσμου σωριάστηκε με πάταγο· γιατί η χάρη της ελεύθερης εν Χριστώ αγάπης είναι μαζί τους και μέσα τους.

     Αυτούς τους ανθρώπους λοιπόν αξίζει πέρα ως πέρα να αγωνιστούμε να βρούμε και να βρίσκουμε, να ακούμε και να προσέχουμε· αυτούς τους ανθρώπους να μοιάζουμε κατά τη δύναμή του ο καθένας…

 

π. Δαμιανός








Επιτρέπεται

η αναδημοσίευση αναρτήσεων

από το «Ειλητάριον»,

αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα

ως πηγή προέλευσης.


Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2020

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΕΟΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΝΕΟΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, 

Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

     Ο άγιος πατήρ ημών Γρηγόριος γεννήθηκε περί το 214, στους κόλπους επιφανούς οικογενείας εθνικών στη Νεοκαισάρεια του Πόντου. Η μητέρα του, έχοντας επωμισθεί μόνη της την ευθύνη για τη μόρφωση των τριών παιδιών της, μετά τον θάνατο του πατέρα τους, φρόντισε να τους προσφέρει μια εκλεπτυσμένη παιδεία. Ο Γρηγόριος, που τότε ονομαζόταν Θεόδωρος, επέδειξε όχι μόνον σπουδαία προσόντα στη μελέτη, και ιδιαιτέρως στη ρητορική, αλλά και μια βαθειά σοφία, όπως και μεγάλη πραότητα. Από ηλικία δεκατεσσάρων χρόνων απομακρύνθηκε από τα θορυβώδη παιγνίδια των συνομηλίκων του, για να επιδοθεί στη μελέτη της αρμονίας της κτίσεως και να αντλήσει από αυτή κάποια σχετική και ικανοποιητική ιδέα του μόνου Δημιουργού. Η Χριστιανική Πίστη ήταν στην πράξη σχεδόν άγνωστη σε εκείνη την περιοχή: όλοι κι όλοι στην περιοχή της Νεοκαισάρειας ήταν δεκαεπτά τον αριθμό!!

     Οι σύντροφοι του νέου, από φθόνο που τον έβλεπαν να διάγει τόσο σώφρονα και αγνό βίο, πλήρωσαν μια μέρα κάποια πόρνη, για να δημοσιοποιήσει αναίσχυντα παντού ότι ο Θεόδωρος είχε παραδοθεί μαζί της στην ακολασία. Ακούγοντας τις διαβολές αυτές, ο αγαθός νεανίας δεν ζήτησε να βρει το δίκιο του, μήτε εξοργίσθηκε με τους υπεύθυνους γι’ αυτές, αλλά αρκέσθηκε μόνον να αποπέμψει την εταίρα δίνοντάς της τόσα χρήματα, όσα είχε λάβει για να διαδώσει τα ψέματα εκείνα, με σκοπό να τον αφήσει ήσυχο. Αλλά μόλις πήρε στα χέρια της τα χρήματα, η γυναίκα έπεσε στο έδαφος ευρισκόμενη σε τρομερή ταραχή που της προκάλεσε ο δαίμονας, και βρήκε την ειρήνη μόλις ο άγιος προσευχήθηκε υπέρ αυτής.

     Η μητέρα του Θεοδώρου και του αδελφού του Αθηνοδώρου, είχε αποφασίσει να στείλει τους δύο γιους της να συνεχίσουν τις νομικές σπουδές τους στην περίφημη σχολή της Βηρυτού, αλλά τους ζήτησε να συνοδεύσουν πρώτα την αδελφή τους στην Καισάρεια της Παλαιστίνης για να συναντήσει εκεί τον σύζυγό της. Εκεί λοιπόν οι δύο νέοι έκαναν τη γνωριμία του μεγάλου Ωριγένους (185-251/254) και, εγκαταλείποντας κάθε άλλο σχέδιο σπουδών, παρακολούθησαν με μεγάλη δίψα τα μαθήματά του για περίπου πέντε χρόνια (233-238). Ο μεγάλος αλεξανδρινός δάσκαλος τούς εισήγαγε στη Χριστιανική Πίστη και Θεολογία, αλλά διατήρησαν αρκούντως τη διάκριση να μην πέσουν σε ορισμένα σφάλματά του που οφείλονταν σε υπερβολικά τολμηρές εικοτολογίες για τα θεία Μυστήρια. Ας σημειωθεί ότι στον «Προσφωνητικὸν Λόγον εἰς Ὠριγένην» (PG 10, 1068), ο άγιος Γρηγόριος περιγράφει γλαφυρά την κοινή ζωή των μαθητών γύρω από τον μεγάλο αυτόν δάσκαλο.

     Επιστρέφοντας στην πατρίδα του, πολλοί ευγενείς κατέκλυσαν τον Γρηγόριο με συμφέρουσες προτάσεις για να γίνει ο ίδιος παιδαγωγός των παιδιών τους. Ο νέος όμως απέρριψε τα απατηλά αυτά θέλγητρα του κόσμου και αναχώρησε στην έρημο, για να ζήσει μόνος ενώπιον του Θεού με άσκηση και προσευχή. Ο αρχιεπίσκοπος της Αμασείας, Φαίδιμος, ακούγοντας να γίνεται λόγος για τις αρετές του Γρηγορίου και τα χαρίσματά του στη ρητορική τέχνη, προσπάθησε να τον πείσει να έλθει στη μητρόπολη, για να χειροτονηθεί επίσκοπος Νεοκαισαρείας. Καθώς ο Γρηγόριος αρνήθηκε να εγκαταλείψει το ασκητήριό του για να επιστρέψει στην τύρβη του μάταιου κόσμου, ο Φαίδιμος έπραξε κάτι εντελώς ασυνήθιστο και πρωτόγνωρο για τα εκκλησιαστικά ειωθότα· χειροτόνησε τον Γρηγόριο εξ αποστάσεως, δίχως άμεση επίθεση των επισκοπικών χειρών επί της κεφαλής του χειροτονούμενου, και του έστειλε μία επιστολή που βεβαίωνε ότι εκών-άκων ήταν εφεξής επίσκοπος της πατρίδας του!! Ο Γρηγόριος, ηλικίας τότε περίπου τριάντα χρόνων, όφειλε να υπακούσει στο θέλημα του Θεού, αλλά δεν άφησε την ησυχία, παρά μόνον αφού πέρασε πολλές ημέρες και νύκτες προσευχόμενος για να τον ενδυναμώσει ο Θεός στο ποιμαντικό του έργο.

     Μία νύκτα, η Υπεραγία Θεοτόκος και ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος [26 Σεπ.· 8 Μαΐου], του φανερώθηκαν και του αποκάλυψαν με υπέρλογη σαφήνεια το ανεξιχνίαστο μυστήριο της ενότητας της θείας Φύσεως και της διακρίσεως των τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος με αυτά τα υψήγορα λόγια:

     «Εἷς Θεός, Πατὴρ Λόγου ζῶντος, Σοφίας ὑφεστώσης καὶ δυνάμεως καὶ χαρακτῆρος ἀϊδίου. Τέλειος τελείου γεννήτωρ, Πατὴρ Υἱοῦ μονογενοῦς. Εἷς Κύριος, μόνος ἐκ μόνου, Θεὸς ἐκ Θεοῦ· χαρακτὴρ καὶ εἰκὼν τῆς Θεότητος, λόγος ἐνεργός· σοφία τῆς τῶν ὅλων συστάσεως περιεκτικὴ καὶ δύναμις τῆς ὅλης κτίσεως ποιητική. Υἱὸς ἀληθινός, ἀληθινοῦ Πατρός, ἀόρατος ἀοράτου· καὶ ἄφθαρτος ἀφθάρτου· καὶ ἀθάνατος ἀθανάτου, καὶ ἀΐδιος ἀϊδίου. Καὶ ἓν Πνεῦμα Ἅγιον ἐκ Θεοῦ τὴν ὕπαρξιν ἔχον· καὶ διὰ Υἱοῦ πεφηνός, δηλαδὴ τοῖς ἀνθρώποις, εἰκὼν τοῦ Υἱοῦ, τελείου τελεία· ζωή, ζώντων αἰτία· πηγὴ ἁγία· ἁγιότης, ἁγιασμοῦ χορηγός. Ἐν ᾧ φανεροῦται Θεὸς ὁ Πατήρ, ὁ ἐπὶ πάντων καὶ ἐπὶ πᾶσι· καὶ Θεὸς ὁ Υἱὸς ὁ διὰ πάντων. Τριὰς τελεία, δόξῃ καὶ ἀϊδιότητι καὶ βασιλείᾳ, μὴ μεριζομένη, μηδὲ ἀπαλλοτριουμένη. Οὔτε κτιστόν τι, ἢ δούλον ἐν τῇ Τριάδι, οὔτε ἐπείσακτον, ὡς πρότερον μὲν οὐχ ὑπάρχον, ὕστερον δὲ ἐπεισελθόν. Οὔτε, οὖν, ἐνέλιπε ποτὲ Υἱὸς Πατρί, οὔτε Υἱῷ τὸ Πνεῦμα· ἀλλ’ ἄτρεπτος καὶ ἀναλλοίωτος ἡ αὐτὴ Τριὰς ἀεί» (Άγιος Γρηγόριος Θαυματουργός· «Ἔκθεσις Πίστεως» (PG 10, 983-988).

     Με άλλα λόγια:

     «Ένας ο Θεός, ο Πατήρ του ζωντανού Λόγου, που έχει τη σοφία, τη δύναμη και τον χαρακτήρα παντοτινά, του Υιού που είναι τέλειος του τέλειου Γεννήτορα· ο Πατήρ του μονογενούς Υιού. Ένας ο Κύριος, μόνος από τον μόνο, Θεός από τον Θεό· που είναι ο χαρακτήρας και η εικόνα της Θεότητας και ενεργός λόγος· η σοφία που εμπεριέχει τη σύσταση των πάντων και που έχει την δημιουργική δύναμη όλης της κτίσης· Υιός αληθινός του αληθινού Πατρός, αόρατος του αόρατου, όπως και άφθαρτος του άφθαρτου, αθάνατος του αθάνατου και παντοτινός του παντοτινού. Ένα και το Πνεύμα το Άγιο που έχει την ύπαρξη από τον Θεό· που φανερώθηκε μέσω του Υιού στους ανθρώπους, που είναι η τέλεια εικόνα του τέλειου Υιού, που είναι η ζωή και η αιτία όλων αυτών που ζουν, που είναι αγία πηγή των αγαθών, η αγιότητα και ο χορηγός του αγιασμού· σε Αυτό φανερώνεται ότι Θεός ο Πατήρ, που είναι πάνω από όλους και από όλα· Θεός και ο Υιός, που είναι παντού. Τριάδα τέλεια, μέσα στη δόξα, την αιωνιότητα και τη βασιλεία, που δεν κομματιάζεται και που δεν χάνει την κυριότητα ποτέ. Και δεν βρίσκεται κάτι κτιστό ή κατώτερο μέσα στην Τριάδα, ούτε κάτι που να ήρθε έξω από Αυτήν, κάτι που να υπήρχε πρωτύτερα ή σαν να εμφανίστηκε ύστερα σε Αυτήν. Και ούτε άφησε ποτέ ο Υιός τον Πατέρα, ούτε το Άγιο Πνεύμα τον Υιό, αλλά πάντοτε παραμένει ίδια, άτρεπτη και αναλλοίωτη η Τριάδα».

     Ενδυναμωμένος από το Άγιο Πνεύμα και έχοντας γίνει άξιος να δεχθεί, όπως πάλαι ο Μωυσής, την αποκάλυψη των θείων Μυστηρίων κατευθείαν από τον Θεό, ο Γρηγόριος αποδείχθηκε ένας ακάματος απόστολος της αληθινής Πίστεως σε όλη την περιοχή της Νεοκαισάρειας. Μετέστρεφε τους ανθρώπους τόσο με τον λόγο του όσο και με το πλήθος των θαυμάτων του: περίτρανες ήταν οι αποδείξεις ότι η δύναμη του Θεού ήταν πάντα μαζί του και όχι με το μέρος των ανίσχυρων δαιμόνων των ειδωλολατρών· γι’ αυτό σύντομα και ορθότατα τον ονόμασαν «Θαυματουργό». Ο Μέγας Βασίλειος [1 Ιαν.], του οποίου η μάμμη, Μακρίνα, ήταν μαθήτρια του αγίου Γρηγορίου, τον εγκωμιάζει σε πολλές επιστολές του (ιδιαίτατα στο «Περὶ Ἁγίου Πνεύματος Β΄» 19, ΕΠΕ, 10, 483)

     Έτσι, λοιπόν, με αυτή την άνωθεν εξαίρετη χάρη της θαυματουργίας, εξεδίωξε τον δαίμονα ενός ειδωλολατρικού ναού· αποξήρανε μια λίμνη που ήταν αιτία διαμάχης μεταξύ δύο αδελφών· σταμάτησε μια πλημμύρα του ποταμού Λύκου· παιδαγώγησε δύο Εβραίους που προσπαθούσαν να τον εξαπατήσουν· ελευθέρωσε έναν δαιμονισμένο νέο· με δική του θεϊκή προσευχή διάλεξε τον Αλέξανδρο για επίσκοπο Κομάνων [12 Αυγ.].

     Το 250, κατά τον σκληρό και βίαιο διωγμό του Δεκίου (201-251), ο Γρηγόριος και πλήθος πιστών προτίμησαν να διαφύγουν στα βουνά που βρίσκονται κοντά στη Νεοκαισάρεια, παρά να εκτεθούν στον θάνατο ανωφελώς. Στην πραγματικότητα, όσον αφορούσε εκείνον, ήταν ήδη νεκρός για τον κόσμο προ πολλού ήδη, και το να εγκαταλείψει αυτή την τωρινή πλην πρόσκαιρη ζωή με σκοπό «σὺν Χριστῷ εἶναι», ήταν γι’ αυτόν, όπως και για τον Απόστολο Παύλο (Φιλιπ. 1, 23-24), ό,τι το καλύτερο· η αγάπη, ωστόσο, των πιστών και η φροντίδα να διατηρηθεί η Εκκλησία ενδυναμώνοντας την πίστη των ασθενεστέρων, τον έπεισαν να προτιμήσει τη φυγή. Από το καταφύγιό του προσευχόταν με θέρμη για τους μάρτυρες που προσέφεραν το αίμα τους και περιέγραφε στους συντρόφους του, σαν να τους είχε μπροστά στα μάτια του.

     Μια μέρα, στρατιώτες που είχαν ανακαλύψει το καταφύγιό τους, ετοιμάζονταν να τους συλλάβουν, αλλά με την προσευχή του αγίου, ο Θεός τούς έκανε κυριολεκτικά αόρατους· στα μάτια της διωκτικής σπείρας, τόσο ο άγιος Γρηγόριος όσο και ο διάκονός του, είχαν διά της χάριτος μεταμορφωθεί σε δύο δέντρα, που τα υψιτενή κλαδιά τους ήταν τα υψωμένα και ακίνητα χέρια των διωκομένων που είχαν αφοσιωθεί εξ ολοκλήρου στη θερμή προσευχή. Μετά από αυτό οι στρατιώτες επέστρεψαν απογοητευμένοι και άπρακτοι στη βάση τους («Ευεργετινός», τόμ. Δ΄, υπόθ. Θ΄, §Β΄).

     Όταν έληξε ο διωγμός, φρόντισε για την περισυλλογή των τιμίων λειψάνων των μαρτύρων και για την τέλεση μεγάλων εορτών προς τιμήν τους, τις ίδιες μάλιστα ημέρες κατά τις οποίες οι ειδωλολάτρες συνήθιζαν να κάνουν τις δικές τους τελετές, έτσι ώστε όλη η περιοχή εκχριστιανίσθηκε βαθειά και τα πλέον ειδωλολατρικά τους ήθη μεταμορφώθηκαν σύντομα σε ευλογημένες πνευματικές χαρές. Γύρω στο 254, η περιοχή λεηλατήθηκε από τους Γότθους και τους Βοράδες, και ο άγιος επίσκοπος έγινε «τὰ πάντα τοῖς πᾶσι» (Α΄ Κορ. 9, 19) για να στηρίξει το δοκιμασμένο ποίμνιό του. Το 264 (ή 265), μαζί με τον αδελφό του Αθηνόδωρο, που ήταν επίσκοπος μια άλλης πόλεως της περιοχής, συμμετείχε στην πρώτη Σύνοδο της Αντιοχείας, που συγκροτήθηκε κατά του Παύλου του Σαμοσατέα (200-275), εχθρού του δόγματος της Αγίας Τριάδος. Αυτός ο αιρετικός υποστηριζόταν από τη Ζηνοβία, τη βασίλισσα της Παλμύρας (240-274), και καταδικάσθηκε οριστικά από τη Β΄ Σύνοδο της Αντιοχείας (268).

     Ο άγιος Γρηγόριος συνέχισε να διαλάμπει με τα θαύματά του και το κήρυγμα της Ορθοδόξου Πίστεως για πολλά χρόνια. Κατά το 275, λίγες ημέρες πριν εκδημήσει για τις αιώνιες μονές, ρώτησε τους κοντινούς του ανθρώπους, πόσοι ειδωλολάτρες παρέμειναν στην επισκοπή του. Τον πληροφόρησαν ότι αυτοί δεν ήταν περισσότεροι από δεκαεπτά: ο ίδιος αριθμός με εκείνον των χριστιανών, όταν ανέλαβε το αξίωμά του!! Έτσι, εκοιμήθη με την ειρήνη και χαρά του πιστού δούλου εκείνου που, σύμφωνα με το ιερό Ευαγγέλιο, εκπλήρωσε θεάρεστα το καθήκον που του ανέθεσε ο πανάγαθος Κύριός του (βλ. Ματθ. 24, 45-47 και 25, 21· Λουκ. 19, 12-19).

—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—

Ἦχος πλ. δ΄.

ν προσευχαῖς γρηγορῶν, ταῖς τῶν θαυμάτων ἐνεργείαις ἐγκαρτερῶν, ἐπωνυμίαν ἐκτήσω τὰ κατορθώματα. Ἀλλὰ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Πάτερ Γρηγόριε, φωτίσαι τὰς ψυχὰς ἡμῶν, μήποτε ὑπνώσωμεν ἐν ἁμαρτίαις εἰς θάνατον.

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—

Ἦχος β΄. Τὰ ἄνω ζητῶν.

Θαυμάτων πολλῶν, δεξάμενος ἐνέργειαν, σημείοις φρικτοῖς, τοὺς δαίμονας ἐπτόησας, καὶ τὰς νόσους ἤλασας, τῶν ἀνθρώπων πάνσοφε Γρηγόριε· διὸ καλῇ θαυματουργός, τὴν κλήσιν ἐξ ἔργων κομισάμενος.

—ΕΤΕΡΟΝ ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—

Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ ὑπερμάχῳ.

ς εὐσεβείας ὑποφήτην καὶ διδάσκαλον, καὶ τῶν θαυμάτων ποταμόν σε ἀνεξάντλητον, μακαρίζομεν οἱ δοῦλοί σου Ἱεράρχα. Ἀλλ’ ὡς ἔχων παρρησίαν πρὸς τὸν Κύριον, ἐκ παντοίων ἀπολύτρωσαι κακώσεων, τοὺς βοῶντάς σοι· χαίροις Πάτερ Γρηγόριε.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—

Τῇ φιλοσοφίᾳ πρὸς ἀληθῆ, γνῶσιν κεχρημένος, οἷα κλίμακα νοητῇ, πρὸς θεολογίας, ἀνέδραμες τὸ ὕψος, Γρηγόριε θαυμάτων, καινῶν διάκονε.




[ Ιερομονάχου

Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου:

«Νέος Συναξαριστής

της Ορθοδόξου Εκκλησίας,

Τόμος 3ος (Νοέμβριος),

σελ. 170–174.

Διασκευή εκ του Γαλλικού:

Ξενοφών Κομνηνός.

Εκδόσεις «Ίνδικτος».

Αθήναι, Απρίλιος 20122.

Επιμέλεια ανάρτησης:

π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται

η αναδημοσίευση αναρτήσεων

από το «Ειλητάριον»,

αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα

ως πηγή προέλευσης.


Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2020

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΜΑΤΘΑΙΟΣ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ 

ΜΑΤΘΑΙΟΣ

     Ο άγιος Απόστολος Ματθαίος ονομαζόταν αρχικά Λευί ή Λευΐς (Μάρκ. 2, 14· Λουκ. 5, 27). Ήταν γιος του Αλφαίου και ασκούσε το επάγγελμα του τελώνη (φοροεισπράκτορα)· ήταν εγκατεστημένος στην Καπερναούμ η οποία φαίνεται να ήταν και η πατρίδα του. Μια ημέρα που καθόταν στο τελωνείο του, έτυχε να περνά από εκεί ο Χριστός με ένα πλήθος ανθρώπων πίσω Του, το οποίο ρουφούσε με δίψα τη διδασκαλία Του. Ο Κύριος έστρεψε το βλέμμα Του προς τον Ματθαίο και του είπε: «Ακολούθησέ Με!». Ο τελώνης σηκώθηκε τότε και, δίχως μια σκέψη αναβολής ή ένα βλέμμα σε ό,τι άφηνε πίσω του, Τον ακολούθησε. Πριν πορευθεί με τον Χριστό, έκανε στο σπίτι του ένα μεγάλο γεύμα στο οποίο έλαβαν μέρος ο Κύριος και οι μαθητές Του, καθώς και πολλοί τελώνες και άλλοι άνθρωποι. Στον σκανδαλισμό των υποκριτών και κακόγνωμων Φαρισαίων, ο Κύριος απάντησε: «Δεν έχουν ανάγκη από γιατρό οι υγιείς, αλλά οι άρρωστοι· δεν ήρθα να καλέσω σε μετάνοια τους δικαίους, αλλά τους αμαρτωλούς» (Μάρκ. 2, 17· Λουκ. 5, 27· Ματθ. 9, 13).

     Ο Ματθαίος ακολούθησε δίχως κανένα δισταγμό τον Χριστό σε όλη Του την πορεία στην Παλαιστίνη και ήταν μάρτυρας της διδασκαλίας Του και των θαυμάτων Του πριν τη Σταύρωσή Του και μετά την Ανάστασή Του. Αφού επληρώθη της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής μαζί με τους άλλους Αποστόλους, έφθασε να κηρύξει το ευαγγέλιο στους συμπατριώτες του Εβραίους. Για τον λόγο αυτό, λέγεται ότι οκτώ χρόνια μετά την Ανάληψη συνέταξε το πρώτο Ευαγγέλιο στην εβραϊκή (αραμαϊκή) γλώσσα, δηλαδή τη διήγηση των πράξεων και της διδασκαλίας του Σωτήρος, το οποίο το προόριζε για τους ομοπάτριούς του εβραίους ή για τους λαούς στους οποίους δεν είχε πρόσβαση διά της προφορικής διδασκαλίας. Το Ευαγγέλιο αυτό μεταφράστηκε στα ελληνικά λίγα χρόνια μετά, από τον άγιο Ιάκωβο, πρώτο επίσκοπο Ιεροσολύμων [23 Οκτ.], και αντιγράφηκε από τον άγιο Βαρθολομαίο [11 Ιουν.]. Δεν άργησε να αντικαταστήσει το πρωτότυπο εβραϊκό (αραμαϊκό), του οποίου δεν σώζεται αντίγραφο. Αν και αυτή είναι η κύρια εκδοχή της αγιολογικής παραδόσεως, ωστόσο, σύγχρονοι ερμηνευτές όπως και πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας θεωρούν μάλλον προγενέστερο το Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον.

     Σύμφωνα με την εκδοχή που μας δίνει ο άγιος Συμεών ο Μεταφραστής [9 Νοεμ.] και τα αρχαία Συναξάρια, στη συνέχεια, ο άγιος Ματθαίος ξεκίνησε να διαδώσει το μήνυμα της Σωτηρίας στη χώρα των Πάρθων και υπέστη πολλές δοκιμασίες εκ μέρους των ειδωλολατρών. Έφθασε τέλος στην Ιεράπολη, στις όχθες του Ευφράτη, και κατάφερε με τη δύναμη του κηρύγματός του να μεταστρέψει πλήθος ειδωλολατρών στην αλήθεια. Αναπαύθηκε εν ειρήνη Κυρίου σε προχωρημένη ηλικία.

     Σύμφωνα όμως με άλλη παράδοση, την οποία αναφέρουν οι άγιοι Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος [22 Νοεμ.] και Νικόδημος Αγιορείτης [14 Ιουλ.], αφού υπέστη πολλά εκ μέρους των Πάρθων και των Μήδων που αντιστάθηκαν σθεναρά στο θείο του κήρυγμα, ο άγιος Απόστολος Ματθαίος φέρεται ότι πήγε να ζήσει στις κακοτράχαλες ερημίες ενός βουνού, για να αφιερωθεί στην άσκηση και την προσευχή. Εκεί, λέγεται ότι του φανερώθηκε ο Κύριος με τη μορφή ενός παιδιού και του έδωσε ένα ραβδί με την εντολή να πάει να το φυτεύσει κοντά στην εκκλησία της πόλεως Μυρμήνης. Ο επίσκοπος της πόλεως, Πλάτων, υποδέχθηκε πανηγυρικά τον Ματθαίο με όλο τον κλήρο του. Μόλις ο Απόστολος του Χριστού φύτευσε το ραβδί, αυτό βλάστησε, έγινε δένδρο και έβγαλε καρπούς που ανάδιναν νόστιμο μέλι, σαν μια θεόσταλτη πρόγευση της άφθαρτης τρυφής του Παραδείσου. Μια πηγή ανάβλυσε, επίσης, στη ρίζα του δένδρου και όσοι πήγαιναν και λούζονταν εκεί, ελευθερώνονταν από τα πάθη τους και τα σκοτάδια της ειδωλολατρίας που τους κατέτρυχαν. Παρά τις πολλές ευεργεσίες που έκανε στους Πάρθους και μάλιστα στην ίδια τη βασιλική οικογένεια, ο άγιος Ματθαίος υποβλήθηκε από τον βασιλέα Φουλβιανό σε τρομερά βασανιστήρια και μαρτύρησε στο τέλος διά πυρός. Κατάφερε όμως τελικά να μεταστρέψει τον τύραννο στην Πίστη του Χριστού με τη μεσολάβηση των πολλών θαυμάτων που έκαναν λίγο αργότερα τα τίμια λείψανά του. Τη στιγμή της βαπτίσεώς του, ο βασιλέας ζήτησε να λάβει το όνομα Ματθαίος. Γκρέμισε τα είδωλα σε όλη τη χώρα και οδήγησε ολόκληρο τον λαό του στην αγία Εκκλησία. Όταν εκοιμήθη ο Πλάτων, ο βασιλέας άφησε τον θρόνο στον γιο του και έγινε επίσκοπος, σύμφωνα με τις θεοφώτιστες επιταγές που άφησε ο άγιος Απόστολος Ματθαίος. Μάλιστα, στα σλαβονικά Συναξάρια, αυτός ο πρώην βασιλεύς και μετέπειτα επίσκοπος Ματθαίος, μνημονεύεται σήμερα σαν άγιος που συνεορτάζει μαζί με τον Απόστολο και Ευαγγελιστή Ματθαίο, τον φωτιστή της ψυχής και του λαού του.

—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—

Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως.

Θείας ἤκουσας, φωνῆς τοῦ Λόγου, καὶ τῆς Πίστεως, τὸ φῶς ἐδέξω, καταλείψας τελωνείου τὸν σύνδεσμον· ὅθεν Χριστοῦ τὴν ἀπόρρητον κένωσιν, εὐηγγελίσω Ματθαῖε Ἀπόστολε· καὶ νῦν πρέσβευε, σωθῆναι τοῖς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—

Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.

Τοῦ τελωνείου τὸν ζυγὸν ἀπορρίψας, δικαιοσύνης τῷ ζυγῷ προσηρμόσθης, καὶ ἀνεδείχθης ἔμπορος πανάριστος, πλοῦτον κομισάμενος, τὴν ἐξ ὕψους σοφίαν· ὅθεν ἀνεκήρυξας, ἀληθείας τὸν λόγον, καὶ τῶν ῥαθύμων ἤγειρας ψυχάς, καθυπογράψας, τὴν ὥραν τῆς Κρίσεως.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—

Σύσκηνος τῷ Λόγῳ διατελῶν, θείων μυστηρίων, ἐμυήθης τὰς ἀστραπάς· ἔνθεν θεογράφως, Ἀπόστολε Ματθαῖε, ζωῆς διετυπώσω, τὸ Εὐαγγέλιον.




[ Ιερομονάχου

Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου:

«Νέος Συναξαριστής

της Ορθοδόξου Εκκλησίας,

Τόμος 3ος (Νοέμβριος),

σελ. 167–168.

Διασκευή εκ του Γαλλικού:

Ξενοφών Κομνηνός.

Εκδόσεις «Ίνδικτος».

Αθήναι, Απρίλιος 20122.

Επιμέλεια ανάρτησης:

π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται

η αναδημοσίευση αναρτήσεων

από το «Ειλητάριον»,

αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα

ως πηγή προέλευσης.


Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2020

«ΤΟ ΝΕΡΟ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ»

«ΤΟ ΝΕΡΟ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ»

     Ένας ιερέας στη Ρωσία, μετά τον Αγιασμό των Θεοφανείων, γέμιζε τα μπουκαλάκια των ενοριτών του. Κάποια μεσόκοπη κυρία τον πλησίασε και του έδωσε ένα όμορφο μπουκάλι. Μόλις, όμως εκείνος έβαλε μέσα τον Μεγάλο Αγιασμό, το μπουκάλι έγινε θρύψαλα!

     –Κυρία μου, τι είχε μέσα το μπουκάλι; ρώτησε σαστισμένος ο ιερέας.

     Εκείνη κατέβασε με ντροπή το κεφάλι και ομολόγησε:

     –Πάτερ, να… συμπαθούσα ένα παλικάρι και ήθελα να το παντρέψω πάση θυσία με την κόρη μου. Για να το πετύχω, λοιπόν, πήγα σε μια γριά μάγισσα, κι αυτή μού ’δωσε …«το νερό της αγάπης», όπως μου το είπε. Φοβόμουν, όμως, να το δώσω στην κόρη μου να το πιει. Και για να είμαι σίγουρη πως δεν θα πάθει η ίδια κανένα κακό, σκέφτηκα να το ανακατέψω πρώτα με Αγιασμό!

     –Είδατε, λοιπόν, της είπε τότε ο ιερέας, που δεν χωρούν στο ίδιο μπουκάλι το αγιασμένο νερό του Θεού και το μαγεμένο νερό του διαβόλου; Γι’ αυτό έγινε κομμάτια. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Ό,τι θέλουμε, πρέπει να το ζητάμε μόνο από τον Θεό πατέρα μας, από την Εκκλησία μας μέσω των ιερέων της. Κι Εκείνος, αν είναι για το καλό μας και για το συμφέρον της ψυχής μας, θα μας το δώσει. Ο διάβολος, αντίθετα, κάνει χίλιες δυο παραχωρήσεις και δόλια τεχνάσματα προκειμένου να μας ευχαριστήσει φαινομενικά και στη συνέχεια να μας οδηγήσει στην καταστροφή, που δεν υπολογίζουμε και δεν φανταζόμαστε από μόνοι μας εμείς.

 

[ «Οι δαίμονες και τα έργα τους»·

Β΄ μέρος, κεφ. 3ο, §33, σελ. 369·

Εκδόσεις Ιεράς Μονής Παρακλήτου·

Ωρωπός Αττικής, Σεπτέμβριος 2005.

Επιμέλεια ανάρτησης: π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται

η αναδημοσίευση αναρτήσεων

από το «Ειλητάριον»,

αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα

ως πηγή προέλευσης.


ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Ο ΥΔΡΑΙΟΣ

ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Ο ΥΔΡΑΙΟΣ

     Ο άγιος νεομάρτυς Κωνσταντίνος γεννήθηκε στην Ύδρα από πτωχούς γονείς, τον Μιχαλάκη και τη Μαρίνα. Σε ηλικία δεκαοκτώ ετών αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει τη γενέτειρά του και πήγε στη Ρόδο. Εισήλθε στην υπηρεσία του Τούρκου διοικητή, ο οποίος με κολακείες και υποσχέσεις τον έπεισε να αρνηθεί τον Χριστό.

     Επί τρία χρόνια ο Κωνσταντίνος ζούσε στο σκότος της πλάνης αλλά, βασανιζόμενος από τον έλεγχο της συνειδήσεως, μετανόησε, μοίρασε τα όσα υπάρχοντά του στους πτωχούς και εξομολογήθηκε στον πνευματικό του τον πόθο του να αποπλύνει τον ρύπο της αρνήσεως του Χριστού με το βάπτισμα του αίματος. Φοβούμενος το νεαρόν της ηλικίας του, ο πνευματικός δεν έδωσε την ευλογία του και ο Κωνσταντίνος μετάβη αρχικά στην Κριμαία και κατόπιν στην Κωνσταντινούπολη, όπου ωφελήθηκε πνευματικά από την πατρική διδαχή του πατριάρχη αγίου Γρηγορίου του Ε΄ [10 Απρ.], ο οποίος τον συμβούλευσε να αποσυρθεί στο Άγιον Όρος.

     Ο Κωνσταντίνος πήγε στη Μονή Ιβήρων, όπου και έμεινε πέντε μήνες και είχε το διακόνημα του αρχοντάρη. Ο πόθος του μαρτυρίου όμως τον κατέκαιε και, παρά τις εύλογες αντιρρήσεις των πατέρων της μονής, επέστρεψε στη Ρόδο με σκοπό να ομολογήσει με παρρησία τον Χριστό. Εξομολογήθηκε τούτο τον σκοπό του σ’ έναν πνευματικό, ο οποίος προσπάθησε με τη σειρά του να τον αποτρέψει. Ο Κωνσταντίνος ως μανικός εραστής του Χριστού έλαβε πληροφορία από τον Θεό μετά από θερμή προσευχή, και αυτόκλητος παρουσιάσθηκε ενώπιον του Τούρκου διοικητή και πρώην αφεντικού του, φορώντας μαύρο αγιορείτικο ράσο και σκούφο, και ομολόγησε θαρρετά τον Χριστό.

     Ο διοικητής αρχικά τον φυλάκισε. Βλέποντας όμως την επιμονή του Κωνσταντίνου, διέταξε να τον ξυλοκοπήσουν αλύπητα, να ξεσχίσουν τις σάρκες του με άγκιστρα και να συντρίψουν τη σιαγόνα του. Ο γενναίος αθλητής του Χριστού υπέμεινε τις βασάνους φωνάζοντας σαν τον ευγνώμονα Ληστή: «Μνήσθητί μου Κύριε, όταν έλθης εν τη Βασιλεία Σου!». Τον έριξαν ημιθανή στη φυλακή, όπου παρουσιάσθηκε ο Χριστός και θεράπευσε τις πληγές του.

     Βλέποντάς τον σώο και αβλαβή, ο διοικητής, γιος Γεωργιανών Χριστιανών που εξωμότησε, έξαλλος διέταξε να τον φυλακίσουν εκ νέου και να βάλουν τα πόδια του αγίου στο τιμωρητικό ξύλο. Το βράδυ έλαμψε μέγα φως στη φυλακή και ο μάρτυς παρευθύς λύθηκε από τα δεσμά του. Πέντε μήνες παρέμεινε στη φυλακή ο Κωνσταντίνος· ο διοικητής καθυστερούσε την καταδίκη σε θάνατο, επειδή φοβόταν τις αντιδράσεις των Υδραίων που είχαν πρόσβαση σε υψηλά πρόσωπα στην αυλή του σουλτάνου· έστειλε μάλιστα επιστολή σ’ έναν Υδραίο καπετάνιο ζητώντας τη γνώμη του. Πληροφορούμενος το γεγονός ο Κωνσταντίνος, έγραψε ο ίδιος στον Υδραίο καπετάνιο παρακαλώντας τον να μην τον εμποδίσει να τελειωθεί μαρτυρικώς.

     Μετά από αλλεπάλληλες βασάνους και ανακρίσεις, στις οποίος ο άγιος Νεομάρτυς παρέμεινε ακλόνητος, ο μάρτυς προείδε την ημέρα της θανάτωσής του, κοινώνησε κρυφίως τα άχραντα Μυστήρια και ετελειώθη με απαγχονισμό τα χαράματα της 14ης Νοεμβρίου του 1800. Λίγο αργότερα η μητέρα του Μαρίνα μετέφερε το τίμιο λείψανο του γιου της στην Ύδρα, που τιμά εξαίρετα τούτον τον Νεομάρτυρα ως πολιούχο της.

—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—

Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τὸν λαμπρὸν γόνον Ὕδρας καὶ τῆς Ῥόδου τὸ καύχημα, καὶ Νεομαρτύρων τὸ κλέος, Κωνσταντῖνον τιμήσωμεν, ἐν ὕμνοις καὶ ᾠδαῖς πνευματικαῖς, τὴν μνήμην ἐκτελοῦντες τὴν αὐτοῦ, ἵνα λάβωμεν πλουσίαν τὴν ἀμοιβήν, παρὰ Θεοῦ κραυγάζοντες· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ ἐνισχύσαντι, δόξα τῷ ἐν ὑστέροις τοῖς καιροῖς, σὲ στεφανώσαντι.

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—

Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ ὑπερμάχῳ.

μολογήσας τὸν Χριστὸν εὐτόλμῳ στόματι, τῶν ἐκ τῆς Ἄγαρ τὴν ἀπάτην ἐθριάμβευσας, Νεομάρτυς Κωνσταντῖνε στερρῶς ἀθλήσας. Ἀλλ’ ὡς μέτοχος ἐπάθλων ὑπὲρ ἔννοιαν, πάσης βλάβης ἀπολύτρωσαι καὶ θλίψεως, τοὺς βοῶντάς σοι· χαίροις Μάρτυς ἀήττητε.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—

Χαίροις τῶν Μαρτύρων ὁ μιμητής, Μάρτυς Κωνσταντῖνε, καὶ ἰσότιμος ἀληθῶς· σὺ γὰρ ἐν ὑστέροις, καιροῖς ἀνδραγαθήσας, λαμπρῶς ἐμεγαλύνθης, ἀπείροις χάρισι.

 

 

[ Ιερομονάχου

Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου:

«Νέος Συναξαριστής

της Ορθοδόξου Εκκλησίας,

Τόμος 3ος (Νοέμβριος),

σελ. 154–155.

Διασκευή εκ του Γαλλικού:

Ξενοφών Κομνηνός.

Εκδόσεις «Ίνδικτος».

Αθήναι, Απρίλιος 20122.

Επιμέλεια ανάρτησης:

π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται

η αναδημοσίευση αναρτήσεων

από το «Ειλητάριον»,

αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα

ως πηγή προέλευσης.


ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΕΚ ΤΩΝ ΙΒ΄

ΑΓΙΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΕΚ ΤΩΝ ΙΒ΄

 

     Ο άγιος Φίλιππος καταγόταν από τη Βησθαϊδά της Γαλιλαίας και ήταν συμπατριώτης των Αποστόλων Πέτρου και Ανδρέου. Ήταν τόσο βαθειά προσηλωμένος στη μελέτη του Νόμου και των Προφητών, που περιφρονούσε όλες τις κοσμικές φροντίδες και ήταν σε όλη του τη ζωή αγνός και καθαρός. Λίγο μετά τη βάπτισή του από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και την κλήση του Ανδρέα, συνάντησε ο Κύριος τον Φίλιππο και του είπε: «Ακολούθησέ Με!». Εκείνος συμμορφώθηκε αμέσως και πήγε και βρήκε τον Ναθαναήλ για να του πει το εξής: «Αυτόν που προανήγγειλε ο Μωυσής και οι Προφήτες, τον βρήκαμε· είναι ο Ιησούς, ο γιος του Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ!» (Ιωάν. 1, 45). Κατόπιν, ακολούθησε και υπηρέτησε τον Χριστό καθ’ όλη τη διάρκεια του κηρύγματός Του. Αυτός ήταν που κατά την τελευταία συνομιλία με τον Κύριο, Τον ρώτησε: «Κύριε, δείξε μας τον Πατέρα και αυτό μας αρκεί!». Και ο Χριστός τού απάντησε: «Τόσον καιρό είμαι μαζί σας, Φίλιππε, και δεν Μ’ έχεις γνωρίσει; Αυτός που έχει δει Εμένα, έχει δει και τον Πατέρα» (Ιωάν. 14, 8-9).

     Μετά την Ανάληψη του Κυρίου και την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, ο Φίλιππος έλαβε τον κλήρο να κηρύξει το Ευαγγέλιο στην επαρχία της Ασίας (δυτικό τμήμα της Μικράς Ασίας). Συνοδευόμενος από τον Απόστολο Βαρθολομαίο [11 Ιουν.] και την ίδια του την αδελφή Μαριάμνη [17 Φεβρ.], διέσχισε τη Λυδία και τη Μυσία ευαγγελιζόμενος τις ψυχές των ανθρώπων εν μέσω πολλών δοκιμασιών. Υπέμειναν κτυπήματα, μαστιγώσεις, φυλακίσεις, λιθοβολισμούς εκ μέρους των ειδωλολατρών, δίχως ποτέ να χάσουν τη χαρά και την ελπίδα τους στον Χριστό, που τους έδινε συνεχώς δύναμη. Οι μεταστροφές πλήθαιναν στο πέρασμά τους και κατόρθωσαν μάλιστα να οδηγήσουν στην πίστη ακόμη και την ίδια τη γυναίκα του ανθυπάτου της Ασίας, Νικάνορα. Μετά τη συνάντησή του με τον Ιωάννη τον Θεολόγο, ο Φίλιππος μετέβη στην Ιεράπολη, όπου συνελήφθη από τους ειδωλολάτρες, σύρθηκε μέχρι την κεντρική πλατεία και σταυρώθηκε ανάποδα μαζί με τον άγιο Βαρθολομαίο. Παρ’ ότι υπέφερε πολύ, ο άγιος προσευχόταν θερμά. Με την προσευχή του, τη στιγμή που παρέδιδε τη ψυχή του, η γη άνοιξε αίφνης και κατάπιε πλήθος ειδωλολατρών, τους ιερείς τους και τον ίδιο τον ανθύπατο. Τρομοκρατημένοι οι άλλοι ασεβείς, έτρεξαν στον Βαρθολομαίο και τη Μαριάμνη, που ήταν ακόμη ζωντανοί. Τους αποκαθήλωσαν και ζήτησαν να γίνουν δεκτοί στην Εκκλησία του Χριστού. Αφού έθαψαν με τιμή το σκήνωμα του αγίου Φιλίππου και τοποθέτησαν επίσκοπο της πόλεως τον Στάχυ, ο οποίος είχε θεραπευθεί από την τύφλωσή του από τον άγιο Φίλιππο, ο άγιος Βαρθολομαίος και η αγία Μαριάμνη αναχώρησαν για να συνεχίσουν το κήρυγμά τους. Ο Βαρθολομαίος συνέχισε τις αποστολικές του περιοδείες στη Λυκαονία και έφθασε μέχρι την Ινδία, ενώ η Μαριάμνη κατευθύνθηκε προς τον Ιορδάνη ποταμό, όπου και παρέδωσε τη ψυχή της στον Θεό, κατά την πρόρρηση του αγίου Φιλίππου.

—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—

Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως.

Θείαν ἔλλαμψιν, τοῦ Παρακλήτου, εἰσδεξάμενος, πυρὸς ἐν εἴδει, παγκοσμίως ὡς ἀστὴρ ἀνατέταλκας, καὶ τῆς ἀγνοίας τὸν ζόφον διέλυσας, τῇ θεία αἴγλῃ Ἀπόστολε Φίλιππε. Ὅθεν πρέσβευε, Χριστῷ τῷ Θεῷ δεόμεθα, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—

Ἦχος πλ. δ΄. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.

μαθητὴς καὶ φίλος σου, καὶ μιμητὴς τοῦ πάθους σου, τῇ οἰκουμένῃ Θεόν σε ἐκήρυξεν, ὁ θεηγόρος Φίλιππος. Ταῖς αὐτοῦ ἱκεσίαις, ἐξ ἐχθρῶν παρανόμων τὴν Ἐκκλησίαν σου, διὰ τῆς Θεοτόκου, συντήρησον Πολυέλεε.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—

Φίλος καὶ Ἀπόστολος εὐκλεής, τοῦ καὶ μέχρι δούλου, κενωθέντος ἀναδειχθείς, Φίλιππε θεόπτα, ἐκήρυξας ἐν κόσμῳ, τὴν τούτου ὑπὲρ λόγον, ἄρρητον κένωσιν.




[ Ιερομονάχου

Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου:

«Νέος Συναξαριστής

της Ορθοδόξου Εκκλησίας,

Τόμος 3ος (Νοέμβριος),

σελ. 144–145.

Διασκευή εκ του Γαλλικού:

Ξενοφών Κομνηνός.

Εκδόσεις «Ίνδικτος».

Αθήναι, Απρίλιος 20122.

Επιμέλεια ανάρτησης:

π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται

η αναδημοσίευση αναρτήσεων

από το «Ειλητάριον»,

αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα

ως πηγή προέλευσης.