Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2014

ΜΕΓΑΛΟΙ ΚΑΙ ΜΙΚΡΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ

ΜΕΓΑΛΟΙ ΚΑΙ ΜΙΚΡΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ

     «Όσα κατορθώνουν οι μεγάλοι, τα θεωρούν μικρά,
–χωρίς ίσως και να είναι μικρά.
Όσα όμως οι μικροί τα θεωρούν μεγάλα,
δεν είναι οπωσδήποτε μεγάλα, αλλ’ ούτε και τέλεια».

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΣΙΝΑΪΤΗΣ


[Αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου: «Κλίμαξ», Λόγος κστ΄, «Περί Διακρίσεως», §64, σελ. 302, έκδοση 8η, Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 1999.] 


Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014

ΑΓΑΠΟΛΟΓΙΑ, Η ΑΚΑΤΑΝΥΚΤΗ

ΑΓΑΠΟΛΟΓΙΑ, Η ΑΚΑΤΑΝΥΚΤΗ

     «Μη θες να δείχνεις σε όλους με λόγια την αγάπη σου· αλλά καλύτερα ζήτησε από τον Θεό να τους την φανερώσει Εκείνος, με τρόπο μυστικό. Διαφορετικά, δεν πρόκειται να σου φτάσει ταυτόχρονα ο χρόνος και για συνομιλίες και για κατάνυξη».

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΣΙΝΑΪΤΗΣ



[Αγίου Ιωάννου του Σιναΐτου: «Κλίμαξ», Λόγος στ΄, «Περί μνήμης θανάτου», §24, σελ. 139, έκδοση 8η, Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 1999.] 


ΕΝΑ ΤΑΠΕΙΝΟ ΣΧΟΛΙΟ

ΕΝΑ ΤΑΠΕΙΝΟ ΣΧΟΛΙΟ
(που αφήσαμε στην Ομάδα «Θέματα Ορθοδόξου Θεολογίας»
για τον λόγο, τον διάλογο την κρίση και την σιωπή του λόγου)


     «Παρακαλώ, επιτρέψτε μου μία ταπεινή παρέμβαση:
     Αν όχι όλοι, τουλάχιστον οι περισσότεροι από εμάς φοβούνται, αποφεύγουν, απεμπολούν ή αποσιωπούν την αυστηρή ή απαιτητική κρίση του «άλλου». Όταν συμβεί, πολύ εύλογα, να έρθει η σειρά μας για να κριθούμε, αντιμετωπίζοντας όλη την ανεπιείκεια του κριτικού λόγου, λέμε, ως συνήθως πολύ κοινότυπα: «τί με κρίνεις;»· καθώς και: «ποιός είσαι εσύ που θα κρίνεις εμένα;». Αν, πάλι, τολμήσουμε να αναπτύξουμε μία «κρίση», όσο γίνεται πιο ευγενικά, ειλικρινά και καλοπροαίρετα, βλέπουμε να εγείρονται τσουνάμειες αντιστάσεις υψηλής εγωικότητας και ισχυρογνωμοσύνης από αλάνθαστους και άπταιστους κρινόμενους. Πολλοί μάλιστα, καταφεύγουν, συνειδητά ή άσκεφτα, στο αξίωμα της «ακατακρισίας», μόνο και μόνο, για να προστατεύσουν τους εαυτούς τους από δικά τους εσφαλμένα λόγια, ιδέες, ενέργειες ή πράξεις που, όχι απλά δεν ανταποκρίνονται στην υπέρτατη πνευματική αλήθεια του ευαγγελίου, αλλά ούτε καν στην ενδόμυχη αλήθεια του «καλού» εαυτού τους. Άλλοι, πάλι, υπό το κράτος του εύθικτου υποκειμενισμού τους, κοπιάζουν κωμικά στην άντληση αέναων επιχειρημάτων, δίχως τέλος. Προφανώς, ο ανομολόγητος στόχος, είναι η πειθώ· να πείσω τον άλλον, με κάθε τρόπο. Να πείσω και όχι να πεισθώ. Να ακουστώ και όχι να ακούσω. Να προωθήσω ή να επιβάλλω την άποψη που προσυπογράφει η απολυτοσύνη μου, η υπερευαισθησία μου, η κινικότητά μου, η υπερθεμάτισή μου, η αμετροέπειά μου, η εξυπνάδα μου, η γνώση μου, η αμάθεια ή ημιμάθειά μου. Ο πρώτος (και, τελευταίος!) πιστέψας στο σιδηρούν δίκαιο του δικού μου λόγου, είμαι εγώ ο ίδιος που τον εκφέρω με τόση σαρωτικότητα αυτοπεποίθησης. 
«Τα λόγια, φέρνουν λόγια». Έτσι, λοιπόν, ο ανθρώπινος και ατελής, ο «πεπτωκώς» λόγος, φέρνει έναν άλλον λόγο. Έναν λόγο, όμως, φορτωμένο εξίσου με την ίδια ατέλεια, έλλειψη και παθογένεια. Και η ατέρμονη στράτα της αλληλοακαταληψίας, –τί, παράδοξο!–, χαράζεται μέσα από τον περιβόητο «διάλογο» που, τόσοι και τόσοι, υμνούν και ομνύουν. Δυστυχώς, ζούμε και κινούμαστε στην βαβελική εποχή της σύγχυσης, της εσκεμμένης ακατανοησίας, της αδυνατότητας αντίληψης, της άρνησης του ακούειν και «ευακούειν», της αποστροφής προς αυτό το ίδιο το πρόσωπο με το οποίο συνδιαλεγόμεθα, κάθε φορά, όσες φορές. Στην αρχή, βέβαια, πολύ καλόπιστα. Κατά την πορεία και, στο τέλος, δε, πολύ κακόπιστα, αρνητικά και αλληλοαπωθητικά. Είναι πάμπολλες φορές που, τελικά, η αξία και το δώρο του διαλόγου, υπηρετείται καλύτερα με έναν άλλον «ουτοπικότερο» τρόπο και με ένα άλλο «υπερβατικότερο» ήθος: με την σιωπή. Ή, ακόμη καλύτερα: με την προσευχή. Είναι νόμος: καταλαβαίνεις καλύτερα τον άλλον, όταν τον αγαπάς. Όσα κι αν λέει και όσα κι αν ισχυρίζεται. Τον αγαπάς, και ας μην πολυσυμφωνείς με τα λόγια, τις απαντήσεις, τα επιχειρήματά του, την θέση του, την λογική του. Όταν εγώ καταλαβαίνω και αισθάνομαι την αγάπη του άλλου, πριν και πέρα από τα λόγια του, κάθε επιχείρημα ή αντίλογο που του επιφυλάσσω σθεναρά, αυτό, στο τέλος, ραγίζει και σπάει. Γιατί, τί να σου κάνει ένα δεκανίκι από σπίρτα; Κάθε αντίσταση του αγαποφοβικού εαυτού μου, λυγάει. Γιατί στην αγάπη, στην αγάπη του Θεού και των ανθρώπων του Θεού, πολύ απλά, δεν έχεις λόγια. Ούτε και στυφόπικρες αντιστάσεις που χτίζουν τόσο ματαιόκοπα (ή, μήπως ματαιόδοξα;) τα λόγια μας… Αυτά!... Να με συγχωρείτε!...». 


ΟΙ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ

ΟΙ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΤΩΝ ΜΙΚΡΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ

     «Με τις προσευχές των μικρών παιδιών μπορούν να γίνουν θαύματα. Ό,τι ζητούν από τον Θεό, τους το δίνει, γιατί έχουν αθωότητα και ο Θεός ακούει την καθαρά προσευχή τους. Θυμάμαι μια φορά που οι γονείς μας είχαν πάει στο χωράφι, με είχαν αφήσει στο σπίτι με τα δυο μικρότερα αδέλφια μου. Ξαφνικά ο ουρανός μαύρισε και άρχισε καταρρακτώδης βροχή. ‘‘Τί, θα κάνουν τώρα οι γονείς μας;’’, είπαμε, ‘‘Πώς θα έρθουν στο σπίτι;’’. Τα δυο μικρά, άρχισαν να κλαίνε. ‘‘Ελάτε’’, τους είπα, ‘‘θα παρακαλέσουμε τον Χριστό να σταματήσει την βροχή!’’. Γονατίσαμε και τα τρία μπροστά στο εικονοστάσι και προσευχηθήκαμε. Σε λίγα λεπτά, η βροχή σταμάτησε.
     Οι παιδικές χαρές είναι καθαρές· τυπώνονται στον άνθρωπο και πολύ τον συγκινούν όταν μεγαλώσει. Αν τα παιδιά ζουν πνευματικά, θα ζουν χαρούμενα σ’ αυτήν την ζωή και στην άλλη θα χαίρονται αιώνια κοντά στον Χριστό».

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΪΣΙΟΣ
Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ (1924–1994)

 [Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου: «Λόγοι»–«Οικογενειακή ζωή», τόμ. δ΄, 4ο μέρος, κεφ. 1ο, σελ. 160–161, έκδοση α΄, Ιερού Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσ/νίκης, Δεκέμβριος 2002.] 


Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2014

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΑ ΠΑΘΗ ΤΟΥ

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΣΤΑ ΠΑΘΗ ΤΟΥ


     «Ο Χριστός στα πάθη Του δεν έβλεπε τους ανθρώπους τι Του κάνουν, αλλά έβλεπε μόνο τον Πατέρα. Και, αν ο άνθρωπος έχει πάντοτε αυτή τη στάση έναντι του Θεού, δεν ερεθίζεται, ούτε και δίνει μεγάλη σημασία στο ποιος του κάνει το οποιοδήποτε κακό. Πίνει το ποτήριο, συσταυρώνεται μαζί με τον Χριστό και σκέφτεται μόνο τον Πατέρα.
     »Οποιαδήποτε ζωή έξω από τον Χριστό φαίνεται άνοστη, πληκτική, μαύρη. Και, όταν ο άνθρωπος γευθεί τη Χάρη και τη γνώση του Χριστού, έπειτα έρχεται εκείνη η έμπνευση η οποία δεν τον εγκαταλείπει ούτε στα παθήματα ούτε στις αρρώστιες ούτε και στη δόξα».

ΓΕΡΟΝΤΑΣ
ΑΡΧΙΜ. ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ ΣΑΧΑΡΩΦ
(1896–1993)



[ «Από την Ασκητική
και Ησυχαστική
Αγιορειτική Παράδοση»·
3ο μέρος, σελ. 646·
Άγιον Όρος, 20111.
Επιμέλεια ανάρτησης:
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΑ «INBOX»...

ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΑ «INBOX»...
[Διάλογος πραγματικός και αυτούσιος,
με μία καλή, έντιμη και αγωνίστρια ψυχή…]

     –Ξέρετε, πάτερ, μεταξύ μας, η πολλή η ανεργία, μας έχει κάνει και κομμάτι «αναρχικούς»!...
     –Παιδί μου! Το «κομμάτι», τί το ήθελες; «Κομματάρα», δεν λες καλύτερα; Ο λογικός ο άνθρωπος, ειδικά σήμερα, πρέπει να είναι και λίγο «αναρχικός»!...
     Την αγάπη μου στην Αθήνα που ζει,
αγωνίζεται και αντιστέκεται. Όπως όλη η Ελλάδα μας.
     Κουράγιο, παιδιά!...

     «Ἔστι Θεός»! (Υπάρχει Θεός!) 


Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014

ΚΑΤΑ Τ' ΑΛΛΑ, ΠΑΜΕ ΚΑΛΑ!

«ΚΑΤΑ Τ’ ΑΛΛΑ, ΠΑΜΕ ΚΑΛΑ!»

«Αν αφαιρέσουμε τα στραβά μας,
κατά τ’ άλλα, πάμε καλά!».


ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΪΣΙΟΣ (1924–1994) 


Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2014

Η ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ

Η ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ

     «Η μεγάλη τραγωδία του Χριστιανικού λαού, είναι που δεν μπορούν να βρουν Πνευματικό. Δεν μπορούμε να πούμε ότι και εμείς σαν λαός είμαστε αθώοι. Και από την μεριά του λαού υπάρχει κάτι που παρεμποδίζει την εμφάνιση καλών Πνευματικών επειδή γενικά οι άνθρωποι αντιστέκονται στα λόγια του Πνευματικού».

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ ΣΑΧΑΡΩΦ (1896–1993) 



Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ

ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΥ
Οκτώ τερπνά αποσπάσματα από το κατανυκτικό του μαρτύριο


1. «Να είσαι ισχυρός και ανδρείος, Πολύκαρπε! Είμαι μαζί σου!

     Καθώς ο Πολύκαρπος έμπαινε μέσα στο στάδιο, ήρθε προς αυτόν φωνή απ’ τον ουρανό:
     –Να είσαι ισχυρός και ανδρείος, Πολύκαρπε, διότι είμαι μαζί σου!
     Και Αυτόν που μίλησε, δεν Τον είδε κανείς· τη φωνή, όμως, την άκουσαν όσοι ήταν παρόντες από τους δικούς του. Στη συνέχεια, καθώς προσήχθη, έγινε μέγας θόρυβος, μόλις άκουσαν ότι είχε συλληφθεί ο Πολύκαρπος. Τον ρώτησε ο ανθύπατος, «αν αυτός είναι ο Πολύκαρπος». Αφού το παραδέχθηκε και το ομολόγησε, προσπαθούσε μετά να τον πείσει ν’ αρνηθεί τον Χριστό, λέγοντάς του: «Λυπήσου την ηλικία σου» και άλλα παρόμοια μ’ αυτά, όπως συνηθίζουν αυτοί να λένε:
     –Ορκίσου στην τύχη του Καίσαρα! Μετανόησε και πες: «έξω, οι άθεοι!».
     Ο Πολύκαρπος, κοιτάζοντας με σοβαρό πρόσωπο προς όλο το πλήθος των άνομων ειδωλολατρών που βρισκόντουσαν μέσα στο στάδιο, σηκώνοντας προς αυτούς το χέρι, στέναξε, ατένισε προς τον ουρανό και είπε: «Έξω, οι άθεοι!».


2. «Ογδόντα έξι χρόνια Τον υπηρετώ και δεν μ’ αδίκησε σε τίποτα!»

     Όταν ο ανθύπατος επέμενε λέγοντας: «ορκίσου και θα σε αφήσω να φύγεις! Καταράσου τον Χριστό!», είπε ο Πολύκαρπος:
     –Ογδόντα έξι χρόνια Τον υπηρετώ και δεν μ’ αδίκησε σε τίποτα! Πως λοιπόν τώρα μπορώ να βλασφημήσω τον Βασιλέα και Σωτήρα μου;
     Όταν και πάλι εκείνος επέμενε, λέγοντας «ορκίσου στην τύχη του Καίσαρα!», ο Πολύκαρπος αποκρινόταν:
     –Αυταπατάσαι νομίζοντας ότι θα ορκισθώ στην τύχη του Καίσαρα, όπως λες· κι αν προσποιείσαι ότι αγνοείς ποιός είμαι, τότε άκουσε τον θαρραλέο λόγο μου:
     –«Είμαι Χριστιανός!».
     Κι αν θέλεις να μάθεις την Διδασκαλία του Χριστιανισμού, τότε, όρισε ημέρα κοινής συνεντεύξεως και θ’ ακούσεις γι’ αυτήν.
     Ο ανθύπατος, είπε:
     –Πείσε για όλ’ αυτά που μου λες τον λαό.
     Ο Πολύκαρπος, είπε:
     –Σε θεώρησα άξιο να σου απευθύνω τον λόγο, επειδή έχουμε διδαχθεί να απονέμουμε στις αρχές και τις εξουσίες που είναι διορισμένες από τον Θεό την αρμόζουσα τιμή, εφ’ όσον δεν ζημιώνεται η Πίστη μας. Εκείνους, όμως, δεν τους θεωρώ άξιους να ακούσουν την απολογία μου.
     Ο ανθύπατος τού είπε:
     –Έχω θηρία! Θα σε ρίξω σ’ αυτά, αν δεν μετανοήσεις!
     Αυτός είπε:
     –Φώναξέ τα! Για μας, είναι αδιανόητη η «μετάνοια» από τα καλύτερα προς τα χειρότερα· είναι καλό όμως η μετάνοια από τα άδικα προς τα δίκαια.
     Εκείνος είπε πάλι προς αυτόν:
     –Αν περιφρονείς τα θηρία, θα διατάξω τότε να φαγωθείς από την φωτιά, εφ’ όσον δεν μετανοήσεις!
     Και ο Πολύκαρπος είπε:
     –Με απειλείς με πυρ το οποίο καίγεται πρόσκαιρα και μετά από λίγο σβήνεται. Επειδή αγνοείς το πυρ της μελλούσης κρίσεως και της αιωνίου κολάσεως, το οποίο επιφυλάσσεται για τους ασεβείς. Αλλά, γιατί βραδύνεις; Φέρε ό,τι θέλεις!


3. «Ο διδάσκαλος της Ασίας! Ο Πατήρ των Χριστιανών!»

     Λέγοντας αυτά και άλλα πολλά, ο Πολύκαρπος, ήταν γεμάτος θάρρος και χαρά. Και το πρόσωπό του ήταν πλήρες χάριτος. Ώστε, όχι μόνον να μην καταρρεύσει ταραγμένος απ’ όσα του είπανε, αλλ’ αντίθετα ο ανθύπατος να εκπλαγεί και να στείλει τον κήρυκά του καταμεσίς του σταδίου για να βροντοκηρύξει τρεις φορές:
     –Ο Πολύκαρπος, ομολόγησε ότι είναι Χριστιανός!
     Όταν λέχθηκε αυτό από τον κήρυκα, τότε όλο το πλήθος των Εθνικών και των Ιουδαίων που κατοικούσαν στη Σμύρνη, κραύγαζε με μεγάλη φωνή και ασυγκράτητο θυμό:
     –Αυτός, είναι ο διδάσκαλος της Ασίας· Αυτός, είναι ο Πατήρ των Χριστιανών· Αυτός, είναι ο καθαιρέτης των θεών μας· Αυτός, είναι που διδάσκει τα πλήθη να μη θυσιάζουν σ’ αυτούς και να μη τους προσκυνούν!
     Λέγοντας αυτά, ζητούσαν με κραυγές από τον Ασιάρχη Φίλιππο να λύσει ένα λιοντάρι εναντίον του Πολύκαρπου. Αυτός όμως είπε ότι δεν του επιτρέπεται αυτό, γιατί οι θηριομαχίες είχαν πια τελειώσει. Τότε, αποφάσισαν να κραυγάσουν όλοι μαζί, μαζικά: «Να καεί ζωντανός, ο Πολύκαρπος!». Έπρεπε επομένως να εκπληρωθεί αυτό που προαγγέλθηκε στην οπτασία που είδε ο ίδιος ο Πολύκαρπος, η οποία του είχε φανερωθεί σχετικά με το προσκεφάλι του, όταν αυτός προσευχόμενος, το είδε να καίγεται και στρεφόμενος κατόπιν προς τους πλησίον του πιστούς, είπε τότε προφητικά: «Πρόκειται να καώ ζωντανός!». 


4. «Αφήστε με, έτσι!»

     Όλ’ αυτά σχετικά με το μαρτύριο του Αγίου Πολυκάρπου, έγιναν με εξαιρετική ταχύτητα, γρηγορότερα κι απ’ όσο θα λέγονταν. Τα πλήθη μάζευαν αυτοστιγμεί ξύλα και φρύγανα από τα εργαστήρια και τα λουτρά. Ενώ οι Ιουδαίοι, κατά τη συνήθειά τους, τους βοηθούσαν σ’ αυτό το έργο πρόθυμα.
     Όταν ετοιμάσθηκε η φωτιά, αφού άφησε δίπλα του όλα τα ενδύματα και έλυσε την ζώνη του, προσπάθησε να λύσει και τα υποδήματά του· ενώ αυτό πριν δεν το έκανε ποτέ, επειδή πάντοτε όλοι οι πιστοί έσπευδαν, ποιος από αυτούς να αγγίξει γρηγορότερα το δέρμα του. Επειδή και, προ του μαρτυρίου του ακόμη, ήταν στολισμένος με κάθε χάρη λόγω της αγαθής του διαγωγής. Αμέσως έπειτα τοποθέτησαν γι’ αυτόν τα κατάλληλα για την φωτιά όργανα. Κι όταν επρόκειτο να τον καρφώσουν, τους είπε:
     –Αφήστε με, έτσι! Αυτός, ο Οποίος, μου έδωσε τη δύναμη για να υποφέρω το πυρ, θα μου δώσει τώρα και τη δύναμη να μείνω ατάραχος μέσα στη φωτιά, χωρίς την «ασφάλεια» από τα καρφιά σας.


5. «Ο ευγενής κριός· διαλεγμένος από μεγάλο ποίμνιο, για θυσία»

     Έτσι, λοιπόν, δεν τον κάρφωσαν, αλλά απλά μονάχα τον έδεσαν. Αφού έβαλε πίσω τα χέρια του και δέθηκε σαν, κατά κάποιο τρόπο, ένας ευγενής κριός που είναι διαλεγμένος από ένα μεγάλο ποίμνιο για τη θυσία, για ολοκαύτωμα ετοιμασμένο και δεκτό από τον Θεό, κοίταξε πάνω ψηλά προς τον ουρανό και είπε:
     «Κύριε, Παντοκράτωρ, ο Θεός, ο Πατήρ του Αγαπητού και Ευλογητού Παιδός Σου Ιησού Χριστού, δια του Οποίου δεχθήκαμε την επίγνωση για Σένα, ο Θεός των Αγγέλων και των Δυνάμεων, όλης της κτίσεως και όλου του γένους των Δικαίων οι οποίοι ζουν ενώπιόν Σου, Σε ευλογώ γιατί με αξίωσες γι’ αυτήν την ημέρα και γι’ αυτήν την ώρα, να λάβω μέρος στον αριθμό των Μαρτύρων, εντός του Ποτηρίου του Χριστού Σου, για Ανάσταση σε αιώνια ζωή ψυχής και σώματος, σε αφθαρσία Αγίου Πνεύματος. Είθε σήμερα να γίνω σ’ αυτούς δεκτός ενώπιόν Σου, ως θυσία πλούσια και ευπρόσδεκτη, καθώς προετοίμασες και προφανέρωσες και εκπλήρωσες, Εσύ, ο αψευδής και αληθινός Θεός. Γι’ αυτό, αλλά και για όλα τ’ άλλα, Σε αινώ, Σε ευλογώ, Σε δοξάζω δια του αιωνίου και επουρανίου Αρχιερέως Ιησού Χριστού, Αγαπητού Παιδός σου, δια του Οποίου, σε Σένα μαζί με Αυτόν και το Άγιο Πνεύμα, αρμόζει δόξα, τώρα και στους μέλλοντες αιώνες. Αμήν».


6. «Σαν άρτος ψημένος·
σαν το χρυσό και σαν το ασήμι που καθαριζόταν στην κάμινο»

     Αφού ανέπεμψε το «Αμήν» και τελείωσε την ευχή, οι αρμόδιοι άνθρωποι για το πυρ, άναψαν τη φωτιά. Και καθώς έλαμψε μεγάλη φλόγα, είδαμε πραγματικά ένα θαύμα, εμείς, στους οποίους δόθηκε να δούμε, οι οποίοι και διασωθήκαμε για ν’ απαγγείλουμε αυτά τα συμβάντα και στους άλλους. Δηλαδή το πυρ, αφού σχημάτισε ένα είδος καμάρας, σαν ιστίο πλοίου φουσκωμένο από τον άνεμο, κύκλωσε ολόγυρα το σώμα του Μάρτυρος· και αυτός ήταν εκεί, στο μέσον, όχι σαν μία σάρκα που καιγόταν, αλλά σαν άρτος ψημένος ή σαν το χρυσό και σαν το ασήμι που καθαριζόταν μέσα σε κάμινο. Και η ευωδία που αισθανόμασταν ήταν τόσο δυνατή, σαν να κάπνιζε λιβανωτό ή κάποιο άλλο πολύτιμο άρωμα.


7. «Πόση διαφορά υπάρχει
μεταξύ απίστων και των εκλεκτών του Θεού!»

     Τέλος, αφού είδαν οι άνομοι ότι το σώμα του δεν ήταν δυνατόν να φαγωθεί από το πυρ, διέταξαν να τον πλησιάσει εκτελεστής δήμιος και να βυθίσει στο σώμα του ξιφίδιο. Όταν το έπραξε αυτό, πετάχτηκε άφθονο αίμα γύρω στο στήθος του, ώστε να σβήσει την φωτιά και να θαυμάσει όλος ο όχλος για την πόση διαφορά υπάρχει μεταξύ των απίστων και των εκλεκτών του Θεού. Ένας απ’ εκείνους είναι και αυτός ο θαυμασιώτατος Πολύκαρπος, ο οποίος ανεδείχθη κατά τους χρόνους μας Αποστολικός και Προφητικός Διδάσκαλος και Επίσκοπος της Καθολικής Εκκλησίας στη Σμύρνη. Επειδή κάθε λόγος τον οποίο άφησε από το στόμα του και εκπληρώθηκε αλλά και θα εκπληρωθεί.


8. «Βασιλεύοντος εις τους αιώνας του Κυρίου Ιησού Χριστού»

     Μαρτύρησε ο μακάριος Πολύκαρπος την Δευτέρα του μηνός Ξανθικού κατά το ρωμαϊκό ημερολόγιο, επτά μέρες προ των «Καλανδών» του Μαρτίου (=23 Φεβρουαρίου), Μέγα Σάββατο, ώρα ογδόη. Συνελήφθη από τον Ηρώδη, όταν ήταν αρχιερέας ο Φίλιππος Τραλλιανός και ανθύπατος ο Στάτιος Κοδράτος· βασιλεύοντος δε εις τους αιώνας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, στον Οποίον ανήκει η δόξα, η τιμή, η μεγαλοσύνη και θρόνος αιώνιος, από γενεάς εις γενεάν. Αμήν. 










Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2014

Η ΜΑΓΕΙΑ ΚΑΙ Η ΕΚΠΛΗΞΗ ΣΤΗΝ ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ

Η ΜΑΓΕΙΑ ΚΑΙ Η ΕΚΠΛΗΞΗ
ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ


«Όσοι περιφρονούν τον Θεό
και Τον “διώχνουν” από τη ζωή τους,
τότε, κατά τη Δευτέρα Παρουσία Του,
θα ιδούν “τι” Θεό έδιωχναν
και θα κατακαίονται!
Όσοι ζουν τώρα “ἐν Θεῷ”,
τότε πραγματικά θα μαγευτούν!
Στη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού,
οι δίκαιοι θα εκπλαγούν·
αλλά το ίδιο θα εκπλαγούν
επίσης και οι αμαρτωλοί.
Οι μεν δίκαιοι,
διότι δεν ανέμεναν ποτέ να σωθούν·
οι δε αμαρτωλοί,
διότι δεν ανέμεναν ποτέ τους
να καταδικαστούν».

ΓΕΡΟΝΤΑΣ
ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ ΣΑΧΑΡΩΦ
(1896–1993)






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014

«ΕΣΕΝΑ, ΣΟΥ ΤΟ ΧΡΩΣΤΑΩ!»

«ΕΣΕΝΑ, ΣΟΥ ΤΟ ΧΡΩΣΤΑΩ


     Δύο ασκητές πήγαν στην Πανήγυρη της Μονής Ιβήρων. Μετά την πολύωρη ολονύκτια Ιερά Αγρυπνία, όπως ήταν αναμενόμενο για εκείνη την επίσημη μέρα, στην εορταστική τράπεζα του Μοναστηριού παρέθεσαν ψάρι και, εναλλακτικά, ρεβίθια, επειδή ήταν μέρα Παρασκευή.
     Ο ένας από τους δύο ασκητές, είπε: «Θα φάω ψάρι, εις τιμήν της Παναγίας!»· και ο άλλος επίσης είπε ακριβώς το ίδιο: «Θα φάω ρεβίθια, εις τιμήν της Παναγίας!».
     Μετά την τράπεζα, πήραν τους ντορβάδες τους και πορεύονταν για τα ασκητήριά τους. Μέσα τους, είχαν τον λογισμό «άραγε, ποιός από τους δύο να ευαρέστησε την Παναγία;».
     Στον δρόμο, κάθισαν να ξεκουραστούν λίγο.
     Ο ένας, αποκοιμήθηκε ελαφρά και βλέπει την Παναγία να λέει σ’ εκείνον τον μοναχό που έφαγε ψάρι: «Σ’ ευχαριστώ!»· και σ’ αυτόν τον ίδιο που έφαγε ρεβίθια: «Εσένα, σου το χρωστάω!».
     Διότι, προφανώς, αυτός έκανε κάποια θυσία...



[«Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορειτική Παράδοση», 4ο μέρος, σελ. 756 §299ο (σϞθ΄), α΄ έκδοση, Άγιον Όρος 2011.] 


Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2014

ΚΑΛΩΣΥΝΗ, ΒΟΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΔΟΣΙΜΟ

ΚΑΛΩΣΥΝΗ, ΒΟΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΔΟΣΙΜΟ


     «Καλωσύνη είναι να σκέφτεται κανείς τι αναπαύει πρώτα τον άλλον· όχι τι μας βολεύει εμάς. Και ο Θεός δεν είναι άδικος· αναπληρώνει έπειτα ό,τι χάσαμε στην προσπάθειά μας να βοηθήσουμε τον αδελφό μας. Να δινόμαστε στον αδελφό, για να μας δοθεί ο Χριστός!».

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΪΣΙΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
(1924–1994)


[ (1) «Από την Ασκητική
και Ησυχαστική
Αγιορειτική Παράδοση»,
4ο μέρος,
σελ. 696 (§λη΄), 773 (§τοθ΄)·
Άγιον Όρος, 2011.
(2) Στη φωτογραφία:
προσωπογραφία,
πρωτότυπο έργο με βίδες
του Andrew Mayers.
(3) Επιμέλεια ανάρτησης:
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2014

ΤΟ ΝΟΜΙΣΜΑ ΤΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ

ΤΟ ΝΟΜΙΣΜΑ ΤΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ


Δύο όψεις ενός «νομίσματος»·
–Η εγγύτητα, σαν ρίσκο ή σαν δώρο, να θάλπει καρδιές και σχέσεις που ράγισε η τόση «απόσταση ασφαλείας».
–Η απόσταση, σαν ανάγκη ή σαν επίπτωση, να σώζει ψυχές και ζωές που βυθίστηκαν μέσα στην εσπευσμένη ή ανώφελη εγγύτητα. 


Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2014

«ΕΛΘΕ ΕΙΣ ΕΑΥΤΟΝ, ΨΥΧΗ!»

«ΔΕΥΡΟ ΛΟΙΠΟΝ ΕΙΣ ΕΑΥΤΗΝ, ΨΥΧΗ ΜΟΥ!»

     «Έλα στον εαυτό σου (πρβλ. Λουκ. 15, 17), ψυχή μου. Ως πότε θα παραμένεις στις ίδιες αμαρτίες; Μην αρνείσαι την Χάρη Εκείνου που σε προστατεύει, για να μην απομακρυνθεί από σένα και παραδοθείς στα χέρια των εχθρών σου. Φεύγε τον διάβολο, ψυχή μου, και τα έργα του. Διότι αυτός είναι μισάνθρωπος, είναι ανθρωποκτόνος από την αρχή της δημιουργίας (Ιω. 8, 44). Αν τον πλησιάσεις αυτόν, δεν θα λυπηθεί την απώλειά σου. Άφησε τον πονηρό και προσκολλήσου στον φιλάνθρωπο Θεό και έλα στον δρόμο της σωτηρίας. Πληγώθηκες; Μην απελπίζεσαι για τον εαυτό σου. Διότι εάν και έπεσε πολλές φορές ο αθλητής, στο τέλος αναδείχθηκε νικητής. Έπεσες; Σήκω επάνω! Πάρε θάρρος και πες: ‘‘Τώρα, άρχισα!’’ (Ψαλ. 76, 11). Και μη μένεις στην πτώση σου, για να μη σε πετάξουν, σαν ψοφίμι, τροφή στα όρνεα και στα θηρία. Κραυγάζει ο Προφήτης: ‘‘Μην παραδώσεις στα θηρία ψυχή που Σε δοξολογεί· μη λησμονήσεις τις ψυχές των φτωχών Σου ανθρώπων’’ (Ψαλ. 73, 10).
     Πλησίασε λοιπόν στον Πατέρα της ευσπλαχνίας, ομολογώντας τις αμαρτίες σου και λέγοντας με δάκρυα: ‘‘Αμάρτησα στον ουρανό και σ’ Εσένα, Κύριε Θεέ Παντοκράτορα, και δεν είμαι άξιος πια να λέγομαι γιος Σου (Λουκ. 15, 18), ούτε να ατενίσω και να δω το ύψος του ουρανού εξαιτίας των πολλών μου αμαρτιών, ούτε να προφέρω το ένδοξο όνομά Σου με τα χείλη μου, εγώ ο αμαρτωλός. Διότι έκανα τον εαυτό μου ανάξιο για τον ουρανό και την γη, με το να παροργίσω Εσένα, τον αγαθό Δεσπότη. Σε παρακαλώ, Κύριε, Σε παρακαλώ, μη με απομακρύνεις από την παρουσία Σου (Ψαλ. 50, 13), ούτε και να απομακρυνθείς Εσύ από μένα (Ψαλ. 21, 12), για να μην απολεσθώ. Διότι, εάν δεν με είχε σκεπάσει το χέρι Σου, θα είχα ως τώρα απολεσθεί. Και θα ήμουν σαν σκόνη που σκορπίζει ο άνεμος. Και θα καταντούσα σαν να μην είχα ποτέ εμφανιστεί σ’ αυτή τη ζωή. Διότι, αφότου εγκατέλειψα τον δρόμο Σου, δεν είδα καλή μέρα. Και μάλιστα η μέρα μέσα στις αμαρτίες, παρόλο που φαίνεται καλή, είναι πολύ πολύ πικρή. Αλλά από την στιγμή αυτή ελπίζω, εάν με ενισχύσει η Χάρη Σου, να φροντίσω για την σωτηρία μου. Και τώρα πέφτω γονατιστός και Σε παρακαλώ: βοήθησε εμένα που περιπλανήθηκα μακρυά από τον δρόμο της δικαιοσύνης Σου. Ρίξε επάνω μου την πολλή Σου ευσπλαχνία, όπως στον άσωτο γιο της Παραβολής Σου· διότι ντρόπιασα την ζωή μου, σκορπώντας τον πλούτο της Χάρης Σου (Λουκ. 15, 13). Δέξου την μετάνοια, εμού του αναξίου δούλου Σου, επειδή και εγώ είχα ξεγραφεί από όλους. Διότι ήρθες στην γη, Κύριε, όχι να σώσεις τους δίκαιους, αλλά να καλέσεις σε μετάνοια τους αμαρτωλούς (Λουκ. 5, 32)’’.
     Σε Σένα πρέπει η δόξα, η τιμή και η προσκύνηση, στον Πατέρα και τον Υιό και στο Άγιο Πνεύμα, σε όλες τις γενεές του κόσμου. Αμήν».

ΟΣΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΣΥΡΟΣ


[Οσίου Εφραίμ του Σύρου: «Έργα», τόμ. γ΄, «Πρὸς ἀδελφὸν ἐκπεσόντα, καὶ περὶ μετανοίας. Παραίνεσις μβ΄», σελ. 233–235, εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Α΄ έκδοση, Θεσ/νίκη 1990.] 


ΑΚΑΤΑΚΡΙΣΙΑ ΚΑΙ ΜΝΗΜΗ ΘΕΟΥ

ΑΚΑΤΑΚΡΙΣΙΑ ΚΑΙ ΜΝΗΜΗ ΘΕΟΥ


     Ο Ηγούμενος της Μονής Αγίου Παύλου Ανδρέας (Ευαγγελάτος, από τον Αγκώνα Κεφαλονιάς: 22/1/1904–1/2/1987), ήταν ο πρώτος Αγιοπαυλίτης Ηγούμενος που άρχισε να δέχεται πατέρες για εξομολόγηση. Κάθε μέρα (1:30–3:00 μ.μ.) δεχόταν ψυχές στο ηγουμενείο. Την εξομολόγηση την άκουγε ήρεμα. Εάν του έλεγε κάποιος «Γέροντα, έπεσα εκεί», απαντούσε: «Τί να κάνουμε; Στο έλεος του Θεού να αποβλέπουμε!». Αλλά, εάν του έλεγε κάποιος ότι κατακρίνει τους άλλους, τότε γινόταν πολύ αυστηρός. Του έλεγε έντονα: «Έγινες Θεός; Δεν ντρέπεσαι;» και, ύστερα, με ήρεμα λόγια οδηγούσε τον προσερχόμενο σε μετάνοια.
     Ήταν ευγενής άνθρωπος. Τιμούσε τους άλλους και ήθελε να τους βοηθά. Ρωτούσε, πριν του ζητήσουν: «Σου λείπει κάτι, μάτια μου;». Η συνήθης έκφρασή του, ήταν η λέξη «παιδάκι μου»· και μ’ αυτήν εξέφραζε όλη την εσωτερική διάθεση της αγαθής ψυχής του. Είχε πολλή αγάπη και οικονομούσε τους πατέρες. Όπου όμως δεν έπρεπε, γινόταν αυστηρός. Αλλά αυτή η αυστηρότητά του έβγαινε από την αγάπη του για να βοηθήσει. Δεν πίστευε εύκολα σε «φώτα» και σε «αγγέλους», εάν πρώτα δεν εξακρίβωνε καλά.
     Έλεγε χαρακτηριστικά για την μνήμη του Θεού στον άνθρωπο: «Η Οσία Μαρία η Αιγυπτία, είδε μία φορά στην ζωή της την Εικόνα της Παναγίας που δεν την επέτρεψε να μπει μέσα στον Ναό. Και, αυτή η μνήμη της Εικόνας, την ενίσχυε για σαράντα χρόνια που ήταν μόνη της στην έρημο. Κι εμείς θέλουμε να δούμε και το ένα και το άλλο και, πάλι, μέσα μας μνήμη Θεού δεν έχουμε!».



[«Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορειτική Παράδοση», μέρος 1ο, κεφ. ιζ΄, σελ. 207–208, Α΄ έκδοση, Άγιον Όρος, 2011.] 


Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2014

ΘΕΟΣ

ΘΕΟΣ 



Ταπεινὴ ’ρημοκκλησούλα,
πίσω ἀπὸ βουνοῦ κορφή,
σὺ βαθειά μου μέσ᾿ στὴ σκέψη
ζεῖς ἀπόμερη, κρυφή.

Σκοτεινὴ πάντα, χαμένη
στὴν ἀπέραντη ἐξοχὴ
καὶ κλεισμένη, τοῦ διαβάτη
δὲ ζητᾶς τὴν προσευχή.

Τὸ μικρὸ καμπαναριό σου
σ᾿ ἑνὸς δέντρου τὰ κλαριά,
ποὺ φυτρώνει ἐκεῖ σιμά σου,
κρύβει πάντα τὴ θωριά.

Κι᾿ ἡ καμπάνα ραϊσμένη
δὲν ἀκούστηκε μακρυά.
Τώρα ρημασμένη χάμω
κοίτεται ἄλαλη, βαριά.

Ταπεινὴ ’ρημοκκλησούλα,
δίχως πίστη ἐγὼ ποτέ,
τὸ θεό σου νὰ δοξάσω
γονατίζω μπρὸς σ᾿ ἐσέ… 

ΜΑΡΙΑ ΠΟΛΥΔΟΥΡΗ (1902–1930) 


[Φωτογραφία: «Πέτρινο Ἐρημοκκλήσι», τοῦ Βασίλη Τερζῆ]

ΔΑΝΕΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ

ΔΑΝΕΙΣΜΟΣ ΣΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ 



     Κάποιος ευλαβής μοναχός από την Αντιόχεια, ταξίδεψε προς τους Αγίους Τόπους για προσκύνημα. Και αφού έμεινε αρκετό καιρό εκεί, του τελείωσαν τα χρήματα. Μη ξέροντας τί να κάνει, καθόταν σε κάποιο από τα ιερά προσκυνήματα στενοχωρημένος.



     Αποκαμωμένος όπως ήταν, αποκοιμήθηκε για λίγο και βλέπει τον Χριστό να του λέει: «Πήγαινε στον οικονόμο του Ναού της Αγίας Αναστάσεως και πες του ότι ο Χριστός μ’ έστειλε σε σένα· δώσ’ μου ένα νόμισμα, και θα σου κάνω ιδιόχειρη απόδειξη γι αυτό. Και, όταν θα έρθει ο Χριστός, θα σου το δώσει».
     Ξύπνησε ο μοναχός και έκανε προσευχή πιστεύοντας στα λόγια αυτά. Πηγαίνει, βρίσκει τον οικονόμο και του λέει ό,τι προστάχθηκε να πει. Του λέει εκείνος: «Και, πότε θα έρθει σε μένα ο Χριστός, για να μου δώσει πίσω το νόμισμα;». Απαντά ο μοναχός: «Εγώ, σου είπα ό,τι άκουσα. Εσύ, τώρα, κάνε ό,τι νομίζεις!».
     Λέει ο οικονόμος: «Κάνε μου την ιδιόχειρη απόδειξή σου!». Ο μοναχός κάθισε και την έγραψε. Και, παίρνοντας το νόμισμα, έφυγε. Το ίδιο βράδυ, βλέπει ο οικονόμος σε όραμα κάποιον να του λέει: «Πάρε από Μένα το νόμισμα και δώσε πίσω την απόδειξη του μοναχού». Καθώς όμως ο οικονόμος αντιδρούσε λέγοντας, «μα, εκείνος μου είπε, ότι ο Χριστός θα έρθει και θα μου το δώσει», του λέει πάλι Αυτός: «Εγώ, είμαι ο Χριστός! Πάρε το νόμισμα και δώσε πίσω την απόδειξη στον μοναχό. Μήπως θέλεις και παραπάνω; Να, το νόμισμά σου!». 




     Ξυπνώντας τρομαγμένος και κατάπληκτος, έστειλε ανθρώπους στον μοναχό, λέγοντάς τους: «Ψάξτε κι όπου τον βρείτε, να μου τον φέρετε!». Έφυγαν αυτοί, τον βρήκαν και του λένε: «Έλα, σε θέλει ο οικονόμος!». Εκείνος, πάλι, φοβήθηκε κι είπε μέσα του: «Σίγουρα, θ’ άλλαξε γνώμη και θα θέλει τώρα πίσω το νόμισμά του!», και γι αυτό τον λόγο πήγαινε με φόβο. Μόλις όμως ο οικονόμος τον είδε, του είπε: «Κύρ’ αββά μου! Σήμερα, οπωσδήποτε, θα γευματίσεις μαζί μου!». Εκείνος, ακούγοντας αυτό, ακόμη περισσότερο φοβήθηκε ότι πρόκειται πια να επιστρέψει το νόμισμα.
     Την ώρα που έτρωγαν, του λέει ο οικονόμος: «Αββά μου, πάρε όσα άλλα χρυσά νομίσματα θέλεις από μένα και δώσ’ μου πίσω το γραμμάτιό σου!». Του λέει εκείνος: «Συγχώρεσέ με, μα εγώ δεν χρειάζομαι άλλο νόμισμα. Μου αρκεί αυτό το ένα που πήρα από σένα».
     Ο οικονόμος, του διηγήθηκε τότε το όραμα και τον παρακαλούσε λέγοντας: «Πάρε από μένα 10 λίτρες χρυσά νομίσματα κι αν θες δώσ’ μου ιδιόχειρη απόδειξή σου». Ο μοναχός, του είπε: «Αποκλείεται να πάρεις από μένα άλλο ιδιόχειρο γραμμάτιο, διότι και ο Κύριος δεν μου είπε να πάρω παραπάνω. Αν όμως πράγματι πιστεύεις στον Χριστό, είναι πολλοί αυτοί που χρειάζονται βοήθεια και που μπορούν να σου κάνουν παρόμοιο γραμμάτιο».
     Και όλοι όσοι ήσαν εκεί και τ’ άκουσαν, θαύμασαν για τις αψευδείς υποσχέσεις του Θεού…



 [«Άγνωστες σελίδες του Γεροντικού», μέρος α΄, §12, σελ. 60–65, α΄ έκδοση, «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσ/νίκη 1996.] 


Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2014

ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΟΥ

ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΟΥ...


     Στον τόπο μου, οι ποιητές βρίσκουν την αξία τους αφού δραπετεύσουν οριστικά απ’ τη ζωή των συμπολιτών τους. Μετά, όλη τους η τιμή και αναγνώριση, θά ’ναι αναδρομικά κλεισμένη σε μία πάνδημη αναφορά. Κάτι σαν κοινόφλητο χρέος στην πριν αγνοημένη ευαισθησία.
     Στον τόπο μου, επίσης, οι Άγιοι λαμβάνουν λιβανωτό κάλεσμα, παννύχιες παρακλήσεις, εναγώνιες ικεσίες, ευχαριστήριες πυκνές στέψεις με δροσοστάλακτα άνθη, μονάχα όταν άφατος πόνος πολιορκήσει τις καταρρακωμένες ψυχές των ικετών τους. Όταν η οδός τους, γίνει οδύνη και σύντριμμα. Η μεν οδύνη, θύμηση. Το δε σύντριμμα, μεγαλούργημα.
     Τί, παράδοξο! Αμέριμνα οδεύουμε πάντα πολύ πίσω, για να αυτομοληθούμε μεθυσμένα και ακράτητα προς το άγνωστο, προς το μπροστά, προς το επέκεινα. Αυτό που άλλοι ισόψυχοι και γνωστοί, γύρω μας, δε λογαριάζουν σαν μοναδική ευκαιρία ζωής. Σαν αυτόχθον προνόμιο χειραγώγησης των καιρών, του μέλλοντος και του αιώνα. Σαν πρωτόφαντο κλέος δημιουργίας στην οικουμένη.
     Αυτό, το εγχώριο και διαχρονικό μας «Ελληνικό Θαύμα»! Αγάπησε και έμαθε να τανύζεται καρτερόψυχα ανάμεσα σε απόλυτα άκρα. Αγγίζοντας με πάθος τις πιο εκπληκτικές και αδιανόητες αντιθέσεις!
     Τί, αγάπη και σοφία, μπορεί να κουρνιάζει πίσω απ’ όλο αυτό το αντινομικό γίγνεσθαι, ετούτης της φυλής!...
     Και, τί, μαρτύριο!... Τί, παιδεμός, συνάμα!... 


Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2014

Ο ΓΕΡΟ–ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ (1882–1965)

Ο ΓΕΡΟ–ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ (1882–1965)

Το αγνό παλληκάρι του Χριστού.
Ο σπάνιος και εκλεκτός δόκιμος.

     Ο Πατήρ Αυγουστίνος γεννήθηκε στην Ρωσσία, στο Αλίσκογε–Πολτάβας, το 1882. Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Αντώνιος Κορρά. Τον πατέρα του τον έλεγαν Νικόλαο και την μητέρα του Αικατερίνη, οι οποίοι ήταν ευλαβείς και ανέθρεψαν το παιδί τους, τον Αντώνιο, με ευλάβεια και φόβο Θεού.
     Από μικρός ακόμη ο Αντώνιος είχε πάει σ’ ένα Μοναστήρι της πατρίδος του, όπου και παρέμεινε ως δόκιμος. Ένας πειρασμός όμως που του είχε συμβεί, τον ανάγκασε να εγκαταλείψει την Μονή και την πατρίδα του και να έλθει στο Περιβόλι της Παναγίας, για να νιώθει ασφαλισμένη την ψυχή του από τέτοιου είδους πειρασμούς.
     Όπως μου είχε διηγηθεί, στο Μοναστήρι εκείνο ήταν όλοι Γεροντάκια σχεδόν και αυτόν έστειλαν ως διακονητή, για να βοηθάει έναν υπάλληλο της Μονής στο ψάρεμα, γιατί η Μονή συντηρείτο από την αλιεία. Μια μέρα, λοιπόν, είχε έρθει η κόρη του υπαλλήλου και είπε στον πατέρα της να πάει γρήγορα στο σπίτι για μια επείγουσα δουλειά και κάθισε εκείνη να βοηθήσει. Ο πειρασμός όμως την είχε κυριεύσει την ταλαίπωρη και, χωρίς να σκεφθεί, όρμησε επάνω στον Δόκιμο Αντώνιο με αμαρτωλές διαθέσεις. Εκείνη την στιγμή τά ’χασε ο Αντώνιος, γιατί ήταν ξαφνικό. Έκανε τον Σταυρό του και είπε: «Χριστέ μου, καλύτερα να πνιγώ, παρά να αμαρτήσω!», και πετάχτηκε από την όχθη μέσα στο βαθύ ποτάμι! Αλλ’ ο καλός Θεός βλέποντας τον μεγάλο ηρωισμό του αγνού νέου, που ενήργησε σαν νέος Άγιος Μαρτινιανός, για να διατηρηθεί αγνός, τον κράτησε επάνω στον νερό, χωρίς να βραχεί. Μου έλεγε: «Ενώ πετάχτηκα με το κεφάλι κάτω, δεν κατάλαβα πώς βρέθηκα όρθιος επάνω στο νερό, χωρίς να βραχούν ούτε τα ρούχα μου!».
     Εκείνη την στιγμή είχε νιώσει και μια εσωτερική γαλήνη με μια ανέκφραστη γλυκύτητα, που είχε εξαφανίσει τελείως κάθε λογισμό αμαρτωλό και κάθε ερεθισμό σαρκικό, που του είχε δημιουργήσει προηγουμένως με τις άσεμνες χειρονομίες της η κοπέλα. Αυτή πάλι, όταν είδε επάνω στο νερό όρθιο τον νεαρό Αντώνιο, άρχισε να κλαίει μετανοιωμένη για το σφάλμα της και από συγκίνηση για το μεγάλο αυτό θαύμα που συνέβη.
     Ο Δόκιμος Αντώνιος μετά από αυτά έφυγε αμέσως για την Μονή και παρακάλεσε με δάκρυα τον Ηγούμενο να του δώσει ευλογία να πάει στο Άγιον Όρος, γιατί ήταν αδύνατος πνευματικά και φοβόταν να μείνει στον κόσμο. Δεν ανέφερε δε τίποτε απολύτως στον Ηγούμενο για την αταξία της κοπέλας, για να μη μαθευτεί κάτι εις βάρος της, ούτε και για το θαύμα που συνέβη σ’ αυτόν, αλλά μόνο τον εαυτό του ελεεινολογούσε.
     Αυτό φυσικά ήταν και το μεγαλύτερο θαύμα, κατά τον λογισμό μου, που πήρε δηλαδή το σφάλμα ο ίδιος και κάλυψε την φταίχτρα, καθώς και η ηρωϊκή αντιμετώπιση του μεγάλου πειρασμού σ’ αυτή την ηλικία. Διότι για τον Θεό που κρατάει ολόκληρο το σύμπαν με το δακτυλάκι Του, δεν είναι δύσκολο να κρατήσει έναν δόκιμο επάνω στα νερά του ποταμού.
     Ο Ηγούμενος λοιπόν κάμφθηκε από τα παρακάλια του –φυσικά δεν μπορούσε και να τον εμποδίσει– αλλά στενοχωρέθηκε, που θα έχανε από την Αδελφότητα έναν τέτοιον εκλεκτό δόκιμο…

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΪΣΙΟΣ (1924–1994)

 [Μοναχού Παϊσίου Αγιορείτου: «Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα», κεφ. 11ο, σελ. 74–75, γ΄ έκδοση, Ιερού Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσ/νίκης 1994.]