Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Πέμπτη 6 Αυγούστου 2015

ΘΑΒΩΡ: Ο ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ΕΚΚΛΗΣΙΑ: ΤΟ ΘΑΒΩΡ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

ΘΑΒΩΡ: Ο ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ,
ΕΚΚΛΗΣΙΑ: ΤΟ ΘΑΒΩΡ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ


     […] Το σωτηριολογικό σάλπισμα των ύμνων της Μεταμορφώσεως είναι: «Συνανέλθωμεν (στο Θαβώρ) πάντες […] νοῒ καὶ κατίδωμεν». Τι σημαίνει αυτό το «νοΐ»; Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Εκκλησία, σαν αυτοδύναμη κοινωνία θεώσεως, έχει τη δική της γλώσσα και ορολογία. Γι’ αυτή την ορολογία, την ομοιόμορφα διατυπωμένη και ομοιόμορφα κατανοητή εκκλησιαστική ορολογία αγωνίζονται οι Πατέρες σ’ όλους τους αιώνες. Για να μπορούν να συνεννοούνται οι πιστοί κάθε εποχής μεταξύ τους και να διασώζεται ο ένας και μοναδικός τρόπος σωτηρίας, η ασκητικοθεραπευτική μέθοδος της Εκκλησίας. Δεν σημαίνει, λοιπόν, το «νοῒ» «διανοητικά», «με το μυαλό», «με τη σκέψη μας», όπως λέμε όλοι εμείς, που μάθαμε να ταυτίζουμε το «νου» με τη λογική. «Νοῦς» εδώ είναι το κύριο όργανο της θεώσεώς μας, όπως ονομάζεται στην πατερική γλώσσα. Αυτό φαίνεται καθαρότερα και σε άλλα τροπάρια: «Τὸν νοῦν φωτιζόμενοι, ἐν φωτὶ φῶς ὀψώμεθα». Ο νους–δύναμη της ψυχής, που ενεργοποιείται χαρισματικά μέσα στην καρδιά σαν προσευχητική λειτουργία, όταν γίνει ένθεος, όταν λουσθεί με τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, γίνεται φως και φωτίζει όλη την ανθρώπινη ύπαρξη. Δοξαζόμενος (ο νους) από τη Χάρη του Θεού, δοξάζει όλο τον άνθρωπο.

     Οι ασκητικές προϋποθέσεις, για να φθάσει ο «νοῦς» σ’ αυτή τη δραστηριότητα λειτουργίας, υπογραμμίζονται από τους ύμνους: «Ἑαυτοὺς ἐκκαθάρωμεν καὶ πιστῶς ἑτοιμάσωμεν πρὸς θείαν ἀνάβασιν…». Δεν ανεβαίνει κανείς στο Θαβώρ χωρίς να «ἀλλοιωθῇ τὴν κρείττονα ἀλλοίωσιν», χωρίς να «πάθῃ τὰ θεῖα», όπως λέγουν οι άγιοι Πατέρες. Οι ύμνοι παρουσιάζουν τον Χριστό να δηλώνει στους Μαθητές, ότι, «οἱ τῷ ὕψει τῶν ἀρετῶν διαπρέψαντες, καὶ τῆς ἐνθέου δόξης ἀξιωθήσονται» – αυτό ισχύει για τον καθένα μας. Η βεβαιότητα, όμως, των υμνογράφων για το αποτέλεσμα είναι ατράνταχτη: «Ὄρος ὑψηλότατον τὴν καρδίαν, κεκαθαρμένην ἐκ παθῶν ἔχοντες, ὀψόμεθα Χριστοῦ τὴν Μεταμόρφωσιν, φωτίζουσαν τὸν νοῦν ἡμῶν…». Θαβώρ γίνεται τελικά η ίδια η καρδιά μας, και αυτό δεν έχει συμβολική–ηθική και μεταφορική σημασία. Η γλώσσα της Εκκλησίας είναι ρεαλιστική και αναφέρεται σε απτές πραγματικότητες. Η καρδιά, αυτός ο μυς που για τους πολλούς δεν είναι παρά μια αντλία αίματος, είναι το κέντρο της πνευματικότητας και ο χώρος, στον οποίο κοινωνεί ο άνθρωπος με τον Θεό και θεώνεται. «Οἱ δόξης ἐφιέμενοι (=επιθυμούντες) ὁλικῶς τῆς ἐνθέου, τὸ νέφος διακόψωμεν τοῦ γεώδους σαρκίου, μετάρσιοι πρὸς ὄρος Θαβὼρ ἀνελθόντες…». Αυτή είναι άλλωστε η συνεχής προτροπή της Εκκλησίας· «Ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας»! «Ἐγέρθητε οἱ νωθεῖς, μὴ πάντοτε χαμερπεῖς· οἱ συγκύπτοντες εἰς γῆν τὴν ψυχήν μου λογισμοί, ἐπάρθητε καὶ ἄρθητε εἰς ὕψος θείας ἀναβάσεως…». Ο άνθρωπος καλείται με τη Χάρη του Θεού να «ἀρθῇ», να υψωθεί. Διαφορετικά, δεν αποκτά πείρα του θείου Φωτός. Γι’ αυτό έλεγε ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ότι η θεολογία (θεογνωσία) είναι «ὄρος ἄναντες (ανηφορικό) καὶ δυσπρόσιτον…».


     Παρά την επιθυμία του Αποστόλου Πέτρου, ο Χριστός δεν κράτησε τους Αποστόλους πάνω στο Θαβώρ. Γιατί δεν είναι το «Θαβώρ» ο στόχος της εκκλησιαστικής ζωής, αλλά το γεγονός της «μεταμορφώσεως». Το Θαβώρ δεν (περι–)ορίζεται τοπικά, αλλά μεταφέρεται στην καρδιά του ανθρώπου. Το Θαβώρ έχει γίνει ο τύπος της αγαπώσης τον Θεόν καρδίας. Ο Χριστός κατεβάζει τους Μαθητές και πάλι στον κόσμο, στην ανθρώπινη κοινωνία. Γι’ αυτό και ποτέ στην ιστορία της δεν θεώρησε η Ορθόδοξη Παράδοση τους πιστούς σαν ένα «γκέτο» μεμυημένων, που αδιαφορούν για την υπόλοιπη κοινωνία. Αντίθετα, η Ορθοδοξία έχει πάντα σκοπό και στόχο να διεισδύει συνεχώς μέσα στην κοινωνία, μεταδίδοντας την θεραπευτική της μέθοδο που είναι η μέθοδος της κάθαρσης της καρδιάς σε κάθε κοινωνικό επίπεδο· από τα «ανάκτορα» μέχρι την αγροτιά, σε γέρους και σε νέους, σε σοφούς και αγράμματους.

     Είναι, όμως, πάλι αλήθεια, ότι αυτή η αποστολή της Εκκλησίας δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, αν δεν προηγηθεί το «Θαβώρ», η δόξα δηλαδή της Μεταμορφώσεως. Οι Μαθητές κατεβαίνουν, αλλά με το Φως του Θαβώρ στην καρδιά τους, με την εμπειρία και τη βεβαιότητα της θεώσεως. Με τον ίδιο τρόπο «δρουν» και οι Άγιοι μέσα στον κόσμο, αφού όμως έχουν πρώτα «πάθει τὰ θεῖα», αφού έχουν δεχθεί την «κατὰ Θεὸν ἀλλοίωσιν». Μιλούμε, λ.χ., για τον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό και την «κοινωνική» του δράση. Λησμονούμε όμως πολλές φορές την μαθητεία του στο Άγιον Όρος, το πέρασμά του από το «Θαβώρ», την προετοιμασία του, που δεν στηριζόταν σε κάποιο «θεολογικό πτυχίο», αλλά στη θεραπεία της καρδιάς, την κατά Θεόν «σοφία», που οδηγεί στην αληθινή θεογνωσία.

     Μ’ αυτές τις προϋποθέσεις –και μόνο– μπορούμε να πούμε, ότι, «αυτή η κίνηση της καθόδου από το Θαβώρ στον κόσμο, η επιστροφή από την εμπειρία της μεταμόρφωσης στο παρατεινόμενο πένθος του κόσμου, είναι η κίνηση που συνιστά την Εκκλησία: η ανάληψη του σταυρού της πτώσης και της αμαρτίας με τη βεβαιότητα της ανάστασης» (Χρ. Γιανναράς). Η Εκκλησία έχει αποστολή μεταμορφωτική μέσα στον κόσμο. Να μεταμορφώσει σε κάθε εποχή τον άνθρωπο και την κοινωνία. Τον άνθρωπο σε Φίλο του Θεού, «δοξασμένο» από το Φως Του και την κοινωνία σε Εκκλησία–χώρο της θείας Βασιλείας–Χάρης.

     Πάνω στο Θαβώρ εικονίσθηκε η αλήθεια της Εκκλησίας, προτυπώθηκε η αποστολή Της στον κόσμο και βεβαιώθηκε η δυνατότητα της θεώσεως κάθε πιστού Της μέλους. Όπως το Θαβώρ «εἰς τύπον γέγονε τῆς Ἐκκλησίας», έτσι και η Εκκλησία, ως Σώμα Χριστού, είναι Θαβώρ για τον κόσμο…

Ιούλιος 1984 – Ληξούρι Κεφαλλονιάς


ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ



[«Μεταμόρφωση»
(Συλλογικός τόμος),
απόσπασμα από το 5ο Κείμενο, 
σελ. 86–89,
εκδόσεις «Ακρίτας»,
Αθήνα, Οκτώβριος 19841.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφιών,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]







Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Εἰλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου