Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Δευτέρα 6 Οκτωβρίου 2014

Η ΟΡΓΗ ΤΟΥ ΤΥΠΙΚΑΡΗ

Η ΟΡΓΗ ΤΟΥ ΤΥΠΙΚΑΡΗ


     Βρισκόμαστε στην ιστορική, σεβάσμια και ασκητική Ιερά Μονή Διονυσίου, Αγίου Όρους Άθω, το σεπτό σκήνωμα του Τιμίου Προδρόμου και του Αγίου Πατριάρχου Νήφωνος. Ο πολιός Καθηγούμενός της, ο μακαριστός Γέρων Αρχιμ. Γαβριήλ ο Διονυσιάτης (1886–1983), αναδιφώντας διάφορα συμβάντα από την αθόλωτη μνήμη της θεοφιλούς μοναστικής του ζωής, μας διασώζει στο περίφημο «Λαυσαϊκό» του (1953) ένα θλιβερό μεν, πλην όμως, ένα κατά πάντα αληθινό περιστατικό, το οποίο, αν και δεν χαροποιεί απολύτως κανέναν, δεν παύει ωστόσο να ωφελεί μέσα από τον αναπόδραστο προβληματισμό που κομίζει αναμφίβολα στους περισσότερους που το διαβάζουν.  
     Ήταν η 25η Νοεμβρίου του έτους 1905, ημέρα Σάββατο. Και στην διάρκεια της εσπερινής τράπεζας, γινότανε εκείνη την ώρα από τον διαβαστή ανάγνωση του βίου της Αγίας Αικατερίνης. Έτυχε τότε να περατώσει την ανάγνωση ο διαβαστής πριν να λήξει το δείπνο των παρακαθήμενων αδελφών. Και αυτός, την στιγμή εκείνη απορούσε από πού και πώς να συμπληρώσει το υπόλοιπο του κενού χρόνου που του απέμεινε σε ανάγνωση. Οπότε, ένας από τους μικρούς αδελφούς, από τους πιο απλούς –Νεόφυτος, τ’ όνομα– πήρε ο ίδιος αυθόρμητα την πρωτοβουλία και του συνέστησε να βάλει εμπρός και ν’ αρχίσει να διαβάζει από το υπόλοιπο των «γραμμάτων», μέσα από τον επόμενο δεύτερο κατά σειρά βίο της ημέρας, δηλαδή από τον βίο του Αγίου Μερκουρίου. 


     Ο Γερο–Συμεών, που ήταν για χρόνια ο υπεύθυνος τυπικάρης της Μονής, όντας εκείνη την ώρα παρών στην τράπεζα, σ’ αυτό που έγινε, παρασύρθηκε από άκρατο θυμό και μεγάλη έξαψη. Θεώρησε τον λόγο του μικρού μοναχού Νεοφύτου υπερβολικά ανεπίτρεπτη «παρέμβαση» στα δικά του «δικαιώματα» και τότε ήταν που εκστόμισε δυνατά εναντίον του, μπροστά σε όλους τους Πατέρες, την λέξη «σκασμός!». Γεγονός που, πράγματι μπορεί να λύπησε πάρα πολύ όλους τους εκεί αδελφούς, ίσως ακόμη και αυτόν τον ίδιον τον παρασυρθέντα Γερο–Συμεών· μα, πιο πολύ ακόμη, τον απλό και ανεπιτήδευτο μοναχό Νεόφυτο, ο οποίος, περισσότερο από φιλαδελφία και μόνον βιάστηκε πολύ αυθόρμητα να καθοδηγήσει τον απορημένο διαβαστή και όχι με συνειδητό σκοπό να περιφρονήσει τον παριστάμενο αρμόδιο τυπικάρη, τον Γερο–Συμεών. 


     Δεν πέρασαν πέντε λεπτά και όλοι οι αδελφοί σηκώθηκαν από την τράπεζα. Και, την στιγμή εκείνη που ο διαβαστής έλεγε την προσευχή της ευχαριστίας που ως είθισται απαγγέλλεται μετά τον δείπνο, ο Γερο–Συμεών έπεσε σαν κεραυνόπληκτος κάτω στο δάπεδο της τράπεζας και πέθανε από συγκοπή καρδιάς, προς γενική λύπη και κατάπληξη όλης της αδελφότητας.
     Φόβος και τρόμος έπεσε σ’ όλους τους αδελφούς και θυμήθηκαν όλοι τους τα φοβερά λόγια του Κυρίου: «Προσέξτε, μην περιφρονήσετε κανέναν από αυτούς τους μικρούς αδελφούς σας, γιατί σας βεβαιώνω, πως οι Άγγελοί τους στον Ουρανό βλέπουν συνεχώς το Πρόσωπο του ουρανίου Πατέρα Μου» (Ματθ. ιη΄ 10). 


     Δεν γνωρίζουμε την περαιτέρω κρίση του Θεού. Νομίζω, όμως, ότι η άπειρη ευσπλαγχνία του Κυρίου απέβλεψε σε δύο πράγματα: πρώτον, στον σωφρονισμό όλων των αδελφών· και, δεύτερον, στην παιδαγωγία αλλά και στην εξιλέωση του καταφρονητή αδελφού. Κατά κοινή ομολογία πάντως, ο τυπικάρης Γερο–Συμεών ήταν σε όλα του καλός, σώφρονας, τίμιος, ευλαβής και άκρως ζηλωτής της εκκλησιαστικής ευταξίας. Ήταν μονάχα απότομος προς τους αδελφούς του. Με λίγα λόγια, του έλειπε εκείνο το «ἔλαιον» (σημ.: προφανώς· η γλυκάδα, η απαλότητα, η ευγένεια, η κατανόηση και η διάκριση του λόγου και του τρόπου της τελείας αγάπης) όπως ακριβώς και στις μωρές παρθένες της Παραβολής (Ματθ. κε΄ 1–13).
     Πολλές φορές, καταδυναστεύουμε και εξουθενώνουμε τον φτωχό και ασθενή αδελφό μας και νομίζουμε ότι δεν διατρέχουμε κανένα απολύτως κίνδυνο απ’ αυτό το ολίσθημα. Και δεν γνωρίζουμε ότι ακόμη και ο παραμικρότερος στεναγμός αυτών των μικρών και ταπεινών αδελφών μας, καθώς και η μυστική αναφορά του φύλακα Αγγέλου τους, καταφτάνουν αμέσως στα αυτιά του Παντοκράτορος Κυρίου Σαβαώθ, που είπε: «Αφού τα κάνατε αυτά για έναν από τους ελάχιστους αδελφούς Μου, είναι σαν να τα κάνατε για Μένα» (Ματθ. κε΄ 40). 




ΑΡΧΙΜ. ΓΑΒΡΙΗΛ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΗΣ (1886–1983)

[Αρχιμ. Γαβριήλ Διονυσιάτου (1886–1983):
«Λαυσαϊκόν του Αγίου Όρους»,
μέρος β΄ («Αἱ Ἱεραὶ Μοναὶ»),
κεφ. 10ο («Ἱερὸν Κοινόβιον Ἁγίου Διονυσίου»),
σελ. 155–157,
έκδοσις Ιεράς Μονής Αγίου Διονυσίου,
Άγιον Όρος, Μάϊος 20043.]











Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου