κά το Χριστοπαράδοτο κείμενο της «Κυριακής Προσευχής» και
αντικατέστησε όλο το πνευματικό νόημά της με το όνομα της Άγκελα Μέρκελ και με
λοιπές επικαιροποιημένες έννοιες της τρέχουσας πολιτικοοικονομικής σκηνής
(«αγιασθήτω το δάνειό σου», «ελθέτω η χορηγεία σου», «εφαρμοσθήτω το πρόγραμμά
σου», «την δόσιν ημών την επιούσιον»!!!).
Θα περίμενε κανείς, όταν μια κοινωνία, όπως η Ελληνική, που βρίσκεται πανθομολογουμένως σε μια τραγική κατάσταση μεγάλης εξαθλίωσης και ανείπωτης ταπείνωσης, αυτή η τόσο σκληρά δοκιμαζόμενη κοινωνία, να γίνει με τη δύναμη της Πίστης μια πνευματικά ρωμαλαία και ανθεκτική κοινωνία, που όλη της η αγωνία για το ανθρωπίνως αβέβαιο και δυσοίωνο μέλλον της, να μεταστοιχειωνόταν σε πύρινη προσευχή και σε ασυγκράτητη μετάνοια· μετάνοια καθολική, ολοκληρωτική και αληθινή. Αντ’ αυτού όμως, βλέπουμε να περισσεύει, εξαιρετικά άκαιρα και προκλητικά, η ασόβαρη διάθεση για μια αγόνιμη και άσχημη σάτιρα· σάτιρα, που το δίχως άλλο γίνεται μια απαράδεκτη πλατφόρμα χλευασμού και ύβρεως. Και, μάλιστα, αυτός ο χλευασμός και η ύβρη που αυτή η σάτιρα εκφέρει, να βρίσκει, δυστυχώς, πολλούς παθητικούς και άσκεφτους αποδέκτες, ορθόδοξους υποτίθεται κατά την πίστη.
Η υπέροχη «Κυριακή Προσευχή», το ψυχότροφο «Πάτερ Ημών» της Καινής Διαθήκης που μας παρέδωσε ο Ίδιος ο Χριστός· η χαριτωμένη Προσευχή που τρέφει και αναζωογονεί για αιώνες τις ψυχές των πιστών· η θεόσδοτη δέηση που γαληνεύει και ενισχύει τις κουρασμένες υπάρξεις· η ικεσία που έγινε η πιο χαριτόβρυτη νηπτική εργασία για πολλούς μυστικούς αγωνιστές της Πίστεως· το αγαπημένο αγνό ψέλλισμα των παιδικών μας χρόνων· το νοσταλγικό ανάγνωσμα των μαθητικών μας καιρών· ο ευαγγελικός και πανάγαθος λόγος της ελληνορθόδοξης Παράδοσης και της ρωμαίικης και θεοδιψαλέας ψυχής μας· η προσφιλής ανεξάλειπτη αναφορά των γονιών και των παππούδων μας· η βαθιά ευλάβεια και η πολύτιμη καταφυγή των απλών πιστών ανθρώπων· η ακατάλυτη μεγαλειώδης Προσευχή που στέκει σαν ουράνιο στολίδι στη Θεία Λειτουργία, η μυρίπνοη αύρα που περιζωνύει τη Θεία Ευχαριστία και που αγκαλιάζει τη γλώσσα, τη φυλή και τον τόπο μας…, αυτή λοιπόν η πανίερη Προσευχή, να βλέπεις τώρα να γίνεται αθεόφοβη «λεία» μιας κάκιστης και σατανικής έμπνευσης για μια φτηνή, κατάπτυστη και θεομπαικτική σάτιρα. Μια σάτιρα, που κάνει ατιμωτικά «προσευχή» την ευτελή και τυραννική ανάγκη για «χρήμα» και «χρηματοδότηση», για «χορηγεία» και «δανεισμό».
Απορώ: Μα, πού είναι επιτέλους το ορθόδοξο κριτήριο της καρδιάς μας; Πού είναι η επαινετή αντίσταση και η ευλογημένη μας άρνηση μπροστά σ’ ένα ανόσιο ευτράπελο, σ’ έναν ανίερο αστεϊσμό, σε μια χλεύη και ατιμία Χριστού; Πού είναι η περιβόητη θρησκευόμενη συνείδησή μας και τα ανύστακτα αντανακλαστικά της; Πού είναι το ορθόδοξο ήθος μας; Πού είναι η αγάπη μας για τις ιερές προσευχές που φυλάει σαν κόρη οφθαλμού η μνήμη της ψυχής μας, η λατρεία της Εκκλησίας μας, είτε αυτή η λατρεία είναι συλλογική είτε προσωπική; Πού είναι η ζωντανή πίστη μας και η άτυφη σοφία μας; –εκείνη η Ορθόδοξη σοφία που θαυμάζουν και ζηλεύουν τα σύμπαντα αλλά δυστυχώς απαξιώνουμε εμείς με τη ζωή μας; Πού είναι η ευθύκριτος, η διακριτική και οξυκάρδια Πνευματικότητα που ξέρει, όσο καμιά άλλη, να διακρίνει και να ξεχωρίζει ποιο είναι αυτό που προέρχεται από το Φως και ποιο είναι εκείνο που βγαίνει από το σκοτάδι; Ή, καλύτερα: Ποιο είναι το Φως και ποιο το είναι σκοτάδι;
Λυπούμαι βαθύτατα και προβληματίζομαι σε βαθμό ανεκδιήγητης αποκαρδίωσης, για όσους μπόρεσαν και ενστερνίστηκαν αυτό το άθλιο κείμενο, για όσους το δημοσίευσαν, για όσους το κοινοποίησαν, αγνοώντας το μεγάλο κακό και το κυριολεκτικά εφάμαρτο της σύμπραξής τους σε όλη αυτή την ποταπότητα και διαπόμπευση των ιερών και οσίων. Όσοι δε απ’ αυτούς τυγχάνουν θεολόγοι ή θεολογούντες, το μόνο που έχω να πω, πολύ επιεικώς και μετά λόγου γνώσεως, είναι ότι δεν έχουν καμία απολύτως δικαιολογία. Καμία!
Ο Χριστός, να μας λυπηθεί, να μας συγχωρεί και να μας ελεεί όλους!
Θα περίμενε κανείς, όταν μια κοινωνία, όπως η Ελληνική, που βρίσκεται πανθομολογουμένως σε μια τραγική κατάσταση μεγάλης εξαθλίωσης και ανείπωτης ταπείνωσης, αυτή η τόσο σκληρά δοκιμαζόμενη κοινωνία, να γίνει με τη δύναμη της Πίστης μια πνευματικά ρωμαλαία και ανθεκτική κοινωνία, που όλη της η αγωνία για το ανθρωπίνως αβέβαιο και δυσοίωνο μέλλον της, να μεταστοιχειωνόταν σε πύρινη προσευχή και σε ασυγκράτητη μετάνοια· μετάνοια καθολική, ολοκληρωτική και αληθινή. Αντ’ αυτού όμως, βλέπουμε να περισσεύει, εξαιρετικά άκαιρα και προκλητικά, η ασόβαρη διάθεση για μια αγόνιμη και άσχημη σάτιρα· σάτιρα, που το δίχως άλλο γίνεται μια απαράδεκτη πλατφόρμα χλευασμού και ύβρεως. Και, μάλιστα, αυτός ο χλευασμός και η ύβρη που αυτή η σάτιρα εκφέρει, να βρίσκει, δυστυχώς, πολλούς παθητικούς και άσκεφτους αποδέκτες, ορθόδοξους υποτίθεται κατά την πίστη.
Η υπέροχη «Κυριακή Προσευχή», το ψυχότροφο «Πάτερ Ημών» της Καινής Διαθήκης που μας παρέδωσε ο Ίδιος ο Χριστός· η χαριτωμένη Προσευχή που τρέφει και αναζωογονεί για αιώνες τις ψυχές των πιστών· η θεόσδοτη δέηση που γαληνεύει και ενισχύει τις κουρασμένες υπάρξεις· η ικεσία που έγινε η πιο χαριτόβρυτη νηπτική εργασία για πολλούς μυστικούς αγωνιστές της Πίστεως· το αγαπημένο αγνό ψέλλισμα των παιδικών μας χρόνων· το νοσταλγικό ανάγνωσμα των μαθητικών μας καιρών· ο ευαγγελικός και πανάγαθος λόγος της ελληνορθόδοξης Παράδοσης και της ρωμαίικης και θεοδιψαλέας ψυχής μας· η προσφιλής ανεξάλειπτη αναφορά των γονιών και των παππούδων μας· η βαθιά ευλάβεια και η πολύτιμη καταφυγή των απλών πιστών ανθρώπων· η ακατάλυτη μεγαλειώδης Προσευχή που στέκει σαν ουράνιο στολίδι στη Θεία Λειτουργία, η μυρίπνοη αύρα που περιζωνύει τη Θεία Ευχαριστία και που αγκαλιάζει τη γλώσσα, τη φυλή και τον τόπο μας…, αυτή λοιπόν η πανίερη Προσευχή, να βλέπεις τώρα να γίνεται αθεόφοβη «λεία» μιας κάκιστης και σατανικής έμπνευσης για μια φτηνή, κατάπτυστη και θεομπαικτική σάτιρα. Μια σάτιρα, που κάνει ατιμωτικά «προσευχή» την ευτελή και τυραννική ανάγκη για «χρήμα» και «χρηματοδότηση», για «χορηγεία» και «δανεισμό».
Απορώ: Μα, πού είναι επιτέλους το ορθόδοξο κριτήριο της καρδιάς μας; Πού είναι η επαινετή αντίσταση και η ευλογημένη μας άρνηση μπροστά σ’ ένα ανόσιο ευτράπελο, σ’ έναν ανίερο αστεϊσμό, σε μια χλεύη και ατιμία Χριστού; Πού είναι η περιβόητη θρησκευόμενη συνείδησή μας και τα ανύστακτα αντανακλαστικά της; Πού είναι το ορθόδοξο ήθος μας; Πού είναι η αγάπη μας για τις ιερές προσευχές που φυλάει σαν κόρη οφθαλμού η μνήμη της ψυχής μας, η λατρεία της Εκκλησίας μας, είτε αυτή η λατρεία είναι συλλογική είτε προσωπική; Πού είναι η ζωντανή πίστη μας και η άτυφη σοφία μας; –εκείνη η Ορθόδοξη σοφία που θαυμάζουν και ζηλεύουν τα σύμπαντα αλλά δυστυχώς απαξιώνουμε εμείς με τη ζωή μας; Πού είναι η ευθύκριτος, η διακριτική και οξυκάρδια Πνευματικότητα που ξέρει, όσο καμιά άλλη, να διακρίνει και να ξεχωρίζει ποιο είναι αυτό που προέρχεται από το Φως και ποιο είναι εκείνο που βγαίνει από το σκοτάδι; Ή, καλύτερα: Ποιο είναι το Φως και ποιο το είναι σκοτάδι;
Λυπούμαι βαθύτατα και προβληματίζομαι σε βαθμό ανεκδιήγητης αποκαρδίωσης, για όσους μπόρεσαν και ενστερνίστηκαν αυτό το άθλιο κείμενο, για όσους το δημοσίευσαν, για όσους το κοινοποίησαν, αγνοώντας το μεγάλο κακό και το κυριολεκτικά εφάμαρτο της σύμπραξής τους σε όλη αυτή την ποταπότητα και διαπόμπευση των ιερών και οσίων. Όσοι δε απ’ αυτούς τυγχάνουν θεολόγοι ή θεολογούντες, το μόνο που έχω να πω, πολύ επιεικώς και μετά λόγου γνώσεως, είναι ότι δεν έχουν καμία απολύτως δικαιολογία. Καμία!
Ο Χριστός, να μας λυπηθεί, να μας συγχωρεί και να μας ελεεί όλους!
π. Δαμιανός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου