Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2016

Ο ΘΕΟΣ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΚΗΣ ΑΓΑΠΗΣ

Ο ΘΕΟΣ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΚΗΣ ΑΓΑΠΗΣ


     Η Εκκλησία μας, διαβάζει την Παραβολή του Ασώτου συνεχίζοντας την προετοιμασία μας για τη Μεγάλη Σαρακοστή, που είναι κατ’ εξοχήν περίοδος μετανοίας. Η μετάνοια σ’ αυτή την Παραβολή έχει ως στοιχείο την έννοια της επιστροφής.

     Η μετάνοια δεν είναι μια στατική εσωτερική κατάσταση αυτολύπησης ή βελτίωσης της εικόνας μας, αλλά είναι μια διαδικασία επιστροφής και αποκατάστασης της σχέσης μας με τον Θεό. Αυτό που είναι σημαντικό, είναι να βρούμε τις προϋποθέσεις αυτής της επιστροφής και αυτής της σχέσης.

     Τα στοιχεία είναι δύο. Το πρώτο είναι η βεβαιότητα ότι ο Θεός είναι Πατέρας μας, που μας συγχωρεί και μας αγαπά και τα πάντα οικονομεί, όχι προς μια εφήμερη ψυχική παράκληση, αλλά προς μια μόνιμη πορεία σωτηρίας του «προσώπου» μας. Δεν μπορεί δηλαδή να υπάρξει λόγος μετανοίας ή άσκηση πνευματική, στην οποία, να μην είναι ξεκαθαρισμένο ότι ο Θεός είναι Πατέρας μας.

     Αυτό που σώζει τον άσωτο γιο και του δίνει τις προϋποθέσεις επιστροφής, σωτηρίας και αποκατάστασης, είναι αυτό που δεν ξέχασε ούτε στιγμή εκεί στη μακρινή χώρα, ούτε και την ώρα της αμαρτίας: ότι ο Θεός είναι σπλαχνικός Πατέρας. Όλος ο αγώνας μας τελικά και η όλη μας η αναζήτηση είναι να βεβαιωθούμε για την παρουσία και τη μαρτυρία στη ζωή μας του Θεού Πατρός.


     Αν ο άνθρωπος δεν βεβαιωθεί για την πατρική αγάπη του Θεού, δεν μπορεί να αγωνίζεται. Αν ο άνθρωπος δεν βεβαιώνεται για την πατρική αγάπη του Θεού, δεν μπορεί να θεολογεί. Αν ο άνθρωπος δεν μπορεί να βεβαιωθεί, να του μαρτυρήσει ο Θεός ότι είναι Πατέρας του, δεν μπορεί να έχει ζωή ούτε να κάνει κάτι ουσιαστικό, δηλαδή κάτι που να έχει αιώνια προοπτική στη ζωή του. Διότι ακόμη και η τήρηση των εντολών και η προσωπική του άσκηση δεν γίνονται για να διαφυλάξει, να περιφρουρήσει, να επαυξήσει, να αναζητήσει αυτή τη σχέση, αλλά για να προσκυνήσει τον εαυτό του. Έτσι, παλεύει ο άνθρωπος μεταξύ συντηρητισμού και φιλελευθερισμού, μεταξύ ηθικότητας και ανηθικότητας και, παιδεύεται. Αλλά και τα δύο πλαίσια, της ηθικότητας και της ανηθικότητας, είναι κόλαση, είναι αιχμαλωσία, εφόσον ο άνθρωπος δεν έχει βεβαιωθεί για την πατρική αγάπη του Θεού.

     Όλος λοιπόν ο αγώνας, μόνο και τότε μόνο μπορεί να δικαιωθεί, αν ο άνθρωπος, πριν φύγει από αυτή τη ζωή, βεβαιωθεί για την πατρική αγάπη του Θεού. Βεβαιωθεί ότι ο Θεός είναι Θεός αγάπης, συγχωρήσεως και συγνώμης. Είναι Θεός όχι δεδικαιωμένων, αλλά Θεός μετανοούντων.


     Το δεύτερο στοιχείο είναι η αίσθηση της απομάκρυνσης από αυτή τη σχέση. Η αίσθηση της έκπτωσης από αυτή τη σχέση, που δεν έχει να κάνει με μια στενή έννοια παράβασης εντολής και νόμου, αλλά έχει να κάνει με την απώλεια και την προσβολή αυτής της σχέσης.

     Αν ο άνθρωπος δεν έχει γευτεί αυτή τη σχέση, δεν μπορεί να μιλά για ηθικότητα ή ανηθικότητα. Δεν έχει ακόμα καταλάβει την αξία των εντολών και των νόμων ως παιδαγωγών, που τον οδηγούν και τον διασφαλίζουν αυτή τη σχέση. Ο άνθρωπος που δεν έχει γευτεί τη χαρά, δεν μπορεί να αισθανθεί και την απώλεια.

     Η αληθινή μετάνοια δεν είναι μια κακομοιριά, μια αυτολύπηση ότι αποτύχαμε, αλλά η μετάνοια είναι η αίσθηση απώλειας του Παραδείσου· είναι η αίσθηση απώλειας της πατρικής αγάπης.


     Αν ο άνθρωπος παραδεχτεί ότι ο θησαυρός του είναι αυτή η αίσθηση, αυτή η Χάρη της πατρικής αγάπης, τότε δεν πιέζεται από κανέναν και δεν καταπιέζεται για να τηρήσει τις εντολές και να διαφυλάξει την ακεραιότητα του προσώπου του μακριά από την αμαρτία. Αντίθετα, ο ίδιος προσπαθεί να μην προσβάλει και να μην απολέσει αυτή τη χαρά και αυτή τη Χάρη.

     Η αίσθηση της Χάριτος της Αγάπης του Θεού και η αίσθηση της στέρησης και της απώλειάς Του –εξαιτίας της φυγής μας και της αποσύνδεσής μας από Αυτόν– είναι τα δύο στοιχεία που μας οδηγούν στην οδό της σωτηρίας. Ο,τιδήποτε έξω από αυτό το πλαίσιο, αυτή την εμπειρία και αυτό το βίωμα, είναι κόλαση, έστω και αν ο άνθρωπος φαινομενικά είναι αναμάρτητος.


     Άρα, το μέτρο της ηθικής, το μέτρο της αρετής, το μέτρο της αμαρτίας για τον Θεό, δεν εξαντλείται σε μια σχολαστική τήρηση εντολών ούτε σε μια σχολαστική ελεγκτική διερεύνηση δική μας ή των άλλων για το ποσοστό της αμαρτίας μας, αλλά εξαντλείται και επικεντρώνεται στο αν διαφυλάξαμε αυτή τη σχέση, αν πιστέψαμε σ’ αυτή τη σχέση και στη χαρά που μας δίνει.

     Αν ο άνθρωπος πραγματικά πιστέψει ότι η ζωή του όλη, τα πάντα, είναι ο Θεός–Πατέρας, τότε πραγματικά ζει την ελευθερία των τέκνων του Θεού και οδηγείται σε μια πορεία που δεν είχε προηγουμένως υποπτευθεί. Η αρετή και η αμαρτία είναι αιχμαλωσία, αν ο άνθρωπος είτε δεν έχει αναζητήσει είτε έχει αρνηθεί αυτή την εμπειρία και τη βεβαιότητα· ότι δηλαδή ο Θεός είναι σπλαχνικός Πατέρας. Εξάλλου, έτσι χαρακτηρίζεται και στην Παράδοσή μας το σημερινό Ευαγγελικό ανάγνωσμα: «Παραβολή του ευσπλαχνικού Πατρός».

ΑΡΧΙΜ. ΒΑΡΝΑΒΑΣ ΓΙΑΓΚΟΥ


[π. Βαρνάβα Γιάγκου:
«Αμαρτωλών Εκκλησία»,
κεφ. 36ο, σελ. 327–331,
εκδόσεις «Αρχονταρίκι»,
Αθήνα, Απρίλιος 2015.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου