Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2014

ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ· ΠΑΤΗΡ ΠΑΤΕΡΩΝ

ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ· ΠΑΤΗΡ ΠΑΤΕΡΩΝ




Α΄. «Αυτός είναι ο αρεστός μου!».


     Ο άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς γεννήθηκε την ημέρα της εορτής του Ευαγγελισμού στις 25 Μαρτίου του έτους 1894, στα ιστορικά από την εποχή του Βυζαντίου Βράνιε. Όμως ήταν θέλημα Θεού και την ίδια αυτή ημέρα του Ευαγγελισμού του έτους 1979 να αποδημήσει προς Κύριον, στο Μοναστήρι Τσέλιε, όπου και ησύχαζε τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Ο άγιος πατήρ Ιουστίνος γεννήθηκε από ευσεβείς γονείς, τον Σπυρίδωνα και την Αναστασία. Τα τρία παιδιά τους τελείωσαν το δημοτικό σχολείο στα Βράνιε με άριστους βαθμούς. Η μεγαλύτερη αδελφή του Μπλάγκογιε Πόποβιτς (του πατρός Ιουστίνου), η Στόϊνα, έμεινε στο σπίτι με τους γονείς. Ο δεύτερος αδελφός του, ο Στόϊαντιν, συνέχισε στο γυμνάσιο και ακολούθησε τη Νομική Σχολή του Βελιγραδίου. Ο μικρότερος όλων Μπλάγκογιε, μετά το Δημοτικό Σχολείο, το έτος 1905, το οποίο το τελείωσε με άριστα, γράφτηκε στην Εκκλησιαστική Σχολή του Βελιγραδίου του αγίου Σάββα, όπου και σπούδασε μέχρι το έτος 1914. Εκείνο τον καιρό καθηγητής στη Σχολή ήταν ο χαρισματικός και σοφός παιδαγωγός άγιος επίσκοπος Αχρίδος, Νικόλαος Βελιμίροβιτς (18801956), τότε ιερομόναχος και διδάκτωρ Φιλοσοφίας και Θεολογίας, από τον οποίον ο νεαρός Μπλάγκογιε, έλαβε μεγάλη βοήθεια και σημαντική επίδραση. Τον καιρό της μαθητείας του στην Εκκλησιαστική Σχολή εκτός από τα καθιερωμένα ο Μπλάγκογιε ασχολήθηκε και με τα προβλήματα της θύραθεν παιδείας και φιλοσοφίας.
     Ο νέος και θεοφιλής Μπλάκογιε, όπως και αργότερα ως μοναχός Ιουστίνος, παρέδωσε ολόκληρο τον εαυτό του σε καθημερινή καθοδήγηση από τους αγίους του Χριστού, ιδιαίτερα και εξαιρετικώτερα από τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, τον οποίο από παιδί υπερβολικά αγαπούσε και στον οποίο με παιδική ειλικρίνεια και γλυκύτητα διαρκώς προσευχόταν.
     Να, μερικά δικά του αισθήματα αγάπης και προσευχών που αναφέρονται στον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο:
     «Κάποια αίσθηση ελεήμονος εγγύτητας του αγίου Χρυσοστόμου προς εμένα τον παναμαρτωλό. Αρπάζεται η ψυχή μου προς αυτόν με προσευχή: Δυνάμωσέ με στην προσευχή με την δική σου προσευχητικότητα. Αξίωσέ με να ασκηθώ με τους αγώνες σου. Η σιωπή του Ουρανού βαδίζει στην ψυχή μου και η χαρά με συνεπαίρνει επειδή έχω τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο» (σημείωση στο ημερολόγιό του [u Dnevniku], το έτος 1923).
     Ακόμη και τούτο:
     «Ποθητέ Πάτερ Χρυσόστομε, κάθε σκέψη προς εσένα είναι για μένα γιορτή και χαρά, πνευματική αγαλλίαση, αρωγός, υγεία και ανάσταση. Ο άγιος Χρυσόστομος είναι η αιώνια αυγή της ψυχής μου και ολοκλήρου της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Αυτός είναι το πρόσωπο του πιο αγαπητού μεσολαβητή. Αυτός είναι η πιο εύγλωττη θεόσδοτη γλώσσα του ουρανού και της γης, με την οποία γη φανερώνει στον ουρανό τους αναστεναγμούς της, τους πόνους της, τις ελπίδες της, τις προσευχές της».
     Υπάρχουν αναμφίβολα μερικά «κεκρυμμένα» μυστήρια στην ζωή του αγίου πατρός Ιουστίνου, στην σχέση του προς τον Κύριο, με τις πρεσβείες της Θεοτόκου και του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Και ο ίδιος ο άγιος Σάββας ο πρώτος Αρχιεπίσκοπος Σερβίας (11691236), όταν ήταν ακόμη νέος, μετά την Υπεραγία Θεοτόκο, πιο πολύ αγαπούσε τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, για τον οποίον έκτισε και εκκλησία, όπως και ο άγιος πατήρ Ιουστίνος έκτισε ναό του αγίου Χρυσοστόμου, ή καλύτερα του Χριστού, ο Οποίος ζούσε σε αυτόν τον άγιο και διά μέσου του οποίου ενεργούσε και ομιλούσε.
     Μια αρκετά μεταγενέστερη εμφάνιση του αγίου Ιωάννου μάς φανερώνει ένα μέρος αυτού του οικείου πνευματικού και αγίου μυστηρίου, για το οποίο ο άγιος πατέρας μας Ιουστίνος μάς άφησε περιγραφή ως γραπτή προσωπική μαρτυρία (στο εγχειρίδιό του και μικρό ιερατικό και ευχολόγιο):
     «Κατά την παραμονή της εορτής του αγίου Προφήτη Ιερεμία, 1/14 Μαΐου του έτους 1955, στην περιοχή Λέσκοβατς –σημειώνει– βλέπω τα μεσάνυκτα στο όνειρό μου τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, με χρυσόλαμπο αρχιερατικό φελώνιο και βαρύτιμο χρυσό Ευαγγέλιο στα χέρια του, να έρχεται προς εμένα κι εγώ να τρέχω να τον συναντήσω. Πέφτω μπροστά στα πόδια του και του φιλώ τα άμφια και τα πόδια. Αυτός δε, με αρχιερατική αυστηρότητα, τοποθετεί το άγιο Ευαγγέλιο στο κεφάλι μου και διαβάζει. Όταν τελείωσε την ανάγνωση, τον ρώτησα με χαρά τι διαβάζει, κι εκείνος μου απάντησε: “Από το δικό μου το Ευχολόγιο”. Αισθάνθηκα τότε μια γλυκύτατη και ανείπωτη χαρά στην ψυχή. Ξύπνησα με την ίδια διάθεση. Για πολύ διαρκούσε μέσα μου αυτή η χαροποιός αγαλλίαση και η απερίγραπτη ηδύτητα».
     Παρεμφερής με αυτήν την εμπειρία αλλά ταυτόχρονα και ανεξάρτητη είναι και η μαρτυρία ενός πνευματικού παιδιού του Αγίου Ιουστίνου, το οποίο, το φθινόπωρο του έτους 1966, είδε στο όνειρό του το παρακάτω όραμα: Βλέπει τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο στο κελλί του αρχιμανδρίτη τότε πατρός Ιουστίνου, τον άγιο Ιουστίνο να κάνει μετάνοιες και τον άγιο Χρυσόστομο να τον ευλογεί και να λέγει: “Αυτός είναι ο ικέτης μου! Αυτός είναι ο αρεστός μου!”».
     Έτσι καθοδηγείτο αυτός ο θεοφιλής και φιλόχριστος ασκητής, ο νεαρός σπουδαστής Μπλάγκογιε, πριν απ’ όλους τους άλλους οδηγούς και διδασκάλους, καθώς χειραγωγείτο με τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, ενώ παράλληλα ήταν όλος παραδομένος στον Θεάνθρωπο Χριστό, έχοντας ως ασφαλείς ποδηγέτες τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας, τους αγίους δηλαδή του Θεού, προς τους οποίους έτρεφε τέτοια αγάπη και εκτίμηση, ώστε σε αυτούς είχε αφιερώσει όλη του την ζωή, ερευνώντας και διδάσκοντας την πίστη τους, την εμπειρία τους, αλλά και την χαρμόσυνη αγγελία τους για τον Θεάνθρωπο Χριστό…

ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ 
ΠΡΩΗΝ ΕΡΖΕΓΟΒΙΝΗΣ ΚΑΙ ΖΑΧΟΥΜΙΟΥ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΙΕΦΤΙΤΣ
(1938)


Β΄. «Φέρω στον λογισμό μου τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο»


     Κάποιος αδελφός επισκέφθηκε τον μακαριστό Γέροντα Εφραίμ τον Κατουνακιώτη (1912–1998), λίγο πριν του συμβεί το εγκεφαλικό επεισόδιο, και μας είπε τα εξής:
     «Ενώ βρισκόμαστε μόνοι στο κελλί του Γέροντος Εφραίμ και με νουθετούσε, μου αποκάλυψε ότι από το πρωί δεν είχε πιει νερό και διψούσε πολύ. Εγώ αμέσως προθυμοποιήθηκα να του φέρω, και εκείνος μου είπε: “Όχι, παιδί μου· μη μου φέρεις. Στον λογισμό μου φέρω τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, που βάδιζε στην εξορία προς τα Κόμανα μέσα στον ήλιο. Ήταν άρρωστος, τον ταλαιπωρούσαν και υπέφερε από την δίψα, γιατί δεν του έδιναν νερό. Να μην υπομείνω και εγώ λίγο την δίψα, που κάθομαι ήσυχος στο κελλάκι μου; Και, πίστεψέ με, ότι αισθάνομαι την Χάρη του μεγάλου μας Πατρός, να βρίσκεται κοντά μου. Μην πεις, όμως, τίποτα στην συνοδία μου, γιατί θα στεναχωρηθούν…”.
     Βλέπετε την πρόθεση του μεγάλου αυτού ήρωα; Ενώ ήταν ασθενής και βρισκόταν στην δύση του βίου του, δεν έπαυε παρόλο το γήρας του να επινοεί τρόπους φιλοπονίας και ασκήσεως, διατηρώντας έτσι τον αρχικό του ζήλο που πάντοτε τόνιζε στους νεότερους ότι είναι βασική προϋπόθεση επιτυχίας του μοναχού…».

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΣ
(1920–2009)



[(1) Επισκόπου Αθανάσιου Γιέβτιτς:
«Βίος του Οσίου Πατρός Ιουστίνου Πόποβιτς»,
κεφ. 5ο, σελ. 36–39,
εκδόσεις Νεκτ. Παναγόπουλος,
Αθήνα, Μάϊος 20011·
(2) Αλεξίου Παναγόπουλου:
«Πατρός Ιουστίνου Πόποβιτς Βίος και Πολιτεία»,
σελ. 12, 23, 26, 30–31, «Διψώ» (αρ. 2),
Ι. Ν. Αναλήψεως, Ψαροφάϊ, Πάτρα 19951·
(3) Γέρων Ιωσήφ Βατοπαιδινός (1920–2009):
«Ο χαρισματούχος υποτακτικός,
Γέροντας Εφραίμ ο Κατουνακιώτης (1912–1998)»,
κεφ. 5ο, σελ.176,
«Ψυχωφελή Βατοπαιδινά 12»,
έκδοσις Ι. Μ. Μονή Βατοπαιδίου,
Άγιον Όρος 20011.]






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου