Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Παρασκευή 19 Ιουνίου 2020

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ

ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ

     Υστερότοκος μιας οικογένειας με επτά παιδιά, ο όσιος Παΐσιος αφιερώθηκε στον Θεό από τη μητέρα του, έπειτα από το όραμα ενός αγγέλου. Όταν ενηλικιώθηκε, μετέβη στην έρημο της Νιτρίας, κοντά τον αββά Παμβώ [18 Ιουλ.], ο οποίος και τον έκειρε μοναχό. Υπάκουος στον πνευματικό πατέρα του, όπως ακριβώς θα ήταν απέναντι στον Ίδιο τον Θεό, προόδευσε γρήγορα στην οδό της ασκήσεως. Ακολουθώντας την εντολή που του έδωσε ο αββάς Παμβώ για να τον δοκιμάσει, να κρατά πάντα σκυμμένο το κεφάλι του δίχως να κοιτά κανέναν κατά πρόσωπο, ο Παΐσιος πέρασε τρία χρόνια με το βλέμμα καρφωμένο στη γη και με το πνεύμα βυθισμένο στην προσευχή, υποτονθορύζοντας τα λόγια της Αγίας Γραφής που γίνονταν στο στόμα του γλυκύτερα κι από μέλι.

 

     Μετά την κοίμηση του αββά Παμβώ, έζησε με τον άγιο Ιωάννη τον Κολοβό [9 Νοεμ.] στο ίδιο κελλί, συμμεριζόμενος την πνευματική κατάστασή του και την ασκητική πολιτεία του. Ωστόσο, μετά από λίγο καιρό ο Παΐσιος, ανατείνοντας προς μια υψηλότερη τελειότητα, άρχισε να νηστεύει όλη την εβδομάδα, τρώγοντας μόνο το Σάββατο ψωμί και αλάτι· κατόπιν, επέκτεινε τη νηστεία του σε δύο εβδομάδες συνεχώς και κυριεύθηκε από τη σφοδρή επιθυμία να αποσυρθεί μόνος με μόνο τον μόνο Θεό. Ανταποκρινόμενος στην προσευχή του να μάθει αν η επιθυμία αυτή ήταν πραγματικά εκ Θεού, εμφανίστηκε άγγελος και έδωσε εντολή στον συνασκητή του Ιωάννη να παραμείνει στον τόπο αυτό, για να οδηγεί στην οδό της αρετής όσους θα προσέρχονταν μελλοντικά προς αυτόν, ενώ υπέδειξε στον Παΐσιο να αποσυρθεί στο δυτικό μέρος της ερήμου της Σκήτης. Φθάνοντας στον τόπο που του υπέδειξε ο άγγελος του Κυρίου, ο Παΐσιος έσκαψε ένα σπήλαιο μέσα σ’ έναν βράχο και εκεί αφιερώθηκε ολοσχερώς στην προσευχή με τέτοιον ζήλο, ώστε ο Χριστός τού εμφανιζόταν συχνά δείχνοντας την εύνοιά Του και προλέγοντας ότι η έρημος εκείνη θα γέμιζε σύντομα με ασκητές που θα έρχονταν να μιμηθούν τη βιοτή του. Του υποσχέθηκε εξάλλου ότι θα φρόντιζε για τις υλικές ανάγκες τους και θα τους προστάτευε από τις παγίδες των δαιμόνων. Ο Παΐσιος αντιστεκόταν με γενναιότητα στους πειρασμούς· και όταν παρουσιάσθηκε ένας πλούσιος Αιγύπτιος για να του προσφέρει ένα σημαντικό χρηματικό ποσό, εκείνος τον απέπεμψε χωρίς δισταγμό, διαβλέποντας ότι επρόκειτο για μια παγίδα του διαβόλου που έστησε ο διάβολος με σκοπό να απολέσει τη χάρη της ευαγγελικής πενίας.

 

     Κατά τη διάρκεια μιας έκστασης μεταφέρθηκε στον Παράδεισο, εν μέσω της Εκκλησίας των Πρωτοτόκων, και έλαβε τη χάρη να απαλλαγεί οριστικά από την ανάγκη της τροφής και να τρέφεται μόνο με τη θεία Κοινωνία που λάμβανε κάθε Κυριακή. Πέρασε έτσι εβδομήντα ολόκληρα χρόνια, μέχρι το τέλος της ζωής του, δίχως να αισθάνεται την πείνα, διότι η θεία Χάρη ερχόταν να τον ενδυναμώσει.

 

     Η ακτινοβολία της αγιότητός του απλώθηκε μακριά και μοναχοί και λαϊκοί συνέρρεαν για να του ζητήσουν να εγκαταβιώσουν κοντά του, όπως ακριβώς οι μέλισσες μαζεύονται στην κυψέλη προκειμένου να γευθούν το πνευματικό μέλι της ουράνιας διδαχής του. Με υπέρτατη σοφία και θαυμαστή διάκριση ο όσιος άφηνε άλλους να ασπασθούν ευθύς τον ερημητικό βίο, ενώ συνιστούσε σε άλλους να ζήσουν μέσα στην μοναστική κοινότητα με υποταγή και προσευχή, ο καθένας ανάλογα με τα προσωπικά μέτρα των δυνατοτήτων του. Σε όλους έδινε, ωστόσο, την απαράβατη εντολή να μην πράττουν τίποτε εξ ιδίου θελήματος, αλλά να ενεργούν σε όλα σύμφωνα με τη γνώμη του πνευματικού πατέρα τους.

     Αφού παρέδωσε τις διδαχές του σε αυτούς τους πρώτους μαθητές του, αποσύρθηκε για τρία χρόνια σε σπήλαιο βαθιά στην έρημο και έδεσε εκεί τα μαλλιά του που είχαν μακρύνει σε έναν μικρό πάσσαλο μπηγμένο ψηλά, έτσι ώστε να είναι αναγκασμένος να είναι όρθιος. Σε απάντηση της νέας αυτής βίας κατά της φύσεως, ο Χριστός εμφανίσθηκε σε αυτόν μέσα σε πλήρη δόξα και του υποσχέθηκε να συγχωρεί κάθε αμαρτωλό για τον οποίο θα μεσίτευε ο δούλος Του. Έτσι, λίγο αργότερα, ο Παΐσιος μπόρεσε να τραβήξει κυριολεκτικά από την κόλαση τη ψυχή ενός αμελούς μοναχού, χάριν του οποίου ο πνευματικός πατέρας του ήλθε να ζητήσει τη θεοπειθή προσευχή του ανθρώπου του Θεού.

 

     Παρά το γεγονός ότι προσπαθούσε να αποσύρεται όλο και πιο μακριά από τους ανθρώπους, ο Θεός τού έδωσε εντολή να επιστρέψει στην «έξω έρημο» (Νιτρία) για να διδάσκει τους μοναχούς· και υποσχόμενος σε αυτόν διπλή ανταμοιβή, του είπε χαρακτηριστικά: «Αυτός που ασκητεύει είναι δούλος Μου· ενώ εκείνος που μπαίνει στην υπηρεσία των άλλων για να τους διδάξει, είναι υιός και κληρονόμος Μου!». Μαθαίνοντας την άφιξη του Παϊσίου οι μοναχοί της Νιτρίας, έσπευσαν να τον υποδεχθούν. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Ιωάννης ο Κολοβός, ο παλαιός συνασκητής του, ο οποίος κτυπώντας την πόρτα του κελλιού του, άκουσε τον Παΐσιο να συνδιαλέγεται με κάποιο μυστηριώδες πρόσωπο· μεγάλη ήταν η έκπληξή του όταν ανακάλυψε μπαίνοντας ότι ο Γέροντας ήταν μόνος. Ο Παΐσιος τού αποκάλυψε ότι επρόκειτο για τον άγιο Κωνσταντίνο τον Μέγα [21 Μαΐου], ο οποίος είχε σταλεί από τον Θεό κοντά του για να του φανερώσει τον θαυμασμό του για τους μοναχούς και τους αγώνες τους και για να ομολογήσει ότι ο ίδιος δεν είχε αποκτήσει στον Ουρανό παρόμοια δόξα και παρόμοια οικειότητα με τον Θεό όσο αυτοί. Τέλος, ο αυτοκράτορας και ισαπόστολος της Εκκλησίας μας, πρόσθεσε με κάθε ειλικρίνεια και ευθύτητα ότι είχε μετανιώσει που όσο ζούσε επί γης δεν εγκατέλειψε την ένδοξη πορφύρα για το τραχύ ένδυμα των ταπεινών πλην θεοφόρων μοναχών.

 

     Ο αββάς Ποιμήν [27 Αυγ.], ενώ ήταν ακόμη νέος, ήλθε να επισκεφθεί τον άνθρωπο του Θεού μαζί με τον άγιο Παύλο τον Θηβαίο [15 Ιαν.], ο οποίος ήταν φίλος του Παϊσίου· αλλά κυριευμένος από φόβο, δεν τόλμησε να διαβεί το κατώφλι. Καταλαβαίνοντας ότι έμενε απ’ έξω, ο όσιος Παΐσιος τού είπε να εισέλθει, τον ασπάσθηκε με αγάπη και προέβλεψε ότι θα γινόταν ένας φωστήρας της ερήμου και αιτία σωτηρίας για πολλούς. Με βάση αυτό το γεγονός, ας σημειωθεί ότι ο ελληνικός Βίος θέλει τον Παΐσιο σύγχρονο των πρώτων μοναχών της Αιγύπτου, ενώ οι ανατολικές πηγές τον τοποθετούν, περισσότερο ευλογοφανώς, στην τρίτη γενιά των μοναχών της Σκήτης.

 

     Ενώ ο όσιος Παΐσιος ζούσε απομονωμένος, οι μαθητές του είχαν συγκροτήσει στα πλησιόχωρα ένα είδος κοινότητας ερημιτών. Με τη μεγάλη πείρα που είχε στους πνευματικούς αγώνες, διόρθωνε τις πλάνες τους, τους παρότρυνε σε συνεχή μετάνοια και τους βοηθούσε να διακρίνουν ανάμεσα στους πειρασμούς των δαιμόνων και στους λογισμούς που υπέβαλλαν τα ίδια τους τα πάθη.

 

     Μάλιστα, με την προσευχή του μια μέρα έδεσε τον δαίμονα και τον εμπόδισε να πειράζει πλέον τους αδελφούς που ήσαν υπερβολικά αδύναμοι για να αγωνισθούν εναντίον του. Μια άλλη φορά, υπό την απειλή του οσίου, ο πονηρός ομολόγησε ότι δεν πολεμούσε τους αρχάριους, γιατί η θεία Χάρη και ο ζήλος τους τούς προστάτευαν αρχικά, αλλά περίμενε καρτερικά την ώρα που θα άρχιζαν σταδιακά να πέφτουν στην αμέλεια, για να τους πιάσει μετά άκοπα στα δίχτυα του.

     Ερωτούμενος ποια ήταν η μεγαλύτερων των αρετών, ο όσιος απάντησε: «Αυτή που πραγματοποιείται εν τω κρυπτώ». Σε έναν άλλον αδελφό που του έθεσε την ίδια ερώτηση, αποκρίθηκε: «Η μεγαλύτερη αρετή είναι να ακολουθεί κανείς τη συμβουλή του άλλου και όχι το δικό του θέλημα». Όσο για τον ίδιο, όταν βρισκόταν μεταξύ των αδελφών, δεν άφηνε να αποκαλυφθεί τίποτα από την ασκητική πολιτεία του· κι αν γινόταν γνωστή και φανερή κάποια ασκητική πρακτική του, ευθύς την εγκατέλειπε ανενδοίαστα για να αποφύγει έτσι την εκτίμηση και τον έπαινο των ανθρώπων.

 

     Μια μέρα, καθώς προσευχόταν μέσα στο κελλί του, του φανερώθηκε ο Χριστός μαζί με δύο αγγέλους Του· και ο όσιος Παΐσιος, μιμούμενος κατά πάντα τον πατριάρχη Αβραάμ που υποδέχθηκε και φιλοξένησε τον Τριαδικό Θεό με τη μορφή και παρουσία των Τριών Αγγέλων (Γεν. 18, 4), Του ένιψε με ευλάβεια τα πανάχραντα πόδια Του. Ο Κύριος τότε τον ευλόγησε και του είπε: «Ειρήνη σε σένα, εκλεκτέ δούλε Μου!». Ένας από τους μαθητές του, που ήταν μεν απών εκείνη την ιερότατη στιγμή αλλά κατέφθασε αργότερα, αρνήθηκε να δοκιμάσει και να πιει το παναγιασμένο νερό που χρησίμευσε για τη νίψη των Δεσποτικών ποδιών. Ο άγιος τον έστειλε τότε στον τάφο τριών αγίων ανθρώπων που ήσαν προικισμένοι με το χάρισμα της προφητείας και ένας από αυτούς αναστήθηκε μόνο και μόνο για να τον παροτρύνει στην αγόγγυστη και αδιάκριτη πλέον υπακοή. Ο μαθητής μετανόησε τότε πικρά για τη φρικτή ανυπακοή του, που του είχε στερήσει την υπέρτατη ευλογία και χάρη της γεύσεως των θείων απολουσμάτων.

 

     Φθάνοντας σε προχωρημένη ηλικία ο όσιος Παΐσιος, μετέβη στον αββά Παύλο και πέρασαν για ένα διάστημα μαζί. Σαν νεαρός αρχάριος, παρακινούσε τον άλλον Γέροντα σε άμιλλα ως προς τον ζήλο, προκειμένου να προσθέσουν νέες αναβάσεις στην προσευχή, για όσο καιρό ακόμη θα τους έδινε ο Κύριος τη δύναμη. Κατόπιν, επιστρέφοντας στην έρημό του, εκοιμήθη εν ειρήνη, προλαβαίνοντας τον άγιο Παύλο στις αυλές των δικαίων. Λέγεται ότι ο αββάς Ισίδωρος, μαθαίνοντας την εκδημία του, ήλθε να πάρει το λείψανο του ανθρώπου του Θεού, για να το μεταφέρει στην Πισιδία. Όταν το πλοίο, στο οποίο το είχε βάλει, έφθασε κοντά στον τάφο του οσίου Παύλου, ακινητοποιήθηκε. Ένας διορατικός ερημίτης εξήγησε ότι αυτό ήταν σημείο εκ Θεού, που υποδείκνυε ότι έπρεπε να πάρουν επίσης μαζί τους και το σώμα του Παύλου. Έτσι, ανταμωμένοι κατά σάρκαν και μετά θάνατον, οι δύο όσιοι κατατέθηκαν σε ένα μοναστήρι στην Πισιδία, όπου επιτέλεσαν πλήθος θαυμάτων. Παρ’ όλ’ αυτά, δεν είναι γνωστές άλλες μαρτυρίες για την τιμή των δύο μεγάλων Αιγυπτίων οσίων στη χώρα της Πισιδίας.

—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—

Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.

ἔνσαρκος ἄγγελος, τῶν Μοναστῶν κορωνίς, ὁ ἄσαρκος ἄνθρωπος, τῶν οὐρανῶν οἰκιστής, ὁ θεῖος Παΐσιος, χαίρει τῇ αὐτοῦ μνήμῃ, σὺν ἡμῖν ἑορτάζων, νέμει τοῖς κοπιῶσι, διὰ αὐτὸν θείαν χάριν· διὸ ἐν προθυμίᾳ πολλῇ, τοῦτον τιμήσωμεν.

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—

Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ ὑπερμάχῳ.

ς τῆς ἐρήμου πολιοῦχον καὶ κοσμήτορα, καὶ τῶν Ὁσίων ἐγκαλλώπισμα καὶ σέμνωμα, μακαρίζομέν σε πάντες Θεοῦ θεράπον· σὺ γὰρ ὤφθης ἐκ παιδὸς ὅλος θεόληπτος, καὶ προσφόρως τῇ σῇ κλήσει πεπολίτευσαι, διὸ κράζομεν, χαίροις Πάτερ Παΐσιε.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—

Τῷ Χριστῷ ἐκ βρέφους ἀνατεθείς, ηὔξησαι εἰς μέτρον, ἡλικίας πνευματικῆς, καὶ τῶν ἐν ἐρήμῳ, στῦλος φωτὸς ἐφάνης, Παΐσιε παμμάκαρ, Αἰγύπτου βλάστημα.


 

 

[ Ιερομονάχου Μακαρίου

Σιμωνοπετρίτου:

«Νέος Συναξαριστής

της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·

Τόμος (Ιούνιος),

σελ. 226–230.

Διασκευή εκ του Γαλλικού:

Ξενοφών Κομνηνός.

Θεώρηση κειμένου:

Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.

Εκδόσεις «Ίνδικτος».

Αθήνα, Φεβρουάριος 2008.

Επιμέλεια ανάρτησης:

π. Δαμιανός. ]








Επιτρέπεται

η αναδημοσίευση των αναρτήσεων

από το «Ειλητάριον»,

αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα

ως πηγή προέλευσης.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου