Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Τρίτη 25 Ιουνίου 2019

«ΦΑΝΕΡΩΣΕΣ ΤΗ ΧΑΡΗ ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΚΡΥΜΜΕΝΗ ΜΕΣΑ ΣΟΥ»

«ΦΑΝΕΡΩΣΕΣ ΤΗ ΧΑΡΗ
ΠΟΥ ΗΤΑΝ ΚΡΥΜΜΕΝΗ ΜΕΣΑ ΣΟΥ»


1.  Το Συναξάρι της Αγίας Φεβρωνίας

     Κατά τους χρόνους της βασιλείας του Διοκλητιανού, ο έπαρχος της Ρώμης, Άνθιμος, αρρώστησε βαριά και εμπιστεύθηκε στον γιο του Λυσίμαχο στον αδελφό του Σελήνο. Τρεις μέρες μετά τον θάνατο του Ανθίμου, ο αυτοκράτορας κάλεσε τον νεαρό Λυσίμαχο και του ανήγγειλε ότι σχεδίαζε να τον κάνει έπαρχο της Ρώμης υπό τον όρο να του αποδείξει την αφοσίωσή του μεταβαίνοντας στην Ανατολή για να διώξει τους χριστιανούς, επειδή κυκλοφορούσαν φήμες ότι τους υποστήριζε λόγω της επιρροής της μητέρας του. Ο Λυσίμαχος δεν μπόρεσε να φέρει αντίρρηση και ξεκίνησε μαζί με τον θείο του επικεφαλής ισχυρού αποσπάσματος. Φθάνοντας στην Παλμύρα, στα σύνορα Συρίας και Μεσοποταμίας, ο Σελήνος θανάτωσε με τον άγριο τρόπο πολλούς χριστιανούς και έτσι απέκτησε σε όλη την Ανατολή τη φήμη αιμοσταγούς τυράννου. Ο Λυσίμαχος, που στην πραγματικότητα αισθανόταν βαθιά συμπάθεια για τους χριστιανούς, ένιωσε μεγάλη θλίψη για την εκστρατεία αυτή και συνέστησε στον ανιψιό του Πρίμο, που διοικούσε το στρατιωτικό απόσπασμα, να ειδοποιεί τους χριστιανούς για την άφιξή τους όπου κι αν πήγαιναν, έτσι ώστε να έχουν τη δυνατότητα να διαφύγουν.

     Στη Νίσιβη βρισκόταν τότε μονή, όπου πενήντα παρθένες αφιερωμένες στον Κύριο έδιναν καθημερινά τον αγώνα της αρετής υπό την καθοδήγηση της σοφής Βρυένης. Μεταξύ των μαθητριών της διακρινόταν ιδιαίτερα η Φεβρωνία, ανιψιά της, ηλικίας είκοσι ετών, η οποία είχε μεγαλώσει από μικρή παιδούλα στη μονή και ήταν προικισμένη με εξαιρετική ομορφιά, την οποία λάμπρυνε ακόμη περισσότερο η χάρη των αρετών της. Μια μέρα, μια νεαρή κόρη ειδωλολάτρισσα ευγενικής καταγωγής, η Ιερεία, παρουσιάστηκε στη μονή και ζήτησε να μιλήσει με τη Φεβρωνία. Η συνομιλία με τη νεαρή μοναχή γέννησε τόσο μεγάλη συγκίνηση στην καρδιά της, ώστε έμεινε άγρυπνη όλη νύχτα χύνοντας ποταμούς δακρύων. Όταν γύρισε στο σπίτι της, η Ιερεία διηγήθηκε την επίσκεψή της στη μονή και παρότρυνε τους γονείς της να δεχθούν το χαρμόσυνο μήνυμα της Σωτηρίας.


     Λίγο αργότερα, καθώς ο Σελήνος ετοιμαζόταν να εισέλθει στη Νίσιβη, οι χριστιανοί ειδοποιημένοι από τον Πρίμο έφυγαν να κρυφτούν στις σπηλιές και στα βουνά. Η Φεβρωνία, παίρνοντας τον λόγο, αναφώνησε: «Στ’ όνομα του Χριστού, του ζώντος Θεού, τον Οποίο μνηστεύθηκα, με τίποτε στον κόσμο δεν θα εγκαταλείψω τον τόπο αυτό!». Η Βρυένη επέτρεψε στην κάθε μία μοναχή της συνοδείας της να πράξει κατά συνείδηση και, καθώς όλες οι μοναχές ενέδωσαν μπροστά στην αδυναμία της φύσεως, έμεινε μόνη μαζί με την Φεβρωνία και με μία ακόμη αδελφή ονόματι Θωμαΐδα. Τρέμοντας για τη νεαρή Φεβρωνία, καθώς αναλογιζόταν τα ανοσιουργήματα που οι διώκτες δεν θα παρέλειπαν να διαπράξουν κατά της λεπτής ομορφιάς της, υπενθύμισε σε αυτήν την καρτερία που λίγο πριν είχαν επιδείξει στα βασανιστήρια οι άγιες Λιβύη, Λεωνίς και Ευτροπία [25 Ιουν.].

     Το πρωί ο Σελήνος διέταξε να ρίξουν στη φυλακή όσους χριστιανούς έβρισκαν και να τους υποβάλουν σε βασανιστήρια. Στρατιώτες εισέβαλαν στο μοναστήρι σπάζοντας τις πόρτες και μη βρίσκοντας παρά μόνο τρεις μοναχές, απείλησαν με τα ξίφη τους τη Βρυένη για να αποκαλύψει πού βρίσκονται οι άλλες μαθήτριές της. Η Φεβρωνία όμως έπεσε στα πόδια τους ικετεύοντάς τους να τη σκοτώσουν πρώτη, για να γλιτώσει από το θέαμα του θανάτου της εν Χριστώ μητρός της. Εν τω μεταξύ έφθασε ο Πρίμος στο μοναστήρι, έδιωξε τους στρατιώτες και μαθαίνοντας ότι οι υπόλοιπες μοναχές είχαν διαφύγει, συμβούλευσε τη Βρυένη και τις συμμονάζουσές της να πράξουν το ίδιο. Επιστρέφοντας στο πραιτόριο, ανέφερε στον Λυσίμαχο ότι είχε δει στο μοναστήρι μία παρθένο ασύγκριτης ωραιότητας και του πρότεινε να τη διαλέξει για γυναίκα του. Ο Λυσίμαχος όμως απάντησε ότι έχοντας λάβει από τη μητέρα του την εντολή να μην κακομεταχειρίζεται τους χριστιανούς, είχε έναν λόγο παραπάνω να μην προσβάλει μία παρθένο αφιερωμένη στον Θεό, αλλά αντίθετα να κάνει τα πάντα για να την προστατεύσει.


     Ο Σελήνος μαθαίνοντας τα συμβάντα από τους στρατιώτες του, οι οποίοι εγκωμίασαν με τη σειρά τους την ομορφιά της Φεβρωνίας, τους έστειλε να του φέρουν την παρθένο, χωρίς να επιτρέψουν στις άλλες μοναχές να τη συνοδεύσουν. Η Θωμαΐς ωστόσο κατάφερε να ακολουθήσει τη συνοδεία ντυμένη ως άνδρας. Όταν παρουσίασαν τη Φεβρωνία στο αμφιθέατρο, όπου είχε συγκεντρωθεί μέγα πλήθος, ο άρχοντας γοητευμένος από τα θέλγητρά της, άφησε κατά μέρος τις κατηγορίες που είχε να της απαγγείλει και πρότεινε σε αυτή να την παντρέψει με τον ανιψιό του Λυσίμαχο, με την υπόσχεση να γνωρίσει μεγάλη δόξα στη Ρώμη. Η αγία όμως απάντησε με παρρησία ότι ήταν ταγμένη σε έναν αθάνατο Νυμφίο, ο Οποίος την περίμενε στο παλάτι Του στον ουρανό και τον διαβεβαίωσε ότι τίποτε στη γη δεν θα μπορούσε να την κάνει να Τον απαρνηθεί. Εξοργισμένος ο Σελήνος διέταξε να την περιφέρουν γυμνή προς δημόσιο εμπαιγμό. Έχοντας νικήσει την προπατορική ντροπή και έχοντας παράλληλα ενδυθεί τον νέο Άνθρωπο, η Φεβρωνία διαβεβαίωσε τον τύραννο ότι ήταν έτοιμη, σαν γενναίος και ακατάβλητος αθλητής, να αρχίσει τον αγώνα κατά του διαβόλου και των συνεργών του. Τέσσερεις άνδρες την τέντωσαν πάνω από τη φωτιά στην οποία είχαν ρίξει λάδι, ενώ άλλοι τέσσερεις τη μαστίγωναν ανελέητα, παρά τις κραυγές του πλήθους που ζητούσαν χάρη για την εύθραυστη κόρη. Αντιθέτως ο Σελήνος είπε να την κτυπήσουν ακόμη πιο σκληρά και οι δήμιοι την άφησαν ημιθανή. Μόλις συνήλθε, η αγία εξέφρασε την περιφρόνησή της για τους ειδωλολάτρες και την παρέδωσαν εκ νέου στους στρατιώτες οι οποίοι της ξέσχισαν τα πλευρά. Κατόπιν, της ξερίζωσαν τα δόντια ένα-ένα και καθώς παρέμενε ακλόνητη της απέκοψαν τους μαστούς, εν συνεχεία δε, της έκαψαν το στήθος. Η Ιερεία που ήταν παρούσα ανάμεσα στο πλήθος έβγαλε κραυγές αγανάκτησης και υπερασπίσθηκε την αγία. Αμέσως τη συνέλαβαν, φοβούμενος όμως την υψηλή κοινωνική θέση της και τις αντιδράσεις του κόσμου, ο Σελήνος δεν την υπέβαλε σε βασανιστήρια, αλλά για να δείξει πόσο καταφρονούσε τις διαμαρτυρίες της πρόσταξε ευθύς να κόψουν τα δύο χέρια και το πόδι της Φεβρωνίας. Η αγία προσέφερε τα χέρια της στο ξίφος, αλλά καθώς ο δήμιος απέτυχε τρεις φορές να κόψει το πόδι της, της προκάλεσε τέτοιον ανυπόφορο πόνο που του έτεινε και το άλλο πόδι της στο κούτσουρο παρακαλώντας τον να τελειώσει το συντομότερο. Εκείνος το έκανε και καθώς η αγία ψυχομαχούσε μπροστά στον άρχοντα, εκείνος έδωσε εντολή να την αποκεφαλίσουν καθώς βιαζόταν να πάει να δειπνήσει.

     Επιστρέφοντας στο παλάτι του, ο Σελήνος έχασε τα λογικά του και κτυπώντας το κεφάλι του σε μια κολόνα έπεσε νεκρός. Όσο για τον Λυσίμαχο, ήταν απαρηγόρητος για τον θάνατο της αγίας. Έστειλε στρατιώτες να περισυλλέξουν τα τίμια λείψανά της και να τα μεταφέρουν στη μονή, όπου η Βρυένη και οι μοναχές τα δέχθηκαν θρηνώντας γοερά. Κατόπιν, εγκαταλείποντας την περιουσία και τη σταδιοδρομία του, παρουσιάσθηκε στο μοναστήρι ακολουθούμενος από τον Πρίμο και πλήθος στρατιωτών. Αφού έλαβαν το άγιο Βάπτισμα, εκάρησαν μοναχοί. Η Ιερεία επίσης βαπτίσθηκε με όλη την οικογένειά της και έγινε μοναχή στο μοναστήρι της Βρυένης.


     Κάθε χρόνο που τελούνταν η μνήμη της, η αγία Φεβρωνία εμφανιζόταν στο χορό ανάμεσα στις αδελφές της, αν όμως κανείς σκεφτόταν να την αγγίξει ή να της απευθύνει τον λόγο αμέσως γινόταν άφαντη. Όταν ο επίσκοπος του τόπου ανήγειρε νέο ναό προς τιμήν της αγίας, ζήτησε να μεταφερθούν εκεί τα λείψανά της. Ένας σεισμός όμως συνοδευόμενος από κεραυνούς απώθησε μακριά όσους είχαν τολμήσει να πλησιάσουν τη λειψανοθήκη της, φανερώνοντας έτσι τη θέληση της αγίας Φεβρωνίας να παραμείνει στη μονή της. Μονάχα ένα δόντι της στάθηκε δυνατό να πάρουν και μόλις κατατέθηκε στον καινούργιο ναό επιτέλεσε πλήθος θαυμάτων.

     Ίσως θα πρέπει να επισημανθεί για το τέλος ότι υπάρχει ένας βέβαιος αλλά ακατηγόρητος αναχρονισμός στον κορμό του κειμένου του συναξαρίου της αγίας, μια και ο μοναχισμός δεν είχε εμφανισθεί ακόμη την εποχή εκείνη, τουλάχιστον επίσημα. Πρέπει όμως να σημειώσουμε ότι ήδη από τον 3ο αιώνα μια πρώιμη μορφή μοναχισμού είχε όντως αναπτυχθεί στη Μεσοποταμία, που συνίστατο κυρίως σε παρθένες αφιερωμένες στον Θεό που ζούσαν κατά κανόνα κοντά σε έναν επίσκοπο.

—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος γ΄. Τὴν ὡραιότητα.
ς τῆς ἀσκήσεως, ῥόδον ἡδύπνευστον, ὀσμὴν ἀθλήσεως, τῷ κόσμῳ ἔπνευσας, εἰς ὀσμὴν μύρων τοῦ Χριστοῦ, δραμοῦσα ἀσχέτῳ πόθῳ· ὅθεν ὡς παρθένον σε, καὶ Ὁσίαν καὶ Μάρτυρα, θαυμαστῶς ἐδόξασε, Φεβρωνία ὁ Κύριος· ᾧ πρέσβευε ὑπὲρ τῶν βοώντων· χαῖρε σεμνὴ Ὁσιομάρτυς.

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—
Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Παρθενίας χάρισι, καὶ μαρτυρίου τῷ κάλλει, κοσμηθεῖσα ἔνδοξε, ὡς πανακήρατος νύμφη, ἔδραμες, λαμπαδηφόρος τῷ σῷ Νυμφίῳ, ἔστεψαι, τῆς ἀφθαρσίας τῇ εὐπρεπείᾳ, καὶ πρεσβεύεις Φεβρωνία, ὑπὲρ τῶν πίστει ὑμνολογούντων σε.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—
Χαίροις Φεβρωνία πανευκλεής, Ὁσίων ἡ δόξα, καὶ Μαρτύρων ἡ καλλονή· ἐν γὰρ ἀμφοτέροις, ἀθλήσασα νομίμως, εἰκότως καὶ βραβείων, διπλῶν ἠξίωσαι.


2.  «Φανέρωσες τη χάρη
που ήταν κρυμμένη μέσα σου!»
—Λόγος στην εορτή της Αγίας Φεβρωνίας—

     Σήμερα γιορτάζουμε την Αγία Φεβρωνία· τη χάρη και την ευλογία της να έχουμε όλοι.

     Αυτό που μου έκανε πολλή εντύπωση είναι εκείνο που λέει στο Δοξαστικό των Αίνων, εκεί στην Ακολουθία της Αγίας· «Φανέρωσες τη χάρη που ήταν κρυμμένη μέσα σου». Και αναλογίστηκα τα εξής: Ήρθε η ώρα του διωγμού, ήρθε η ώρα της δοκιμασίας… Ασφαλώς, δεν είναι όλη μας η ζωή η ώρα του διωγμού, η ώρα της δοκιμασίας, η ώρα της θλίψεως. Θα έλεγα ότι για τον καθένα και την καθεμιά μας ο Θεός έχει κάποια ώρα που θα την ταρακουνήσει, που θα την ταρακουνήσει γερά-γερά. Βέβαια, μπορεί να ’ρθει και μια ώρα κοινής θλίψεως και μια ώρα κοινού πειρασμού. Θα έλεγα ότι στην κάθε ύπαρξη, εκείνη η ώρα είναι η ώρα για την οποία εργαζόμαστε σε όλη μας τη ζωή, για την οποία προσευχόμαστε σε όλη μας τη ζωή, για την οποία ασκούμαστε, για την οποία γυμναζόμαστε πνευματικά, για την οποία και πάσχουμε εκούσια σε όλη μας τη ζωή. Γιατί εκείνη την ώρα δεν είναι εκούσια άσκηση, αλλά είναι ακούσιος πειρασμός που έρχεται «για να μας αλέσει σαν το σιτάρι» (Λουκ. 22, 32).

     Η Αγία Φεβρωνία, εκείνη την ώρα του μαρτυρίου της, «φανέρωσε τη χάρη που ήταν κρυμμένη μέσα της». Αναλογίστηκα, λοιπόν: πρέπει να συσσωρεύσουμε χάρη από τον εκούσιο πόνο, από τη βία που ασκούμε στον εαυτό μας για να είμαστε σε όλα ευάρεστοι στον Θεό, να είμαστε στο θέλημα του Θεού, να είμαστε στην υπακοή του Θεού. Εάν δεν συσσωρεύσουμε χάρη και ευλογία από τον Θεό και την προστασία του Θεού και, αν θέλετε, τη συνεργία του Θεού, εκείνη την ώρα της θλίψεως και της δοκιμασίας, ποια «κρυμμένη χάρη» θα έχουμε να φανερώσουμε; …


     «Φανέρωσες τη χάρη που ήταν κρυμμένη μέσα σου»! Που σημαίνει ότι η ώρα της δοκιμασίας ήταν η απόδειξη της εμφάνισης της κρυμμένης χάριτος.

     Να ευχηθώ σε όλους και σε όλες σας και στον εαυτό μου, να είναι όλη μας η ζωή, όσο επιτρέψει ο Θεός, τέτοια, που να είναι η ύπαρξή μας ένας συσσωρευτής χάριτος· να είναι η ζωή μας τέτοια, που να έχουμε την ενέργεια του Θεού και να έχουμε τη δυνατότητα να αντλούμε συνεχώς από τον Θεό ευλογία και χάρη. Να μαζεύουμε χάρη, ούτως ώστε την ώρα που θα έχουμε δοκιμαστεί ή τη συγκεκριμένη προσωπική ώρα ή την ώρα που όλοι και όλες μαζί θα δοκιμαστούμε, θα δείξει ο καθένας τη χάρη που μάζεψε σε όλη του τη ζωή. Δεν ξέρουμε τι θα επιτρέψει ο Θεός. Με πολλή εμπιστοσύνη στεκόμαστε μπροστά στον Θεό, αλλά θα έρθει η ώρα που θα κριθούμε και θα κληθούμε να δείξουμε, είτε προσωπικά είτε γενικά, «τη χάρη που είναι κρυμμένη μέσα μας». Θα βρεθεί μια τέτοια χάρη μέσα μας; Εύχομαι να βρεθεί πλουσιοπάροχα σε όλους και σε όλες μας.

ΦΕΒΡΩΝΙΑ ΜΟΝΑΧΗ
ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΗ Ι. ΜΟΝΗΣ
ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΠΑΝΟΡΑΜΑΤΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
(1949–2008)




[ (1) Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμος 10ος (Ιούνιος),
σελ. 289–292.
Θεώρηση κειμένου:
Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·
Αθήναι, Φεβρουάριος 2008.
(2) Φεβρωνίας Μοναχής:
«Ομιλίες στην τράπεζα της Μονής»·
Κεφ. 3ο, σελ. 21–23.
Έκδοσις
Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου
Παροράματος Θεσσαλονίκης·
Πανόραμα, Μάιος 2018.
Επιμέλεια ανάρτησης:
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου