Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2014

ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ

ΑΓΙΟΣ ΣΠΥΡΙΔΩΝ Ο ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΣ


     Σχετικά με τον άγιο Σπυρίδωνα, τόσο μεγάλη καθαρότητα βίου υπήρχε στον βοσκό αυτόν, ώστε να αξιωθεί να γίνει ποιμενάρχης μιας από τις πόλεις της Κύπρου, της Τριμυθούντος. Σ’ αυτόν έλαχε ο κλήρος να γίνει επίσκοπος και, επειδή δεν είχε καθόλου υπερηφάνεια, παράλληλα προς την επισκοπή, έβοσκε και τα πρόβατα.

1. «Για να μην πάει χαμένο το ξενύχτι»

     Κάποια λοιπόν μεσάνυχτα όρμησαν κρυφά κλέφτες στη μάνδρα των προβάτων του και κοίταγαν πώς να κλέψουν τα πρόβατα. Ο Θεός όμως που φυλάγει τον ποιμένα, έσωσε και τα πρόβατα. Γιατί οι κλέφτες δέθηκαν από κάποια αόρατη δύναμη στη μάνδρα, ώσπου ξημέρωσε και ήλθε και ο ποιμένας στα πρόβατα. Μόλις τους βρήκε ακίνητους με τα χέρια οπισθάγκωνα, κατάλαβε τι συνέβη. Προσευχήθηκε τότε και τους έλυσε με την προσευχή του. Και δίνοντάς τους πολλές νουθεσίες να φροντίζουν να ζουν με δίκαια μέσα, με τίμιους κόπους και όχι με αδικίες, τους άφησε ελεύθερους χαρίζοντάς τους κι από ένα κριάρι. Και χαριτολογώντας, πρόσθεσε: «Για να μην πάει χαμένο το ξενύχτι σας!».

2. Για τη θυγατέρα του την Ειρήνη

     Έλεγαν γι’ αυτόν πάλι τον άγιο ότι είχε μία θυγατέρα παρθένο, ευλαβή σαν τον πατέρα της, με το όνομα Ειρήνη. Ένας δικός της γνωστός, της έδωσε ένα πολύτιμο κόσμημα να του το φυλάξει. Κι αυτή για να το ασφαλίσει καλύτερα, έκρυψε τον θησαυρό μέσα στη γη. Μετά όμως από λίγο καιρό έφυγε από τον κόσμο αυτό η κόρη.
     Πέρασε κάποιο χρονικό διάστημα και παρουσιάζεται αυτός που είχε δώσει τον θησαυρό. Μη βρίσκοντας την θυγατέρα του, τα έβαλε με τον πατέρα της, τον άγιο Σπυρίδωνα, άλλοτε απειλώντας τον και άλλοτε παρακαλώντας τον.
     Και επειδή ο Γέροντας θεωρούσε ως συμφορά τη ζημιά που έπαθε αυτός που έδωσε τον θησαυρό, ήρθε στον τάφο της θυγατέρας του και ζητούσε απ’ τον Θεό να του δείξει πρόωρα την ανάσταση που Αυτός έχει υποσχεθεί. Και, να, που δεν διαψεύδεται· γιατί εμφανίζεται αμέσως ζωντανή η παρθένος στον πατέρα της και αφού του έδειξε τον τόπο, όπου βρισκόταν το κόσμημα, έφυγε πίσω πάλι. Έτσι πήρε ο άγιος τον θησαυρό και τον έδωσε σε αυτόν που τον ζητούσε.

3. Η κατσίκα που δεν αγοράστηκε

     Πήγε κάποτε ένας στον άγιο Σπυρίδωνα για να αγοράσει εκατό κατσίκες από το κοπάδι του. Ο όσιος τού ζήτησε πρώτα τα χρήματα και αυτός του έδωσε μόνο για τις ενενήντα εννιά και κράτησε το αντίτιμο της μίας, νομίζοντας ότι θα διαφύγει τούτο από εκείνον τον απλοϊκό και φιλήσυχο.
     Όταν μπήκαν και οι δύο στο μαντρί, ο άγιος του είπε να πάρει τόσες κατσίκες, όσες πλήρωσε· αυτός όμως ούτε έτσι κατάλαβε, αλλά έβγαλε εκατό από το μαντρί. Μία λοιπόν από τις κατσίκες, σαν καλή υπηρέτρια, καταλαβαίνοντας ότι δεν την πούλησε ο κύριός της, στράφηκε γρήγορα και ξαναμπήκε στο μαντρί. Αυτός ο αναιδής όμως την ξανάβγαλε και την τραβούσε με τη βία. Τούτο το αξιοθαύμαστο έγινε δύο και τρεις φορές: η κατσίκα γύριζε πίσω, ενώ αυτός την τραβούσε με δύναμη και οργή.
     Τι έγινε λοιπόν; Καθώς ο αγοραστής με τον τρόπο αυτό τίποτε δεν πετύχαινε, την άρπαξε από κάτω και την έβαλε στους ώμους για να την πάρει. Η κατσίκα τότε άρχισε να βελάζει δυνατά και άγρια και να τον χτυπά με τα κέρατα στο κεφάλι, διαλαλώντας έτσι φανερά τη βίαιη απαγωγή και τιμωρώντας, θα λέγαμε, τον πλεονέκτη για την ανομολόγητη αδικία. Το αξιοθαύμαστο αυτό θέαμα άφησε κατάπληκτους όσους ήταν εκεί, γιατί δεν μπορούσαν να το εξηγήσουν.
     Ο άγιος, μη θέλοντας να ελέγξει φανερά τον άδικο, του είπε χαμηλόφωνα: «Κοίταξε, παιδί μου, μήπως το ζώο δεν τα κάνει αυτά άσκοπα και δεν δυσαρεστείται για την απαγωγή χωρίς λόγο, αλλά επειδή εσύ ξέχασες να δώσεις και το δικό του αντίτιμο;». Εκείνος τότε ένιωσε τύψεις και συλλογίστηκε και συναισθάνθηκε τι έκανε· το ομολόγησε λοιπόν και ζήτησε συγνώμη. Έπειτα πλήρωσε και της μίας κατσίκας το αντίτιμο, οπότε εκείνη έπαψε πια να βελάζει και να αντιστέκεται και ακολούθησε ήσυχα και τις άλλες. Γιατί, καθώς λένε, ο άγιος, με το να είναι πολύ ενάρετος και απαλλαγμένος από την υπερηφάνεια, ασκούσε θεάρεστα τα επισκοπικά καθήκοντα, συγχρόνως όπως φρόντιζε και τα ζώα του.  


ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΖΩΗ


1. «Γιατί δεν δίνεις λίγο λάδι;»

     Ο γερο–Κωνστάντιος ο Αγιοπαυλίτης για ένα διάστημα έμενε στο Κάθισμα του Αγίου Σπυρίδωνος. Εκεί, συνέβη κάποτε να του τελειώσει το λάδι και ζήτησε από τον Δοχειάρη, αλλά εκείνος δεν του έδωσε. Πήγε ο γερο–Κωνστάντιος στον Άγιο Σπυρίδωνα, προσευχήθηκε στενοχωρημένος και ο Άγιος ανέλαβε να τακτοποιήσει το θέμα. Τη νύχτα εμφανίστηκε στον Δοχειάρη αγριεμένος, ενώ αυτός κοιμόταν, και του είπε: «Γιατί δεν δίνεις λίγο λάδι στον γερο–Κωνστάντιο για να μου ανάβει το καντήλι; Δεν μπορώ να το βλέπω σβηστό». Τρομαγμένος, ξύπνησε και πήγε μόνος του το λάδι ζητώντας συγχώρεση από τον γερο–Κωνστάντιο.
     Σε αυτό το Κάθισμα του Αγίου Σπυρίδωνος θεραπεύτηκε κι ένας δαιμονισμένος καλόγερος με την βοήθεια του Αγίου. Το δαιμόνιο φώναζε ότι τον καίει ο άγιος Σπυρίδων και βγαίνοντας από τον καλόγερο έπεσε μέσα σε μία στέρνα· και το νερό πετάχτηκε έξω, σαν να έγινε έκρηξη.

2. «Αν θέλετε, να σας δώσω και καπάρο»

     Κάποτε, στο Κουτλουμουσιανό Κελλί του Αγίου Σπυρίδωνος το «Κερκυραίικο» ενώ είχε πλησιάσει η εορτή του Αγίου, δεν είχαν βρει ακόμη ψάρια, και οι Πατέρες ανησυχούσαν. Τα Καλογέρια έλεγαν στον Γέροντα να αγοράσουν βακαλάο, μια που δεν βρήκαν ψάρια. Ο Γέροντας, τους έλεγε:
     –Κάντε υπομονή! Ο Άγιος Σπυρίδων θα μας φέρει ψάρια...
     Και συνέχεια έκανε κομποσχοίνι.
     Ενώ είχαν χάσει πια την υπομονή τους, τα Καλογέρια, και ήταν καταστενοχωρημένα, γιατί η ώρα είχε πλησιάσει και έπρεπε να μαγειρέψουν, ακούνε ξαφνικά να χτυπάν την πόρτα. Ανοίγουν, και τι να δουν! Δύο ψαράδες με δυο πανέρια γεμάτα ψάρια να ζητάνε τον Γέροντα.
     Φώναξαν οι υποτακτικοί τον Γέροντα, αλλ’ οι ψαράδες είπαν:
     –Δεν είναι αυτός ο Γέροντας! Σ’ εμάς ήρθε ένας άλλος Γέροντας και μας είπε: «Να πάτε τα ψάρια στο Κελλί του Αγίου Σπυρίδωνος, που πανηγυρίζει, και θα πληρωθείτε με καλή τιμή. Αν θέλετε, να σας δώσω και καπάρο»*.
     Ο Γέροντας κατάλαβε το θαύμα και τους πέρασε μέσα στον Ναό να προσκυνήσουν. Μόλις αντίκρισαν την Εικόνα του Αγίου Σπυρίδωνος, είπαν:
     –Να! Αυτός, ήταν ο Γέροντας που μας είπε να φέρουμε εδώ τα ψάρια!
     Τους λέει, τότε, ο Γέροντας:
     –Αχ, βρε παιδιά! Δεν παίρνατε μαζί σας και το καπάρο από τον Άγιο, για να το έχουμε ευλογία;


–ΕΠΙΜΥΘΙΟ–



«Ο Θεός οικονόμησε να μείνει άφθαρτο το Λείψανο
του Αγίου Σπυρίδωνος για να βοηθιούνται οι άνθρωποι.
Και πώς τα έχει οικονομήσει ο Θεός!
Επειδή η Κέρκυρα, η Κεφαλονιά και η Ζάκυνθος
είναι κοντά στην Ιταλία,
και εύκολα οι άνθρωποι θα μπορούσαν να παρασυρθούν
από τον Καθολικισμό, έβαλε “φράγμα” εκεί πέρα
τον Άγιο Σπυρίδωνα, τον Άγιο Γεράσιμο και τον Άγιο Διονύσιο».

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΪΣΙΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
(1924–1994)



[(1) «Το Μέγα Γεροντικόν»,
τόμ. δ΄, κεφ. ιστ΄ §23, σελ. 210–213,
και κεφ. ιθ΄ §24, σελ. 448–451,
έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου
«Το Γενέσιον της Θεοτόκου»,
Πανόραμα Θεσ/νίκης Μάρτιος 19991·
(2) «Ευεργετινός»
(Λόγοι και Διδασκαλίες Αγίων Πατέρων),
τόμ. β΄, υπόθ. λη΄ (38), σελ. 323–326,
εκδόσεις «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσ/νίκη 20031·
(3) «Το Γεροντικό»
(Αποφθέγματα των αγίων Γερόντων)
–Η αλφαβητική συλλογή–
τόμ. α΄, σελ. 332–333,
εκδόσεις όπ.π., Θεσ/νίκη 20131·
(4) «Από την ασκητική και ησυχαστική
Αγιορειτική Παράδοση»,
3ο μέρος, σελ. 586,
Άγιον Όρος, 20111·
(5) Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου:
«Αγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα»,
σελ. 134–135,
έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου
«Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος»,
Σουρωτή Θεσ/νίκης, Αύγουστος 19943·
(6) Του ιδίου:
«Λόγοι Στ΄ – Περί Προσευχής»,
μέρος 3ο, κεφ. 3ο, σελ. 110,
έκδοση όπ.π., Ιούλιος 20121·
(7) Ανδρέου Θεοφιλόπουλου Μοναχού (1915–2004):
«Γεροντικό του Αγίου Όρους»,
τόμ. α΄, σελ. 249, Θεσ/νίκη 19924·
*Καπάρο: η προκαταβολή που δίνεται
σαν εγγύηση αγοραπωλησίας.
(8) Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφιών,
προσάρτηση και πληκτρολόγηση κειμένων:
π. Δαμιανός.]





Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου