Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014

ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΓΑΤΟ

ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΓΑΤΟ

     Η ζωή σε ένα φιλήσυχο ρώσικο διαμέρισμα αναστατώνεται ξαφνικά. «Κάποιος» ενοχλεί, γιατί σπιλώνει επανειλημμένα τον απόλυτο τόπο της ανθρώπινης ξεκούρασης: το κρεβάτι των ενοίκων. Ο θυμός που έπεται, ξέφρενος και ανήλεος. Όπως είναι φυσικό, λαμβάνονται ακαριαία μέτρα· δραστικά και ακραία μέτρα, πλην όμως μάταια. Όλες οι πεισματικές προφυλάξεις, «σηκώνουν» για τα καλά φωνές, απειλές, ακόμη και …περιφράξεις! Όλα τα κυνηγητά, οι εκφοβισμοί και οι προπηλακισμοί καταλήγουν στο τέλος σε ...πρωτόφαντα κλάματα κάτω από μία καρέκλα! 
     Ο πατήρ Γκλεμπ, είναι αυτός που αναλαμβάνει να δώσει την άφεση και να φέρει μια ισορροπία σε όλα αυτά τα σουρεαλιστικά μιας απίστευτης κατάστασης. Περιπέτεια, από το τίποτα. Από το αστείο, ένα δίδαγμα. Και από το κωμικό, μια ωφέλεια. Τελικά, είναι η ποιμαντική μακροθυμία του πατρός Γκλεμπ ή η πάθηση της βαρηκοΐας του που δίνουν απρόσμενα την σκυτάλη του σεναρίου σε έναν «Κόπτη», για να εμφανιστεί με έναν ιδιαίτερα χαριτωμένο τρόπο στην όλη πλοκή;… 



     Περιττό να πούμε ότι στον λαό μας αρέσει να επικρίνει και κριτικάρει τους ιερείς. Γι’ αυτό και μου προξένησε μεγάλη έκπληξη, όταν κάποια φορά, τον καιρό που ακόμη λειτουργούσα στο Μοναστήρι Ντονσκόι, με πλησίασε ένας ενορίτης με το όνομα Νικολάι και μου είπε:
     «Τώρα, κατάλαβα: οι καλύτεροι, οι σπουδαιότεροι, οι καρτερικότεροι και οι πιο υπέροχοι άνθρωποι στον κόσμο είναι οι ιερείς!».
     Έμεινα έκπληκτος και ρώτησα τι του προκάλεσε ξαφνικά αυτές τις σκέψεις.
     Ο Νικολάι απάντησε:
     «Στο σπίτι μου έχω έναν γάτο – τον λέμε Κότη. Είναι πολύ καλός, έξυπνος και όμορφος. Έχει όμως μια παραξενιά: όταν φεύγουμε με τη γυναίκα μου για τη δουλειά, ανεβαίνει στο κρεβάτι μας και –συμπαθάτε με!– κάνει την ανάγκη του. Και τι δεν κάναμε για να του ξεμάθουμε τη συνήθεια αυτή: τον πήραμε με το καλό, τον τιμωρήσαμε, μα αποτέλεσμα μηδέν. Στο τέλος, στήσαμε ολόκληρη περίφραξη. Αλλά όταν γύρισα σπίτι, είδα ότι η περίφραξη ήταν χαλασμένη και ο Κότη είχε συρθεί πάνω στο κρεβάτι και είχε κάνει τη βρωμιά του. Ήμουν τόσο θυμωμένος, που τον άρπαξα και τον έκανα τόπι στο ξύλο! Ο Κότη, στεναχωρήθηκε τόσο που χώθηκε κάτω από μια καρέκλα και άρχισε να κλαίει. Αληθινά σας λέω! Πρώτη φορά στη ζωή μου είδα κάτι τέτοιο: έτρεχαν δάκρυα από τα μάτια του! 



     Εκείνη τη στιγμή έφτασε και η γυναίκα μου και όρμησε να με φάει: “Καλά, δεν ντρέπεσαι;! Είσαι και χριστιανός! Δεν πρόκειται να σου μιλήσω, μέχρι να εξομολογηθείς στον ιερέα αυτή τη βάναυση, κακή και αντιχριστιανική σου πράξη!”. Δεν μπορούσα να κάνω κάτι άλλο, αφού και η ίδια μου η συνείδηση με κατάτρεχε γι’ αυτό που έκανα στον Κότη και το πρωί ήρθα στο Μοναστήρι για να εξομολογηθώ. Εξομολογούσε ο Ηγούμενος Γκλεμπ. Περίμενα στην ουρά και με τη σειρά μου του τα διηγήθηκα όλα».
     Ο π. Γκλεμπ, είναι ένας καλός μεσήλικας Ηγούμενος από τη Λαύρα του Αγίου Σεργίου, που λειτουργούσε προσωρινά στο Μοναστήρι Ντονσκόι. Συνήθως στεκόταν στις εξομολογήσεις στηριζόμενος στο αναλόγιο και, χώνοντας τη γροθιά του στη γενειάδα του, άκουγε τις αμαρτίες των ενοριτών. Ο Νικολάι τού διηγήθηκε λεπτομερώς τη θλιβερή του ιστορία με τη γάτα. Προσπάθησε να μην κρύψει απολύτως τίποτα, γι’ αυτό μιλούσε γι’ αρκετή ώρα. Και όταν τελείωσε, ο π. Γκλεμπ παρέμεινε για λίγο σιωπηλός, πήρε μια ανάσα και είπε:
     «Ναι, ναι… Ήταν βέβαια μία άσχημη εξέλιξη! Μόνο που δεν κατάλαβα· αυτός, ο Κόπτης, σπουδάζει στο πανεπιστήμιο, αλλά δεν μένει σε εστία;».
     «Ποιος “Κόπτης”;», αντιρώτησε ο Νικολάι.
     «Αυτός που μένει μαζί σας και για τον οποίο μου διηγήθηκες μόλις τώρα».
     «Και τότε κατάλαβα», ολοκλήρωσε την ιστορία του ο Νικολάι, «ότι ο π. Γκλεμπ, που ήταν ελαφρώς κουφός, παρακολουθούσε ταπεινά επί δέκα λεπτά το παραλήρημά μου για έναν “Κό(π)τη”, ο οποίος για κάποιο λόγο ζει μαζί μας στο διαμέρισμα και τα κάνει πάνω στο κρεβάτι μας, και τον οποίο ξυλοφόρτωσα και γι’ αυτό χώθηκε κάτω από την καρέκλα και άρχισε να κλαίει…
     Τότε συνειδητοποίησα ότι, οι πιο καλοί και οι πιο υπέροχοι, οι πιο υπομονετικοί και οι πιο σπουδαίοι άνθρωποι στον κόσμο, είναι οι ιερείς μας!».  


[π. Τύχων Σεβκούνωφ: «Σχεδόν άγιοι»
(Πνευματικές αφηγήσεις
από τη Ρωσία του χθες και του σήμερα),
κεφ. 48ο, σελ. 389–391,
Εκδόσεις «Εν Πλω», Μάιος 20121.]






















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου