Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2015

Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΑΡΡΑΒΩΝΑΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ

Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΑΡΡΑΒΩΝΑΣ
ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ


     Η μεγαλομάρτυς Αγία Αικατερίνη, θυγατέρα του ηγεμόνος της Αλεξανδρείας Κώνστα, μαρτύρησε για τον Χριστό στις αρχές του 4ου αι., όταν βασίλευε ο Μαξιμιανός.
     Πριν γίνει χριστιανή, πολλοί συγκλητικοί τη ζητούσαν σε γάμο για τη σπάνια σοφία και ομορφιά της. Η μητέρα της, κρυφή χριστιανή για το φοβερό διωγμό του αυτοκράτορα, καθώς και άλλοι συγγενείς της, τη συμβούλευαν να παντρευτεί, για να μην πέσει σε ξένα χέρια η εξουσία του πατέρα της.
     Εκείνη όμως διαφωνούσε. Κι επειδή οι συγγενείς επέμεναν, τους είπε:
     –Δέχομαι να παντρευτώ, αλλά ο σύζυγός μου θέλω να είναι ανώτερός μου στην ευγενική καταγωγή, στην ομορφιά, στον πλούτο και στη σοφία.
     Παρ’ όλες τις έρευνές τους, δεν βρέθηκε κανείς που να συγκεντρώνει σε ανώτερο βαθμό και τα τέσσερα αυτά χαρίσματα που ζητούσε η αγία.


     Έξω από την πόλη έμενε κρυμμένος ένας άγιος ασκητής, που τον είχε για πνευματικό οδηγό η μητέρα της. Σ’ αυτόν οδήγησε την Αικατερίνη, για να λύσουν το πρόβλημά τους.
     Ο ασκητής, όταν είδε τη συνετή κόρη και άκουσε τα γνωστικά της λόγια, σκέφτηκε να την ελκύσει προς τον Χριστό.
     –Γνωρίζω, της είπε, κάποιο θαυμάσιο Άνθρωπο, που σε ξεπερνά πολύ σ’ όλα τα χαρίσματα που ανέφερες, καθώς και σ’ άλλα αναρίθμητα. Η λάμψη της ομορφιάς Του νικά τον ήλιο. Η σοφία Του κυβερνά όλα τα αισθητά και νοητά κτίσματα. Ο πλούτος Του μοιράζεται σ’ όλο τον κόσμο, όχι μόνο δεν μειώνεται, αλλά διαρκώς αυξάνει. Τέλος, η ευγένειά Του είναι ανέκφραστη και ακατανόητη.


     Η Αικατερίνη, συνεπαρμένη απ’ όσα άκουγε, ρώτησε:
     –Αυτός, που τόσο εγκωμιάζεις, ποιον έχει πατέρα;
     –Δεν έχει Πατέρα γήινο. Γεννήθηκε όμως υπερφυσικά από μία Υπεραγία Παρθένο.
     –Θα μπορούσα να τον δω;
     –Αν κάνεις ό,τι σου πω, θ’ αξιωθείς να Τον δεις.
     –Σε βλέπω άνθρωπο γνωστικό, γι’ αυτό είμαι έτοιμη να κάνω ό,τι με προστάξεις.
     Τότε ο πνευματικός πήρε μια εικόνα της Θεοτόκου της Βρεφοκρατούσας, την πρόσφερε στην κόρη και της είπε:
     –Αυτή είναι η αειπάρθενη Μητέρα του Ανθρώπου εκείνου με τα πολλά χαρίσματα. Πάρε την λοιπόν στο σπίτι σου, προσευχήσου μπροστά της όλη τη νύχτα και παρακάλεσέ την να σου δείξει τον Υιό της. Ελπίζω πως, αν προσευχηθείς με πίστη, θα εκπληρώσει το αίτημά σου.


     Η Αικατερίνη πήρε την ιερή εικόνα, πήγε στο παλάτι της, κλείστηκε τη νύχτα στο δωμάτιό της και άρχισε να προσεύχεται.
     Κάποια στιγμή από τον κόπο αποκοιμήθηκε. Βλέπει τότε στον ύπνο της τη Θεοτόκο, καθώς ήταν ζωγραφισμένη στην εικόνα μαζί με το θείο Βρέφος. Ο Κύριος, όμως, είχε στραμμένο αλλού το πρόσωπό Του.
     Η Αικατερίνη άλλαξε θέση, για να μπορέσει να το δει, αλλά ο Κύριος και πάλι την αποστράφηκε. Αυτό επαναλήφθηκε και για τρίτη φορά, οπότε ακούει την Παναγία να απευθύνεται προς τον Κύριο και να Του λέει:
     –Κοίταξε, παιδί μου, τη δούλη Σου Αικατερίνη, που ξεπερνά στον πλούτο, στη σοφία και στην ευγένεια όλες τις νέες του κόσμου!
     Ο Κύριος τότε παρατήρησε:
     –Όχι, μητέρα! Εφόσον παραμένει στην πλάνη των ειδώλων, είναι αγράμματη, φτωχή και καταφρονεμένη. Γι’ αυτό δεν μπορώ να την αντικρύσω.
     –Σε παρακαλώ, παιδί μου, μην καταφρονήσεις το πλάσμα Σου. Πες της τι πρέπει να κάνει για ν’ απολαύσει τη δόξα Σου και ν’ αντικρύσει το πρόσωπό Σου.
     –Ας πάει στον γέροντα που της έδωσε την εικόνα, κι ας κάνει ό,τι αυτός θα τη συμβουλεύσει.


     Η Αικατερίνη ξύπνησε γεμάτη θαυμασμό. Πρωί-πρωί πήγε στον γέροντα, του διηγήθηκε με δάκρυα όσα είδε και άκουσε, και τον ρώτησε τι πρέπει να κάνει για να εκπληρωθεί η επιθυμία της.
     Εκείνος τότε την κατήχησε στα μυστήρια της αληθινής πίστεως. Σε λίγο διάστημα η Αικατερίνη είχε καταρτιστεί με κάθε ακρίβεια. Και δεν έμαθε τη χριστιανική πίστη μόνο στη θεωρία, αλλά πίστεψε μ’ όλη της την καρδιά και δέχτηκε τέλος και το άγιο Βάπτισμα. Ύστερα της παράγγειλε ο γέροντας να προσευχηθεί στη Θεοτόκο, για να της εμφανιστεί και πάλι.


     Τώρα η Αικατερίνη, ντυμένη τη θεοΰφαντη στολή του αγίου Βαπτίσματος και εξαγνισμένη από τη νηστεία, προσεύχεται στο δωμάτιό της μέχρι αργά τη νύχτα. Κάποια στιγμή που αποκοιμήθηκε, βλέπει και πάλι το θείο Βρέφος στην αγκαλιά της Παρθένου.
     –Πώς βλέπεις τώρα την κόρη; ρώτησε η Παναγία τον Υιό της και Κύριο.
     –Ναι, τώρα έγινε φωτεινή και ένδοξη, πλούσια και πάνσοφη, ευγενική και χαριτωμένη. Τόσο πολύ τη συμπαθώ, ώστε δέχομαι να τη λάβω σαν νύμφη Μου.
     Η Αικατερίνη, ακούγοντας τα λόγια του Κυρίου, γονάτισε δακρυσμένη.
     –Δεν είμαι άξια, Δέσποτα, να βασιλεύσω μαζί Σου. Αξίωσέ με να συναριθμηθώ με τους δούλους Σου.


     Τότε η Κυρία Θεοτόκος πιάνει το δεξί χέρι της κόρης και παρακαλεί:
     –Δώσε της, Κύριε, το δαχτυλίδι του αρραβώνα, για να τη νυμφευθείς και να την αξιώσεις να βασιλεύσει μαζί Σου.
     Αμέσως ο Ιησούς Χριστός τής δίνει ένα ωραιότατο δαχτυλίδι και της λέει:
     –Ορίστε! Από σήμερα είσαι νύμφη Μου. Φύλαξε προσεκτικά αυτή τη συμφωνία και μη συνδεθείς ποτέ με επίγειο νυμφίο.


     Μόλις ξύπνησε η Αικατερίνη, είδε πραγματικά στο δεξί της χέρι ένα θεσπέσιο δαχτυλίδι. Κι αμέσως η καρδιά της αιχμαλωτίστηκε από τον θεϊκό έρωτα προς τον Δεσπότη Χριστό...


[«Εμφανίσεις και θαύματα
της Παναγίας»,
κεφ. γ΄, §1, σελ. 125–129,
έκδοση Ιεράς Μονής Παρακλήτου,
Ωρωπός Αττικής, 19968.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφιών,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου