Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Τρίτη 9 Ιουλίου 2019

ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΠΑΓΚΡΑΤΙΟΣ


ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΣ ΠΑΓΚΡΑΤΙΟΣ


     Ο άγιος Παγκράτιος γεννήθηκε στην Αντιόχεια κατά τους χρόνους της επίγειας ζωής του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Οι γονείς του, έχοντας ακούσει για τα θαύματα και τη διδασκαλία του Κυρίου, μετέβησαν μαζί με τον μικρό γιο τους στην Ιερουσαλήμ, όπου και βαπτίσθηκαν μετά την Ανάληψη και την Πεντηκοστή. Μετά τον θάνατό τους, αποτασσόμενος ό,τι τον έδενε με τον φθαρτό τούτο κόσμο, πήγε στις ακτές του Ευξείνου Πόντου, όπου ασκήτευσε σε σπήλαιο, ώστε να κοιτάζει μόνο εντός του και προς τον Θεό. Ο άγιος Απόστολος Πέτρος [29 Ιουν.], περνώντας από τα μέρη αυτά για να κηρύξει το Ευαγγέλιο, συνάντησε τον νεαρό φλογερό ασκητή και τον έπεισε να τον συνοδεύσει στις περιοδείες του. Περνώντας από την Αντιόχεια, ο Παγκράτιος χειροτονήθηκε εκεί επίσκοπος της πόλης Ταυρομενίου (Ταορμίνα) της Σικελίας [1] μαζί με έναν άλλο μαθητή των Αποστόλων που είχε έλθει από την Ιερουσαλήμ, τον Μαρκιανό, ο οποίος χειροτονήθηκε επίσκοπος Συρακουσών [2]. Ο Παγκράτιος επιβιβάστηκε σε πλοίο που έφευγε για τη Σικελία και μετέστρεψε στην Πίστη του Χριστού όλο το πλήρωμα με τον καπετάνιο Λυκαονίδη. Μετά από αίσιο ταξίδι έφθασαν στη Σικελία και, όταν ο άγιος πάτησε στη στεριά, οι δαίμονες που βρίσκονταν μέσα σε ένα είδωλο του θεού Φάλκωνος, στον οποίο οι κάτοικοι όφειλαν να προσφέρουν κάθε χρόνο ανθρωποθυσίες, άρχισαν να ουρλιάζουν φρικτά. Ο άγιος επικαλέσθηκε το Όνομα της Αγίας Τριάδος, υψώνοντας τον Σταυρό που κρατούσε στο χέρι ως ραβδί και αμέσως οι δαίμονες πήραν το άγαλμα και το πέταξαν στη θάλασσα. Ο Λυακονίδης διηγήθηκε στον διοικητή της πόλης Βονιφάτιο τα θαύματα του Χριστού και των δούλων Του και εκείνος κάλεσε τον επίσκοπο· ο Παγκράτιος όμως ζήτησε να έλθει ο διοικητής σ’ αυτόν. Ο Βονιφάτιος έπεσε με το πρόσωπο στο χώμα στη θέα της δόξας που περιέβαλλε τον άγιο και πίστεψε στον Χριστό ακούγοντας το κήρυγμά του. Αφού κατηχήθηκε μαζί με την ακολουθία του όλη τη νύχτα, ο διοικητής προσκάλεσε τον Παγκράτιο να ευλογήσει το παλάτι του. Εκεί έγινε δεκτός με μεγάλες τιμές και έμεινε για σαράντα ημέρες, ενώ πήρε από τον Βονιφάτιο την άδεια ανέγερσης ναού στην πόλη, τα όρια του οποίου χάραξε ο ίδιος. Το οικοδόμημα αποπερατώθηκε γρήγορα και στα εγκαίνιά του όλοι οι παρευρισκόμενοι είδαν ένα φοβερό πυρ να κατέρχεται από τον ουρανό και να φωτίζει όλη την εκκλησία. Προτού ο άγιος ολοκληρώσει τη θεία Λειτουργία, όλα τα είδωλα της πόλης συντρίφθηκαν. Οι ειδωλολάτρες ιερείς έσπευσαν ουρλιάζοντας στο παλάτι και επέκριναν τον διοικητή ότι την ώρα που αυτός γονάτιζε, μια τέτοια καταστροφή είχε πλήξει την πόλη. Ο Βονιφάτιος κατάφερε να τους ησυχάσει και ζήτησε από τους πιο μορφωμένους μεταξύ τους να εξετάσουν για ποιον λόγο οι θεοί τους είχαν γίνει κομμάτια· μήπως εμφανίσθηκε τώρα ένας άλλος Θεός, πιο ισχυρός για να τους συντρίψει; Μετά από επικλήσεις των μάγων, ένας από τους δαίμονες, ο Λύσσων, απάντησε ότι ο Τριαδικός Θεός τούς είχε καταστήσει ανίσχυρους με την Ενανθρώπηση του Μονογενούς Υιού και Λόγου του Θεού Πατρός, τον Οποίο είχε έλθει να κηρύξει στην πόλη του Ταυρομενίου ο ξένος που είχε φέρει μαζί του ο Λυκαονίδης. Οι ειδωλολάτρες, μένοντας εντελώς αδιάφοροι στην ομολογία αυτή, αποφάσισαν να θυσιάσουν τον ίδιο τον διοικητή προς εξιλασμό. Ο άγιος Παγκράτιος, ειδοποιημένος από τον τρομοκρατημένο Βονιφάτιο, πέρασε όλη τη νύχτα προσευχόμενος στον ναό. Το πρωί άρχισαν οι προετοιμασίες για τη θυσία του Βονιφάτιου, όταν πρόβαλε ο Παγκράτιος ενδεδυμένος τα άμφιά του και κρατώντας στο χέρι τη ράβδο με τον Σταυρό. Τα δεσμά του Βονιφάτιου λύθηκαν αμέσως και οι παρευρισκόμενοι ειδωλολάτρες έπεσαν όλοι τους κατά γης μπροστά στη θεϊκή λάμψη που έβγαινε από τον άγιο Ιεράρχη του Χριστού. Ο Παγκράτιος πρόσταξε στο είδωλο του Λύσσωνος να βληθεί στη θάλασσα, ενώ θανάτωσε ένα πελώριο φίδι που τρεφόταν με το αίμα των τραγικών θυμάτων. Όλοι ανέκραξαν τότε: «Μέγας είναι ο Θεός του Παγκρατίου!». Οι περισσότεροι από αυτούς βαπτίσθηκαν και οι κάτοικοι στις πλαγιές της Αίτνας τούς μιμήθηκαν βλέποντας τις άφθονες ιάσεις που επιτελούσε ο άγιος.


     Μια ιέρεια των ειδώλων, που υπέφερε από λέπρα, θεραπεύτηκε από τον άγιο. Καθώς όμως ξεστόμισε βλασφημίες, προσβλήθηκε εκ νέου από το κακό και, μάλιστα, πιο βαριά από πρώτα. Μετανοημένη, έλαβε το άγιο Βάπτισμα με το όνομα Βενεδικτίνη και, αφού χειροτονήθηκε διακόνισσα, πήγε και συνέτριψε με τα ίδια της τα χέρια όλα τα είδωλα που είχε άλλοτε υπηρετήσει, για να μοιράσει το χρυσό στους φτωχούς.

     Ο Βονιφάτιος, πριν αναχωρήσει για μια εκστρατεία ως επικεφαλής μεγάλου στρατού, ζήτησε από τον άγιο να ευλογήσει τους άνδρες του και ένας μεγάλος αριθμός από αυτούς θέλησαν να λάβουν το άγιο Βάπτισμα, βλέποντας κι αυτοί τη θεία δόξα που συνεχώς τον περιέβαλλε. Μια νεφέλη τότε κατέβηκε από τον ουρανό και σκέπαζε τον επίσκοπο κατά τη θεία Λειτουργία που τέλεσε μπροστά τους, χάθηκε δε κατά τη στιγμή της Υψώσεως των Τιμίων Δώρων.

     Ο Βονιφάτιος είχε αφήσει αντικαταστάτη του στην πόλη κάποιον Ελίδη, πωρωμένο και έκλυτο ειδωλολάτρη, ο οποίος εποφθαλμιούσε μια από τις παρθένους τις αφιερωμένες στον Θεό από τον άγιο. Με τη μεσολάβηση ενός μαθητή, του Μοντανού [3], έκανε μαγγανείες σε μια νεαρή παρθένο, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Έλαβε τότε να συλλάβουν τις παρθένες, οι οποίες μένοντας ανένδοτες στις πιέσεις των ειδωλολατρών, αποκεφαλίσθηκαν. Ο Παγκράτιος ήλθε να τις ενταφιάσει παρουσία του λαού και έκτισε ναό προς τιμή τους. Επιστρέφοντας στο Ταυρομένιο ο Βονιφάτιος, τιμώρησε τον Ελίδη και φρόντισε για την ανέγερση ναών σε όλη τη Σικελία, όπου οι μαθητές του Παγκρατίου μετέστρεψαν στην Πίστη πολλές ψυχές.


     Όταν ο Ακυλίνος, ο βασιλέας της Καλαβρίας, πολιόρκησε το Ταυρομένιο όντας επικεφαλής ισχυρού στρατού, ο Παγκράτιος ενθάρρυνε τον λαό να έχει την εμπιστοσύνη του στον Θεό και, μάλιστα, έστειλε στο σπίτι τους τους άνδρες που έστεκαν φρουροί στις επάλξεις. Έπειτα, ανέβηκε σε ένα ακρωτήριο και έχοντας μαζί του ένα Σταυρό και δύο εικόνες, ευλόγησε την πόλη προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Οι εχθροί, βλέποντας τρεις ήλιους στα τείχη, τράπηκαν εσπευσμένα σε φυγή σκοτώνοντας ο ένας τον άλλον. Μερικοί ωστόσο παραδόθηκαν και, αφού βαπτίσθηκαν, στάλθηκαν από τον άγιο να κηρύξουν το Ευαγγέλιο στην Καλαβρία.

     Κατά τη διάρκεια μιας νέας εκστρατείας του Βονιφάτιου, ο αντικαταστάτης του ονόματι Αρτάγαρος, προσκάλεσε τον άγιο σε συμπόσιο, κατά τη διάρκεια του οποίου ο άγιος ανέτρεψε ένα είδωλο που είχαν εκθέσει εκεί. Οι ειδωλολάτρες όρμηξαν κατεπάνω του, τον έριξαν κατά γης και τον χτύπησαν τόσο δυνατά ώστε ξεψύχησε. Έριξαν κατόπιν το σώμα του σε μια σχισμή, όπου το βρήκαν οι πιστοί μετά από εναγώνια αναζήτηση. Ο Βονιφάτιος, επιστρέφοντας από τον πόλεμο, τιμώρησε τους ενόχους και διέταξε να φτιάξουν μια χρυσή σαρκοφάγο για να καταθέσει το σώμα του αγίου ιεράρχη. Ο άγιος Παγκράτιος όμως, εμφανίσθηκε στον μαθητή και διάδοχό του, Ευάγριο, για να του ζητήσει να τον θάψει κατευθείαν μέσα στο χώμα, μια που ο ενταφιασμός των σωμάτων αποτελεί θέλημα και εντολή του Θεού προς τον άνθρωπο και καθώς ανέκαθεν περιφρονούσε τον χρυσό. Κατά την κηδεία του, το σώμα του φάνηκε άφθορο και έλαμπε από δόξα, ενώ μια γλυκιά ευωδία απλώθηκε παντού. Αργότερα, ναός κτίσθηκε προς τιμήν του αγίου Παγκρατίου, πιστό ακόλουθο και μαθητή των ιερών Αποστόλων και τρανού πολιούχου της πόλεως [4].


Σ Η Μ Ε Ι Ω Σ Ε Ι Σ
[1]  Η πόλη αυτή, στη βορειοανατολική ακτή της Σικελίας, μεταξύ Μεσσήνης και Κατάνης, ιδρύθηκε τον 4ο αιώνα π.Χ. Στη συνέχεια παρήκμασε· παρέμεινε ωστόσο οχυρό και επισκοπή. Κατά τον 9ο αιώνα, ήταν η τελευταία πόλη που αντιστάθηκε στις επανειλημμένες επιθέσεις των Αράβων και, αφού λεηλατήθηκε πολλές φορές, έπεσε τελικά στα χέρια τους το 902.
[2]  Στη μνήμη της 9ης Φεβρουαρίου παρουσιάζεται ο κατά σάρκα πατέρας του αγίου Παγκρατίου, Μάρκελλος, ως επίσκοπος Συρακουσών.
[3]  Ο Μοντανός, που διατεινόταν ότι είχε λάβει το προφητικό χάρισμα, κήρυξε στη Φρυγία κατά τον 2ο αιώνα και το κίνημά του απλώθηκε σε όλη την επαρχία της Ασίας, όπως και στη Δύση. Οι επιθέσεις του στρέφονταν κυρίως κατά της επίσημης Εκκλησίας, απέρριπτε τον γάμο και πρότεινε έναν αυστηρό ασκητισμό μέσα σε μία εσχατολογική προοπτική. Κατόπιν, ορισμένες ομάδες συγκέρασαν τη διδασκαλία του με στοιχεία από τον παγανισμό. Το 721, ο αυτοκράτορας διέταξε να μεταστραφούν οι μοντανιστές διά της βίας. Εκείνοι αυτοκτόνησαν ομαδικά στην πυρά. Το κίνημα της πλάνης τους επέζησε ωστόσο μέχρι τον 9ο αιώνα και υπήρξε εν μέρει πηγή άλλων αιρέσεων, όπως εκείνες των μεσσαλιανών και παυλικιανών.
[4]  Ο Βίος του αγίου Σάββα της Σικελίας [6 Φεβρ.] παρέχει μαρτυρία για την τιμή του σκηνώματος του αγίου Παγκρατίου στη Ρώμη περί τα τέλη του 10ου αιώνα· βλ. BHG 1611, σελ. 32.


—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως.
Κράτος ἔνθεον, ἠμφιεσμένος, ἐκ τῆς χάριτος, τοῦ Κορυφαίου, Ἀποστόλων ζηλωτὴς ἐχρημάτισας· καὶ ταῖς ῥοαῖς τῶν αἱμάτων Παγκράτιε, τὴν ἱερὰν διπλοΐδα ἐφοίνιξας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—
Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Εἰληφὼς Παγκράτιε, ὡς Ἀποστόλων ὁμόπνους, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὰς μυστικὰς ἐνεργείας, ἔλαμψας, θεογνωσίαν τοῖς ἐν τῇ Δύσει· ἤλασας, τῆς ἀθεΐας τὴν σκοτομήνην, καὶ νομίμως ἐναθλήσας, πρὸς φέγγος ἤρθης, τῆς ἀνεσπέρου ζωῆς.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—
Κράτει Παντοκράτορος κραταιῷ, δαιμόνων τὸ κράτος, ἐξενεύρισας ἰσχυρῶς, καὶ θαυμάτων κράτει, κρατήσας τῶν ἐν πλάνῃ, Παγκράτιε ἐν κράτει, Μαρτύρων ἔστεψαι.





[ (1) Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 11ος (Ιούλιος),
σελ. 92–95.
Διασκευή από τα Γαλλικά:
Ξενοφών Κομνηνός.
Θεώρηση κειμένου:
Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·
Αθήναι, Ιούνιος 20082.
(2) «Οι δαίμονες και τα έργα τους»,
Β΄ Μέρος, Κεφ. 3ο, §4,
σελ. 300–306.
Έκδοση
Ιερά Μονή Παρακλήτου,
Ωρωπός Αττικής·
Σεπτέμβριος, 20052.
(3) Επιμέλεια ανάρτησης,
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου