Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2018

Ο ΑΓΙΟΣ ΛΑΖΑΡΟΣ


Ο ΑΓΙΟΣ ΛΑΖΑΡΟΣ
Ο Τετραήμερος, ο Δίκαιος, ο Φίλος του Χριστού


     Λάζαρος, ο «Τετραήμερος», ο Δίκαιος, ο ομοτράπεζος και ο Φίλος του Χριστού, ήταν ο αδελφός της Μάρθας και της Μαρίας, των πιστών μαθητριών, των και μετέπειτα Μυροφόρων του Κυρίου, αυτός που ήγειρε και ανάστησε από τους νεκρούς ο Χριστός στη Βηθανία (Ιωάν. 11, 1-44). Ζούσε στη Βηθανία· εβραϊκή λέξη που σημαίνει «Οίκος Φοινίκων». Μετά την Ανάσταση του Κυρίου, θέλοντας να απομακρυνθεί από τους Ιουδαίους, που ήθελαν να τον σκοτώσουν για τον λόγο ότι πολλοί εξαιτίας του πίστευαν στον Χριστό (Ιωάν. 12, 9-11), κατέφυγε στο νησί της Κύπρου, όπου δίδασκε την Πίστη του Χριστού. Λέγεται ότι χειροτονήθηκε επίσκοπος της πόλης του Κιτίου από τον Απόστολο Πέτρο, έχοντας υπό την θεοφιλή ποιμαντορία του ένα μεγάλο μέρος της Κύπρου. Σύμφωνα με τους αγίους Επιφάνιο Κύπρου, Θεόδωρο Στουδίτη, Ιωάννη Ευβοίας και άλλους Πατέρες, αφού έζησε καλώς και θεοφιλώς άλλα τριάντα χρόνια από την εκ νεκρών έγερση και αναβίωσή του, πεθαίνει εκ δευτέρου πάλι και θάβεται εκεί, έχοντας επιτελέσει πολλά θαύματα.

     Η παράδοση τον θέλει σύννους, έμφρονα, εχέφρονα, σοβαρό, καθόλου διαχυτικό, αστείο ή αστειευτή, εάν όχι αγέλαστο, τουλάχιστον δυσγέλαστο κατά την παρούσα καταγέλαστη ζωή· και αυτό οφειλόταν στα όσα ο ίδιος είχε δει και βιώσει όσο διήρκεσε η ανεκδιήγητη τετραήμερη παραμονή του κάτω στον Άδη, που είναι η αφεγγής καταχθόνια «χώρα» των αλύτρωτων νεκρών. Έτσι λοιπόν, στη δεύτερη φάση της επίγειας ζωής του, μετά τη σωτήρια έγερσή του, δεν παρασύρθηκε ποτέ από το παράλογο θέατρο σκιών της πρόσκαιρης ζωής, δεν γέλασε ποτέ του, παρά μόνο μία φορά, όταν μειδίασε ευπρεπώς βλέποντας κάποιον να κλέβει ένα πήλινο αγγείο, γεγονός που σχολίασε άκρως εμφιλόσοφα και αποφθεγματικά λέγοντας: «Το ένα χώμα κλέβει το άλλο!».


     Και μήπως δεν είχε δίκιο; Μόνο ο άνθρωπος που έχει μέσα του ζωντανή τη μνήμη του Θεού και τη μνήμη του άδηλου θανάτου του, που γνωρίζει εκ βαθέων ποια είναι τα όριά του, ποια είναι η θέση του και ποιος ο αληθινός πνευματικός προορισμός του, αυτός ολοένα και δεν μπορεί πια να αμαρτήσει ούτε στο ελάχιστο, γιατί μπορεί βαθμιαία εν τω Θεώ να φρονεί, να ποιεί και να εμβιώνει το άκρως αγαθό που είναι ο μόνο Θεός!

     Άλλη παράδοση συνδέει τον άγιο με την Αλυκή της Λάρνακος (σημερινή ονομασία του Κιτίου), στη θέση της οποίας υπήρχε τον καιρό του αγίου ένα μεγάλο αμπέλι. Διερχόμενος μια μέρα από εκεί ο άγιος, δίψασε και ζήτησε λίγο σταφύλι από τη γυναίκα-ιδιοκτήτη του αμπελιού. Εκείνη, μέσα στην πρόδηλη σκληροκαρδία της, αρνήθηκε· και, για να την παιδαγωγήσει ο άγιος, μετέτρεψε θαυματουργικά το τεράστιο αμπέλι σε αλυκή. Η παράδοση αυτή επιβεβαιώνεται από τους εργάτες που συλλέγουν το αλάτι, καθώς ισχυρίζονται ότι σκάβοντας βρίσκουν ρίζες και κορμούς αμπελιού. Λέγεται, μάλιστα, πως στο μέσον της αλυκής βρίσκεται πηγάδι με γλυκό νερό, γνωστό ως «πηγάδι της ρκάς», δηλαδή της γριάς. Ο Συναξαριστής της Κωνσταντινουπόλεως σχετικά με αυτή την παράδοση, αναφέρει ότι τη λίμνη διεκδικούσαν δύο αδέλφια, οι οποίοι ήρθαν σε έντονη ρήξη για την κατοχή της. Ο άγιος «διά προσευχής εξήρανε και εις άλατος φύσιν αυτήν επήξατο».

     Στα «Πάτρια» του Αγίου Όρους γίνεται άμεση σύνδεση της Κύπρου και του αγίου Λαζάρου με την Κυρία Θεοτόκο και τον Άθωνα. Η Μητέρα του Κυρίου, συνοδευόμενη από τον Ευαγγελιστή Ιωάννη τον Θεολόγο, ήλθε στο Κίτιο, όπου και συνάντησε τον άγιο Λάζαρο, στον οποίον μάλιστα δώρισε ένα ωμοφόριο και επιμάνικα, ενώ στη συνέχεια επισκέφθηκε τον Άθω, για να θεσπίσει, με την παρουσία και την ευδοκία της, το ουρανόδροσο και θείο «Περιβόλι» της.


     Ο ευλαβής αυτοκράτορας Λέων ΣΤ΄ ο Σοφός (886-912), κατά το έτος 890, κινούμενος από θείο ζήλο και σαν από θεία έμπνευση, αρχικά έκτισε έναν μεγαλοπρεπή και ωραιότατο ναό του αγίου και Δικαίου Λαζάρου και συγκρότησε πλησίον του ολόκληρο μοναστήρι. Μετά από αυτά, έστειλε ανθρώπους να βρουν το ιερό σκήνωμα του αγίου στην Κύπρο, το οποίο βρέθηκε τοποθετημένο σε μαρμάρινη λάρνακα στην πόλη του Κιτίου, αφού ήδη είχαν περάσει χίλια έτη μετά από τον εκεί ενταφιασμό του. Ήταν μάλιστα χαραγμένη στο μάρμαρο και η εξής μεγαλογράμματη επιγραφή: «Λάζαρος ο τετραήμερος και φίλος του Χριστού». Όταν όμως μεταφέρθηκε το άγιο λείψανο στην Κωνσταντινούπολη, το τοποθέτησε ο αυτοκράτορας σε ασημένια θήκη, αποθησαυρίζοντάς το με τιμές στον ναό που έκτισε ο ίδιος.

     Εκεί στην ομώνυμη μονή του ο φίλος του Χριστού επιτέλεσε πολυάριθμα θαύματα: έβγαλε δαιμόνια, θεράπευσε μία αιμορροούσα γυναίκα, χάρισε το φως σε τυφλούς, οι οποίοι έχρισαν τους οφθαλμούς του με λάδι από την ακοίμητη κανδήλα που έκαιγε πάνω από το τίμιο λείψανο. Στον τάφο του, στην Λάρνακα της Κύπρου, ο αυτοκράτορας Λέων ανήγειρε περίφημο ναό που σώζεται μέχρι σήμερα.

     Εικονογραφικά ο άγιος Λάζαρος βλέπουμε να ιστορείται τις περισσότερες φορές ως φαλακρός ή αραιόμαλλος επίσκοπος, ως ολιγογένειος ή και αγένειος ακόμη ιεράρχης, για τον λόγο εκείνης της αφόρητης πικρής πείρας που έλαβε από την «τεταρταία» διαμονή του στον Άδη· αυτή η μεταθανάτια πείρα τον σφράγισε κυριολεκτικά και προφανώς δεν μπόρεσε να μην σωματοποιηθεί εμφανέστατα στην κατά τ’ άλλα ιλαρή και παρακλητική όψη του.


— Σ Χ Ο Λ Ι Ο —
     «Για δες πόσο τον αγαπούσε!» (Ιωάν. 11, 36) έλεγαν οι Ιουδαίοι βλέποντας τον Χριστό «να λυπάται βαθιά μέσα Του και να συγκλονίζεται ολόκληρος» (11, 33) για τη θανή του αγαπημένου Του φίλου. «Ο Ιησούς δάκρυσε» (11, 35). Όλοι εμείς σιωπούμε βαθυσεβάστως μπροστά σε τούτη τη φιλία, σε μια τέτοια φιλία, στο μεγαλείο και στο μυστήριό της. «Πού τον έχετε βάλει;» (11, 34) ρωτάει ο Χριστός τις βαρυπενθούσες αδελφές του Λαζάρου, όχι φυσικά για να μάθει κάτι ο Παντογνώστης από μας, αλλά για να καταδείξει σε μας το πόσο πολύ επείγεται και βιάζεται να ζωοποιήσει τον φίλο Του. Μπροστά στο σφραγισμένο μνήμα του φίλου του Χριστού Λαζάρου ακούμε συνέχεια την Κυριακή θεία φωνή να απευθύνεται στον καθένα από μας προσωπικά, άσχετα με το μέτρο της απελπισίας, της μοναξιάς, του πόνου και της εγκατάλειψης που μπορεί να βιώνουμε: «Δεν σας είπα πως, αν πιστέψετε, θα δείτε τη δύναμη του Θεού;». Και τότε ο Χριστός κραύγασε με φωνή μεγάλη: «Λάζαρε, βγες έξω!» (11, 43). Και είναι σαν να του έλεγε: «Έλα σε Μένα, Λάζαρε! Έλα σε Μένα, τον Φίλο σου! Μήπως πίστευες ότι θα μπορούσε κανένας θάνατος να μας χωρίσει ποτέ; Δεν είμαι αδιάφορος ούτε άπονος ούτε σκληρός μαζί σου: Σε άφησα τέσσερις μέρες άπνοο και νεκρό, μόνο και κατάμονο μέσα στο μνήμα και κάτω στον άδη, μόνο και μόνο για να διατρανωθεί στον πόνο σου, στο μαρτύριο και στην υπομονή σου η δόξα και η ζωή Μου. Δεν βλέπεις; Κι αυτά δικά σου είναι τώρα και για πάντα. Μπορεί να μην το είχες καταλάβει καλά μέχρι τώρα, μπορεί να μη σε άφηναν οι αμφιβολίες των οικείων παθών και το αντίθεο περιβάλλον του κόσμου, αλλά Εγώ είμαι η Ζωή και η Αυτοζωή. Και δεν γίνεται εσύ, που έχεις τόσο ειλικρινά Εμένα Φίλο, να μην έχεις και τη ζωή Μου μέσα σου! Έλα τώρα έξω! Βγες γρήγορα από το ζοφερό σκοτάδι του πόνου, της ανελπιστίας και του θανάτου. Η αγάπη Μου και η φιλία Μου σε σώζει με δριμύτητα από κάθε θάνατο και από κάθε άδη, όπως ακριβώς σώζει και όσους θέλουν να είναι φίλοι δικοί Μου, φίλοι αγαπημένοι και πιστοί!»
    Κι εμείς, κάπου νοητά κρυμμένοι μέσα στο έκπληκτο και συγκλονισμένο πλήθος της Βηθανίας, το μόνο που ίσως να θέλαμε πιο πολύ απ’ όλα, ήταν να ήμασταν εκείνο το σιωπηλό και υποπόδιο χώμα, για νά ’πεφτε πάνω του και πάνω μας το ζωοποιό, ζωηφόρο και ζωογόνο δάκρυ του Φίλου Χριστού!...

π. Δαμιανός



—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
ς φίλον σε γνήσιον, καὶ Ἱεράρχην σοφόν, Χριστοῦ τοῦ Παντάνακτος, ἀνευφημοῦμεν πιστῶς, θεόληπτε Λάζαρε· σὲ γὰρ ἀπὸ τοῦ τάφου, ἤγειρε τεταρταῖον, ᾧπερ ἀμέμπτῳ βίῳ, ἱεράτευσας μάκαρ· καὶ νῦν ἀπαύστως πρέσβευε, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ ὑπερμάχῳ.
σπερ οἰκεῖος τοῦ Χριστοῦ καὶ φίλος γνήσιος
Ἀπὸ τοῦ τάφου ἐξηγέρθης τετραήμερος
Τῷ κελεύσματι Κυρίου τῷ ζωηφόρῳ.
Ἀλλ’ ὡς βήματι τῷ θείῳ παριστάμενος
Καθικέτευε λυτροῦσθαι πάσης θλίψεως
Τοὺς βοῶντάς σοι· χαίροις Ἅγιε Λάζαρε.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—
Νεκρὸν τεταρταῖόν σε ὁ Χριστός, ἤγειρεν ἐκ τάφου, οἷα φίλον εἰλικρινῆ· ἔνθεν Ἱεράρχης, ἐδείχθης θεοφόρος, καὶ πρόεδρος Κιτίου, Λάζαρε ἔνδοξε.





[ (1) Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου:
«Συναξαριστής»
(μαζί με το «Νέο Μαρτυρολόγιο»
και το «Νέο Εκλόγιο»),
Τόμος Α΄
(Σεπτέμβριος–Οκτώβριος),
σελ. 346.
Έκδοσις Ιερά Καλύβη
«Άγιος Σπυρίδων Α΄».
Μετάφραση:
Ιερομόναχος Βενέδικτος.
Φιλολογική επιμέλεια:
Κύρου Δημήτριος.
Νέα Σκήτη – Άγιον Όρος·
Απρίλιος, 20111.
(2) Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμ. 2ος (Οκτώβριος), σελ. 196.
Διασκευή εκ του Γαλλικού:
Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·
Αθήναι, 20092.
(3) Ματθαίου Λαγγή:
«Μέγας Συναξαριστής»,
Τόμος Ι΄, σελ. 369–370,
Αθήναι, Νοέμβριος 19975.
(4) «Ο Άγιος Λάζαρος
μέσα από την Γραφή
και την Παράδοση»·
κατατοπιστικότατο άρθρο
του Αρχιμ. Λαζάρου Βατοπεδινού
από το ιστολόγιο «Ορθογνωσία».
(5) «Θρησκευτική και Ηθική
Εγκυκλοπαίδεια»·
Τόμ. 8ος, σ. 59–62.
Αθήναι 1966.
(6) Σωφρονίου Ευστρατιάδου
Μητροπολίτου πρ. Λεοντοπόλεως:
«Αγιολόγιον
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
σελ. 269.
Εκδόσεις 
«Αποστολικής Διακονίας».
Αθήναι, 1995 (Ανατύπωση).
Στην παρούσα εργασία
η ημέρα της ανάστασης 
του αγίου Λαζάρου
ορίζεται ως η 17η Μαρτίου. 
(7) Επιμέλεια ανάρτησης:
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

1 σχόλιο: