Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Κυριακή 3 Μαΐου 2020

ΑΓΙΟΙ ΤΙΜΟΘΕΟΣ ΚΑΙ ΜΑΥΡΑ

ΑΓΙΟΙ ΤΙΜΟΘΕΟΣ ΚΑΙ ΜΑΥΡΑ


     Ο άγιος Τιμόθεος καταγόταν από ένα χωριό κοντά στις Θήβες της Αιγύπτου. Χειροθετήθηκε αναγνώστης –ενώ κατ’ άλλους ήταν πρεσβύτερος– και με την ανάγνωση των ιερών βιβλίων κατά τις λειτουργικές συνάξεις στερέωνε στους χριστιανούς την ελπίδα για τα αγαθά του μέλλοντος αιώνος. Όταν εκδόθηκαν τα πρώτα διατάγματα του Διοκλητιανού κατά των χριστιανών (304), είκοσι μόλις ημέρες μετά τον γάμο του με την ευσεβή Μαύρα, ο Τιμόθεος καταγγέλθηκε ως ένθερμος ιεροκήρυκας της νέας θρησκείας και οδηγήθηκε ενώπιον του επάρχου των Θηβών, του Αρριανού, που τον κάλεσε να του παραδώσει τα ιερά βιβλία. Ο άγιος όμως αρνήθηκε λέγοντας: «Όπως ένας πατέρας δεν θα μπορούσε να παραδώσει εκουσίως τα παιδιά του στον θάνατο, έτσι κι εγώ προτιμώ να πεθάνω παρά να παραδώσω στο πυρ τα χειρόγραφα αυτά μέσω των οποίων οι πιστοί αλλά κι εγώ ο ίδιος αξιωνόμαστε τη χάρη του Θεού και τη σκέπη των αγγέλων Του».

     Οργισμένος ο Αρριανός διέταξε να του τρυπήσουν τα αυτιά με πυρωμένα σουβλιά, τα οποία διαπερνώντας το τύμπανο διέρρηξαν τους βολβούς των ματιών του, που έπεσαν καταγής. Τον έδεσαν κατόπιν σε έναν τροχό με αιχμηρά καρφιά που του κατέσχισαν τις σάρκες. Ο Τιμόθεος, όμως, θεραπεύθηκε με τη χάρη του Θεού και υπέμεινε κι άλλα μαρτύρια, φωνάζοντας ότι τίποτε δεν μπορούσε να τον χωρίσει από την αγάπη του Χριστού (βλ. Ρωμ. 8, 35). Ο τύραννος διέταξε τότε να τον ρίξουν στη φυλακή και κάλεσε τη Μαύρα, με την ελπίδα να τη χρησιμοποιήσει για να κάμψει την αντίσταση του Τιμόθεου. Προσπάθησε στην αρχή με θωπείες να την πείσει να λογικεύσει τον σύζυγό της, για να μην τον χάσει μετά από είκοσι μόνο ημέρες έγγαμου βίου. Μετά από μια σύντομη συνομιλία με τον Τιμόθεο, η Μαύρα βγήκε από το κελλί της φυλακής έμπλεη ιερού ζήλου και ομολόγησε στον έπαρχο ότι ήταν και η ίδια χριστιανή και έτοιμη να προσφέρει τη ζωή της για τον Χριστό. Ο Αρριανός διέταξε να της ξυρίσουν τα μαλλιά και, αφού της έκοψαν τα δάκτυλα, την έριξαν μέσα σε βραστό νερό. Παρέμεινε, όμως, ανέπαφη και είπε προς τον έπαρχο: «Δεν είναι η φωτιά σου δυνατή. Αν σου λείπουν τα ξύλα, στείλε τους υπηρέτες σου στους γονείς μου, και θα σου δώσουν αυτοί!». Ο Αρριανός πλησίασε και ζήτησε να εξακριβώσει ο ίδιος αν το νερό του καζανιού ήταν όντως καυτό. Η Μαύρα τον περιέβρεξε ελάχιστα και αυτός, ουρλιάζοντας από τον πόνο, είδε έντρομος το δέρμα του να αποκολλάται από το έγκαυμα. Διέταξε τότε να κάψουν την αγία με δαυλιά αλειμμένα με πίσσα και θειάφι. Η Μαύρα, ωστόσο, παρέμεινε και πάλι σώα και ενέπαιζε τους διώκτες της. Ο Αρριανός, τότε, έδωσε εντολή να κρεμάσουν τους δύο συζύγους σε αντικριστούς σταυρούς και να τους αφήσουν να αργοπεθάνουν. Έτσι παρέμειναν σταυρωμένοι, καθ’ ομοίωσιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, επί εννέα ημέρες, ενθαρρύνοντας ο ένας τον άλλον να δείξει καρτερία.


     Λυσσώντας μπροστά στο θέαμα της νίκης του Χριστού, ο Οποίος ενοικούσε εντός τους διά της πίστεως, ο διάβολος έλαβε ανθρώπινη μορφή και προσέφερε στη Μαύρα μια κούπα γάλα αναμεμειγμένο με μέλι για να σβήσει τη δίψα της. Η αγία, όμως, τον απέκρουσε διά της προσευχής. Κατόπιν, τη μετέφερε με τη φαντασία σε τόπο τρυφής, κοντά σε έναν ποταμό όπου έρρεε γάλα. Εκείνη τότε θωρακίσθηκε με ιερή αγανάκτηση για να αποκρούσει άλλη μια φορά τις δόλιες αυτές προτάσεις και δήλωσε ευθαρσώς ότι προτιμούσε να πιει από το άγιον ποτήριον της αιώνιας ζωής που ο Χριστός τής προσέφερε στον σταυρό. Ο δαίμων απομακρύνθηκε κι ένας άγγελος Κυρίου παρουσιάσθηκε τότε, πήρε τη Μαύρα από το χέρι και, απάγοντάς την μέσα σε οπτασία στον ουρανό, της έδειξε λαμπρό θρόνο, όπου είχαν αποτεθεί εσθήτα απαστράπτουσας λευκότητας και χρυσός στέφανος. Της είπε: «Για σένα έχουν ετοιμασθεί αυτά!». Κατόπιν, τη μετέφερε σε έναν ακόμη υψηλότερο τόπο, όπου βρισκόταν άλλος θρόνος, άλλη λευκή εσθήτα κι άλλος στέφανος και πρόσθεσε: «Αυτά έχουν ετοιμασθεί για τον σύζυγό σου, γιατί αυτός στάθηκε η αιτία της σωτηρίας σου». Επανερχόμενη στον εαυτό της η Μαύρα, μετέφερε στον Τιμόθεο την αποκάλυψη αυτή και τη δεκάτη ημέρα παρέδωσαν με αγαλλίαση από κοινού τη ψυχή τους στον Κύριο.

     Ευσεβείς χριστιανοί εξαγόρασαν τα σώματά τους και τα ενταφίασαν με τιμές δοξολογώντας τον Θεό, που είχε δοξάσει τους άγιους αυτούς Μάρτυρες. Πλήθος ιάσεων πραγματοποιήθηκαν κατόπιν, όχι μόνο κοντά στα λείψανά τους, αλλά και προς όφελος πιστών που ασπάζονταν την εικόνα τους ή επικαλούνταν το όνομα αυτών των αγίων συζύγων.


—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
ς ζεῦγος ὁμόζυγον, καὶ ξυνωρὶς θαυμαστή, Τιμόθεε πάνσοφε, καὶ Μαύρα νύμφη Χριστοῦ, ἐνθέως ἠθλήσατε· σύμμορφοι γὰρ ὀφθέντες, τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου, δόξης ἀκαταλύτου, ἠξιώθητε ἄμφω, πρεσβεύοντες τῷ Σωτῆρι, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—
Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τοὺς πολυτρόπους αἰκισμοὺς ἐνεγκόντες, καὶ τοὺς στεφάνους ἐκ Θεοῦ εἰληφότες, ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύσατε πρὸς Κύριον, μνήμην τὴν πανίερον, τὴν ἡμῶν ἐκτελούντων, μέγιστε Τιμόθεε, καὶ ἀοίδιμε Μαύρα, τοῦ εἰρηνεῦσαι πόλιν καὶ λαόν· αὐτός ἐστι γάρ, πιστῶν τὸ κραταίωμα.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—
Χαίροις συζυγία ἰσοκλεής, Τιμόθεε μάκαρ, σὺν τῇ Μαύρᾳ τῇ φωταυγεῖ· σύμφρονες γὰρ ὄντες, ἐν βίῳ καὶ ἐν ἄθλοις, καὶ τῶν βραβείων ἄμα, κατηξιώθητε.



[ Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμ. 9ος (Μάιος),
σελ. 35–37.
Διασκευή εκ του Γαλλικού:
Ξενοφών Κομνηνός.
Θεώρηση κειμένου:
Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·
Αθήναι 2007.
Επιμέλεια ανάρτησης:
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται
η αναδημοσίευση των αναρτήσεων
από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου