Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Τετάρτη 13 Μαΐου 2020

ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΓΛΥΚΕΡΙΑ


ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΓΛΥΚΕΡΙΑ


     Κατά το πρώτο έτος της βασιλείας του Αντωνίνου του Ευσεβούς (138) ζούσε στην Τραϊανούπολη μια νέα χριστιανή, θυγατέρα ενός υψηλόβαθμου Ρωμαίου αξιωματικού, αφιερωμένη στη στερέωση των ντόπιων χριστιανών στην Πίστη. Ανήμερα μιας ειδωλολατρικής εορτής, σφράγισε το μέτωπό της με το σημείο του Σταυρού και προχώρησε προς τον διοικητή Σαβίνο που παρευρισκόταν στον ναό, ομολογώντας θαρρετά και αβίαστα ότι ήταν δούλη του Χριστού. Ο Σαβίνος τη διέταξε να θυσιάσει στους θεούς· εκείνη κατευθύνθηκε προς τα είδωλα και, με την επίκληση του Ονόματος του Σωτήρος Χριστού, κατακρήμνισε το άγαλμα του Διός και στη συνέχεια το συνέτριψε. Οι ειδωλολάτρες όρμησαν καταπάνω της με λύσσα και επιχείρησαν να τη λιθοβολήσουν, αλλά οι πέτρες δεν μπορούσαν να την πλήξουν. Την κρέμασαν τότε από τα μαλλιά και της ξέσχισαν τη σάρκα με σιδερένια νύχια, κατόπιν δε, την έριξαν στη φυλακή και την άφησαν εκεί δίχως τροφή και νερό επί πολλές ημέρες. Άγγελος Κυρίου όμως της έφερνε τροφή και ενδυνάμωνε μέσα της την ελπίδα των μελλόντων αγαθών. Έτσι, όταν ο διοικητής την κάλεσε πάλι να παρουσιασθεί, με κατάπληξη την είδε να εμφανίζεται μπροστά του χαίροντας άκρας υγείας και λάμποντας από την παρρησία της προς τον Θεό.


     Ο Σαβίνος έπρεπε να μεταβεί στην Ηράκλεια της Θράκης και πήρε μαζί του τη Γλυκερία. Έγινε δεκτή με σεβασμό από τον επίσκοπο Δομίτιο και τους χριστιανούς που είχαν πληροφορηθεί τον ανδρείο αγώνα της. Παρουσιάσθηκε ξανά στο δικαστήριο, καταδικάσθηκε να καεί ζωντανή, όμως μια ουράνια δρόσος έπεσε και έσβησε την κάμινο στην οποία την είχαν ρίξει. Ο δικαστής τότε έδωσε εντολή να γδάρουν το δέρμα της κεφαλής της και την οδήγησαν πίσω στη φυλακή εν αναμονή νέων βασανισμών. Και αυτή τη φορά, άγγελος Κυρίου ήλθε να τη συνδράμει. Μπροστά σε παρόμοια θεϊκά σημεία, ο δεσμοφύλακας Λαοδίκιος μεταστράφηκε στην Πίστη του Χριστού και σύντομα καταδικάσθηκε σε αποκεφαλισμό.


     Τέλος, η αγία παραδόθηκε στα άγρια θηρία. Ένα λιοντάρι χίμηξε με μανία καταπάνω της, αλλά αίφνης έκοψε την ορμή του και ήλθε να γλείψει τρυφερά τα πόδια της. Ένα άλλο λιοντάρι όρμηξε και, με μια ελαφριά δαγκωματιά, δίχως όμως να της προκαλέσει το παραμικρό τραύμα, επέτρεψε στη Γλυκερία να συναντήσει μέσα σε αγαλλίαση τον επουράνιο Νυμφίο της.


     Ο δικαστής βρήκε λίγο αργότερα άθλιο θάνατο, ενώ ο επίσκοπος πήγε να ενταφιάσει το σκήνωμα της ανδρείας αθλήτριας του Χριστού, όχι μακριά από την πόλη. Στον τόπο εκείνο ανηγέρθη αργότερα μέγας και περίλαμπρος ναός, όπου ετιμάτο η αγία Γλυκερία από όλους τους κατοίκους της Ηράκλειας, της οποίας έγινε πολιούχος. Το λείψανό της κατόπιν μεταφέρθηκε στη Λήμνο. Από την κάρα της, που παρέμεινε στην Ηράκλεια, εξακολουθούσε να αναβλύζει πανευώδες μύρο, το οποίο ως πηγή ζώσα θεράπευε πλήθος προσκυνητών.


—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος γ΄. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν καλλιπάρθενον, Χριστοῦ τιμήσωμεν, τὴν ἀριστεύσασαν, πόνοις ἀθλήσεως, καὶ ἀσθενείᾳ τῆς σαρκός, τὸν ὄφιν καταβαλοῦσαν· πόθῳ γὰρ τοῦ Κτίσαντος, τῶν βασάνων τὴν ἔφοδον, παρ’ οὐδὲν ἡγήσατο, καὶ θεόθεν δεδόξασται· πρὸς ἣν ἀναβοήσωμεν πάντες· χαίροις θεόφρον Γλυκερία.

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—
Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὴν Παρθένον στέργουσα, καὶ Θεοτόκον Μαρίαν, διετήρεις ἄφθορον, τὴν σεαυτῆς παρθενίαν· πόθῳ δέ, καρδιωθεῖσα τῷ Κυρίῳ, ἤθλησας, ἀνδρειοφρόνως μέχρι θανάτου· διὰ τοῦτο Γλυκερία, διπλῷ στεφάνῳ, σὲ στέφει Χριστὸς ὁ Θεός.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—
Μύρον πολυσύνθετον τῷ Χριστῷ, ἐξ ἁγνείας πόνων, καὶ αἱμάτων τοῖς σταλαγμοῖς, προσενεγκαμένη, θεόφρον Γλυκερία, ἐν μύροις θεοβρύτοις, λαμπρῶς δεδόξασαι.




[ Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμ. 9ος (Μάιος),
σελ. 153–154.
Διασκευή εκ του Γαλλικού:
Ξενοφών Κομνηνός.
Θεώρηση κειμένου:
Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·
Αθήναι 2007.
Επιμέλεια ανάρτησης:
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται
η αναδημοσίευση των αναρτήσεων
από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου