Όταν ο Άγιος Νεκτάριος
(1/10/1846–8/11/1920) έβγαινε από την Ριζάρειο
Σχολή –στην οποία, για 14 ολόκληρα χρόνια (1894–1908) διετέλεσε χαρισματικός
και αλησμόνητος διευθυντής της– σχεδόν πάντα κυκλοφορούσε ταπεινά και απλά
ενδεδυμένος, σαν ένας απλός ιερέας, χωρίς να τον ακολουθεί συνοδεία και χωρίς
να φέρει πάνω του κανένα εγκόλπιο (το διακριτικό του βαθμού της αρχιερωσύνης).
Κάποτε, κάπου εκεί κοντά στην Ριζάρειο Σχολή, συνάντησε τον Άγιο Νεκτάριο, ο μοναχός Νικόδημος από τα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους. Ο Άγιος, χαιρέτησε τον αγιορείτη μοναχό με τον πασίγνωστο αγιορείτικο χαιρετισμό «εὐλογεῖτε!», που ήταν –για τότε τουλάχιστον– εντελώς άγνωστος στους πολλούς. Όπως ήταν φυσικό, απόρησε ο μοναχός και ακολούθησε ο ακόλουθος διάλογος, μεταξύ τους:
–Πώς γνωρίζετε, πάτερ, το «εὐλογεῖτε»;
–Κι εγώ, Γέροντα, μοναχός είμαι!
–Φαίνεστε ότι είστε και παπάς. Πού είστε εφημέριος;
–Είμαι, εδώ, στον Άγιο Γεώργιο της Ριζαρείου.
–Ασφαλώς, τότε, θα είστε ο Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Γιατί γνωρίζω καλά ότι αυτός είναι εκεί εφημέριος. Γιατί δεν φέρετε το διακριτικό σας εξωτερικά;
–Μέσα μας, Γέροντα!... Το πως θα έχουμε τον Χριστό, μέσα μας! Αυτό, έχει σημασία! Τα εξωτερικά, δεν είναι και τόσο απαραίτητα!…, απάντησε με γλυκύτητα και ταπεινοφροσύνη ο Ιεράρχης του Χριστού.
Η αγάπη, η φιλαδελφία, η φιλανθρωπία, η ελεημοσύνη, η θυσία και το δόσιμο του Αγίου Νεκταρίου προς τον άνθρωπο –τον κάθε άνθρωπο– σε συνδυασμό με την εκούσια πτωχεία, την ένδεια και την ακτημοσύνη, ήταν κάτι το μοναδικό, το απίστευτο και απαράμιλλο! Πολύ ενδεικτικά, αναφέρουμε λίγα θαυμαστά περιστατικά που μας το φανερώνουν αυτό.
Κάποτε, κάπου εκεί κοντά στην Ριζάρειο Σχολή, συνάντησε τον Άγιο Νεκτάριο, ο μοναχός Νικόδημος από τα Καυσοκαλύβια του Αγίου Όρους. Ο Άγιος, χαιρέτησε τον αγιορείτη μοναχό με τον πασίγνωστο αγιορείτικο χαιρετισμό «εὐλογεῖτε!», που ήταν –για τότε τουλάχιστον– εντελώς άγνωστος στους πολλούς. Όπως ήταν φυσικό, απόρησε ο μοναχός και ακολούθησε ο ακόλουθος διάλογος, μεταξύ τους:
–Πώς γνωρίζετε, πάτερ, το «εὐλογεῖτε»;
–Κι εγώ, Γέροντα, μοναχός είμαι!
–Φαίνεστε ότι είστε και παπάς. Πού είστε εφημέριος;
–Είμαι, εδώ, στον Άγιο Γεώργιο της Ριζαρείου.
–Ασφαλώς, τότε, θα είστε ο Μητροπολίτης Πενταπόλεως. Γιατί γνωρίζω καλά ότι αυτός είναι εκεί εφημέριος. Γιατί δεν φέρετε το διακριτικό σας εξωτερικά;
–Μέσα μας, Γέροντα!... Το πως θα έχουμε τον Χριστό, μέσα μας! Αυτό, έχει σημασία! Τα εξωτερικά, δεν είναι και τόσο απαραίτητα!…, απάντησε με γλυκύτητα και ταπεινοφροσύνη ο Ιεράρχης του Χριστού.
Η αγάπη, η φιλαδελφία, η φιλανθρωπία, η ελεημοσύνη, η θυσία και το δόσιμο του Αγίου Νεκταρίου προς τον άνθρωπο –τον κάθε άνθρωπο– σε συνδυασμό με την εκούσια πτωχεία, την ένδεια και την ακτημοσύνη, ήταν κάτι το μοναδικό, το απίστευτο και απαράμιλλο! Πολύ ενδεικτικά, αναφέρουμε λίγα θαυμαστά περιστατικά που μας το φανερώνουν αυτό.
Κάποια μέρα, αρχές του μήνα,
εμφανίστηκε στο γραφείο του Αγίου ένας άγνωστος και ζητούσε 25 δραχμές για να
ξοφλήσει ένα γραμμάτιο. Ο Άγιος, του έδωσε τα χρήματα –ήταν όλα κι όλα όσα
είχε– και στον συμπαρόντα και διαμαρτυρόμενο υποδιευθυντή της Ριζαρείου είπε
«να μην απελπίζεται γιατί ο Θεός θα τα οικονομήσει τα πράγματα», όπως και
πράγματι έγινε στην συνέχεια.
Μια Κυριακή, μετά την Θεία Λειτουργία, στην εκκλησία της «Χρυσοσπηλιώτισσας» (Αιώλου 60), ο Άγιος αντίκρισε έναν ιερέα με πολύ φθαρμένο το εξώρασό του. Αμέσως, βγάζει το δικό του και το ανταλάσσει με εκείνο το φθαρμένο του φτωχού λευΐτη.
Άλλη φορά, ένας φτωχός, που μόλις είχε βγει από το νοσοκομείο, κατέφυγε στον Πενταπόλεως και ζητούσε χρήματα για ν’ αγοράσει φάρμακα. Ο Άγιος, μη έχοντας να του δώσει, του πρόσφερε μια καινούργια φορεσιά εσώρουχα που του είχαν χαρίσει, ώστε πουλώντας τα με το αντίτιμό τους, να εξυπηρετηθεί.
Και αυτό έμμεσα επιβεβαιώνεται από
σημείωμα της 16ης Απριλίου 1940, που βρέθηκε στο προσωπικό αρχείο του
Μητροπολίτη Ελευθερουπόλεως Σωφρονίου, το οποίο αναφέρει πως, συνέβαινε ο Άγιος
να μην έχει ακόμη και δεύτερα εσώρουχα και να αναγκάζεται να μένει στο δωμάτιό
του ώσπου να πλυθούν και να στεγνώσουν τα υπάρχοντα.
Ακόμα, διαπιστώνουμε από επιστολές του πως είχε μονάχα ένα επανωκαλύμμαυχο*, ενώ υπήρχαν περιπτώσεις που δεν είχε χρήματα ούτε ακόμη να πληρώσει τα
εισιτήριά του για να πάει στην Αίγινα.
Τελικά, «ένας τέτοιος Αρχιερέας μάς χρειαζόταν! Που να είναι τόσο άγιος, τόσο άκακος και τόσο αψεγάδιαστος (με την θεϊκή αγάπη). Που δίχως να έχει (καμμία σθεναρή και ουσιαστική) σχέση με την ανθρώπινη αμαρτία, κατάφερε και ανέβηκε προς τα ουράνια» (πρβλ. Εβρ. ζ΄ 26) με μια τέτοια θαυμαστή επίγεια πολιτεία. Μια πολιτεία και ζήση γεμάτη δόσιμο, θυσία και αγάπη, φτώχεια, ένδεια και αυταπάρνηση, χάρη και αγιότητα. Και, από «εκεί», τώρα και για πάντα, με άπλετη πατρική και ένστοργη αγάπη, να πρεσβεύει ακατάπαυστα προς τον Μέγα Αρχιερέα και Αρχιποίμενα Χριστό, για όλα και για όλους μας!...
※
[Σοφοκλή Γ.
Δημητρακόπουλου:
«Ο Άγιος Νεκτάριος
Πενταπόλεως·
Η πρώτη Αγία Μορφή των
καιρών μας
(Ιστορική Βιογραφία
βασισμένη σε αυθεντικές πηγές)»,
κεφ. 24ο, σελ. 207–209,
Αθήνα (ημερ. προλόγου: Ιούνιος) 1998·
*«Επανωκαλύμμαυχο»:
μαύρο κάλυμμα από λεπτό
ύφασμα,
το οποίο είθισται να
τίθεται επάνω
στον σκούφο των μοναχών
ή στο καλυμμαύχι των ιερομονάχων
ως διακριτικό της μοναχικής
τους κουράς και ιδιότητας.]
※
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου