Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Σάββατο 21 Μαρτίου 2020

ΟΣΙΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΗΣ ΒΙΡΙΤΣΑ


ΟΣΙΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΗΣ ΒΙΡΙΤΣΑ


     Ο όσιος πατήρ ημών Σεραφείμ (Μουράβιεφ) γεννήθηκε το 1866 στο Βαχρομέγκεβο, χωριό στην περιοχή του Γιαροσλάβλ, και από μικρός ποθούσε να γίνει μοναχός. Επειδή όμως ένας Γέροντας τού σύστησε να αποκτήσει πρώτα οικογένεια και να αφιερωθεί κατόπιν στον ασκητικό βίο, εισήλθε στην υπηρεσία ενός εμπόρου της Αγίας Πετρούπολης και επέδειξε εκεί τόση δεξιοσύνη ώστε πολύ γρήγορα έγινε έμπιστός του. Μετά τον γάμο του ασχολήθηκε για λογαριασμό του με το εμπόριο γούνας και απέκτησε γρήγορα μεγάλη περιουσία, την οποία διέθετε σε ελεημοσύνες και στην ενίσχυση ναών και μονών. Μία ημέρα, επιστρέφοντας από ένα ταξίδι στο εξωτερικό, πήγε στον κουρέα, αλλά για κάποιο ανεξήγητο λόγο δίστασε επανειλημμένα να καθίσει στην πολυθρόνα. Τέλος ο κουρέας έπεσε στα πόδια του κλαίγοντας και του ομολόγησε ότι είχε την πρόθεση να τον σφάξει για να αρπάξει την περιουσία του. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τις συμβουλές του πατρός Βαρνάβα, πνευματικού στη Λαύρα του Αγίου Αλεξάνδρου, τον έκαναν να αποφασίσει να αποταγεί από τον κόσμο, με τη συναίνεση της συζύγου του, η οποία εσήλθε στο Κοινόβιο της Αναστάσεως.

     Εισήλθε στη Λαύρα το 1920, σύντομα εκάρη μοναχός και μετά από επτά μόνο χρόνια ενεδύθη το Μέγα και Αγγελικό Σχήμα με το όνομα Σεραφείμ. Την ίδια χρονιά χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και ανέλαβε καθήκοντα πνευματικού της Λαύρας. Η χάρις του Θεού ακτινοβολούσε μέσα του, διά του χαρίσματος της διακρίσεως και της παρηγορίας, τόσο πολύ, ώστε πλήθη πιστών άρχισαν να συρρέουν στο κελλί του για να λάβουν την ευλογία του.

     Τον καιρό του νέου κύματος σκληρών διωγμών κατά της Εκκλησίας, που άρχισε το 1930, οι μοναχοί της Λαύρας διασκορπίσθηκαν και στάλθηκαν στο στρατόπεδο συγκεντρώσεως του Σολοφσκί, όπου οι περισσότεροι έχασαν τη ζωή τους μαζί με άλλους πολλούς ιερείς και μοναχούς. Καθώς οι γιατροί, έχοντας διαπιστώσει πολλές παθήσεις του πατρός Σεραφείμ, τον είχαν χαρακτηρίσει ανίκανο να ταξιδέψει μέχρι τον Βορρά, τον περιόρισαν στην κωμόπολη Βίριτσα, τρεις ώρες με το τραίνο από την Αγία Πετρούπολη. Καθηλωμένος στο κρεβάτι από την αρρώστια, ο άγιος αποτελούσε την παρηγοριά του χειμαζόμενου λαού, προπαντός κατά τα φοβερά χρόνια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και της γερμανικής κατοχής. Αφιερώθηκε τότε στη νηστεία και την προσευχή και έμεινε χίλιες νύκτες γονατισμένος επάνω σε μια πέτρα δεόμενος για τη σωτηρία της πατρίδας του, κατά μίμηση του προστάτη του αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ, τον οποίον είχε δει σε όραμα πολλές φορές.


     Παρά τις παρενοχλήσεις και τις συχνές επισκέψεις της μυστικής αστυνομίας, περνούσε τις νύχτες του προσευχόμενος και αφιέρωνε την ημέρα σε αυτούς που έρχονταν, πολλές φορές από μακριά, για να του εμπιστευθούν τον πόνο τους. Με την πρώτη ματιά καταλάβαινε την πνευματική κατάσταση των επισκεπτών του και τις ανάγκες τους και ήξερε να λέει στον καθένα τον λόγο που θα τον ανέπαυε ή την παραίνεση που θα του επέτρεπε να αντιμετωπίσει με πίστη τις δυσκολίες της ζωής. Στη διδασκαλία του, υπογράμμιζε ιδιαίτερα την αγάπη προς τους εχθρούς και έλεγε: «Τουλάχιστον μια φορά στη ζωή μας, ας ανάψουμε ένα κερί για όλους τους εχθρούς μας!». Άνθρωποι κάθε λογής, ακόμη και άθεοι, συνωθούνταν έξω από το κελλί του που ήταν τόπος και πηγή ιάσεων για τους πάσχοντες. Ο μητροπολίτης Αλέξιος της Αγίας Πετρούπολης ήλθε να τον ρωτήσει μήπως έπρεπε να εκπατρισθεί, αλλά ο π. Σεραφείμ τού αποκρίθηκε ότι θα καλείτο να γίνει πατριάρχης και να κατευθύνει τη ρωσική Εκκλησία επί είκοσι πέντε έτη· πράγματι, ο Αλέξιος πατριάρχευσε επί ακριβώς σχεδόν μία εικοσιπενταετία.

     Σε μια εποχή που οι περισσότεροι ναοί ήσαν κατεστραμμένοι ή κλειστοί, ο π. Σεραφείμ προείπε ότι θα ερχόταν μία ημέρα που η Πίστη θα αναβίωνε, οι πιστοί κάθε ηλικίας θα γέμιζαν τους ναούς και μια ιερή πομπή θα ξετυλιγόταν μέσα από τους δρόμους της Αγίας Πετρούπολης, από τον ναό της Θεοτόκου του Καζάν μέχρι τη Λαύρα του Αγίου Αλεξάνδρου Νέφσκι. Αυτή η πρόρρηση έμελλε να πραγματοποιηθεί το 1991, όταν μετά την εύρεσή τους, τα λείψανα του αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ λιτανεύθηκαν με επισημότητα σε πολλές μεγάλες πόλεις της Ρωσίας, ως σύμβολο της αναγεννημένης Πίστεως.

     Αφού περάτωσε το σωτήριο έργο του τα χρόνια εκείνης της δοκιμασίας, χωρίς να ζητήσει από τον Θεό να τον ανακουφίσει από τις αρρώστιες του, ο όσιος Σεραφείμ εκοιμήθη εν ειρήνη στις 3 Απριλίου (21 Μαρτίου) του 1949. Μετά την κοίμησή του ολόκληρη η πόλη πένθησε επί μία εβδομάδα και έπειτα πολλά θαύματα επιτελέσθηκαν κοντά στον τάφο του. Πολύ πριν την αγιοκατάταξή του, ετιμάτο όχι μόνο στην περιοχή της Αγίας Πετρούπολης, αλλά και σε ολόκληρη τη Ρωσία όπως και στο εξωτερικό. Η τιμή του αναγνωρίσθηκε επίσημα από τη Σύνοδο της ρωσικής Εκκλησίας τον Αύγουστο του 2000.


—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟ—
του αγίου Σεραφείμ της Βίριτσα
(Μετάφραση από τα Ρωσικά)
Ωσάν αστέρι λαμπρό της Ρωσίας έλαμψες στη Βίριτσα, όσιε πάτερ Σεραφείμ· και με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος καθοδηγούμενος, με το φως των θαυμάτων σου, φώτισες νοερώς τη χώρα μας. Γι’ αυτό προσφεύγοντας όλοι στον τάφο σου, με κατάνυξη σού κράζουμε· Πρέσβευε στον Χριστό και Θεό να σωθούν οι ψυχές μας!


—ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ—
του αγίου Σεραφείμ της Βίριτσα
[ Το παρακάτω κείμενο αποτελεί ένα γράμμα που στάλθηκε από τον πατέρα Σεραφείμ σε ένα πνευματικό του παιδί, επίσκοπο, ο οποίος βρισκόταν στη φυλακή. Είναι ένας λόγος παρηγοριάς και νουθεσίας που ο Δημιουργός Θεός, μέσα από τις δοκιμασίες και τις αντιξοότητες της ζωής, απευθύνει στοργικά και αφυπνιστικά στη ψυχή του ανθρώπου… ]

Έχεις ποτέ σκεφτεί ότι όλα όσα αφορούν εσένα, αφορούν και Εμένα; Διότι αυτά που αφορούν εσένα, αφορούν την κόρη του οφθαλμού Μου.
Είσαι πολύτιμη ύπαρξη στα μάτια Μου και σ’ έχω αγαπήσει, γι’ αυτό είναι ιδιαίτερη χαρά για Μένα να σε εκπαιδεύσω.
Όταν οι πειρασμοί και ο πολέμιος έρχονται σαν το ποτάμι κατά πάνω σου, θέλω να ξέρεις ότι από Μένα ήταν αυτό.
Θέλω να ξέρεις ότι η αδυναμία σου έχει ανάγκη από τη δύναμή Μου και η ασφάλειά σου βρίσκεται στο να Με αφήσεις να σε προστατεύσω.

Θέλω να ξέρεις ότι, όταν βρίσκεσαι σε δύσκολες συνθήκες, μεταξύ των ανθρώπων που δεν σε καταλαβαίνουν, δεν λογαριάζουν αυτά που σου είναι ευάρεστα και σε απομακρύνουν, από Μένα ήταν αυτό.
Είμαι ο Θεός σου, οι περιστάσεις της ζωής είναι στα χέρια Μου, δεν βρέθηκες τυχαία στη θέση σου, είναι ακριβώς η θέση που σου έχω ορίσει.
Δεν Με παρακαλούσες να σου μάθω την Ταπείνωση; Και, να! Σ’ έβαλα σ’ αυτό ακριβώς το περιβάλλον, στο «σχολείο» όπου διδάσκουν αυτό το μάθημα.
Στο περιβάλλον σου και αυτοί που ζουν γύρω σου, εκτελούν μόνο το θέλημά Μου.

Έχεις οικονομικές δυσκολίες και μόλις τα βγάζεις πέρα; Να ξέρεις ότι από Μένα ήταν αυτό.
Θέλω να ξέρεις ότι Εγώ διαθέτω τα χρήματά σου και να καταφεύγεις σε Μένα και να γνωρίζεις ότι εξαρτάσαι από Μένα.
Θέλω να ξέρεις ότι τα δικά Μου αποθέματα είναι ανεξάντλητα και να είσαι βέβαιος ότι είμαι πάντα πιστός στις υποσχέσεις Μου.
Να μη συμβεί ποτέ να σου πουν στην ανάγκη σου: «Μην πιστεύεις στον Κύριο και Θεό σου!».
Έχεις περάσει ποτέ νύχτα μέσα στη θλίψη; Είσαι χωρισμένος από τους συγγενείς σου και τους ανθρώπους που αγαπάς;
Σου το επέτρεψα για να στραφείς σε Μένα, ώστε σε Μένα να βρεις την αιώνια παρηγοριά και ανακούφιση.
Σε ξεγέλασε ο φίλος σου ή κάποιος που του είχες ανοίξεις την καρδιά σου; Από Μένα ήταν αυτό.

Εγώ επέτρεψα να σε αγγίξει αυτή η απογοήτευση, για να μάθεις ότι ο καλύτερος φίλος σου είναι ο Κύριος.
Θέλω να τα φέρνεις όλα αυτά τα περιστατικά σε Μένα και όλα να Μου τα λες.
Σε συκοφάντησε κάποιος; Να το αφήσεις σε Μένα. Σε Μένα να προσκολληθείς, σε Μένα που είμαι η καταφυγή σου.
Θα κάνω τη δικαιοσύνη σου να λάμψει σαν το φως και τη ζωή σου σαν το καταμεσήμερο.

Καταστράφηκαν τα σχέδιά σου; Λύγισε η ψυχή σου και είναι τώρα εξαντλημένη; Από Μένα ήταν αυτό.
Έκανες σχέδια και είχες δικούς σου σκοπούς. Μου τα έφερες να τα ευλογήσω. Αλλά Εγώ θέλω να αφήσεις σε Μένα να κατευθύνω και να χειραγωγώ τις περιστάσεις της ζωής σου, διότι είσαι το ορφανό και ο πρωταγωνιστής.


Σε βρήκαν απροσδόκητες αποτυχίες και η απελπισία κατέλαβε την καρδιά σου; Να ξέρεις· Από Μένα ήταν αυτό.
Μ’ αυτή την κούραση και το άγχος δοκιμάζω πόσο ισχυρή είναι η πίστη σου στις υποσχέσεις Μου και την παρουσία σου στην προσευχή για τους συγγενείς σου.
Δεν ήσουν εσύ που εμπιστεύτηκες τις φροντίδες γι’ αυτούς στην προνοητική Μου αγάπη; Δεν είσαι εσύ που και τώρα τους αφήνεις στην προστασία της πάναγνης Μητέρας Μου;

Σε βρήκε σοβαρή ασθένεια, που μπορεί να γιατρευτεί ή που είναι αθεράπευτη και σε καθήλωσε στο κρεβάτι; Από Μένα ήταν αυτό.
Επειδή θέλω να Με γνωρίσεις πιο βαθιά μέσω της σωματικής ασθένειας και να μη γογγύζεις γι’ αυτή τη δοκιμασία που σου στέλνεται και να μην προσπαθείς να καταλάβεις μόνος σου τα σχέδιά Μου, για τη Σωτηρία της ψυχής και των ανθρώπων με διάφορους τρόπους, αλλά αδιαμαρτύρητα και ταπεινά να σκύβεις το κεφάλι μπροστά στην αγαθότητά Μου.

Ονειρευόσουν να κάνεις κάτι ξεχωριστό και ιδιαίτερο για Μένα και, αντί να γίνει αυτό, έπεσες στο κρεβάτι του πόνου; Από Μένα ήταν αυτό.
Διότι τότε θα ήσουν βυθισμένος στα δικά σου έργα και Εγώ δεν θα μπορούσα να προσελκύσω τις σκέψεις σου σε Μένα. Αλλά Εγώ θέλω να σου διδάσκω τις βαθύτατες σκέψεις και τα μαθήματά Μου για να με υπηρετείς. Θέλω να σε μάθω να αισθάνεσαι πως είσαι τίποτα χωρίς Εμένα.
Μερικοί από τους καλύτερους υιούς Μου είναι αυτοί, οι οποίοι είναι αποκομμένοι από τη ζωή των δραστηριοτήτων, για να μάθουν να χειρίζονται το όπλο της αδιάλειπτης προσευχής.

Κλήθηκες απροσδόκητα να αναλάβεις μια δύσκολη και υπεύθυνη θέση, στηριγμένη σε Μένα.
Σου εμπιστεύομαι τις δυσκολίες αυτές και γι’ αυτό θα σε ευλογήσει ο Κύριος και Θεός σου σε όλα τα έργα σου, σε όλους τους δρόμους σου· σε όλα και για όλα Καθοδηγητής και Διδάσκαλός σου θα είναι ο Κύριός σου.

Στα χέρια σου, παιδί Μου, έδωσα ένα δοχείο με θείο μύρο, ώστε εσύ να το χρησιμοποιείς ελεύθερα.
Να θυμάσαι πάντοτε ότι κάθε δυσκολία που θα συναντήσεις, κάθε προκλητική λέξη, κάθε διαβολή και κατάκριση, κάθε εμπόδιο στο έργο σου, που θα μπορούσε να προκαλέσει αγανάκτηση και απογοήτευση, κάθε φανέρωση της αδυναμίας και της ανικανότητάς σου, θα χρίεται με αυτό το έλαιο. Από Μένα ήταν αυτό.

Να θυμάσαι πως κάθε εμπόδιο είναι νουθεσία από τον Θεό και γι’ αυτό να βάλεις στην καρδιά σου τούτο τον λόγο που σου έχω αποκαλύψει τη μέρα αυτή. Από Μένα ήταν αυτό.

Να ξέρεις και να θυμάσαι πάντα, όπου και να είσαι, ότι οποιοδήποτε κεντρί παρουσιαστεί στο διάβα σου, θα αμβλυνθεί μόλις θα μάθεις μέσα από όλα όσα σου συμβαίνουν να βλέπεις Εμένα. Όσα σου στάλθηκαν από μένα για την τελείωση της ψυχής σου, όλα ήταν από Μένα!





[ (1) Ιερομονάχου
Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμος 7ος (Μάρτιος),
σελ. 204–206·
Διασκευή εκ του Γαλλικού:
Σωτήρης Γουνελάς,
Εκδόσεις «Ίνδικτος»,
Αθήνα, Φεβρουάριος 20172.
2. «Ο νεοφανής άγιος
της ρωσικής Εκκλησίας
Σεραφείμ της Βίριτσα»
(Βίος–Θαύματα–Προφητείες)·
σελ. 153–157·
Μετάφραση: Αντώνιος Ντανίλιν.
Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη»·
Θεσσαλονίκη (αχρονολόγητο).
(3) Αρχιμ. Νεκταρίου Αντωνόπουλου
(τώρα Μητροπολίτου Αργολίδος):
«Ο στάρετς Σεραφείμ της Βύριτσα».
σελ. 182–185, 207.
Εκδόσεις «Ακρίτας»·
Αθήνα, Νοέμβριος 20032.
Επιμέλεια ανάρτησης:
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται
η αναδημοσίευση των αναρτήσεων
από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Παρασκευή 20 Μαρτίου 2020

ΤΟ ΕΛΑΦΡΥ ΧΑΔΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ


ΤΟ ΕΛΑΦΡΥ ΧΑΔΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ


     Διηγήθηκε κάποια κυρία ότι, όταν ήταν στο Ντουμπάι πολύ στενοχωρημένη και ότι ενώ ζούσε στη θλίψη, είδε κάποια στιγμή την Παναγία πανέμορφη με γαλάζιο μανδύα, συνοδευόμενη από αγγέλους και αποπνέουσα άρωμα αγιότητας, να την επισκέπτεται και να τείνει το χέρι της να την χαϊδέψει κάπου, και την χάϊδεψε ελαφρά άνω του κροτάφου, και τότε αισθάνθηκε μια χαρά ανείπωτη, που αν την ξανααισθανθεί θα πεθάνει.
     Όταν γύρισε στην Ελλάδα και επεσκέφθη τον Άγιο Γέροντα Πορφύριο, ο Γέροντας τής διηγήθηκε αυτό που έζησε αυτή στο Ντουμπάι και της είπε ότι αυτός της το ετοίμασε (!!!).
     Σχόλιον ημέτερον:
     Τι και πόσα, τελικά, μας «ετοιμάζουν» οι Άγιοι στη ζωή μας, στις θλίψεις και τις δοκιμασίες μας! Κυρίως δε, η Αγία των Αγίων, η Παναγία μας, χωρίς καν εμείς να το συνειδητοποιούμε και να το παίρνουμε χαμπάρι!...


[ «Από το σημειωματάριο
Ενός υποτακτικού»,
Μέρος Δ΄, Κεφ. Α΄, §15,
σελ. 175–176·
Εκδόσεις
«Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος»,
Μήλεσι 2016.
Επιμέλεια ανάρτησης:
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται
η αναδημοσίευση των αναρτήσεων
από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2020

ΑΓΙΟΙ ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΚΑΙ ΔΑΡΕΙΑ


ΑΓΙΟΙ ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΚΑΙ ΔΑΡΕΙΑ


     Ο Χρύσανθος ήταν γιος επιφανούς άρχοντος της Αλεξανδρείας, του συγκλητικού Πολέμωνος, ο οποίος μετέβη και εγκαταστάθηκε στη Ρώμη την εποχή του αυτοκράτορα Νουμεριανού (283-284). Αφού περάτωσε τις εγκύκλιες σπουδές του, ο Χρύσανθος άρχισε να μελετά τη φιλοσοφία. Η ανθρώπινη σοφία, όμως, δεν τον ικανοποιούσε και ανακάλυψε τότε το Ευαγγέλιο, το βιβλίο της ενυπόστατης Σοφίας. Οδηγημένος από τη θεία Πρόνοια, βρήκε γρήγορα τον οδηγό που αναζητούσε στο πρόσωπο του ιερέα Καρποφόρου, ο οποίος κρυβόταν σε σπήλαιο εξαιτίας του διωγμού. Ο Χρύσανθος κατηχήθηκε από αυτόν στα μυστήρια της Πίστεως και αναγεννήθηκε με το άγιο Βάπτισμα. Επιστρέφοντας στην πόλη επτά ημέρες αργότερα, άρχισε να κηρύττει τον Χριστό προς μεγάλη αναστάτωση των γονέων του. Ο Πολέμων δοκίμασε αρχικά να τον πείσει να αλλάξει γνώμη, υποσχόμενος απολαύσεις και πλούτη· καθώς οι υποσχέσεις δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα, τον έκλεισε σε ένα σκοτεινό κελλί, ελπίζοντας ότι θα κατορθώσει να κάμψει την αποφασιστικότητα του γιού του διά της πείνας.

     Βλέποντας όμως τον γιο του να δυναμώνει με τη νηστεία και τον εγκλεισμό, κατά συμβουλή ενός φίλου, τον εγκατέστησε σε ένα δωμάτιο με υπέροχη διακόσμηση και έστειλε εκεί ωραίες νέες να τον βάλουν σε πειρασμό με φιλιά και θωπείες. Παρ’ όλα αυτά, ο Χρύσανθος έμενε αναίσθητος στα θέλγητρά τους, επικαλούμενος τη βοήθεια του Θεού και ενθυμούμενος το παράδειγμα της αγνείας του πατριάρχου Ιωσήφ (πρβλ. Γεν. 39). Έτσι, κάθε φορά που τον πλησίαζαν οι άσεμνες κοπέλες, έπεφταν σε λήθαργο. Συνέστησε τότε στον Πολέμωνα μια νεαρή και όμορφη κόρη που καταγόταν από την Αθήνα, άκρως ικανή περί τη φιλοσοφία, ονόματι Δαρεία. Την παρουσίασαν στον Χρύσανθο στολισμένη υπέροχα και εκείνη επιχείρησε να τον παρασύρει στα δίχτυα των θελκτικών λόγων της. Ο Χρύσανθος τής απάντησε παρουσιάζοντάς της την προοπτική του θανάτου και της τελικής Κρίσης. Έπειτα, καθώς δοκίμαζε να του θυμίσει την τιμή που οφείλεται στους θεούς, ο αληθινός και φωτισμένος φιλόσοφος αντέκρουσε τα επιχειρήματά της χωρίς δυσκολία, δείχνοντάς της ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο παράλογο από τη λατρεία των φυσικών στοιχείων, της γης, των υδάτων, του πυρός, ιδίως όταν τους αποδίδεται και ανθρώπινη μορφή. Ακούγοντας αυτά τα λόγια η Δαρεία, ασπάσθηκε και εκείνη την αληθινή σοφία και αποφάσισαν να προσποιηθούν γάμο, ώστε να ζήσουν εν παρθενία μέχρι την τελευτή τους, ετοιμαζόμενοι για αγνούς και άφθαρτους γάμους στον Ουρανό. Ύστερα, άρχισαν να κηρύττουν ένθερμα την Πίστη στους νέους και τις νέες στη Ρώμη, πείθοντας ορισμένους να φυλάξουν την καθαρότητά τους για τον Θεό.


     Οι ειδωλολάτρες θορυβήθηκαν και τους κατήγγειλαν στον έπαρχο Κελλερίνο, ο οποίος διέταξε τη σύλληψή τους και παρέδωσε τον Χρύσανθο στον τριβούνο Κλαύδιο. Όταν οδηγήθηκε στον βωμό του Διός, ο άγιος Μάρτυρας αρνήθηκε να θυσιάσει, οπότε τον έδεσαν με βούνευρα βρεγμένα στο νερό, που στεγνώνοντας εισέδυαν αργά-αργά βαθειά στις σάρκες έως το κόκαλο. Ο Θεός όμως τον διαφύλαξε σώο θαυματουργικά και από αυτό και από άλλα μαρτύρια που επινόησαν προς αυτόν οι τύραννοι. Τον έριξαν σε σκοτεινή φυλακή, που αμέσως καταυγάσθηκε από θείο φως. Τον χτύπησαν με ραβδιά, που φάνηκαν στον άγιο σαν φτερά να τον χαϊδεύουν στοργικά. Ο Κλαύδιος τότε αναγνώρισε τη δύναμη του Θεού, μαζί με όλη του την οικογένεια, τη γυναίκα του Ιλαρία, τους γιους του Ιάσονα και Μαύρο, καθώς και τους στρατιώτες που ήσαν υπό τις διαταγές του, και ζήτησε από τον άγιο να τους κατηχήσει. Ετοιμάσθηκαν να βαπτισθούν διακηρύττοντας ότι ήσαν πρόθυμοι να υποστούν κάθε μαρτύριο για το Όνομα του Χριστού.

     Όταν το πληροφορήθηκε ο Νουμεριανός, διέταξε εξοργισμένος να ρίξουν τον Κλαύδιο στη θάλασσα με μια πέτρα δεμένη στον λαιμό και να αποκεφαλίσουν τους γιους του και τους στρατιώτες. Χριστιανοί εναπέθεσαν τα σώματα των αγίων Μαρτύρων σε ένα υπόγειο, κοντά στην οδό Σαλαρίας, όπου η Ιλαρία εγκαταστάθηκε για να ανάβει το καντήλι και να προσεύχεται στους τάφους τους. Όταν πήγαν στρατιώτες να τη συλλάβουν, τους ζήτησε να την αφήσουν μια τελευταία φορά να προσευχηθεί στους τάφους των αγίων Μαρτύρων, όπου και παρέδωσε ξαφνικά τη ψυχή της στον Κύριο. Οι υπηρέτριές της την ενταφίασαν εκεί και οικοδόμησαν αργότερα ένα ναΰδριο.

     Φοβούμενος ότι οι μεταστροφές θα πολλαπλασιάζονταν, ο αυτοκράτορας έκλεισε τον Χρύσανθο στη φρικτή, δυσώδη και γεμάτες ακαθαρσίες φυλακή της Μαμερτίνης και έστειλε τη Δαρεία σε πορνοστάσιο. Ο Κύριος όμως επισκέφθηκε γι’ ακόμα μια φορά τους αγίους Του· περιέβαλε τον Χρύσανθο με άρρητο φως και ευωδία, ενώ στη Δαρεία έστειλε ένα λιοντάρι να τη διαφυλάξει από αναίσχυντες επιθέσεις. Η αγία εμπόδισε το λιοντάρι να κατασπαράξει τον πρώτο ασεβή που έφτασε, τον οποίο με γλυκύτητα κατάφερε να ασπασθεί την Πίστη του Χριστού, κάνοντας έκκληση στη λογική του, ενώ το λιοντάρι φύλαγε στην πόρτα. Κάποιους άλλους τους έφερε το λιοντάρι και μετανόησαν κι εκείνοι ακούγοντας τους λόγους της. Μετά από αυτό, καθώς ο Κελλερίνος έβαλε φωτιά στην είσοδο, η Δαρεία εξαπέστειλε το λιοντάρι στο δάσος και ετοιμάσθηκε για τον έσχατο αγώνα.

     Ο Χρύσανθος και η Δαρεία υποβλήθηκαν σε νέα μαρτύρια, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Τους έριξαν τελικά στον λάκκο, που σκέπασαν με πέτρες και χώματα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο ετελειώθησαν μαρτυρικώς και κέρδισαν τη Βασιλεία των Ουρανών. Τον επόμενο χρόνο, καθώς οι χριστιανοί συναθροίσθηκαν επί τόπου για τη μνήμη της γέννησής τους στους Ουρανούς, ο Νουμεριανός διέταξε να φράξουν την είσοδο του σπηλαίου μέσα στο οποίο είχαν συναχθεί για τη θεία Λειτουργία, που τελούσαν ο ιερέας Διόδωρος και ο διάκονος Μαριανός. Όλοι τους κοινώνησαν των αχράντων Μυστηρίων, την ώρα που οι στρατιώτες έριξαν σωρούς χωμάτων μέσα στη σπηλιά. Έτσι, όλοι τους πήγαν να ανταμώσουν στην αιώνια χαρά τον Χρύσανθο, τη Δαρεία και τους συναθλητές τους.



—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τῇ ἐπιγνώσει, πᾶσαν ἔλιπες, πατρῴαν πλάνην, καὶ Χριστῷ κατηκολούθησας Χρύσανθε, ᾧ καὶ προσάγεις Δαρείαν τὴν πάνσεμνον, καὶ σὺν αὐτῇ τὸν ἀγῶνα ἐτέλεσας. Μεθ’ ἧς πρέσβευε, δοθῆναι τοῖς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμῶν καὶ μέγα ἔλεος.

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—
Ἦχος α΄. Χορὸς Ἀγγελικός.
ς κρίνον χρυσαυγές, τὴν ὀσμὴν εὐσεβείας, ἐμπνεύσας δαψιλῶς, Χρύσανθε Ἀθλοφόρε, πρὸς γνῶσιν σωτήριον, τὴν Δαρείαν ἐφείλκυσας, μεθ’ ἧς ἤθλησας, καὶ τὸν ἀρχέκακον ὄφιν, τροπωσάμενος, πρὸς ἀκηράτους παστάδας, ἀξίως ἐπήρθητε.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—
Σύμφονες ὁμόζυγοι Ἀθληταί, οἱ τοῦ Ζωοδότου, πειθαρχήσαντες τῷ ζυγῷ, χαίρετε ἀπαύστως, Χρύσανθε καὶ Δαρεία, τῆς παγκαλοῦς ἁγνείας, τερπνὰ ἀλάβαστρα.




Αφιερωμένη ετούτη η ανάρτηση
στον προ πολλού μακαριστό
και καλοκάγαθο κυρ-Χρύσανθο,
τον παντοπώλη του χωριού μου,
που, από όσο θυμάμαι,
καταγόταν από την ηρωική μας Κύπρο·
ο καλός Θεός να τον αναπαύσει.
Αφιερωμένο επίσης και στη Χρυσάνθη,
σε μια πραγματικά ταλαίπωρη ύπαρξη
με τη δαιμονική μανία και αντιδραστικότητα
προς τους ιερείς της ενορίας της,
από την οποία δεν ξέφυγα ούτε κι εγώ·
ο Θεός να την ελεήσει και να τη φωτίσει.





[ Ιερομονάχου
Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμος 7ος (Μάρτιος),
σελ. 179–181·
Διασκευή εκ του Γαλλικού:
Σωτήρης Γουνελάς,
Εκδόσεις «Ίνδικτος»,
Αθήνα, Φεβρουάριος 20172.
Επιμέλεια ανάρτησης:
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται
η αναδημοσίευση των αναρτήσεων
από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2020

ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ


ΑΓΙΟΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ


     Ο πατήρ ημών Κύριλλος γεννήθηκε πιθανώς στα Ιεροσόλυμα περί το 315, από γονείς ευσεβείς και ορθόδοξους. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον αρχιεπίσκοπο άγιο Μάξιμο [1], ο οποίος τον επιφόρτισε με την κατάρτιση των κατηχουμένων. Άνθρωπος ειρήνης, ταπεινός και πράος, αφιερώθηκε περισσότερο στη ψυχική ωφέλεια και οικοδόμηση των πιστών, απερίσπαστος από τις ατελείωτες δογματικές διαμάχες και αντιπαραθέσεις που ταλάνιζαν την Εκκλησία μετά τη Σύνοδο της Νικαίας (325)· απέφευγε με βαθιά διάκριση να μεταχειρίζεται τον όρο «ομοούσιος» [2], αλλά συμμεριζόταν πλήρως την ορθόδοξη Πίστη. Αυτή του η επιφύλαξη έκανε τους οπαδούς του Αρείου (256-336) να πιστέψουν ότι ήταν με το μέρος τους και, όταν μετά τον θάνατο του Μαξίμου (347) εξελέγη ο Κύριλλος από τον λαό για να τον διαδεχθεί, ο αρειόφρων Ακάκιος, μητροπολίτης της Καισαρείας της Παλαιστίνης, από τον οποίο εξαρτώταν τότε τα Ιεροσόλυμα [3], ενέκρινε την εκλογή και τον χειροτόνησε. Γρήγορα όμως αναγνώρισε πικραμένος το μοιραίο λάθος του [4], γιατί ο νέος επίσκοπος δίδασκε περίτρανα την ορθόδοξη διδασκαλία για τη Θεότητα του Λόγου του Θεού, ερμηνεύοντας με εκπληκτική ενάργεια το Σύμβολο της Πίστεως στους κατηχουμένους στις «Κατηχήσεις» του [5]. Σαν καλός Ποιμήν, διοικούσε σοφά την αγία Πόλη, η οποία χάρις στα έργα ανοικοδόμησης που είχε αναλάβει ο Μέγας Κωνσταντίνος (272-337) [21 Μαΐου], επανακτούσε βαθμιαία το κλέος της και προσείλκυε μεγάλο αριθμό προσκυνητών από τα πέρατα του χριστιανικού κόσμου.

     Το 351 υπήρξε μάρτυς, όπως και όλοι οι κάτοικοι των Ιεροσολύμων, της θαυματουργικής εμφάνισης ενός πελώριου φωτεινού Σταυρού στον ουρανό, από τον Γολγοθά μέχρι το Όρος των Ελαιών, και έγραψε στον αυτοκράτορα Κωνστάντιο (317-361) για να τον ενημερώσει [6]. Συνέβαλε επίσης στην οργάνωση εορτών και λιτανειών στους Αγίους Τόπους, οι οποίες έγιναν αφετηρία πολλών εορτών της Εκκλησίας. Μερικά χρόνια αργότερα, υπέβαλε στον μητροπολίτη Καισαρείας έγγραφη αναφορά, απαιτώντας την αναγνώριση των αποστολικών προνομίων της Εκκλησίας Ιεροσολύμων, τα οποία οι Πατέρες της Συνόδου της Νικαίας είχαν αναγνωρίσει χωρίς όμως να καθορίσουν με ακρίβεια. Τούτη η απαίτηση προκάλεσε τη μανία και το μίσος του Ακακίου ο οποίος, με πρόσχημα ότι ο Κύριλλος σε καιρό σιτοδείας είχε πουλήσει τα ιερά σκεύη και τον λειτουργικό στολισμό της βασιλικής της Αναστάσεως για να δώσει τροφή στους απόρους, τον κάλεσε σε εκκλησιαστικό δικαστήριο με σκοπό να τον καταδικάσει. Καθώς ο Κύριλλος δεν ανταποκρινόταν στις επανειλημμένες προσκλήσεις του, τον καθαίρεσε και τον έδιωξε βιαίως από τα Ιεροσόλυμα, τοποθετώντας στη θέση του έναν αρειανόφρονα. Ο άγιος Κύριλλος άσκησε έφεση, ζητώντας η υπόθεση να παραπεμφθεί σε ανώτερη εκκλησιαστική αρχή και, εν αναμονή της αποφάσεως, κατέφυγε στην Ταρσό της Κιλικίας, κοντά στον επίσκοπο Σιλβανό. Παρά τις απειλές του Ακακίου, ο Σιλβανός τον υποδέχθηκε αδελφικά και του ζήτησε να κηρύξει στον λαό, ο οποίος τον άκουγε ενθουσιασμένος και εκστατικός ως άλλον απόστολο.


     Η Σύνοδος που συνεκλήθη στη Σελεύκεια το 359 αποκατέστησε τον Κύριλλο και καθαίρεσε τον Ακάκιο. Η απόφαση όμως δεν πρόλαβε να εκτελεστεί, γιατί ο μητροπολίτης Καισαρείας, σπεύδοντας στην Κωνσταντινούπολη, άσκησε πίεση στον αυτοκράτορα Κωνστάντιο να ακυρώσει την απόφαση της Συνόδου και κανόνισε να επικυρωθεί η καθαίρεση του Κυρίλλου από ψευδοσύνοδο αρειανοφρόνων επισκόπων (360).

     Όταν λίγο αργότερα ανήλθε στην εξουσία ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, ο άγιος Κύριλλος επωφελήθηκε από τα μέτρα ανεξιθρησκείας που έλαβε προετοιμάζοντας την αποκατάσταση της ειδωλολατρείας και επέστρεψε στην έδρα του καθώς και όλοι οι επίσκοποι που είχαν εξοριστεί επί Κωνσταντίου. Εκεί, όμως, ήρθε αντιμέτωπος με νέες δοκιμασίες. Με την προτροπή του αυτοκράτορα, οι ειδωλολάτρες της Γάζας εξεγέρθηκαν κατά των χριστιανών, προκαλώντας πολλά θύματα, ενώ κατέστρεψαν τη Μονή του Αγίου Ιλαρίωνος [21 Οκτ.] διασκορπίζοντας τους μοναχούς. Καθώς ο Ιουλιανός ήθελε να αποδείξει ότι ήταν ασύστατες οι προφητείες του Χριστού σχετικά με την οριστική κατάλυση του Ναού στα Ιεροσόλυμα (πρβλ. Ματθ. 24, 2), που κατεστράφη από τους Ρωμαίους επί βασιλείας Τίτου, επέτρεψε στους Εβραίους να τον ανοικοδομήσουν. Όμως, σύμφωνα με την πρόρρηση του αγίου Κυρίλλου, τα έργα σταμάτησαν ξαφνικά εξαιτίας τρομερού σεισμού, ο οποίος συγκλόνισε συθέμελα τον αρχαίο Ναό, ενώ το πυρ που έβγαινε από τα έγκατα της γης κατέκαυσε κάποιους εργάτες και άλλους τραυμάτισε, δείχνοντας σε όλους ολοφάνερα τα σημεία της θείας οργής.

     Μετά τον θάνατο του Ιουλιανού (363) και αφού η κατάσταση ειρήνευσε, ο Κύριλλος ανέλαβε ξανά το ποιμαντικό του έργο και μετά τον θάνατο του Ακακίου ενθρόνισε επίσκοπο τον ανιψιό του, στη θέση του μητροπολίτου Καισαρείας. Με τις ραδιουργίες τους, όμως, οι οπαδοί του Αρείου ζήτησαν από τον Ουάλεντα (364-378) να εκθρονίσει τον άγιο επίσκοπο Ιεροσολύμων και να τον καταδικάσει εκ νέου σε εξορία, καθώς και όλους τους άλλους επισκόπους που είχαν εξοριστεί επί Κωνσταντίου (367). Όταν πέθανε ο Ουάλης, ο άγιος Κύριλλος ανέκτησε την επισκοπή του, ύστερα από δώδεκα χρόνους απουσίας, ανακάλυψε όμως με οδύνη ότι ορισμένοι ορθόδοξοι, επηρεασμένοι από τις συκοφαντίες των αρειανοφρόνων, αρνούνταν να τον δεχτούν ως νόμιμο επίσκοπό τους και να έχουν κοινωνία μαζί του. Για τον λόγο αυτό η Σύνοδος της Αντιοχείας (379) απέστειλε τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης [10 Ιαν.] για να αποκαταστήσει την ειρήνη στα Ιεροσόλυμα. Αποτυγχάνοντας ο άγιος Γρηγόριος, αποσύρθηκε αποθαρρημένος και θλιμμένος, αφήνοντας τον άγιο Κύριλλο να αντιμετωπίσει μόνος, με πίστη και ελπίδα, τις διαιρέσεις στον οίκο του Θεού. Ο άγιος συμμετείχε στην Β΄ Οικουμενική Σύνοδο (381) που συγκάλεσε ο αυτοκράτωρ Θεοδόσιος (347-395) και συνέβαλε στην οριστική καταδίκη του αρειανισμού και των ποικίλων παραφυάδων του. Περατώνοντας τις συνεδρίες της η Σύνοδος αναγνώρισε πανηγυρικά τους αγώνες του επισκόπου Ιεροσολύμων υπέρ της Ορθοδοξίας. Επιστρέφοντας στην πόλη του ο άγιος Κύριλλος μπόρεσε για λίγο καιρό να απολαύσει την ειρήνη που είχε αποκαταστήσει με τόσους κόπους και εκοιμήθη το 386, ύστερα από τριάντα πέντε έτη επισκοπείας, από τα οποία πέρασε τα δεκαέξι εξόριστος.


     Ο άγιος Κύριλλος, παρεξηγημένος από τους αβαθείς ορθόδοξους για τη μη χρήση του όρου «ομοούσιος» αλλά κατ’ ουσίαν σταθερός αντίπαλος των αρειανών, εξαιτίας της ομολογουμένης αντιθέσεώς του προς αυτούς, παρέμεινε στη ζωή του σε ένα ευλογημένο και καρποφόρο «περιθώριο». Αυτή του η «περιθωριοποίηση» όμως, του έδωσε τη δυνατότητα, τις προϋποθέσεις και τις ιδιαίτερες συνθήκες να εργαστεί ουσιαστικότερα και σε βάθος, δίνοντας όλες του τις δυνάμεις και τα χαρίσματα στην τελειότερη οργάνωση του ποιμαντικού και κατηχητικού του έργου, πράγμα που απέδωσε πολλούς καρπούς στην Εκκλησία και του προσέδωσε τον τίτλο του Πατρός της Εκκλησίας και του προσάρτησε τη μοναδική επωνυμία του Κατηχητού, καταγράφοντάς τον στην εκκλησιαστική ιστορία με το όνομα: «Κύριλλος, ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων, ὁ Κατηχητής». Τις συκοφαντικές διαδόσεις περί του σεπτού προσώπου του αγίου διαλεύκανε μια για πάντα η Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως του 381, η οποία με συνοδική της απόφαση αποκατάστησε την αλήθεια, αποκαλώντας τον άγιο Κύριλλο μεγάλο αγωνιστή κατά των αρειανών: «Τῆς δέ γε μητρὸς ἁπασῶν τῶν Ἐκκλησιῶν τῆς ἐν Ἱεροσολύμοις, τὸν αἰδεσιμώτατον καὶ θεοφιλέστατον Κύριλλον, ἐπίσκοπον εἶναι γνωρίζομεν, κανονικῶς παρὰ τῶν τῆς ἐπαρχίας χειροτονηθέντα πάλαι, καὶ πλεῖστα πρὸς τοὺς ἀρειανοὺς ἐν διαφόροις τόποις ἀθλήσαντα» [7].

     Εκείνο που ιδιαίτερα χαρακτηρίζει την προσωπικότητα του αγίου Κυρίλλου είναι η τέλεια εναρμόνιση θεολογίας και ζωής. Η ευαίσθητη και θεωρητική φύση του, δουλεμένη πρακτικά στις αναμετρήσεις της σκληρής καθημερινότητας και στη δεκαεξάχρονη περίπου θητεία του στην εξορία, του χάρισαν σπάνια ισορροπία των στοιχείων της προσωπικότητάς του, που έγινε εμφανής κυρίως στην μετέπειτα ποιμαντική διακονία του, η οποία ήταν πλήρης διακρίσεως, σοφίας, ορθοδοξίας και ορθοπραξίας, και αποτέλεσε κυριολεκτικά προβολέα της όλης του προσωπικότητας. Ο σύγχρονος μελετητής της ζωής και του έργου του αγίου Κυρίλλου, θα διακρίνει εύκολα στις «Κατηχήσεις» του, τη μεγάλη Πατερική προσωπικότητα, η οποία εδράζεται στην ορθοδοξία και εκφράζεται στην ορθοπραξία, στην οποία δόγμα και ζωή συνυπάρχουν, αλληλοπεριχωρούνται και «μελωδοῦν ἐν μέσῳ τῆς Ἐκκλησίας, μέλος ἐναρμόνιον θεολογίας».

     Όπως προαναφέρθηκε, ο άγιος Κύριλλος εκοιμήθη την 18 Μαρτίου του 386, ημέρα την οποία η Ορθόδοξη Εκκλησία (παραδόξως και η Ρωμαιοκαθολική) αφιέρωσαν την τιμή της μνήμης του. Στο Απολυτίκιο και το Κοντάκιο της εορτής του, ο ορθόδοξος υμνογράφος κατέγραψε με σεμνότητα, ποιητική λιτότητα και θεολογική ακρίβεια όλο το πνευματικό κάλλος του αγίου Πατρός και σκιαγράφησε την πολυτάλαντη μορφή του, τιτλοφορώντας τον «Στῦλο τῆς Πίστεως», του οποίου ο «φωσφόρος λόγος ἔσχε κῦρος οὐράνιον».


—ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ—
[1]  Μνημονεύεται στις 5 Μαΐου στη λατινική Εκκλησία.
[2]  Πρβλ. τη μνήμη του αγίου Αθανασίου [18 Ιαν. και 2 Μαΐου].    
[3]  Υποβιβασμένη σε απλή κωμόπολη μετά την καταστροφή της από τους Ρωμαίους και αφού η χριστιανική της κοινότητα διασκορπίσθηκε την εποχή των διωγμών, η Ιερουσαλήμ, ονομαζομένη Αίλια Καπιτωλίνα, υπήχθη εκκλησιαστικά στην Καισάρεια, διοικητική πρωτεύουσα της Παλαιστίνης.  
[4]  Όπως λίγο αργότερα οι οπαδοί του Αρείου που ευνοούσαν την εκλογή του αγίου Μελετίου Αντιοχείας [12 Φεβρ.].    
[5]  Οι «Κατηχήσεις» του, των οποίων υπάρχουν διάφορες εκδόσεις, παραμένουν μία από τις καλύτερες εκθέσεις της ορθοδόξου Πίστεως και σπουδαία μαρτυρία για τη γνώση της λειτουργικής ζωής της αρχαίας Εκκλησίας. Εκφωνήθηκαν κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, της προπαρασκευαστικής περιόδου εν όψει του αγίου Βαπτίσματος, και περιλαμβάνουν μία «Προκατήχηση», δεκαοχτώ «Κατηχήσεις» των φωτιζομένων που επεξηγούν το Σύμβολο της Πίστεως και τα θεμέλια της ορθοδόξου Πίστεως, και πέντε «Μυσταγωγικές Κατηχήσεις», που προορίζονταν για τους νεόφυτους που μόλις είχαν βαπτισθεί το Πάσχα, στις οποίες ο επίσκοπος εξηγεί την τελετή του Βαπτίσματος και της Ευχαριστίας. Νεοελληνική μετάφραση στη σειρά ΕΠΕ, Θεσσαλονίκη 1994, και από την Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου, Καρέα Αττικής, 1991.    
[6]  Το θαύμα αυτό μνημονεύεται στις 7 Μαΐου.
[7]  Θεοδ. Εκκλ. Ιστ. 5, 9· PG 82, 1217C.



—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος γ΄. Τὴν ὡραιότητα.
Στολὴν τὴν ἔνθεον, ἀμφιασάμενος, στῦλος ὁλόφωτος, ὤφθης τῆς πίστεως, τῶν Ἀποστόλων ἐν Σιών, τὴν χάριν κεκληρωμένος· ὅθεν ἐνδιέπρεψας, εὐσεβείας τοῖς δόγμασι, καὶ πιστῶς ἐσκόρπισας, τῆς σοφίας τὸ τάλαντον. Καὶ νῦν ὑπὲρ ἡμῶν ἐκδυσώπει, Κύριλλε Πάτερ Ἱεράρχα.

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—
Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Φερωνύμως γέγονε, τῇ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίᾳ, ὁ φωσφόρος λόγος σου, κῦρος οὐράνιος Πάτερ· γνῶσιν γάρ, τῆς ἀληθείας σοφῶς διδάσκων, ἔλλαμψιν, ἠθῶν ὁσίων καθυπογράφεις, καὶ παθῶν βραβεύεις λύσιν, τῇ σῇ πρεσβείᾳ, θεόφρον Κύριλλε.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—
λλαμψιν πλουτήσας τὴν μυστικήν, ἐν Σιὼν τῇ θείᾳ, ὡς καθάρας σου τὴν ψυχήν, ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, δαβιτικῶς Ὁσίων, ἐκλάμπεις ὥσπερ λύχνος, παμμάκαρ Κύριλλε.




[ (1) Ιερομονάχου
Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμος 7ος (Μάρτιος),
σελ. 174–177·
Διασκευή εκ του Γαλλικού:
Σωτήρης Γουνελάς,
Εκδόσεις «Ίνδικτος»,
Αθήνα, Φεβρουάριος 20172.
(2) «Κατηχήσεις
Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων»,
σελ. 14–17·
Εκδόσεις «Ετοιμασία»
Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου·
Καρέα Αττικής, 1991.
Επιμέλεια ανάρτησης:
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται
η αναδημοσίευση των αναρτήσεων
από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.