Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2022

Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΕΥΦΗΜΙΑΣ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΠΑΪΣΙΟ

Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΕΥΦΗΜΙΑΣ

     Στις 26 Φεβρουαρίου 1974 (με το παλιό ημερολόγιο) ο Πατήρ Παΐσιος επέστρεψε στο Άγιον Όρος. Την επόμενη ημέρα, 27 Φεβρουαρίου, κατά τις δέκα η ώρα το πρωί, ενώ έκανε την Ακολουθία των Ωρών με κομποσχοίνι, άκουσε ξαφνικά χτύπημα στην πόρτα και μία απαλή γυναικεία φωνή να λέει: «Δι’ ευχών των Αγίων Πατέρων ημών». Παραξενεύτηκε και ρώτησε: «Ποιος είναι;». Άκουσε την ίδια φωνή να λέει: «Η Ευφημία!». «Ποια Ευφημία;», σκέφθηκε, «Μήπως καμμιά γυναίκα έκανε την τρέλλα να έρθει στο Άγιον Όρος;». Το χτύπημα επαναλήφθηκε τρεις φορές. Με το τέταρτο χτύπημα, η πόρτα, αν και ήταν κλεισμένη με σύρτη, άνοιξε μόνη της και μπήκε μέσα η Αγία Μεγαλομάρτυς Ευφημία! Την συνόδευε ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, ο οποίος δεν μπήκε μέσα μαζί της, αλλά αμέσως εξαφανίσθηκε.

     Η Αγία έλαμπε ολόκληρη. Τα ενδύματά της, όπως και τα πάνινα υποδήματα που φορούσε, είχαν ένα ουράνιο γαλάζιο χρώμα. Στην παρουσία της ο Όσιος ένιωσε «ειρήνη, η οποία έγινε θεία ευφροσύνη». Αλλά, για να βεβαιωθεί τελείως ότι ήταν πράγματι η Αγία και όχι δαιμονική φαντασία, της ζήτησε να προσκυνήσουν την Αγία Τριάδα, λέγοντας προς αυτήν: «Πες: “Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρός”!». Η Αγία το επανέλαβε απαλά κάνοντας συγχρόνως και μία μετάνοια, όχι όμως προς το Εκκλησάκι, όπως εκείνος, αλλά προς το κελλί του. Ο Όσιος παραξενεύθηκε, αλλά αμέσως κατάλαβε ότι η Αγία κοίταζε προς το εικονάκι της Αγίας Τριάδος, που ήταν κρεμασμένο πάνω από την πόρτα του κελλιού του. «Πιο δυνατά!», της είπε.

     Το ξαναείπε η Αγία λίγο πιο δυνατά.

     –Πιο δυνατά! της είπε και πάλι.

     Κι εκείνη το επανέλαβε ακόμη πιο δυνατά.

     «Καὶ τοῦ Υἱοῦ!», είπε ο Όσιος.

     «Καὶ τοῦ Υἱοῦ!», επανέλαβε η Αγία.

     «Καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος!», συνέχισε ο Όσιος, και η Αγία το επανέλαβε κάνοντας και τις μετάνοιες.

     –Τώρα να σε προσκυνήσω κι εγώ, της είπε, και την προσκύνησε με ευλάβεια.

     Ασπάσθηκε τα πόδια της, τα χέρια και την άκρη της μύτης. Έπειτα, κάθισαν στον μικρό διάδρομο, όπου υπήρχε ένα μπαουλάκι και ένα σκαμνάκι, και η Αγία τού διηγήθηκε τον βίο και τα μαρτύριά της. Την ώρα που τα διηγείτο, ο Όσιος δεν τα άκουγε απλώς, αλλά ένιωθε ότι τα έβλεπε και τα ζούσε.

     –Πώς άντεξες τόσα μαρτύρια; την ρώτησε.

     –Αν ήξερα πόση δόξα έχουν οι Άγιοι στον Ουρανό, θα ήθελα να περάσω ακόμη μεγαλύτερα μαρτύρια! απάντησε η Αγία.

     Έπειτα, την συμβουλεύθηκε για τρία θέματα που τον απασχολούσαν: το ένα θέμα ήταν εκκλησιαστικό· του είχαν ζητήσει την γνώμη του για ένα ζήτημα, και η Αγία τού επιβεβαίωσε ότι η απάντηση που είχε δώσει ήταν η σωστή. Το δεύτερο ήταν η έκδοση του Βίου του Αγίου Αρσενίου και το τρίτο θέμα ήταν δύο ζητήματα που αφορούσαν το Ησυχαστήριο.

     Όταν η Αγία έφυγε, άφησε τον Όσιο σε κατάσταση «θείας τρέλλας». Έμεινε κλεισμένος στο Καλυβάκι του, μέσα στην παραδεισένια ατμόσφαιρα που είχε φέρει η Αγία με την επίσκεψή της και όπου ήταν διάχυτη μία ουράνια ευωδία. Ο νους του ήταν προσηλωμένος στην ιερή μορφή της, η δε καρδιά του κόντευε να σπάσει από γλυκειά αγάπη και ανέκφραστη χαρά. «Με παλάβωσες! Με παλάβωσες, Αγία Ευφημία!», φώναζε. «Ξέρεις πώς με έκανες; Τέτοια λεπτή γλυκύτητα!».

     Ύστερα από δώδεκα μέρες ο Όσιος επισκέφθηκε το Ησυχαστήριο, θέλοντας να κάνει και τις Αδελφές κοινωνούς της ουράνιας ευφροσύνης που ο ίδιος ζούσε. Τις ημέρες που έμεινε εκεί, ήταν φανερό ότι ζούσε ακόμη στην ατμόσφαιρα της θείας επισκέψεως. Ένα βράδυ, μία Αδελφή τον βρήκε να ασπάζεται με θερμό πόθο μία εικόνα της Αγίας Ευφημίας. Ήταν όλος αλλοιωμένος από θεία αλλοίωση. Και, καθώς κόχλαζε μέσα του η θεία αγάπη, ο αέρας της αναπνοής του έβγαινε ηχηρός, σαν θερμός ατμός. Η κατάσταση αυτή έμοιαζε με εκείνη που τέσσερις μήνες νωρίτερα είχε περιγράψει σε επιστολή του: «Η ακριβή αγάπη προς τον Θεό, με τις θυσίες της, γλυκοβράζει στην καρδιά, και σαν τον ατμό πετιέται ο θείος έρως, ο οποίος δεν μπορεί να συγκρατηθεί και ενώνεται με τον Θεό».

     Αργότερα, εις ανάμνησιν αυτής της θείας επισκέψεως, ο Όσιος έγραψε ένα τροπάριο που το έψαλλε με όλη του την καρδιά, όταν ήταν μόνος του: «Ποίοις εὐφημιῶν ᾄσμασιν εὐφημήσωμεν τὴν Εὐφημίαν, τὴν καταδεχθεῖσαν ἀπὸ ἄνωθεν καὶ ἐπισκεφθεῖσαν κάτοικον μοναχὸν ἐλεεινὸν ἐν τῇ Καψάλᾳ. Ἐκ τρίτου τὴν θύραν πάλιν τοῦ ἔκρουσε, τετάρτη ἠνοίχθη μόνη ἐκ θαύματος καὶ εἰσελθοῦσα μὲ οὐράνιον δόξαν, τοῦ Χριστοῦ ἡ Μάρτυς, προσκυνοῦντες ὁμοῦ Τριάδα τὴν Ἁγίαν βεβαιοῦσα οὕτω τὴν ἀσφάλειαν τῆς εἰρήνης καὶ τῆς θείας εὐφροσύνης».

     Βοήθησε, επίσης, τις Αδελφές να αγιογραφήσουν και την εικόνα της Αγίας Ευφημίας, σε στάση να χτυπάει την πόρτα του Κελλιού του. Ένα ξύλινο εικονάκι με φωτογραφία αυτής της εικόνας το είχε για πολύ καιρό επάνω στο προσκέφαλό του, στο κελλί του στο Άγιον Όρος. Το εικονάκι αυτό, από τους συνεχείς θερμούς ασπασμούς του, ξεφλουδίσθηκε, και δεν φαινόταν πλέον η μορφή της Αγίας· «έφυγε» από το χαρτί και «τυπώθηκε» στην καρδιά του. «Οι Άγιοι», έγραψε ο Όσιος σε επιστολή του, «χαίρονται, όταν τυπώνονται στις καρδιές των ανθρώπων. Όταν ασπάζεται ο Χριστιανός τις άγιες εικόνες και ζητάει βοήθεια, εάν έχει ευλάβεια, με τον ασπασμό που κάνει με την καρδιά του, ρουφάει όχι μόνον την Χάρη του Χριστού, της Παναγίας ή των Αγίων, αλλά ρουφάει μέσα στην καρδιά του και τον Χριστό ολόκληρο ή την Παναγία ή τους Αγίους, και τοποθετούνται πια στο Τέμπλο του Ναού του. Ναός του Αγίου Πνεύματος ο άνθρωπος!».

     Η μεγάλη του αγάπη για την «Μεγάλη αυτή Αγία, η οποία, ενώ του ήταν άγνωστη, του έκανε αυτήν την μεγάλη τιμή», έκαιγε άσβεστη μέσα του, μέχρι την ημέρα που, είκοσι χρόνια αργότερα, το 1994, την επομένη της εορτής της, πήγε να την συναντήσει στον Παράδεισο…



[ (1) «Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης»,

κεφ. 11ο, §16, σελ. 328–333.

Έκδοση

Ιερού Ησυχαστηρίου

«Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος»,

Σουρωτή, Βασιλικά, Θεσσαλονίκης.

2η ανατύπωση, Ιούνιος 2016.

(2) Ιερομονάχου Χριστοδούλου

Αγιορείτου:

«Ο Γέρων Παΐσιος (Εζνεπίδης)»

–Πρώτος Τόμος–,

κεφ. 5ο, §1, σελ. 267–270,

Άγιον Όρος, 1994.

Επιμέλεια ανάρτησης:

π. Δαμιανός. ]





Επιτρέπεται

η αναδημοσίευση

των αναρτήσεων

από το «Ειλητάριον»,

αρκεί να αναφέρεται

απαραίτητα

ως πηγή προέλευσης.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου