Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2021

ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ

ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ

     Στην Αντιόχεια της Συρίας ζούσαν, κατά τους χρόνους της βασιλείας Βαλεριανού και Γαλιηνού (253-260), ένας ιερέας ονόματι Σαπρίκιος και ένας απλός χριστιανός, ο Νικηφόρος, τους οποίους έδενε μια τόσο δυνατή φιλία, που δεν είχαν παρά μόνο μία ψυχή, μία καρδιά και ένα θέλημα. Να, όμως, που ο πονηρός δαίμονας μετέβαλε τη φιλία αυτή σε άσπονδο μίσος. Πέρασε λίγος καιρός και ο Νικηφόρος, ερχόμενος στα λογικά του και συναισθανόμενος ότι τίποτε δεν είναι πολυτιμότερο στα μάτια του Κυρίου από την αμοιβαία αγάπη και τη συμφιλίωση αυτών που χώρισε και σκλήρυνε το μίσος του διαβόλου, έστειλε επανειλημμένως φίλους προς τον Σαπρίκιο, με σκοπό να του ζητήσει να τον συγχωρέσει για την αγάπη του Χριστού. Κάθε φορά όμως, οι αγγελιαφόροι αυτοί της ειρήνης και της καταλλαγής προσέκρουαν πάνω στην καρδιά του ιερέα, που είχε γίνει σκληρή σαν πέτρα· ο δε Σαπρίκιος, παραβαίνοντας την εντολή του Κυρίου, συνέχιζε να προσφέρει την αναίμακτη Θυσία, δίχως να έχει συμφιλιωθεί με τον αδελφό του (βλ. Ματθ. 5, 22). Ο ταπεινός Νικηφόρος αποφάσισε τότε να πάει ο ίδιος να πέσει στα πόδια του σκληρόκαρδου Σαπρίκιου, με την ελπίδα να τον μαλακώσει. Εκείνος όμως συνέχισε τον δρόμο του, δίχως να ρίξει ένα βλέμμα στον γονυπετή φίλο του.

     Εν τω μεταξύ, ο διωγμός κατά των χριστιανών είχε αναζωπυρωθεί και ο Σαπρίκιος συνελήφθη και οδηγήθηκε στο δικαστήριο του ανθύπατου. Ομολόγησε με σθένος ότι ήταν χριστιανός ιερέας και ότι προτιμούσε τον θάνατο παρά να θυσιάσει στους ψευδείς Θεούς. Καθώς παρέμεινε ακλόνητος στα βασανιστήρια, καταδικάσθηκε σε αποκεφαλισμό. Την ώρα που τον οδηγούσαν προς το μαρτύριο, ο Νικηφόρος, γεμάτος αγωνία που έβλεπε να θυσιάζει ματαίως τη ζωή του στο όνομα του Χριστού, τη στιγμή που ήταν σε ψυχρότητα με τον αδελφό του, ρίχτηκε μπροστά του φωνάζοντας και εκλιπαρώντας: «Μάρτυς του Χριστού, συγχώρεσε τα σφάλματά μου που σ’ έκαναν να θυμώσεις μαζί μου!». Ψυχρός και αναίσθητος σαν την πέτρα, συνέχισε ασυγκίνητος τον δρόμο του. Ο Νικηφόρος, δίχως να χάσει το θάρρος του, πήγε να περιμένει σε ένα άλλο σημείο της προθανάτιας διαδρομής του φίλου του και με όλη του την καρδιά ζήτησε και πάλι συγχώρεση εν μέσω των εμπαιγμών της φρουράς, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Επανέλαβε γι’ άλλη μια φορά το εγχείρημά του, όταν η συνοδεία έφθασε στον τόπο της θανάτωσης, χύνοντας άφθονα δάκρυα, αλλά η μόνη απάντηση που πήρε ήταν η απόρριψη, η οργή και οι ύβρεις του μάρτυρος.

     Τη στιγμή που ο δήμιος κρατούσε υψωμένο το ξίφος και ο αμάραντος στέφανος του μαρτυρίου ετοιμαζόταν να κατέλθει εξ ουρανού, ο Θεός απέσυρε τη Χάρη Του από τον ανάξιο, για τη σκληροκαρδία του, μάρτυρα, ο οποίος στράφηκε αίφνης προς τον δήμιο και τον ρώτησε: —«Γιατί, λοιπόν, θέλεις να μου κόψεις το κεφάλι;». —«Γιατί αρνείσαι να υπακούσεις στις εντολές του αυτοκράτορα και να λατρεύσεις τα είδωλα!», του απάντησε ο δήμιος. Ο Νικηφόρος φώναξε λουσμένος στα δάκρυα: «Όχι, πολυαγαπημένε μου αδελφέ! Μην το κάνεις αυτό! Μη χάσεις ένα στεφάνι, που ετοίμασες με τόσους πόνους, αρνούμενος με αυτόν τον τρόπο τον Κύριο!». Εκείνος, όμως, όπως είχε παραμείνει με πείσμα κουφός στις ειρηνικές προτάσεις του φίλου του, έτσι και τώρα, την ύστατη ώρα, δεν τον άκουσε και επέμεινε στην απόφασή του αρνούμενος το μαρτύριο. Ο Νικηφόρος στράφηκε τότε προς τον δήμιο, φωνάζοντας: «Είμαι χριστιανός! Πιστεύω στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, τον Οποίο αυτός μόλις αρνήθηκε. Αφήστε τον να φύγει και θανατώστε εμένα στη θέση του!».

     Το γεγονός αναφέρθηκε στον διοικητή, που διέταξε να ελευθερώσουν τον Σαπρίκιο και να αποκεφαλίσουν στη θέση του τον Νικηφόρο, ο οποίος έτεινε με χαρά τον αυχένα του στο ξίφος του δημίου και έδωσε τη ζωή του, μιμούμενος καθ’ όλα τον Χριστό· Εκείνον, που ο άπονος και μνησίκακος Σαπρίκιος είχε μόλις απολέσει, εξαιτίας της αλαζονείας και της σκληροκαρδίας του, χάνοντας ταυτόχρονα την ανταμοιβή όλων των αγώνων του. Εκδημώντας στον ουρανό, για να λάβει τον καλλίνικο στέφανο, ο άγιος Νικηφόρος άφησε στους χριστιανούς ζωντανό και απτό παράδειγμα των λόγων του Αγίου Πνεύματος: «Ακόμα κι αν παραδώσω το σώμα μου για να καώ, αν όμως δεν έχω αγάπη, σε τίποτα δεν ωφελούμαι» (Α΄ Κορ. 13, 3)· και «αν δεν συγχωρήσετε εσείς τα σφάλματα των συνανθρώπων σας, ούτε και ο Θεός Πατέρας σας θα συγχωρέσει τα δικά σας σφάλματα… με το μέτρο που έχετε και μετράτε, με αυτό ακριβώς το μέτρο θα μετρηθείτε κι εσείς» (Ματθ. 6, 14· 7, 2).

—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—

Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.

γάπῃ τοῦ Κτίσαντος, καταυγασθεὶς τὴν ψυχήν, τοῦ νόμου τῆς χάριτος, ἐκπληρωτὴς ἀκριβής, ἐμφρόνως γεγένησαι· ὅθεν καὶ τὸν πλησίον, ὡς σαυτὸν ἀγαπήσας, ἤθλησας Νικηφόρε, καὶ τὸν ὄφιν καθεῖλες· ἐντεῦθεν ἐν ὁμονοίᾳ, ἡμᾶς διατήρησον.

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—

Ἦχος α΄. Χορὸς ἀγγελικός.

γάπης τῷ δεσμῷ, συνδεθεὶς Νικηφόρε, διέλυσας τρανῶς, τὴν κακίαν τοῦ μίσους, καὶ ξίφει τὴν κάραν σου, ἐκτμηθεὶς ἐχρημάτισας, Μάρτυς ἔνθεος, τοῦ σαρκωθέντος Σωτῆρος· ὃν ἱκέτευε, ὑπὲρ ἡμῶν τῶν ὑμνούντων, τὴν ἔνδοξον μνήμην σου.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—

Πλήρης ὢν ἀγάπης τῆς πρὸς Θεόν, ἠγάπησας μάκαρ, τὸν πλησίον ὡς σεαυτόν· ὅθεν καὶ ἀθλήσας, τοῦ μίσους τὸν ἐργάτην, καθεῖλες Νικηφόρε, Χριστῷ πειθόμενος.

 


[ (1) Ιερομονάχου

Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου:

«Νέος Συναξαριστής

της Ορθοδόξου Εκκλησίας».

Τόμ. 6ος (Φεβρουάριος),

σελ. 100–101.

Διασκευή εκ του Γαλλικού:

Ξενοφών Κομνηνός.

Εκδόσεις «Ίνδικτος».

Αθήνα, Ιούνιος 20142.

(2) «Ευεργετινός»

–Λόγοι και Διδασκαλίες

Αγίων Πατέρων–

Τόμ. Β΄, Υπόθεση ΜΒ΄ (42),

σελ. 354–357.

Μετάφραση:

Δ. Χρισταφακόπουλος.

Εκδόσεις

«Το Περιβόλι της Παναγίας»·

Θεσσαλονίκη 20031.

Επιμέλεια ανάρτησης:

π.Δαμιανός. ]





Επιτρέπεται

η αναδημοσίευση των αναρτήσεων

από το «Ειλητάριον»,

αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα

ως πηγή προέλευσης.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου