«ΛΟΙΠΟΝ, ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ;»
Οι νέοι μας, αργά ή γρήγορα, έχουν ένα αίσθημα
περίπου σαν κι αυτό: «Αν ο Θεός υπάρχει και μας αγαπά, τότε γιατί ο κόσμος
είναι τόσο κακός; Γιατί υπάρχουν τόσα πράγματα άσχημα, άθλια, χαλασμένα, χαμένα
και, όχι μόνο το χαοτικό κακό, αλλά και το διεστραμμένο κακό, το κακό που, κατά
κάποιο τρόπο, έγινε για να μας κάνει ν’ αμφιβάλλουμε;».
Υπάρχουν, πράγματι, σκοτεινές δυνάμεις που
δίνουν στο κακό αυτόν τον διεστραμμένο χαρακτήρα και που κάνουν ώστε ο Θεός
ολοένα και περισσότερο να ξεχνιέται ή κάποτε να προκαλεί και φόβο. Δεν μπορούμε
να μη νιώθουμε ότι ενυπάρχει στο κακό μια επιθυμία να μας κάνει συνεχώς ν’
αμφιβάλλουμε. Αυτό είναι άλλωστε εκείνο που μέσα στο κείμενο της Γένεσης
αποκαλείται «προπατορικό αμάρτημα». Ο άνδρας και η γυναίκα άρχισαν να
αμφισβητούν την καλοσύνη του Θεού: σκέφτηκαν πως ο Θεός ήταν ένας τύραννος που
τους απαγόρευε τερατωδώς να γευθούν τον καρπό από το δέντρο της ζωής, ενώ το φίδι ήταν αυτό που τους το
υπέδειξε! Και, τελικά, αμφέβαλαν για την αγάπη που είχε γι’ αυτούς ο Θεός.
Το επιχείρημα ενάντια στην πίστη που συνεχώς
επαναλαμβάνεται, περισσότερο ή λιγότερο συνειδητά, είναι το εξής: «Κοιτάξτε τι
φρικτός που είναι ο κόσμος! Αν υπήρχε, όπως λέτε, ένας παντοδύναμος “Θεός
αγάπης”, ο κόσμος δεν θα ήταν τόσο απαίσιος!». Αυτό ήταν ήδη και το επιχείρημα
του Ιβάν Καραμαζώφ στο γνωστό μυθιστόρημα (1808) του κορυφαίου Ρώσου συγγραφέα
Φιόντορ Ντοστογιέφσκι (1821–1881): «Πώς να αποδεχτείς έναν κόσμο, έστω έναν
κόσμο καλά τακτοποιημένο, αν θα χρειαζόταν γι’ αυτό, ως τίμημα, το μαρτύριο κι
ενός μόνου παιδιού; Αρνούμαι αυτόν τον κόσμο και επιστρέφω το εισιτήριό μου
στον Θεό!». Ζούμε σε μια κοινωνία, όπου επιστρέφουμε πίσω το εισιτήριό μας στον Θεό
και όπου, μ’ αυτό το επιχείρημα, αρνιούμαστε την ύπαρξή Του.
Πρέπει, αλήθεια, να πούμε στους νέους ότι ο
Θεός δεν είναι «παντοδύναμος», με το νόημα που εμείς δίνουμε αυθόρμητα σ’ αυτή
τη λέξη. Χρειάστηκε, ασφαλώς, μια παντοδυναμία για τη δημιουργία και άλλων
ελεύθερων όντων. Εμείς δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε παρά μόνο απαυγάσματα,
εικόνες, αλλά δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν άλλον. Ο Θεός δημιούργησε
έναν άλλον και του έδωσε επίσης τον χώρο της ελευθερίας του, γιατί η αγάπη δεν μπορεί να καταναγκάζει.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας, ιδιαίτερα οι Έλληνες
Πατέρες, έλεγαν: «Ο Θεός μπορεί να κάνει
τα πάντα, όχι όμως ν’ αναγκάσει τον άνθρωπο να Τον αγαπήσει». Η
παντοδυναμία Του πραγματώνεται λοιπόν μέσα σε μια …«παν–αδυναμία»(!): αφήνει να υπάρξει ο άλλος μέσα στην ελευθερία του,
ελευθερία που μπορεί να στραφεί προς το καλό όπως και προς το κακό. Πρόκειται
για ένα μυστήριο θεμελιώδες: ο Θεός δεν
μπορεί να δράσει μέσα στον κόσμο, παρά μόνο μέσα από καρδιές που ανοίγονται
ελεύθερα προς Αυτόν και τότε δρα σαν ένα κύμα φωτός, ειρήνης και αγάπης. Δεν
μπορεί καθόλου να δράσει «απ’ έξω», όπως θα έκανε π.χ. ένας δικτάτορας ή ένας
τυφώνας. Ο Ρώσος θρησκειοφιλόσοφος Νικόλαος Μπερντιάεφ (1874–1948) έλεγε
μάλιστα ότι, «ο Θεός έχει λιγότερη εξουσία από έναν αστυνόμο»!
Αν ξεκινάει κανείς με την ιδέα μιας
παντοδυναμίας που κάνει τα πάντα, τότε ο Θεός κάνει ώστε η δημιουργία Του να
είναι θαυμάσια, αλλά ταυτόχρονα και αποτυχημένη: αυτό, όμως, δεν στέκει! Αλλά,
αν πούμε: «αυτό που είναι θαυμάσιο, είναι αυτό που κάνει ο Θεός» και, «αυτό που
είναι αποτυχημένο, είναι αυτό τούτο το κακό που προσπαθεί να χαλάσει το έργο
του Θεού», τότε μπορούμε να τοποθετηθούμε σωστά μέσα σ’ αυτό τον αγώνα.
«Λοιπόν, πού είναι ο Θεός;», έλεγε ακόμα ο
Ιβάν Καραμαζώφ, «όταν μερικά σκυλιά κυνηγούν και κατασπαράζουν ένα παιδί;». Ε,
λοιπόν! Ο Θεός είναι μέσα στο μικρό παιδί που υποφέρει και πεθαίνει! Είναι ακριβώς
η εμπειρία που διηγείται ο Νομπελίστας Ελί Βιζέλ (1928–2016). Βρισκόταν σ’ ένα
στρατόπεδο, στεκόταν μια νύχτα μπροστά σ’ έναν κρεμασμένο και σκεφτόταν: «Αλλά πού είναι, λοιπόν, ο Θεός;». Είχε
τότε ξαφνικά αυτή τη διαίσθηση μέσα του: ο Θεός είναι ο κρεμασμένος! Πρόκειται
για το μυστήριο του Σταυρωμένου Θεού, έτσι όπως ακριβώς μας το αποκάλυψε ο Ίδιος
ο Χριστός.
Πάντα μου άρεσε πολύ αυτή η σκέψη του Γάλλου
μυθιστοριογράφου Φρανσουά Μοριάκ (1885–1970): «Αν συναντήσετε κάποιον, που να θέλει να σας εξηγήσει την προέλευση του κακού καθαυτή, στείλτε μου αυτό το πρόσωπο να το
πνίξω!». Γιατί σημασία έχει, όχι να μιλάμε θεωρητικά για το κακό, αλλά να σπάσουμε αυτή τη σπείρα του κακού,
όπου οι άνθρωποι με τη σκέψη ότι «ο κόσμος είναι κακός», καταλήγουν να πιστεύουν
ότι «ο Θεός δεν υπάρχει»! Και όσο οι
άνθρωποι νομίζουν πως ο Θεός δεν υπάρχει, τόσο ο κόσμος γίνεται πιο κακός.
Είναι ένας τρομερός φαύλος κύκλος αυτός και πρέπει να τον σπάσουμε μ’ αυτό το άνοιγμα της καρδιάς που επιτρέπει
στον Θεό να μπει μέσα στη δημιουργία Του: αν άνδρες και γυναίκες ανοίγονται
ελεύθερα προς τον Θεό, τότε οι θείες ενέργειες (καλοσύνης, αγάπης, αληθινής
δημιουργικής δύναμης), θα μπορέσουν να αναβλύσουν μέσα στον κόσμο.
Εκείνος, πάντως, που είναι ο πιο αποκλεισμένος, εκείνος
που είναι ο πιο ξεχασμένος, εκείνος που είναι ο πιο υποτιμημένος, αυτός είναι ο Θεός!
Κοιτάζει και διερωτάται αν υπάρχουν καρδιές που ελεύθερα εγκαταλείπονται και
ανοίγονται προς Αυτόν. Αν μέσω αυτών
μπορεί να περάσει μέσα στον κόσμο, τότε ο κόσμος θ’ αλλάξει. Από ’δω
φαίνεται και η σημασία του Μοναχισμού,
επειδή οι μοναχοί είναι εκείνοι που ανοίγουν κάτι σαν πηγές απ’ όπου μπορεί ν’
αναβλύσει αυτό το κύμα φωτός, ειρήνης και αγάπης…
ΟΛΙΒΙΕ ΚΛΕΜΑΝ
(1921–2009)
※
[Ολιβιέ Κλεμάν:
«Ταιζέ
(Ένα νόημα στη ζωή)»,
κεφ. 5ο, σελ. 64–68,
Σειρά: «Διάλογοι»,
Εκδόσεις «Μαΐστρος»,
Αθήνα, Οκτώβριος 2015.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφιών,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]
※
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Εἰλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
η πηγή προέλευσης.
Ένα καταπληκτικό δημοσίευμα.
ΑπάντησηΔιαγραφή