Ο ΑΓΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ Ο ΑΔΕΛΦΟΘΕΟΣ
Ο άγιος
Ιάκωβος ήταν υιός του Ιωσήφ του Μνήστορος, Προστάτου της Κυρίας Θεοτόκου και Φύλακος της Αγίας Οικογενείας [Κυριακή Προπατόρων· Α΄ Κυριακή μετά τα
Χριστούγεννα ή 26 Δεκ.] από τον πρώτο του γάμο. Ευλογήθηκε
από τον Θεό, όταν ακόμη ήταν στην κοιλία της μητέρας του και υπήρξε τόσο
δίκαιος στον βίο του, ώστε όλοι οι Εβραίοι τον αποκαλούσαν «Δίκαιο» και
«Οβλία», που στα εβραϊκά σημαίνει «Προμαχών Λαού» και «Δικαιοσύνη». Από την
παιδική ήδη ηλικία ο Ιάκωβος έζησε με πολύ αυστηρή άσκηση· μιμούμενος κατά πάντα τον άγιο
Ιωάννη τον Πρόδρομο, δεν έπινε κρασί ούτε άλλα δυνατά ποτά, δεν έτρωγε κάτι από
όσα έχουν πνοή ζωής, και ξυράφι ποτέ δεν πέρασε από την κεφαλή του, όπως ορίζει
ο νόμος για όσους αφιερώνονται στον Θεό (βλ. Αριθμ. 6, 5). Ποτέ του επίσης δεν
λουζόταν και δεν χριόταν με λάδι, προκρίνοντας την μέριμνα της ψυχής έναντι
εκείνης του σώματος.
Μετά
την Ανάληψη του Κυρίου, οι Απόστολοι εξέλεξαν ομοφώνως τον δίκαιο Ιάκωβο πρώτο
επίσκοπο Ιεροσολύμων. Τέλειος ο Αδελφόθεος σε όλες τις αρετές της πράξεως και
της θεωρίας, εισερχόταν ως επίσκοπος στα Άγια των Αγίων της Καινής Διαθήκης όχι
μια φορά τον χρόνο, όπως ο αρχιερεύς των Ιουδαίων, αλλά κάθε ημέρα για να
τελέσει τα θεία και άχραντα Μυστήρια. Ντυμένος με λινό ύφασμα, πρέσβευε για ώρες γονατιστός
υπέρ του λαού και της σωτηρίας του κόσμου, σε βαθμό που τα γόνατά του έγιναν
σκληρά σαν την πέτρα. Προέδρευε επίσης ο άγιος της Αποστολικής Συνόδου και
πρότεινε, σχετικά με το αν πρέπει να περιτέμνονται οι εθνικοί που ασπάζονταν
την χριστιανική πίστη, να μην επιβαρύνονται οι προσήλυτοι με τις επιταγές του
παλαιού νόμου, αλλά να τους ζητηθεί αποχή μόνο από την πορνεία και τα ειδωλόθυτα
(βλ. Πράξ. 15, 13-21).
Συνέταξε
και θεσπέσια επιστολή που φέρει το όνομά του στην Αγία Γραφή, με την οποία
διορθώνει όσους θεωρούν τον Θεό ως αιτία των κακών: «Κανένας απ’ αυτούς που
μπαίνουν σε πειρασμό να μη λέει: “Ο Θεός με βάζει σε πειρασμό”. Γιατί ο Θεός
ούτε μπαίνει σε πειρασμό από το κακό ούτε ο Ίδιος βάζει σε πειρασμό κανέναν.
Καθένας μπαίνει σε πειρασμό από τη δική του επιθυμία. Αυτή τον παρασύρει και
τον εξαπατάει» (βλ. Ιακ. 1, 13-14). Επιπλέον, προτείνει τους χριστιανούς να μην
περιορίζονται απλώς στην ομολογία της πίστεώς τους προς τον Χριστό, αλλά να
ακτινοβολεί η πίστη τους και μέσα από τα έργα της αρετής: «Όπως το σώμα είναι
νεκρό χωρίς την ψυχή, έτσι και η πίστη χωρίς τα έργα είναι νεκρή» (βλ. Ιακ. 2, 26).
Παράλληλα, προσθέτει πολλές άλλες πατρικές συμβουλές για το πώς να ζει κανείς θεάρεστα
και για το πώς να αποκτήσει την σοφία του Θεού, διδάσκοντάς μας να θεωρούμε τα πάντα
ως δώρο του Κυρίου: «Κάθε καλή προσφορά και κάθε τέλειο δώρο έρχεται από ψηλά,
από τον δημιουργό των ουρανίων σωμάτων. Ο ουράνιος Πατέρας δεν αλλάζει την λάμψη
Του ούτε αναβοσβήνει σαν τ’ αστέρια» (βλ. Ιακ. 1, 16-17). Ο άγιος Ιάκωβος
εμπνεύσθηκε και την θεία Λειτουργία που φέρει το όνομά του και η οποία αποτελεί μια πολύτιμη πρωτοχριστιανική πηγή όλων των λειτουργιών της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Σε ορισμένους ναούς και
μονές, μάλιστα, κατά την ημέρα της σεβάσμιας μνήμης του, τελείται αυτή η αρχαία
Λειτουργία του Αδελφόθεου Ιακώβου.
Περίπου
το έτος 62 μ.Χ., μετά τον θάνατο του ηγεμόνα Φήστου, η Ιουδαία βρισκόταν σε
αταξία και αναρχία. Οι Εβραίοι, επειδή είχαν αποτύχει στην απόπειρά τους να
θανατώσουν τον απόστολο Παύλο (βλ. Πράξεις 25-26), στράφηκαν τότε κατά του
Ιακώβου, του οποίου η φήμη ως δίκαιου έκανε τον λαό να εμπιστεύεται το θεόπνευστο κήρυγμά
του. Τότε πολύς κόσμος, απλός αλλά και πρόκριτοι, είχαν ασπασθεί την
χριστιανική πίστη, που οι γραμματείς και οι φαρισαίοι φοβούνταν ότι σε λίγο
όλοι θα αναγνώριζαν στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού τον Μεσσία. Παρουσιάσθηκαν
λοιπόν μπροστά του πλήρεις υποκρισίας, επαίνεσαν αρχικά την αρετή και την
δικαιοσύνη του και του είπαν: «Σε παρακαλούμε, εσύ που είσαι δίκαιος και
αμερόληπτος, να προτρέψεις τον λαό που σύντομα θα συναθροισθεί για το Πάσχα, να
μην υποπέσει σε πλάνη σχετικά με το πρόσωπο του Ιησού. Για να σε βλέπουν όμως
και να σε ακούν όλοι, ακόμη και οι εθνικοί που θα συγκεντρωθούν για την εορτή,
να ανέβεις στο πτερύγιο του Ναού».
Ο
Ιάκωβος τούς πίστευσε, ανέβηκε στο πτερύγιο του Ναού, και οι γραμματείς και οι
φαρισαίοι φώναξαν μέσα από το πλήθος: «Πες μας, Δίκαιε, σε τι να σε
πιστεύσουμε; Διότι ο λαός πλανάται και ακολουθεί τον εσταυρωμένο Ιησού.
Φανέρωσέ μας, ποιος είναι αυτός ο Ιησούς;». Τότε ο Ιάκωβος απάντησε με
στεντόρεια φωνή: «Γιατί με ρωτάτε για τον Υιό του ανθρώπου; Εκείνος τώρα
κάθεται στον ουρανό, στα δεξιά της δυνάμεως του Πατρός Του, και θα έλθει και πάλι
επί νεφελών για να κρίνει με δικαιοσύνη όλη την οικουμένη». Πολλοί ήταν εκείνοι
οι οποίοι πίστευσαν στην υποβλητική μαρτυρία αυτή του Ιακώβου και φώναξαν: «Ωσσανά τω υιώ
Δαβίδ!». Αλλά οι γραμματείς και οι φαρισαίοι έτριξαν τα δόντια τους και
φώναξαν: «Ακόμη και ο Δίκαιος πλανήθηκε!», και αμέσως έτρεξαν στο πτερύγιο του Ναού και τον έριξαν κάτω, για να εκπληρωθεί ο λόγος που είπε κάποτε ο προφήτης Ησαΐας:
«Ας δέσουμε κι ας εξαφανίσουμε τον δίκαιο τον άνθρωπο, γιατί μας είναι
δυσμεταχείριστος και εμπόδιο» (βλ. Ησ. 3, 10). Παρ’ όλο που ο Ιάκωβος έπεσε από
μεγάλο ύψος, δεν σκοτώθηκε· και οι Ιουδαίοι άρχισαν τότε να τον λιθοβολούν με
ασυγκράτητο μίσος. Ο άγιος όμως σηκώθηκε, γονάτισε και ανέκραξε προς τον Θεό, μιμούμενος στην μακροθυμία και ανεξικακία τον Ίδιο τον Κύριο Ιησού Χριστό καθώς και τον άγιο Πρωτομάρτυρα και Αρχιδιάκονο Στέφανο: «Σε
ικετεύω, Θεέ, επουράνιε Πάτερ, συγχώρεσέ τους, γιατί δεν ξέρουν τι κάνουν!»
(βλ. Λουκ. 23, 34· Πράξ. 7, 59-60). Και, ενώ έτσι προσευχόταν για τους διώκτες και τους
δημίους του, ένας απ’ αυτούς, βλέποντας την ακλόνητη αγάπη του προς όλους,
κατελήφθη από σατανική μανία· πήρε το ξύλο με το οποίο έβαφε τα υφάσματα, τον κτύπησε
στην κεφαλή, και έτσι ο άγιος μαρτύρησε για την πίστη του στον Σωτήρα Χριστό.
Οι χριστιανοί τον ενταφίασαν τότε στον τόπο του μαρτυρίου, κοντά στον Ναό. Τόση
ήταν η φήμη της αρετής του, ώστε ακόμη και οι πλέον σκεπτικιστές Εβραίοι
θεώρησαν τον μαρτυρικό του θάνατο ως αιτία της πολιορκίας και της καταστροφής
της Ιερουσαλήμ το έτος 70 μ.Χ. Αυτό ακριβώς αναφέρει ο Ευσέβιος Καισαρείας μεταφέροντας
σχετικά την μαρτυρία του ιστορικού Ιώσηπου (βλ. «Ιουδαϊκοί Πόλεμοι Β΄», 166). Η
δε περιγραφή του σεπτού μαρτυρίου του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου ανεφέρεται
από τον Ηγήσιππο, ο οποίος ανήκει στην πρώτη γενεά μετά τους Αποστόλους· τμήμα
των απωλεσθέντων «Απομνημονευμάτων» διασώζει πάλι ο προαναφερθείς Ευσέβιος
Καισαρείας στην «Εκκλησιαστική Ιστορία Β΄» (23, SC 31, 85 κ.ε.).
Επί
βασιλείας Ιουστίνου Β΄ (565-578) μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη τα τίμια
λείψανα του αγίου Ιακώβου, του δικαίου Συμεών του Θεοδόχου και του προφήτου
Ζαχαρία και κατατέθηκαν στον Ναό τον αφιερωμένο στον Αδελφόθεο, πλησίον των
Χαλκοπρατείων. Ο τάφος του και ο Ναός που ανεγέρθη στην θέση της οικίας του
εξακολουθούν να αποτελούν τόποι προσκυνήματος στα Ιεροσόλυμα.
Τέλος,
πρέπει οπωσδήποτε να διακρίνουμε τον απόστολο Ιάκωβο [9 Οκτ.], υιό του Αλφαίου και
αδελφό του ευαγγελιστού Ματθαίου, όπως επίσης και τον άγιο Ιάκωβο [30 Απρ.], υιό
του Ζεβεδαίου και αδελφό του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου από τον άγιο Ιάκωβο τον
Αδελφόθεο [23 Οκτ. και Κυριακή μετά την του Χριστού Γέννηση], για τον οποίο
γίνεται λόγος στην παρούσα ανάρτηση.
—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος δ΄.
Ὡς
τοῦ Κυρίου Μαθητής,
ἀνεδέξω δίκαιε
τὸ Εὐαγγέλιον·
ὡς Μάρτυς
ἔχεις τὸ ἀπαράτρεπτον·
τὴν παρρησίαν
ὡς Ἀδελφόθεος·
τὸ πρεσβεύειν
ὡς Ἱεράρχης·
ἱκέτευε
Χριστὸν τὸν Θεόν,
σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—
Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὁ
τοῦ Πατρὸς
μονογενὴς Θεὸς Λόγος,
ἐπιδημήσας πρὸς ἡμᾶς
ἐπ’ ἐσχάτων,
τῶν ἡμερῶν
Ἰάκωβε θεσπέσιε,
πρῶτόν σε ἀνέδειξε,
τῶν Ἱεροσολύμων,
ποιμένα καὶ διδάσκαλον,
καὶ πιστὸν οἰκονόμον,
τῶν μυστηρίων
τῶν πνευματικῶν.
Ὅθεν σε πάντες,
τιμῶμεν Ἀπόστολε.
—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—
Κλήσει
Ἀδελφόθεος
πεφηνώς,
Ἰάκωβε μάκαρ,
τῶν ἀρρήτων μυσταγωγός,
ἐν Σιὼν ἐδείχθης,
καὶ πάθει σου τιμίῳ,
τὸ ζωηφόρον Πάθος,
Χριστοῦ ἐδόξασας.
—ΕΠΙΜΥΘΙΟ—
Η πολυσήμαντη μαρτυρία του Αδελφόθεου
για το ιερό Μυστήριο του Ευχελαίου
Για
το Μυστήριο του ιερού Ευχελαίου η μοναδική σαφής μαρτυρία της Αγίας Γραφής
προέρχεται από την επιστολή του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου και είναι η εξής: «Είναι κάποιος από σας άρρωστος;», ρωτά διαχρονικά
ο πρώτος επίσκοπος και ιεράρχης των Ιεροσολύμων. Και στη συνέχεια συμβουλεύει: «Ας προσκαλέσει τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας
να προσευχηθούν γι’ αυτόν και να τον αλείψουν με λάδι, επικαλούμενοι το όνομα
του Κυρίου. Και η προσευχή που γίνεται με πίστη θα σώσει τον άρρωστο· ο Κύριος θα
τον κάνει καλά. Κι αν τυχόν έχει αμαρτίες, ο Κύριος θα του τις συχγωρέσει»
(Ιακ. 5, 14). Έτσι όπως είναι διατυπωμένη η θεόπνευστη αυτή προτροπή του αγίου
Ιακώβου δείχνει στον προσεκτικό και αμερόληπτο μελετητή της ότι το Μυστήριο του
Ευχελαίου, όπως το ονομάζουμε σήμερα, είχε συσταθεί από τον Ίδιο τον Κύριο και
τελούνταν ήδη στα χρόνια των Αποστόλων. Ο Αδελφόθεος δεν προτείνει κάτι νέο, κάτι
από τον εαυτό του. Αλλά ούτε εννοεί την απλή θεραπευτική επάλειψη με λάδι των
μελών του σώματος που υποφέρουν. Εάν εννοούσε το απλό ιαματικό λάδι, όπως
δέχονται όσοι από τους Προτεστάντες απορρίπτουν το Μυστήριο, τότε γιατί ορίζει
να προσκληθούν στο σπίτι του άρρωστου χριστιανού οι πρεσβύτεροι της Εκκλησίας;
Γιατί ομιλεί για άφεση αμαρτιών μαζί με την ποθητή σωματική υγεία; Σύμφωνα με
τον Αδελφόθεο Ιάκωβο το Ευχέλαιο τελείται για χριστιανούς που δοκιμάζονται από
τον πειρασμό της αρρώστιας· αρρώστιας σωματικής, διότι αναφέρεται σε «κάμνοντα», λέξη που δηλώνει
αποκλειστικά σωματική ασθένεια. Οι πρεσβύτεροι, λοιπόν, της Εκκλησίας,
προσκαλούμενοι στο σπίτι του άρρωστου χριστιανού οφείλουν να προσευχηθούν προς
χάριν του αρρώστου. Η προσευχή τους δεν είναι η συνηθισμένη προσευχή του
χριστιανού. Είναι μυστηριακή προσευχή. Είναι «ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως», δηλαδή της Εκκλησίας, ενός θεοσύστατου
Μυστηρίου που περιλαμβάνει ορισμένα αιτήματα. Ακόμη, προσθέτει ο άγιος Ιάκωβος
–ο εραστής της προσευχής– οι πρεσβύτεροι που θα βρεθούν κοντά στον άρρωστο
χριστιανό, θα τον αλείψουν με λάδι «ἐν τῷ
ὀνόματι τοῦ Κυρίου» και η επάλειψη του αρρώστου πάντα «ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ Κυρίου» θα αποτελέσουν την εξωτερική πράξη, το
ορατό μέρος του μεγάλου Μυστηρίου του Ευχελαίου. Τέλος, διαβεβαιώνει ο
Αδελφόθεος ότι «ἡ εὐχὴ τῆς πίστεως»,
που θα αναπέμψουν οι «πρεσβύτεροι τῆς
Ἐκκλησίας», θα σώσει τον άρρωστο. Ο φιλάνθρωπος Κύριος θα τον σηκώσει από
το κρεβάτι του πόνου. Θα του συγχωρήσει τις αμαρτίες, όπως και τότε που
περιόδευε την Αγία Γη, που «τὰς ἀσθενείας
ἡμῶν ἔλαβε καὶ τὰς νόσους ἐβάστασε» (Ματθ. 8, 17). Ο Ιησούς Χριστός δεν
είναι «χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς
τοὺς αἰῶνας»; (Εβρ. 13, 8). Όπως τότε μαζί με τη θεραπεία του σώματος
χάριζε και την άφεση των αμαρτιών, έτσι και τώρα στο Μυστήριο του Ευχελαίου,
σύμφωνα με τη θεόπνευστη μαρτυρία και πατρική συμβουλή του «αδελφού» Του Ιακώβου, εγείρει τον «κάμνοντα» και αν αυτός έχει αμαρτίες τού τις συγχωρεί.
Αλλά και τα
αποστολικά και ευαγγελικά αναγνώσματα της ακολουθίας του Ευχελαίου παιδαγωγούν
και διδάσκουν άριστα τόσο τον άρρωστο χριστιανό, όσο και τους οικείους του, που
τον περιποιούνται με κάθε τρόπο. Ήδη ο Α΄ Απόστολος από την Καθολική Επιστολή
του αγίου Ιακώβου, που περιέχει την πολυσήμαντη μαρτυρία για το ιερό Ευχέλαιο,
έρχεται σαν αύρα του πελάγους να δροσίσει τις ψυχές μας. Στην πιο κατάλληλη
στιγμή αρχίζει υπενθυμίζοντας την κακοπάθεια, αλλά και την υπομονή των
προφητών. Τι εκλεκτοί και τι χρήσιμοι άνθρωποι του Θεού που ήσαν οι προφήτες!
Και όμως! Πόσα υπέφεραν από τους απειθείς και σκληροτράχηλους Ιουδαίους! Αλλά
μήπως μπορούμε να ξεχάσουμε τον Ιώβ, τα αμέτρητα και αδιήγητα πάθη του, όπως
και το ευτυχισμένο τέλος, που του έδωσε ο Κύριος στην πολύπαθη ζωή του; Ο
πολυεύσπλαχνος και οικτίρμων Κύριος αντάμειψε πλουσιοπάροχα την υπομονή του. «Αδελφοί μου!», μας συμβουλεύει
βαθύστοργα ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, «πάρτε
για παράδειγμα καρτερικότητας στις θλίψεις τους προφήτες που μίλησαν στο όνομα
του Κυρίου. Καλοτυχίζουμε εκείνους που δείχνουν υπομονή. Ακούσατε για την
υπομονή του Ιώβ και γνωρίζετε ποιο τέλος τού επιφύλαξε ο Κύριος, γιατί ο Κύριος
είναι γεμάτος ευσπλαχνία και έλεος» (Ιακ. 5, 10-11).
※
[(1) Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμ. 2ος, Μήνας Οκτώβριος,
σελ. 258–260.
Διασκευή από τα Γαλλικά:
Ιερό Κοινόβιο
Ευαγγελισμού της Θεοτόκου,
Ορμύλια – Χαλκιδικής.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·
Αθήναι, Οκτώβριος 20092.
(2) Αρχιμ. Χρυσόστομου Π. Αβαγιανού:
«Το ιερό Ευχέλαιο·
φάρμακο ζωής και σωτηρίας»,
κεφ. Α΄, σελ. 11–16, και 64.
Σειρά: «Θεωρία και πράξη».
Εκδόσεις «Αποστολική Διακονία».
Αθήνα, Μάρτιος 19941.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφιών,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]
※
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.