Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Δευτέρα 5 Οκτωβρίου 2015

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ


Για το πώς να θέλω την αγάπη,
που πρέπει να δώσω, για να λάβω

«Είπε ὁ Κύριος·
“Όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται οι άνθρωποι,
έτσι ακριβώς να συμπεριφέρεστε κι εσείς σ’ αυτούς”»
(Λουκ. 6, 31).

      Ποιος άνθρωπος θέλει να του φερθούν άσχημα; Να του φερθούν με σκληρότητα; Με υποκρισία, με ανεντιμότητα, με κακότητα και με αστοργία; Βεβαίως κανείς. Γιατί αν υπήρχε ένας τέτοιος άνθρωπος που να ήθελε κάτι τέτοιο, τότε, αυτός ο άνθρωπος, απλά δεν θα ήταν ένας ισορροπημένος και υγιής άνθρωπος. Θέλουμε να μας αγαπήσουν; Ας αγαπήσουμε, τότε! Θέλουμε να μας φερθούν με καλοσύνη, με ομορφιά, με εντιμότητα, με ειλικρίνεια, με εγκαρδιότητα, με συμπάθεια, με επιείκεια, με κατανόηση, με δοτικότητα; Τότε ας φερθούμε κι εμείς ανάλογα με το πώς ακριβώς θα θέλαμε προσωπικά να μας συμπεριφερθούν οι άλλοι.

      Η αγάπη βρίσκεται μέσα μας και όχι έξω μας. Οι αρχές της αγάπης φωλιάζουν στις φλέβες του είναι μας. Μη κάνουμε πως δεν ξέρουμε, πως δεν έχουμε ιδέα και άποψη. Το κριτήριο της αγάπης, το βαστάει πάντα η καρδιά μας. Τη μορφή και τον τρόπο της αγάπης τα έχει καλά θησαυρισμένα μέσα της η ψυχή μας. Όλες οι απαρχές, οι εκφράσεις και τα φίλτρα της αγάπης είναι μέσα στον πονεμένο, αδικημένο ή αυτοαδικημένο εαυτό μας. Όλες οι απαντήσεις και οι λύσεις της αγάπης, κουρνιάζουν αθόρυβα στα έγκατα της ύπαρξής μας. Γιατί το πρώτο λιθάρι της πράξης της το κατέχει τιμητικά και αποκλειστικά ο εαυτός μας.

      Το πρώτο και ευλογημένο βήμα, είναι το θέμα. Και ποιος θα το κάνει αυτό το βήμα; Εγώ ή ο άλλος; Ο άλλος ή εγώ; Εγώ ή κόσμος; Εγώ ή ο σιωπηλός Θεός, που νομίζω, θεωρώ και πιστεύω φορές, ότι μ’ έχει πραγματικά ξεχάσει; Το ξεκίνημα της αγάπης όμως, αρχίζει με το φρόνημα της αγάπης: αυτό που κάνω τώρα ή που θα κάνω πιο μετά, έτσι όπως φέρομαι και συμπεριφέρομαι, έτσι όπως είμαι και ό,τι είμαι, το δέχεται, το εγκρίνει η συνείδησή μου; Και η συνείδηση πάλι τι είναι; Είναι η ακοίμητη και ανύστακτη φωνή του Θεού μέσα μου. Αυτή την πράξη που έκανα ή που προτίθεμαι να κάνω, αυτή τη σκέψη και τη διάθεση που τρέφω μέσα μου, πρέπει άραγε να την έχω και να την ενστερνίζομαι; Θα έπρεπε να την είχαν παρόμοια και κάποιοι άλλοι συνάνθρωποί μου για μένα; Αυτό το λόγο, που μόλις είπα απερίσκεπτα (που αποδεδειγμένα ήταν λόγος κατάκρισης, κατηγορίας, συκοφαντίας, περιέργειας, αναίδειας, αδιακρισίας, κενότητας, κοτσομπολιού, κτλ.), αυτό λοιπόν το λόγο, έναν τέτοιο λόγο, έναν τέτοιο ίδιο λόγο σαν και το δικό μου λόγο, θα μου άρεζε και θα ήθελα, θα έπρεπε και θα άξιζε να τον είχαν κάποιοι άλλοι για μένα;

      Έτσι, να κρίνουμε τα πράγματα. Έτσι, να εξετάζουμε τον εαυτό μας και να μη χαριζόμαστε ποτέ σ’ αυτόν. Να μη ντοπαριζόμαστε με αστείες δικαιολογίες και με ανούσιες συγκαλύψεις. Όταν ο άνθρωπος έχει ζωντανό το φρόνημα της αγάπης μέσα του, ξέρει τι είναι αγάπη και τι δεν είναι αγάπη. Όταν ο άνθρωπος δεν ξεγελιέται με τη ψεύτικη αγάπη που κυριαρχεί σήμερα, με την αγάπη που κατάντησε πλέον να είναι αγαπολογία και κολακεία –μάλιστα θα έλεγα καλύτερα «αλληλοκολακεία» ή «ετεροκολακεία»– όταν ο άνθρωπος σε κάθε του πράξη και λόγο, σε κάθε του στοχασμό, λογισμό και διάθεση, στις σχέσεις του με τους άλλους, έχει ζωντανό το προσωπικό αλλά και το θεϊκό κριτήριο, δηλαδή του πώς θα ήθελε να του φερθούν οι άλλοι άνθρωποι, αλλά και του πώς τα θέλει τα πράγματα να είναι ο Θεός, τότε, αυτός ο άνθρωπος δεν χάνει και δεν χάνεται ποτέ: πάντα σώζεται! Βρίσκει τον εαυτό του να είναι μέσα στην αγάπη του Θεού· μέσα στον Θεό, που είναι αγάπη· μέσα στον πλησίον του, που είναι η ορατή, η αισθητή και αμετάθετη εικόνα του Θεού στον κόσμο όπου ζει· βρίσκει τον εαυτό του μέσα στην αλήθεια, το φως και τη χαρά της αγάπης.

      Γιατί αυτός ο άνθρωπος, είναι τελικά ο άνθρωπος του Ευαγγελίου· της έμπρακτης πίστης, άρα και της αυθεντικής αγάπης. Μένει μακριά από την υποκρισία, από την κολακεία, από την ιδιοτέλεια, από κάθε σκοπιμότητα, από κάθε πονηρία, από κάθε φαυλότητα και ανηθικότητα. Αυτός ο άνθρωπος γνωρίζει την αγάπη του Θεού, πρωτίστως μέσα από τον ίδιο τον εαυτό του. Βιώνει την αγάπη του Κυρίου, από το πώς θεοφιλώς θα ήθελε ο ίδιος να λάβει την αγάπη που προσδοκεί λίγο–πολύ από τους άλλους. Αλλά η Χάρη του Θεού –και αυτό είναι το κρίσιμο σημείο της υπόθεσης– δεν τον αφήνει να μείνει για πολύ ούτε στις θεωρίες ούτε στις αναλύσεις ούτε στις προσδοκίες ούτε στις αναμονές που, ως συνήθως, σαπίζουν τις αντοχές της ψυχής με τη πολλή σκέψη που αναπαράγουν εσωτερικά. Πριν καν λάβει την πολυπόθητη αγάπη από τους άλλους, αλλά κι αν ακόμη δεν τη έχει λάβει κι αν ακόμη δεν πρόκειται να τη λάβει ποτέ από αυτούς, παρ’ όλ’ αυτά, με τη δύναμη του Θεού, αυτή την αγάπη, γνωρίζει πρακτικά τον τρόπο να την προσφέρει απλόχερα στους άλλους. Στους άλλους, που ίσως να μη ξέρουν πώς είναι αυτή η αγάπη· που ίσως να μην περίμεναν ότι θα μπορούσαν ποτέ να λάβουν την αγάπη στη ζωή τους, εξαιτίας της μεγάλης άγνοιας ή της απόγνωσης που βιώνουν ανομολόγητα. Μη ξεχνάμε δε, ότι κάθε ανθρώπινο μίσος που πραγματώνεται, ουσιαστικά είναι εκείνη η αγάπη που έπαψε να προσδοκάται και να επιθυμείται από τον άνθρωπο, από τον εαυτό του και από τον κόσμο που ζει και κινείται.

      Η αγάπη όταν μετατρέπεται σε ανώφελη αναμονή, σε μια ατέρμονη καραδοκία, μπορεί στο τέλος να εξελιχθεί σε μια ανείπωτη αυτοκατάρα μαρασμού και θλίψης. Όταν μουλιάζει σε αναπάντητες εγωικές αξιώσεις, μπορεί να γίνει άληκτο προσωπικό ενδομαρτύριο. Όταν ολισθαίνει σε μάταιες βαττολογίες και σκέψεις, χάνει την πρακτική της δύναμη και ικμάδα. Αλλά όταν σπάει τους ενδοιασμούς της λογικής και πολιορκεί δυναμικά το τώρα, ανοίγει τότε τις βρύσες της Χάριτος. Ποια αγάπη θέλω; Ποια αγάπη επιθυμώ να έχω; Αυτήν ακριβώς την αγάπη δίνω. Δεν με νοιάζει αν πήρα την αγάπη που θέλω να έχω. Η Χάρη του Θεού με διδάσκει να δίνω αγάπη, να είμαι αγάπη, σαν κι αυτή την αγάπη που θα ήθελα να ζήσω. Και όταν δίνω αγάπη, όταν είμαι αγάπη, τότε πληροφορούμαι και ξέρω ότι αρχίζω να είμαι του Θεού, που είναι Αγάπη. Και ο κύκλος αυτής της αγάπης, μόλις άρχισε. Συν Θεώ, από μένα και σε μένα. Με την έμπρακτη αλήθεια της και με ολόθυμο το δόσιμο στο τώρα. Για να κλείσει αυτός ο άκλειστος κύκλος της μέσα στο αιώνιο του Θεού και της Χάρης Του· μέσα στην, κατά τ’ άλλα, απορημένη και ανίδεη καρδιά μου, προς την οποία επιστρέφει δριμύτερα κάθε εύτολμη και αποφασιστική αγάπη, όταν είναι αγάπη, αγάπη του Θεού…


π. Δαμιανός










Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου