Ο ΧΡΕΟΛΥΤΗΣ ΘΕΟΣ
Στις
μέρες μας, τα λόγια πολλά. Οι εντάσεις μεγάλες, οι ενστάσεις αμέτρητες. Οι
προκλήσεις πάμπολλες και διχαστικές. Οι καρδιές σιωπηλές και μουδιασμένες. Οι
απορίες πολλαπλές και ατελείωτες. Τα ερωτήματά μας απανωτά και αλληλοδιάδοχα. Η
αγωνία μέσα μας βαριά και δυσβάσταχτη. Η λογική προσπαθεί να μας πείσει ότι όλο αυτό που ζούμε θα είναι σίγουρα μια φευγαλέα πραγματικότητα. Όμως, μια πιο εσώτερη αντίληψη ενστερνίζεται το γεγονός ότι πρόκειται τουλάχιστον για μια ανήκουστη πραγματικότητα. Οι καιροί μελανοί, νεφελώδεις, άστατοι,
άσχημα περίεργοι, σκληροί, χαλεποί· αποστάζουν αβεβαιότητα, σύγχυση, βία και δριμύ έλεγχο: ποιος είσαι· γιατί είσαι αυτό που είσαι· δεν μας νοιάζει πώς είσαι αλλά
πόσα έχεις να δώσεις και να χρωστάς· το σύστημα επιδιώκει πώς να ζήσεις με μοναδικό σκοπό να χρωστάς ώστε να μην είσαι ποτέ ελεύθερος και ήσυχος· ο κόσμος και οι εξουσίες του ενδιαφέρονται πώς να μη πεθάνεις, εάν
πρώτα δεν αποπληρώσεις, γιατί ετούτο είναι το υπέρτατο χρέος της ανεπαίσθητης σκλαβιάς σου. Ο φρικτός πολιτισμός του κατακερματισμένου και λυγισμένου ανθρώπου που έδωσε τη φονική πρόκριση στον αποτρόπαιο
τοκογλυφισμό, στην μισάνθρωπη οικονομία των μαζών, η οποία βέβαια είναι όχι μια οικονομία σωτηρίας αλλά απώλειας.
Τα
νούμερα λυπητερά, μακάβρια· οι συλλογιστικές αδιέξοδες. Ένας λαός παίγνιο στα χέρια των
πολιτικών που έγιναν σταδιακά ή αιφνίδια οι εκτελεστές του. Ένας λαός αλύτρωτα υποτελής στις στοές, στα διευθυντήρια, στα λόμπυ, στα πάθη της κολάσεως, ουραγός στα πιο άνομα και απάνθρωπα συμφέροντα.
Ένας λαός που μόλις μπορεί να ανασάνει μέσα από τη θηλιά των λυσσαλέων δανειστών, των
άψυχων κοινοβουλίων και των πολυδαίδαλων επιτροπών. Μια ολόκληρη Πατρίδα Ελλάδα στον ασφυκτικό
κλοιό των τραπεζών, των εκμεταλλευτών και των καταχραστών του ανθρώπινου ιδρώτα, του ιερού μόχθου και της σεβαστικής εργασίας που πρέπει πλέον να μεταλλαχθεί και από δουλειά να γίνει στανικά σε δουλεία. Όλοι σήμερα διεκδικούν, όλοι απειλούν, όλοι απαιτούν, όλοι αφορίζουν, όλοι δεν
ακούν, όλοι δεν καταλαβαίνουν, όλοι δεν αισθάνονται, όλοι δεν συζητούν, μα μονάχα
επιθυμούν και ορίζουν· και όσο ορίζουν άλλο τόσο επιθυμούν. Τα νούμερα πνίγουν και συμπνίγουν πρόσωπα και σχέσεις,
μέλλον και προοπτική, όνειρα και πόθους. Τα πρόσωπα και οι ζωές χάνονται μέσα στη δίνη κακόβουλων αριθμών του υπερτοκισμού που προωθούν βάναυσα κακόψυχοι άνθρωποι. Όλη η σκοτεινή άβυσσος του απρόσωπου εμπορίου, της διαπράττισης της αξίας της ζωής, της σκληρής αρπαγής μιας κρυφής ολιχαρχίας, σφιχταγκαλιασμένη
με την κόλαση των ληστρικών αρχών του κόσμου των χρημάτων και χρηματιστών. Το επίθετο του άδη είναι «Μαμωνάς»· και όλα τα αρπαχτικά του νύχια οι ιλιγγιώδεις αριθμοί των τόκων και πανωτοκίων. Πόσο ζοφερά μαθηματική ή πόσο βασανιστικά νομισματική μπορεί να είναι πια η πονηρία των ανθρώπων και των εξουσιών τους; Πόσο στυγνή και κυνική η αρένα μέσα στην οποία τσουβάλιασαν κι έριξαν τη ζωή μας; Πόσο απάνθρωπος ο μονόδρομος προς τον οποίο οδήγησαν τα αφελή μας βήματα; Πόσο μίσος και απέχθεια εκτοξεύει προς εμάς εκείνη η τεχνοκρατική κοινωνία που σύρθηκε στην κακοήθεια, στην απληστία του δήθεν ευρωπαϊσμού της; Ζητοκραυγάστε την αβίωτη κοινωνία όλων εκείνων
που θέλουν, τυπικά και παρανοϊκά, να ονομάζονται και «εταίροι» μας!
Κάτι πίσω απ’
όλα αυτά ή μάλλον Κάποιον πέρα απ’ όλα αυτά, σα να βλέπουμε και σαν να
αισθανόμαστε μέσα στην αχλή της αγωνίας. Ταυτόχρονα, μια άλλη πραγματικότητα προβάλλει ελπιδοφόρα διεγείροντας δυναμικές ερμηνείες
που ξεφεύγουν από τον φράχτη του προσωπικού και του υποκειμενικού. Η εσωτερική θέα των
προσωπικών αμαρτιών μας, η θέα της αμαρτίας του περίγυρου, του πιο πέρα κόσμου, του μικρού κόσμου
που γνωρίζουμε αλλά και του μεγάλου κόσμου που αισθανόμαστε, βαθμιαία ή άμεσα, μας
φέρνει κοντά σε μία άλλη συναίσθηση και επίγνωση των πραγμάτων, πολύ σημαντική και πολύ
καθοριστική.
Ο άνθρωπος που δε λησμονάει ποτέ τα χρέη του έχει ένα μεγαλείο κι μια ελευθερία. Και η αγάπη είναι και λέγεται το πιο ύψιστο προσωπικό χρέος έναντι στον Θεό, στη συνείδησή μας, στους συνανθρώπους και στον κόσμο. Το πιο ουσιαστικό χρέος
ενός ανθρώπου ή μιας κοινωνίας ανθρώπων, δεν είναι άλλο παρά η αμαρτία που
κουβαλάει και φέρει μέσα του. Αμαρτία, που άλλοτε είναι έκδηλη και φανερή και
άλλοτε αφανής και αμάρτυρη. Και αμαρτία νοούμε πάντα την προσωπική αστοχία μας να
ζούμε σύμφωνα με την ενδόμυχη και πυρηνική Εικόνα μας που είναι ο Θεός. Αυτό το μυστικό και αθέατο χρέος
της καρδιάς και της ζωής μας προς Αυτόν, ποιος στ’ αλήθεια το θυμήθηκε ή ποιος το θυμάται ποτέ; Ποιος το ζει και ποιος το αναφέρει; Κανείς. Ή τουλάχιστον κάποιοι ελάχιστοι. Μα
Αυτός που μας δίνει τη αγάπη Του, μας κομίζει διαρκώς και την άφεσή Του. Και Αυτός που μας δωρίζει την άφεση των αμαρτιών μας –εφόσον Του το ζητήσουμε με
την προσωπική μας μεταμέλεια και μετάνοια– είναι ο υπέροχος Παροχέας, ο φιλόψυχος Συνοχέας
και ο μακρόθυμος Δανειστής της ζωής μας· Είναι Αυτός που μας χάρισε όλα της τα ευεργετήματα,
όλες τις δωρεές της, όλες τις χαρές και τις ευλογίες της.
Αυτός
λοιπόν –ατενίστε Τον για λίγο νοερά με τα μάτια της ψυχής σας!– δεν θυμίζει σε τίποτε
από τους στυγνούς εταίρους μας που φέρανε τον εφιάλτη της εξαθλίωσης στον Τόπο μας. Είναι ο πραγματικός μας φίλος και εταίρος, γιατί είναι ο
μοναδικός μας Λυτρωτής και Σωτήρας. Βλέπετε, Αυτός, δεν είναι ούτε βίαιος, ούτε θηριομάχος, ούτε
φωνακλάς, ούτε άτεγκτος, ούτε σκληρός, ούτε βάναυσος, ούτε ζοφερός, ούτε
απαιτητικός, ούτε εκδικητικός. Το βλέμμα Του δεν εκπέμπει μίσος και μισαλλοδοξία. Η παρουσία Του δεν σφίγγει τις
καρδιές μας. Το πλησίασμά Του δε σαλεύει και δε σκοτεινιάζει το νου μας. Όλα
μέσα Του και γύρω Του αναβλύζουν ειρήνη, χρηστότητα, αγαθοσύνη, πραότητα,
ομορφιά και αγάπη. Και, τι παράξενο! Αυτός ο παράδοξα ευγενής Κομιστής, Δωρητής και Δανειστής
της ζωής μας, ταυτόχρονα και παντοτινά, είναι ο γαλήνιος Ευεργέτης μας, ο
μακρόθυμος «Χρεολύτης» μας. Αυτός που, από την άπειρη αγάπη Του προς τον
ταλαίπωρο άνθρωπο, από το ίδιο το Είναι Του, που είναι αγάπη, έμαθε εξακολουθητικά
να διαγράφει και να σχίζει το δικό μας το προσωπικό χειρόγραφο, δηλαδή το γραμμάτιο των
πολλών μας καθημερινών αμαρτιών και παραπτώσεων. Και ας είμαστε επιτέλους ειλικρινείς με τον εαυτό μας: ποτέ δε σταθήκαμε και ποτέ δε θαυμάσαμε για
μια κλασματική στιγμή, με όση ευγνωμοσύνη υπάρχει μέσα μας, αυτή τη μεγάλη, χαοτική και αγεφύρωτη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στον χρεολύτη Θεό μας και
στον χρεοκράτη κόσμο!
Η
πολύπτυχη και βαθιά κρίση όλων ημών των νεοελλήνων, απ’ ό,τι φαίνεται δεν
ήρθε καθόλου από μόνη της, όπως βιαστικά θα ισχυριζόταν ένας απλοϊκός και αβαθής νους. Αυτή
την κρίση δεν την έφεραν ούτε οι συμπτώσεις, ούτε το τυχαίο των εξελίξεων, ούτε το καραβάνι του άγνωστου και του πουθενά, ούτε ο καημός της υπερευθύνης μας, ούτε η νόσος της αδιαφορίας μας. Μελετώντας
κάπως προσεκτικά την αρχή και το διάβα της, τα αίτια και την εξέλιξή της και
συνδέοντάς την ρεαλιστικά με το δικό μας πολίτευμα, με τη δική μας ζωή, με τη δική μας κατάσταση, δεν
αργεί κανείς να συναντήσει μέσα στη συνείδησή του πραγματικά πειστικές
απαντήσεις.
Η κρίση
ήρθε ευθύς αμέσως μόλις εμείς αρνηθήκαμε να ζούμε με πίστη, ελπίδα και αγάπη στον Χριστό·
όταν εμείς αρνηθήκαμε να πορευόμαστε με το σωτήριο φόβο των
κριμάτων Του. Αδιαφορώντας προκλητικά για την κρίση και το θέλημα του
Θεού, επήλθε κατόπιν και η λαίλαπα της εγκόσμιας κρίσης στην κοινωνία μας.
Λησμονώντας με αναλγησία και αμετανοησία το αγαπητικό μας χρέος προς τον Χριστό,
ριχτήκαμε αβοήθητοι στο βαθύ και ανήλιο λάκκο της πιο καταστροφικής φτώχειας· της φτώχειας, που μας κέρασε με τόσο μίσος το άθεο σύστημα που υπηρετούσαμε πιστά.
Αυτήν
την κρίση, είναι γεγονός, πως την επέτρεψε και την παραχώρησε σε μας Αυτός ο
δικός μας Δοτήρας, Παροχέας και Δανειστής κάθε αγαθού, που είναι συνάμα και ο δικός μας
Χρεολύτης. Αυτός που δεν κρατάει έναντί μας λογαριασμούς και μπακαλοτέφτερα για να φανεί περισσότερο στα μάτια μας σωτήρας με ακατάλυτη δύναμη και υπεροχή. Αυτός που μας ελευθερώνει από κάθε σκλαβιά, από κάθε ντροπή και αισχύνη, από
κάθε όνειδος και άχθος· και Αυτός δεν είναι άλλος από τον ελεήμονα και φιλάνθρωπο Χριστό.
Ο Οποίος ήρθε και
έρχεται πάντα ταπεινά, σιγά, άγδουπα, διακονικά, αντιεξουσιαστικά. Μέσα στο σαρωτικό όχημα αυτής της
αποκρουστικής και απευκταίας κρίσης –σ’ ένα καθημερινά συνεχές και αδιάπτωτο
τώρα–, μας κεντρίζει με τη στοργική Του παρέμβαση· ζηλεύει υπεραγαπητικά τις πλανεμένες
ζωές μας και τις τυλίγει στην κόλλα των οικτιρμών Του· θηρεύει με υπομονή και μακροθυμία την ανυποψίαστη και επίπλαστη ζήση μας, παρά την κραυγαλέα
αθεΐα, την τραγική απιστία και την απερίγραπτη αποστασία μας. Κανένας ήχος και
κανένας θόρυβος στον ερχομό και στη φυγή του. Ήσυχα και ταπεινά, όλα.
Ήρθε και
έρχεται, λοιπόν· είναι ’δω, δίπλα μας, αντικριστά μας. Και θέλει να μπει ευγενικά μέσα
στο φυσικό Του ταμείο και παλάτι, που είναι η ψυχή και η καρδιά μας. Ήρθε και έρχεται, λοιπόν·
όχι, για να πάρει· όχι, για ν’ αδειάσει τα ταμεία και τις αποθήκες μας· όχι,
για να κουρσεύσει τον τόπο μας· όχι, για να ληστέψει τις προσδοκίες μας· όχι,
για να υποθηκεύσει τη συνείδησή μας· όχι, για να δουλαγωγήσει την ελευθερία μας· όχι, για να
πατάξει την ύπαρξή μας. Δε μπορεί και δε γίνεται να πάρει Αυτός που είναι Όλος δόσιμο, δωρεά, χάρισμα
και θυσία. Ήρθε και έρχεται, λοιπόν· γιατί θέλησε αποφασιστικά να παύσει
λυσιτελώς την αδιαφορία και την απαξίωση, με την οποία φορτώναμε σαρωτικά την
ελευθερία μας, για δεκαετίες και για χρόνια. Και θέλει τώρα, όχι βέβαια την απόδοση
των χρεών και των οφειλών μας προς Αυτόν, αλλά την αγάπη και την καρδιά μας να κεντριστούν
στη δική Του αγάπη και στη δική Του κοινωνία. Και, γιατί αυτό; Όχι, γιατί έχει αντικειμενικά ανάγκη τη δική μας αγάπη και καρδιά. Ούτως ή άλλως, Αυτός
είναι πέρα ως πέρα ελεύθερος και ανενδεής, ως Θεός. Αλλά τα κάνει όλα αυτά,
γιατί είναι ταπεινός στην αγάπη Του και αγαπητικός στην ταπείνωσή Του. Γνωρίζει
ότι εμείς, αγαπώντας Αυτόν, σωζόμαστε πραγματικά. Και με τη σωτηρία που
βιώνουμε πλάι Του, βρίσκουμε πάντα όλα τα χαμένα ή αμαυρωμένα μας προνόμια·
βρίσκουμε το αρχαίο κάλλος, το ανέσπερο φως, την έκπαγλη δύναμη κι εκείνο το θαυμαστό
πνευματικό αξίωμα του Ελληνορθόδοξου ήθους, της Ελληνορθόδοξης Παράδοσης, του Ελληνορθόδοξου
Πολιτισμού, του Ελληνορθόδοξου Λαού, του Ελληνορθόδοξου προσώπου.
Αυτόν τον
εσαεί φιλότιμο και ευαίσθητο Ελληνικό Λαό και ό,τι διαχρονικά ωραίο υπάρχει απ’ αυτόν,
έχει αδήριτη και αδιάπτωτη ανάγκη η Ευρώπη και σύμπασα η Ευρωπαϊκή Ένωση· και ας
μη το ομολογεί ή ας μη το παραδέχεται αυτή, κάποιες ή πολλές φορές, μέσα στον παροξυσμό του ανθελληνισμού της, μέσα στην ανυποχώρητη πονηρία που την διακατέχει
εξαιτίας της πολιτικής της επιβολής άδικων και κατάπτυστων χρεών που αλαζονικά ακολουθεί.
Μόλις
εμείς θυμηθούμε τον Χριστό, αληθινά και ανυπόκριτα, μόλις μετανοήσουμε
ολοϋπαρκτικά και επιστρέψουμε ειλικρινά προς την αγάπη Του, μόλις ο βίος μας
καλλυνθεί, λαμπρυνθεί και γεμίσει με την Χριστοαγάπη και τις Χριστοαρετές, τότε
κάθε κρίση –η οποιαδήποτε κρίση– θα μοιάζει μ’ ένα μικρό σύννεφο που θα φεύγει
γρήγορα από τη ζωή μας.
Ο
Χριστός να ελεεί, να φωτίζει, να ειρηνεύει, να σκεπάζει, να κραταιώνει και να σώζει τη μαρτυρική και
πολύπαθη Πατρίδα μας. Αυτή την εκλεκτή χώρα των γνωστών και αγνώστων αγίων, των μαρτύρων, των ηρώων,
των ευεργετών, των αγωνιστών του Έθνους μας.
Η
Παναγία και όλοι οι Άγιοι, να συντροφεύουν τον αγώνα μας και να μας χαρίζουν
πίστη, ελπίδα, υπομονή, ομόνοια, ενότητα, ειρήνη, αλληλοβοήθεια και αγάπη.
Αμήν, γένοιτο.
π. Δαμιανός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου