Η ΑΠΟΤΟΜΗ ΤΟΥ
ΤΙΜΙΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΥ
Ο άγιος
Ιωάννης ο Πρόδρομος και Βαπτιστής του Κυρίου, εμαρτυρήθη από τον Ίδιο τον
Χριστό ότι είναι μεγαλύτερος από όλους τους ανθρώπους που έχουν γεννηθεί από γυναίκα και πρώτος μεταξύ των Προφητών. Από παιδί κιόλας, προτού καν προλάβει να
ενηλικιωθεί, αυτός για τον οποίον «δεν ήταν άξιος ο κόσμος να έχει τέτοιους
ανθρώπους» (Εβρ. 11, 38), άφησε την αγκαλιά της μητέρας του, της Δικαίας
Ελισάβετ, και οδηγήθηκε από χέρι Αγγέλου στην ησυχία της γης του Ιορδάνου και με τη Χάρη και δύναμη του Αγίου Θεού αποσύρθηκε
στην έρημο σκεπασμένος με τρίχες καμήλας και ζωσμένος με δερμάτινη ζώνη που
σήμαινε την κυριαρχία πάνω σε όλες τις ορμές της σαρκός. Αφού βρήκε ως νέος
Αδάμ την αρμονική κατάσταση της φύσεώς μας που δημιουργήθηκε για να είναι
στραμμένη μόνον προς τον Θεό, τρεφόταν με ακρίδες και άγριο μέλι, έχοντας
απερίσπαστο και αμέριμνο το πνεύμα του διαρκώς προσηλωμένο στη θεωρία.
Το
δέκατο πέμπτο έτος της ηγεμονίας του Τιβέριου Καίσαρα (29 μ.Χ.), ο Ιωάννης
ακούγοντας τον Λόγο του Θεού στην έρημο και, υπακούοντας στο αιώνιο σχέδιο του Θεού για
τη σωτηρία των ανθρώπων μετέβη στην περιοχή του Ιορδάνη για να κηρύξει την
μετάνοια στα πλήθη που προσέτρεχαν κοντά του υπό την επίδραση της θαυμαστής όσο και πρωτάκουστης αγγελικής
πολιτείας του. Βάπτιζε τους ανθρώπους στα νερά του Ιορδάνη ποταμού, ως σημείο
εξαγνισμού από τις αμαρτίες τους και, για να τους προετοιμάσει να δεχθούν τον
Σωτήρα Χριστό, τους καλούσε να παράγουν άξιους καρπούς της μετανοίας και να όχι
να καυχιούνται στείρα ότι είναι τέκνα του Αβραάμ. Και έλεγε, επαναλαμβάνοντας τα λόγια
του Ησαΐα: «Ακούστε τη φωνή που βοά μέσα από την έρημο και σας λέει· “Ετοιμάστε
στην έρημο έναν δρόμο για τον Κύριο, ισιώστε το μονοπάτι για να περάσει ο Θεός·
κάθε φαράγγι ας υψωθεί, κάθε βουνό και λόφος ας χαμηλώσει, το ανώμαλο έδαφος να
γίνει πεδιάδα κι όλα τ’ απόκρημνα και δύσβατα μέρη κοιλάδα. Τότε θα φανεί η δόξα του Κυρίου
και κάθε άνθρωπος θα δει τη σωτηρία”» (Ησ. 40, 3-5). Καθώς ο λαός αναρωτιόταν
αν αυτός ήταν ο Σωτήρας ο αναμενόμενος από γενεές και γενεές, ο Ιωάννης τούς
έλεγε: «Εγώ σας βαπτίζω τώρα με νερό, προκειμένου να καθαριστείτε και να ωθηθείτε
στη μετάνοια. Αυτός όμως που έρχεται μετά από μένα, είναι Ο Ισχυρότερός μου·
Αυτός θα σας βαπτίσει με Πνεύμα Άγιο και φωτιά» (Ματθ. 3, 11). Η αγνότητά του
και η αγάπη του για την παρθενία ήταν τόση, ώστε κρίθηκε άξιος όχι μόνο να δει
τον Σωτήρα, του Οποίου καταστάθηκε μοναδικός Πρόδρομος, αλλά και να Τον
βαπτίσει στον Ιορδάνη και να είναι μάρτυρας της αποκάλυψης της Αγίας Τριάδας.
Ο άγιος
Ιωάννης όχι απλά «μελετούσε» αλλά εβίωνε αγιοεμπειρικά τον Λόγο του Θεού και
θεωρούσε όλα τα πράγματα του κόσμου τούτου δευτερεύοντα σε σχέση με την τήρηση
του θεϊκού Νόμου, του οποίου τέλεια εφαρμογή ήταν ο δικός του βίος. Για τον
λόγο αυτό δεν φοβόταν να επικρίνει με σφοδρότητα τον Ηρώδη Αντύπα [1], τον τετράρχη της Γαλιλαίας, άνθρωπο ασελγή
και έκλυτο που, ενάντια στον Νόμο, είχε παντρευτεί την Ηρωδιάδα, την γυναίκα του
αδελφού του Φιλίππου, ενώ αυτός ήταν ακόμη εν ζωή [2]
και είχε κάνει μάλιστα μια κόρη μαζί της, την Σαλώμη [3].
Γινόμενος η φωνή της πυρωμένης συνείδησης του αμαρτωλού, ο Προφήτης είπε προς αυτόν
εξ ονόματος του Θεού: «Δεν σου είναι επιτρεπτό να έχεις για σύζυγο την γυναίκα
του αδελφού σου!». Γι’ αυτό και η Ηρωδιάδα έτρεφε έντονο μίσος κατά του Ιωάννη
και ήθελε να τον θανατώσει. Την εμπόδιζε ωστόσο ο Ηρώδης που τον σεβόταν, ως
άνθρωπο δίκαιο και άγιο, αλλά κυρίως από τον φόβο του λαού που τον τιμούσε ως
αποσταλμένο του Θεού. Τελικά η δόλια Ηρωδιάς πέτυχε τον σκοπό της και κατάφερε
να φυλακισθεί ο Προφήτης στο φρούριο το λεγόμενο «Μαχαιρούς».
Στην
επέτειο των γενεθλίων του, κοντά στο Πάσχα [4],
ο βασιλιάς παρέθεσε μεγάλο συμπόσιο στους ευγενείς του βασιλείου του, στο οποίο
όλοι παραδόθηκαν στην πολυφαγία και την μέθη. Η Σαλώμη χόρεψε με ηδυπάθεια
μπροστά στους συνδαιτυμόνες αυτού του συμποσίου της ματαιοδοξίας και άρεσε στα
άσεμνα βλέμματα του πατέρα της, που δεσμεύθηκε με όρκο να της χαρίσει σε
ανταμοιβή ό,τι κι αν του ζητούσε, ακόμη και το μισό του βασίλειο. Δασκαλεμένη
από την μητέρα της, η νεαρή κόρη ζήτησε να της φέρουν εκείνη την στιγμή την
πανσεβάσμια Κεφαλή του Ιωάννου επί πίνακι. Ο βασιλιάς βρέθηκε σε δύσκολη θέση,
αλλά εξαιτίας του όρκου του και για να μην πέσει το γόητρό του μπροστά στους
συμπότες του, αποφάσισε να θανατώσει τον Δίκαιο. Η απόφαση εκτελέστηκε αμέσως·
ένας στρατιώτης πήγε να αποκεφαλίσει τον άγιο Ιωάννη στην φυλακή του και έφερε
σύντομα στην αίθουσα επί πίνακι, και ματωμένη ακόμη, την Τίμια Κάρα του, η οποία
απηύθυνε μία σιωπηλή μομφή στην εγκληματική αδυναμία του βασιλιά. Η Σαλώμη
παρέδωσε το αποτρόπαιο τρόπαιο αυτό στην παμπόνηρη μητέρα της και έμοιαζε να
της λέει στυγνά: «Φάε, μητέρα, την σάρκα εκείνου που έζησε ως ασώματος και πιες τώρα το αίμα του! Η γλώσσα αυτή που έπαψε να μας επικρίνει θα σιγήσει πια για πάντα!».
Είναι χαρακτηριστικό αυτό που ο άγιος Ιερώνυμος διηγείται, ότι η Ηρωδιάς ξέσπασε όλη την
δαιμονική της λύσσα πάνω στην παναιδέσιμη Κεφαλή του θύματός της, τρυπώντας την
θεοκίνητη γλώσσα του με ένα στιλέτο...
Οι
μαθητές του αγίου Προδρόμου ήρθαν και πήραν ευλαβικά το σώμα του και πήγαν να
το θάψουν στην Σεβάστεια, κατόπιν δε, πληροφόρησαν τον Χριστό (Ματθ. 14, 12).
Μόνο πολύ αργότερα τα λείψανα του Τιμίου Προδρόμου ανευρέθησαν θαυματουργικώς,
με σκοπό να επιδαψιλεύσουν την θεία Χάρη στους πιστούς που τα προσκυνούσαν με
πίστη και πόθο Θεού [5].
Την
αιματηρή τούτη πράξη επέτρεψε ο Θεός με σκοπό ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής, αφού
υπήρξε ο μέγας και μόνος Πρόδρομος του Χριστού στην γη, να υπάρξει ως τέτοιος
και στο καταχθόνιο βασίλειο των μέχρι τότε αλύτρωτων νεκρών και να πορευθεί να αναγγείλει
στους δικαίους αλλά και στους καλόγνωμους τεθνεώτας που αναμένουν την Λύτρωση, την
επικείμενη έλευση του Μεσσία που επρόκειτο σε λίγο να συντρίψει με τον Σταυρό
τις πύλες και τις αμπάρες του Άδη.
Με την
ζωή του, όπως και με τον μαρτυρικό θάνατό του, ο Τίμιος Πρόδρομος παραμένει για
όλους τους χριστιανούς ένας Προφήτης και ένας Διδάσκαλος του γνήσιου και κρείττονος
πνευματικού βίου. Με την άμεμπτη πολιτεία του τους διδάσκει να αγωνίζονται
μέχρι θανάτου κατά της ποικιλόμορφης αμαρτίας, όχι μόνο χάριν της δικαιοσύνης
και της τυπικά πιστής τήρησης του Νόμου, αλλά και για την ολόθυμη προκοπή στην θεία αρετή και για την
εσωτερική καθαρότητα της καρδιάς. Κάθε συνείδηση πιστού, οξυμένη από την
προσεκτική μελέτη του Νόμου του Θεού, ομοιάζει λοιπόν με τον Ιωάννη τον
Πρόδρομο που ανοίγει στην κάθε εν μετανοία ψυχή τις μυστικές οδούς του Κυρίου,
με σκοπό να της προσφέρει την γνώση και την εμπειρία της εν Χριστώ σωτηρίας (βλ.
Λουκ. 1, 76) [6].
Παρόλο
που η μνημόνευση του θανάτου – μάλλον της κοίμησης – των αγίων είναι μία χαρμόσυνη
περίσταση, συνηθίζεται σήμερα καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας να τηρείται
παγχριστιανικά αυστηρή νηστεία ως έκφραση της δικής μας εν Εκκλησία πνευματικής συνδρομής για το άδικο
της αποτομής της Κεφαλής του Τιμίου Προδρόμου, άδικο το οποίο η θαυμάσια σε
νοήματα και παραλληλισμούς ακολουθία της σημερινής εορτής υπογραμμίζει κατανυκτικότατα πολλές φορές [7].
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ — ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]
Γιος του Ηρώδη του Μεγάλου, υπήρξε τρετάρχης Γαλιλαίας και Περαίας από το έτος
4 π.Χ. έως το 39 μ.Χ.
[2] Ο
Φίλιππος αυτός δεν ήταν ο τετράρχης Ιτουραίας και Τραχωνίτιδος, που αναφέρεται
στο Ευαγγέλιο (Λουκ. 3, 1), αλλά ένας άλλος γιος του Ηρώδη του Μεγάλου,
ετεροθαλής αδελφός του Ηρώδη Αντύπα.
[3] Το
όνομά της δεν αναφέρεται στο Ευαγγέλιο, αλλά παραδόθηκε από τον ιστορικό Φλάβιο
Ιώσηπο· «Αρχαιολογία», 18, 5, 2-4.
[4] Η
εορτή της Αποτομής της τιμίας κεφαλής του Προδρόμου καθιερώθηκε την ημέρα αυτή
εις μνήμην των εγκαινίων μίας εκκλησίας που ανηγέρθη για να στεγάσει τα λείψανά
του στην Σεβάστεια (Σαμάρεια), κατά τους χρόνους των αγίων Κωνσταντίνου και
Ελένης.
[5]
Μνημονεύονται τρεις ευρέσεις της Κάρας του Προδρόμου: η πρώτη και η δεύτερη
στις 24 Φεβρ. και η Τρίτη στις 25 Μαΐου. Όσο για τα υπόλοιπα λείψανά του, αυτά
κάηκαν κατά τους χρόνους του Ιουλιανού του Παραβάτη, μικρά όμως κομμάτια
μπόρεσαν να ανασυρθούν από την φωτιά και παραδόθηκαν στον άγιο Αθανάσιο
Αλεξανδρείας και από εκεί πέρασαν στον χριστιανικό κόσμο. Η δεξιά του τιμάται
στην Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους και το άλλο χέρι του σώζεται στο αρχαίο
παλάτι των σουλτάνων στην Κωνσταντινούπολη («Τοπκαπί»). Στην Δύση βρίσκει κανείς
πλήθος λειψάνων του Προδρόμου, η αυθεντικότητα των οποίων είναι δύσκολο να
επιβεβαιωθεί, εκτός πιθανόν από το τμήμα του προσώπου του που το αφαίρεσαν οι
Σταυροφόροι από την Μονή των Μαγγάνων κατά την άλωση της Κωνσταντινούπολης
(το 1204) και διατηρείται σήμερα στο θησαυροφυλάκιο του καθεδρικού ναού της
Αμιένης (Amiens), πρωτεύουσα της Πικαρδίας (Picardie) στην Βόρεια Γαλλία.
[6]
Βλ. σχετικά: Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, Ομιλία εις την Αποτομήν αγίου Ιωάννου
του Βαπτιστού, PG 151, 496 κ.ε.
[7] Βλ.
επίσης και: Ματθ. 14, 1-2· Μάρκ. 6, 17-29· Λουκ. 3, 19-20.
※
[Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 12ος, Αύγουστος, σελ. 327–330.
Διασκευή εκ του Γαλλικού:
Ξενοφών Κομνηνός.
Εκδόσεις «Ίνδικτος».
Αθήναι, Μάρτιος 2009.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφιών,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]
※
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου