ΠΑΤΕΡΕΣ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΙΑΖΟΜΕΝΟΙ
※
※
«Είχα οκτώ αδέλφια. Οι γονείς μου, άνθρωποι απλοί, προσπάθησαν να μας
οδηγήσουν στον σωστό δρόμο. Γι’ αυτό μπορώ να πω ότι ήμασταν μία καλή
χριστιανική οικογένεια. Ο πατέρας μου εκοιμήθη στα 86 του χρόνια· ενώ η μητέρα
μου στα 92 της χρόνια. Ο πατέρας μου, ήταν πολύ σκληρός αλλά πολύ ηθικός
άνθρωπος και σεβόταν τις παραδόσεις. Η μητέρα μου, ήταν ένα αρνάκι του Θεού. Όχι
επειδή ήταν μητέρα μου, αλλά ζούσε σαν μία μοναχή στο μέσον του κόσμου.
Εγώ γεννήθηκα το 1931. Η δεκαετία 1940–1950, ήταν πολύ δύσκολη για την
Ελλάδα. Πόλεμοι, εμφύλιοι, αίμα, πολύ αίμα, δολοφονίες. Από τότε γύρισε ο
κόσμος ανάποδα. Με τόσα κακά και τόσες αμαρτίες, οι άνθρωποι βρισκόταν σε
αξιοθρήνητη κατάσταση. Σιγά–σιγά, η Ελλάδα επανήλθε. Ακολούθησε αυτή η περίοδος
ειρήνης, αλλά τώρα τα πράγματα έφθασαν να είναι χειρότερα από ό,τι μετά τον Β΄
Παγκόσμιο Πόλεμο.
Τώρα, έχουμε την «παγκοσμιοποίηση». Δεν έχουν σημασία ούτε οι παραδόσεις,
ούτε το Ευαγγέλιο, τίποτα! Τα πάντα ισοπεδώθηκαν! Να φυλάξει ο Θεός, επειδή οι
άνθρωποι έχουν υποφέρει και θα υποφέρουν και στην συνέχεια. Εμείς, έχουμε την
ελπίδα μας στον Θεό· στην Παναγία και τους Αγίους μας. Τα πράγματα, όμως,
χειροτερεύουν.
Πιστεύω ότι ήταν θέλημα Θεού να γίνω μοναχός. Η μητέρα μου, μου έλεγε: “Να
προσεύχεσαι στην Παναγία, να γίνεις ένα καλό παιδί!”. Με μάθαινε να αποφεύγω τις
αμαρτίες κι εγώ άκουγα ό,τι μου έλεγε. Όταν ήμουν 16 ετών, προσευχόμουν στην
Παναγία να βρω μία δουλειά, για να βοηθήσω την οικογένειά μου. Πιο πολύ με
ένοιαζε για την οικογένειά μου κι όχι για μένα. Αυτή, λοιπόν, ήταν η προσευχή
μου· να βρω μία δουλειά, να γίνω καλό παιδί και να μην αμαρτάνω. Αυτήν την
προσευχή την έκανα μετά τις 12 την νύχτα. Είχα ορίσει να προσεύχομαι μέχρι τις
12:30 π.μ., πολλές φορές και μέχρι τις 1:00 π.μ., διαβάζοντας κάτι από τους
Αγίους Πατέρες.
※
※
Ένα βράδυ, ενώ προσευχόμουν, δεν ήξερα τί άλλο να πω και είπα: “Παναγία
μου, δεν έχω τί άλλο να πω! Εσύ ξέρεις καλύτερα τί μου χρειάζεται και να με
βοηθήσεις τί να κάνω!”. Έκανα μετάνοια, σημείωσα το μαξιλάρι μου με το Σημείο
του Σταυρού και, ξαπλώνοντας, άκουσα μία φωνή από την Εικόνα της Παναγίας: “Εσύ
θα γίνεις μοναχός!”. Εγώ δεν ήξερα καν τί είναι ο “μοναχός”. Έμεινα έκπληκτος. Ήταν
μία φωνή γυναικεία, αλλά φωνή θαυμάσια, παραδεισένια. Το επόμενο βράδυ, έκανα
την ίδια προσευχή και ξάπλωσα περιμένοντας να δω τί θα γίνει. Τότε άκουσα μία
φωνή που μου έλεγε: “Παιδί μου! Αφού σου το είπα· μοναχός, θα γίνεις!”. Αυτή ήταν
η αρχή προς την μοναχική ζωή. Αν και πριν ούτε που το είχα σκεφτεί. Είχα
Πνευματικό, εκκλησιαζόμουν, εξομολογούμουν και σιγά–σιγά μου ήρθε αυτός ο πόθος και στα 21 μου πήγα στο Μοναστήρι.
Ήθελα να πάω από τα 17, αλλά επειδή ήμασταν μεγάλη οικογένεια και ο πατέρας δεν
τα κατάφερνε μόνος, περίμενα να απολυθεί ο αδελφός μου από τον Στρατό.
Ήρθα εδώ στο Μοναστήρι το 1954, τα Θεοφάνεια. Μου άρεσε πολύ το
Μοναστήρι και οι Πατέρες. Μ’ ανάπαυε το μέρος και το αγάπησα. Από τότε μέχρι
σήμερα, παλεύουμε. Έχουμε την ελπίδα μας στον Θεό και στην Παναγία. Ακόμη κι αν
έχουμε πολλές αμαρτίες, προσευχόμαστε στην Παναγία μας, να μας βοηθήσει να
σωθούμε, να μη χάσουμε τον Παράδεισο.
Το πιο δύσκολο πράγμα για έναν ηγούμενο είναι το να είναι «ηγούμενος»!
Και, τί πιο εύκολο να κάνει κάποιος υπακοή! Καθόμουν μία φορά και σκεφτόμουν
πώς πέρασαν τόσα χρόνια! Κατάλαβα, ότι μόνο με την βοήθεια του Θεού και της
Παναγίας τα καταφέρνουμε στις δυσκολίες.
Όταν ήμουν νέος η υπακοή μου
ήταν στο δάσος. Ήταν μία υπακοή πολλή
δύσκολη. Δεν υπήρχαν τότε δρόμοι όπως σήμερα. Πήγαινα στην Καλύβα στο δάσος με
τα πόδια ή με το μουλάρι. Τότε, στα 1966–1970, η Λακκοσκήτη είχε αρχίσει ήδη να ερειπώνει. Ζούσαν εκεί 6–7 Πατέρες·
τους θυμάμαι όλους με τα ονόματά τους. Έβλεπα την Σκήτη να γκρεμίζεται κι
έκλαιγε η καρδιά μου. Σιγά–σιγά, δεν έμεινε κανένας. Ο τελευταίος που έμεινε
εκεί ήταν ο πατήρ Νεόφυτος ο Διάκος, ο οποίος ήρθε μετά στο Μοναστήρι, όπου
έζησε έξι χρόνια. Εφτά χρόνια ήμουν σε αυτήν την υπακοή, μέχρι το 1974, που εκλέχθηκα Ηγούμενος…».
※
※
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ
ΠΑΡΘΕΝΙΟΣ
ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΜΟΝΗΣ
ΑΓΙΟΥ ΠΑΥΛΟΥ
※
[Από το τριμηνιαίο Αγιορείτικο Περιοδικό «Πρωτάτον»,
Περίοδος δ΄, Ιανουάριος–Μάρτιος 2011,
αρ. τευχ. 121, σελ. 175–177.
Συνέντευξη στον Σ. Α. Βλανταρεάνου
για το Ρουμανικό Περιοδικό «Lumed Credintei»,
η οποία συνέντευξη –όπως αναφέρει το «Πρωτάτον»–
αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα «Κελλιώτης» στις 14–10–2010.
Οι φωτογραφίες της Ιεράς Μονής Αγίου Παύλου,
των:
(1) Nικηφόρου Παπά· «Βροχή στον Άθω»
και (2) Κουτούδη Γρηγόρη· «Μονή Αγ. Παύλου»,
και (2) Κουτούδη Γρηγόρη· «Μονή Αγ. Παύλου»,
από το «Panoramio».]
※
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου