ΜΙΑ ΚΥΡΙΑ
ΠΟΥ ΛΕΓΟΤΑΝΕ Φ.
Ήξερα από
παλιά μια κυρία που λεγότανε Φ. Έχω πολλά χρόνια να την ακούσω και να τη δω. Θυμάμαι
να ήταν ένας πράος, ησύχιος και σοφός άνθρωπος. Άνθρωπος ιδιαίτερης σύνεσης και
προσευχής. Δυστυχώς, η ίδια ήταν για κάποια χρόνια «μάρτυς του Ιεχωβά».
Βυθισμένη στον βούρκο της αιρέσεως των αιρέσεων, μέσα στις χιλιαστικές τους
δοξασίες και οικτρές πλάνες και με την αδυναμία του γυμνού από εμπειρική
θεολογία πνεύματός της, δεν μπορούσε να διακρίνει πού και ποια είναι η Αλήθεια.
Θυμάμαι ακόμη όλη τη γλαφυρή περιγραφή των πράων λόγων της προς εμένα με
συγκίνηση. Κάποτε συνήλθε. Δεν ξέρω πώς ακριβώς, αλλά πάντως συνήλθε. Ίσως οι
προσευχές των προγόνων της, ίσως η αγαθή της προαίρεση, η πρεσβεία της Παναγίας
μας ή κάποιου Αγίου που ευλαβούνταν πρωτύτερα. Το πνευματικό φως της αλήθειας
του Χριστού από λεπτή και δυσδιάκριτη αχτίδα έγινε ένα ευγενικό και θεραπευτικό
πλάτιασμα μέσα της. Είδε σε ένα παράδοξο και ισχυρό ενύπνιο τον Ιησού Χριστό να
της κρατάει σφιχτά το χέρι και να τη σηκώνει μέσα από τον ζοφερό βούρκο μέσα
στον οποίο βρισκότανε, μέσα σε ένα τοπίο γεμάτο καταχνιά και βάραθρα. Όταν η
θεία αγάπη και η θεία αλήθεια ελκύσουν τη ψυχή, μεριάζει η πλάνη, η άρνηση και
η αίρεση. Κατάλαβε το ολέθριο λάθος της. Κατάλαβε και τον ύπουλο μηχανισμό του
προσηλυτισμού τους. Το πώς τους μυούν σιγά-σιγά με διάφορα στάδια για την εμπέδωση
της αιρέσεώς τους, το πώς τους διδάσκουν να παγιώνεται μέσα τους η παμπόνηρη μέθοδος
στο να τραβούν με το μέρος τους αφώτιστες, ανίδεες και αστήρικτες ψυχές. «Ακόμη
και το χρώμα των ρούχων μας ήταν προκαθορισμένο από αυτούς. Το πώς θα
μιλήσουμε, το πώς θα κοιτάξουμε τον άλλον, όλα ήταν διατεταγμένα και βγαλμένα
από τα ειδικά σεμινάρια που γίνονταν στις εγκαταστάσεις τους», μου είχε πει με
έμφαση. Όταν κατάλαβαν ότι δραπετεύει από τον στρατώνα τους, της έκαναν μεγάλο
πόλεμο: την απειλούσαν, την κατασκόπευαν, δεν την άφηναν ήσυχη και ελεύθερη με
τίποτε. Άλλαξε αριθμό τηλεφώνου και, αν θυμάμαι καλά, ακόμη και διεύθυνση
κατοικίας. Επέστρεψε συντετριμμένη στην Ορθόδοξη Εκκλησία, μυρώθηκε και
ομολόγησε την πλάνη της. Και τότε ήταν που είδε ξανά τον γλυκύτατο Χριστό, αυτή
τη φορά να την έχει πλάι Του μέσα σε ένα πλούσιο, ειρηνικό και υπερκόσμιο φως.
Δεν ξέρω αν ζει ή αν πέθανε. Μακάρι να είναι καλά, όπου και να είναι. Τη
θυμάμαι ιδιαίτερα. Ήταν άνθρωπος πραότητας, ευγένειας, προσευχής και σοφίας
πραγματικά πνευματικής.
π. Δαμιανός
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου