Σήμερα, Β΄ Κυριακή του Ματθαίου, διαβάσαμε και
ακούσαμε το Ιερό Ευαγγέλιο να μας διηγείται για την Πρώτη Κλήση των Μαθητών από
τον Χριστό. Η Κλήση αυτή πέρασε τη μεγάλη αρχή της μέσα από τους μαθητές του Κυρίου αλλά στην ουσία δεν σταμάτησε ποτέ. Ανανεώνει το αντίκρισμά της προσωπικά σε κάθε χριστιανό. Η φωνή του Χριστού δεν συνάντησε
ποτέ την τελεία της φθοράς. Γιατί η δική Του φωνή, είναι η μόνη δημιουργική και
αναδημιουργική φωνή για το είναι του ανθρώπου και για το είναι ολάκερου του κόσμου. Η φωνή Του επομένως δεν είναι μια γήινη φωνή που διεκπεραιώνει άψογα έναν λόγο ο οποίος εκφέρεται και μετά σβήνει και
χάνεται. Το κέλευσμά Του περιδιαβαίνει ακατάλυτο μέσα στους αιώνες για να
γυροφέρνει λυτρωτικά τις καρδιές. Η Κλήση είναι βασικά Αποστολική και Εκκλησιαστική· αλλά και πάντοτε ιδιαίτερα προσωπική. Ο Χριστός περπατούσε μόνος δίπλα στη θάλασσα
της Γαλιλαίας και βρήκε διαδοχικά εκεί δύο ζεύγη κατά σάρκα αδελφών που έγιναν κατόπιν μαθητές Του (τον Απόστολο
Πέτρο και τον Ανδρέα, τον Απόστολο Ιάκωβο και τον Ιωάννη). Άκακοι, ασπούδαστοι και φιλήσυχοι ψαράδες αυτοί, πάλευαν για το βιοπορισμό τους και είδαν την ανείπωτη τιμή που τους έκανε ο Θεάνθρωπος, μόλις τους συνάντησε καλώντας τους ανοιχτά, απλά και βαθιά αγαπητικά. Άγνωστος μεταξύ αγνώστων, ο Χριστός, παρ’ όλο που είναι ο μόνος Γνώστης και Παντογνώστης όλων, σπάει την αφάνεια και τη σιωπή Του και εμφανίζεται στην ακρογιαλιά να καλεί ανίδεους και άσημους φτωχοψαράδες. Κι εκείνοι πάλι Τον ακολουθούν ευθέως. Το
κείμενο του Ιερού Ευαγγελίου, δεν μας διασώζει άλλους διαλόγους, άλλες φράσεις,
άλλες ερωτήσεις. Πάντα μέσα στην μακάρια απλότητα των πραγμάτων κρύβεται το θεϊκό
μεγαλείο, το θαύμα της ψυχής, η παρουσία του Θεού, η έκπληξη του ανθρώπου.
«Ακολούθησέ Με», είναι όλη κι όλη η
φράση: δύο λέξεις, ένα ρήμα, μία αντωνυμία. Καμιά προσταγή,
καμιά επιβολή, καμιά δύναμη, καμιά εξουσία, καμιά φιγούρα, κανένας εντυπωσιασμός. Μονάχα προτροπή και κάλεσμα, πρόσκληση βουτηγμένη στη θεανδρική ευγένεια και στην αρχοντιά του Πλάστη. Ο
Χριστός, καλεί τον άνθρωπο όχι με σκοπό την υποταγή και την υποδούλωσή του, αλλά τον καλεί προτρέποντάς τον να βιώσει ελεύθερα την άχραντη κοινωνία μαζί Του.
«Ακολούθησέ Με», λέει προς τον κάθε απλό και αμήχανο αλιέα και, κατ’ επέκταση, στον κάθε άνθρωπο που αγωνίζεται να αλιεύσει τη χαρά και τη ζωή στην άχαρη και άζωη πορεία του, στον κάθε άνθρωπο που κρύβεται διαχρονικά πίσω από τα πρόσωπα των ψαράδων που συναντά και είναι βασικά σαν να λέει: «Ζήσε Με και Ζήσε· κι αφού ζήσεις ζώντας Εμένα, τότε ας ζήσουν κι οι άνθρωποι τριγύρω
σου». Η αγάπη που γίνεται ζωή, είναι η ύψιστη αλιευτική. Ο Κύριος απευθύνεται πάντα στην καρδιά του ανθρώπου. Και, αν η καρδιά του
κουρασμένου ή απορημένου ανθρώπου Τον ακούσει, τότε, συντελείται το θαύμα που
πάντα εμποδίζει η λογική μας να συμβεί, που πάντα φρενάρουν τα επιχειρήματα της
κρίσης μας και οι αντιρρήσεις του ορθολογισμού μας. Οι μαθητές Τον ακολουθούν αδιαμαρτύρητα, χωρίς άλλες διαδικασίες,
χωρίς άλλες φάσεις, χωρίς άλλες επεξηγήσεις, χωρίς άλλα πλάνα διαλόγου για άλλες επιπρόσθετες κατανοήσεις.
Όταν έρθει η Μεγάλη Ώρα του ανθρώπου, η ώρα
που δέχεται αυτός να αλιευθεί από το θαυμαστό δίχτυ της αγάπης του Χριστού, τότε
επικρατεί μέσα στην καρδιά του η κατάσταση της ισορροπίας· μια απίστευτη σαγήνη, ένα ολοϋπαρκτικό θάμβος και
δέος συνοδεύουν την αποκατάσταση της ψυχής. Κατά βάση, κανένας δεν μπορεί να ακολουθήσει τον Χριστό στη ζωή του, δεν μπορεί να ζήσει τη ζωή του Χριστού, χωρίς τη Χάρη του Χριστού. Κανένας δεν μπορεί να ζήσει τα μυστήρια του Κυρίου,
δίχως πρώτα ν’ αφήσει την καρδιά του ανοιχτή και πρόθυμη στη φωνή του Θεού.
Κανένας άνθρωπος δε γίνεται να πει το μεγάλο «Ναι» στο προσωπικό κάλεσμα του
Θεανθρώπου, αν πρώτα δεν αψηφήσει τον εαυτό του, το άτομό του, τη βόλεψή του, το συμφέρον
του, την ασφάλειά του, τον αυτοθαυμασμό του, την ιδέα και τη θεωρία του, την ανάπαυση και την ησυχία του. Ο Χριστός όμως είναι και στέκει πέρα απ’ όλ’ αυτά, γιατί είναι ο πολύτιμος και μονάκριβος μαργαρίτης· γι’ αυτό και σαν μονάκριβος που είναι, είναι ελεύθερος· μπορεί να
αλιεύει μονάχα εκείνες τις ψυχές που θέλουν πραγματικά να εγκαταλείπουν ό,τι ελκυστικά τις
βαραίνει και ό,τι τις αγκυστρώνει γλυκά.
Ο Χριστός είναι ο Μεγάλος Ψαράς που
περπατάει μόνος δίπλα στην πολυκύμαντη θάλασσα αυτής της πολυτάραχης ζωής· δίπλα στην ανταριασμένη
θάλασσα του εαυτού μας. Και είναι μόνος, όχι βέβαια γιατί Του λείπει η συντροφιά, αλλά γιατί Αυτός είναι μοναδικός. Και είναι μοναδικός, γιατί είναι θεοπρεπέστατα Ταπεινός. Με την Ταπείνωση επιχειρεί ακατάπαυστα τη φιλάνθρωπη άγρα Του, τη δική μας σωτηρία.
Συγκαταβαίνει μέχρι τη δική μας χωμάτινη βιωτή. Έρχεται με διάφορους και μυστικούς
τρόπους εκεί ακριβώς που ζούμε, εκεί που εργαζόμαστε, εκεί που αγωνιζόμαστε, εκεί που
είναι οι σχέσεις μας, τα δικά μας πρόσωπα, οι άνθρωποί μας, οι φίλοι μας κι οι εχθροί μας, εκεί που είναι η
καθημερινή μας παλαίστρα, εκεί που είναι ο κόπος και ο μόχθος μας, εκεί που είναι η πίκρα, το δάκρυ κι η
χαρά μας, η τόλμη, η έμπνευση, η νίκη, ο χαλασμός και η ήττα μας. Βλέπει και ξέρει ποιοι είμαστε, πώς είμαστε και γιατί είμαστε,
όπως είμαστε. Στέκεται σιωπηλά αντίκρυ μας -ίσως γιατί επιθυμεί να εισέλθει εύγλωττα και χειροπιαστά μέσα μας. Παρουσιάζεται αυθεντικά εκεί στο κέντρο της θέας της καρδιάς
μας. Ώστε να Τον δούμε, να Τον προσέξουμε και να Τον διακρίνουμε καλά. Να Τον αναγνωρίσουμε, αλάνθαστα και αμετάκλητα, ώστε να μη
Τον περάσουμε για κάποιον άλλον και προλάβει η υπερηφάνεια μας να προσλάβει κάποιον αγύρτη ηγούμενο για τη ζωή μας, κανέναν ψυχόλεθρο δεσπότη για την απώλειά μας. Να καταλάβουμε καλά ότι, ναι, όντως, είναι Αυτός και κανείς άλλος εκτός απ’ Αυτόν· ότι είναι Αυτός που περίμεναν με συγκίνηση τα φυλλοκάρδια εκείνης της πίστης που κούρνιαζε μέσα μας και που δεν πρόλαβε να εκφραστεί ακόμη. Ή ακόμη καλύτερα, έρχεται εκπληκτικά ανέλπιστα, όταν δεν Τον περίμενε κανείς: ούτε η σκέψη μας, ούτε ο λογισμός μας ούτε οι ίδιες οι απαντοχές της προσμονής μας (άλλωστε, ποιος είναι αυτός που μπορεί να περιμένει εκείνον που πρόκειται ν’ ακολουθήσει πιστά, δίχως πρώτα να προηγηθεί η αποκάλυψη της αγάπης του γι’ αυτόν;). Είναι λοιπόν Αυτός που δεν σκεφτήκαμε καν, που δεν φανταστήκαμε ποτέ ότι πράγματι είναι Αυτός που συγκαταβαίνει και κενώνεται τόσο για μας· Αυτός, ο Μεγάλος Ψαράς, για τον Οποίον εμείς δεν είχαμε την παραμικρή υπόνοια ότι θα έρθει και
θα μας βρει στ’ αλήθεια εκεί που αγωνιζόμαστε, εκεί που κοπιάζουμε, εκεί που πάσχουμε, εκεί που χανόμαστε και βουλιάζουμε. Είναι ανάγκη λοιπόν να δούμε, να διαβεβαιωθούμε και να πιστέψουμε ότι είναι Αυτός που ήρθε και που έρχεται συνεχώς· όχι απλά για να κομίσει σ’ εμάς ένα άλλο επίπεδο ζωής, σαν μια ακόμη εναλλακτική πρόταση ηθικής καταξίωσης ή αυτοβελτίωσης, αλλά είναι Αυτός και μόνο Αυτός που μας αποκαλύπτει την
πραγματική και όντως ζωή που υπάρχει ακέραιη και αδαπάνητη μέσα στο δικό Του το «Ἀκολούθει Μοι».
Σ’ αυτή τη συνάντηση, στην άρρητη θέα του Κυρίου,
η ψυχή του ανθρώπου αλλοιώνεται πρωτόγνωρα με τη θεία Χάρη που αναδύεται μυστικά. Και ακούει την αυθεντική, την
πάντα οικεία και γνώριμη, αλλά και πάντα ξένη, παράδοξη κι ανεξερεύνητη φωνή του Χριστού: «Ακολούθησέ Με». Δεν μεσολαβούν
οι ερωτήσεις, οι εξηγήσεις, οι ανακρίσεις, οι διαβεβαιώσεις, οι υποσχέσεις, τα
δώρα, τα ταξίματα, οι αξιώσεις, οι απαιτήσεις, οι πειθαρχίες, ο νομικισμοί, οι στρατωνισμοί, οι οπαδοποιήσεις. Τίποτα απ’ όλα αυτά, τίποτα
απ’ όσα συμβαίνουν σε μας που να μας αποκαρδιώνουν τόσο σύντομα, γιατί μας γοητεύουν τόσο πολύ. Η ψυχή, εδώ, αισθάνεται και ξέρει τι σημαίνει να ακολουθεί το άφθαρτο και αιώνιο Πρόσωπο του Κυρίου της. Γιατί στο
Πρόσωπο του Μεγάλου Ψαρά, βρήκε τη δική της μεγάλη κι ανέλπιστη ψαριά: βρήκε τη ζωή της, την
οδό της, το φως της, τη χαρά της, την απολύτρωσή της, την ανάστασή της, την
πληρότητά της. Και ακολουθεί πασίχαρη Αυτόν που είναι Μόνος, Αυτόν που εξήλθε Μόνος, εκεί στη ήσυχη θάλασσα της Γαλιλαίας· εκεί στη θολή θάλασσα του κόσμου και του ναυαγισμένου εαυτού μας· εκεί στην απύθμενη θάλασσα της βαθιάς ανθρώπινης ύπαρξης και των αβυσσαλέων λογισμών της, για να ψαρέψει, ένστοργα, αδέσμευτα και
ελεύθερα, μόνους, αβέβαιους, καταρρακωμένους, ανήμπορους, πικραμένους και μετανιωμένους ανθρώπους, τραυματισμένες ψυχές και ανήσυχες συνειδήσεις, με το δίχτυ της απέραντης αγάπης
Του. Κι αυτή η αγάπη δεν έχει όρια πουθενά· γιατί είναι πελώρια και απέραντη πιο πολύ κι από όλες τις θάλασσες, τους ωκεανούς και τα ποτάμια του κόσμου...
Επίσης, σ’ αυτήν την Κυριακή που όπως είπαμε είναι η Β΄ Κυριακή του Ευαγγελιστού Ματθαίου, τελείται και η Σύναξη όλων των
Αγιορειτών Πατέρων. Λέει ο περίφημος λόγος του Ελύτη: «Μνήμη
τοῦ λαοῦ μου, ποὺ σὲ λένε Πίνδος, ποὺ σὲ λένε Ἄθως». Όλη η ζωή του αυθεντικού, του ελεύθερου, του γνήσιου, του ακίβδυλου και του ακομμάτιστου
Ελληνισμού, της Ελληνορθοδοξίας, κυμαίνεται ανάμεσα στον Ηρωισμό και στην
Πνευματικότητα. Και, πρωτεύουσα αυτής της υπέροχης Πνευματικότητας και του αγιασμού που απορρέει απ’ αυτήν, είναι και θα
είναι το Άγιον Όρος, με τους Αγιορείτες Πατέρες μας που στέκονται σαν φωτεινοί
οδηγοί μας και σα στοργικοί Πατέρες σιμά στον αγώνα μας. Το Άγιον Όρος είναι η Κιβωτός της
Ορθοδοξίας, το Περιβόλι της Παναγίας, το λιμάνι της αναψυχής και της
αναγέννησης πολλών ανθρώπων σήμερα, σε εθνική και παγκόσμια κλίμακα. Η Πατρίδα
μας, χρωστάει πολλά σ’ αυτή την Παναγιοσκέπαστη Μοναστική Πολιτεία. Αν μπορούσαμε, κατά κάποιο
τρόπο, να «στύψουμε» την αγιασμένη ζωή όλων των Αγιορειτών Πατέρων, θα αποστάζαμε
απ’ αυτήν δύο αδαμάντινα βιώματα που έχουν αδιάρρηκτη οργανική σχέση με τα δύο μεγάλα ένθεα, θεωτικά
και αγιοπλαστικά κέντρα: τη Θεία Λειτουργία και την Ευχή. Όλη η ζωντανή και
βιωματική Παράδοση της πανώριας Φιλοκαλίας των Νηπτικών στα χέρια της γλώσσας, του λόγου και των εμπειρικών καμάτων των ανθρώπων του Έθνους
μας! Τι εκπληκτικό, τι φοβερό, τι τιμητικό κληροδότημα! Αδελφοί μου· αν θέλουμε να
κρατηθούμε ζωντανοί και αλώβητοι, αν θέλουμε να συνεχίσουμε να υπάρχουμε
πνευματικά, εθνικά, πολιτισμικά, κοινωνικά, οικογενειακά, διαπροσωπικά και
προσωπικά, ας κρατηθούμε γερά από τη Θεία Λειτουργία και από την Ευχή στην
καρδιά μας. Η Θεία Λειτουργία και η Ευχή, το «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με»,
είναι τα όπλα μας, τα αντισώματά μας, η ζωή μας, η ασφάλεια, η δύναμή μας και η
εγγύηση για μια θεοφρούρητη, νικηφόρα και απροσμάχητη πορεία μας προς το
μέλλον. Ας μη τα εγκαταλείψουμε ποτέ. Οι ευχές και οι πρεσβείες των Αγιορειτών
Πατέρων, να είναι μαζί μας πάντα...
π. Δαμιανός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου