ΑΓΙΟΣ ΙΕΡΑΡΧΗΣ ΑΒΕΡΚΙΟΣ
Ο πιστός μαθητής του αγνού Ποιμένος
Ο όσιος Αβέρκιος ήταν επίσκοπος της Ιεραπόλεως της
Φρυγίας Σαλουταρίας (δυτικό τμήμα της Μικράς Ασίας) επί Μάρκου Αυρηλίου
(161-180), φιλοσόφου και διώκτου των χριστιανών. Την εποχή εκείνη ο αυτοκράτορας
διέταξε να τελεσθούν σ’ όλη την αυτοκρατορία λαμπρές εορτές προς τιμήν των θεών
και υποχρέωσε όλους τους υπηκόους του να λάβουν μέρος, σκοπεύοντας να
ανακαλύψει τους χριστιανούς που θα είχαν το θάρρος να μην υποταγούν στη
θρησκεία του. Το διάταγμα ίσχυε και για την Ιεράπολη. Την ώρα όμως που οι
κάτοικοί της προσέφεραν τις θυσίες και επιδίδονταν στη συνήθη κραιπάλη των
ειδωλολατρικών εορτών, ο Αβέρκιος αποσύρθηκε μόνος στην οικία του και με δάκρυα
στα μάτια προσευχήθηκε στον Κύριο να ελεήσει τον λαό που ζούσε μέσα στην
άγνοια. Είδε τότε μια οπτασία και έλαβε από άγγελο Κυρίου την εντολή να
κατακρημνίσει τους βωμούς του Απόλλωνος και των άλλων θεών των ειδωλολατρών.
Έτσι, ενδυναμωμένος από το θείο πρόσταγμα,
σηκώθηκε αμέσως και κατακρήμνισε τη νύχτα τα άψυχα είδωλα. Την επαύριο,
βλέποντας οι κάτοικοι τα γκρεμισμένα αγάλματα που περίτρανα αποδείκνυαν τη
ματαιότητα της λατρείας τους, θέλησαν να συλλάβουν τον επίσκοπο και να τον
θανατώσουν. Τότε ο Αβέρκιος, όχι μόνο δεν έφυγε, αλλά πήγε στην αγορά για να
κηρύξει δημοσίως την αληθινή πίστη. Το θάρρος του ερέθισε ακόμη πιο πολύ την
οργή του όχλου· τη μανία όμως αναχαίτισε η θεραπεία τριών δαιμονισμένων που
επιτέλεσε ο όσιος, χρησιμοποιώντας το ραβδί με το οποίο είχε κατακρημνίσει τα
είδωλα. Μετά το θαύμα, το πλήθος ειρήνευσε και άκουγε με φόβο και κατάπληξη τον
άνδρα που περιβαλλόταν με τόσο μεγάλη εξουσία. Εν τέλει, οι λόγοι του έπεισαν
πεντακόσια άτομα να ασπασθούν με προθυμία την Πίστη στον Σωτήρα Χριστό και να
βαπτισθούν την ίδια μέρα. Έκτοτε, προσέτρεχαν στον όσιο για να ακούσουν τη
διδασκαλία του και να θεραπευθούν από τις ασθένειές τους, όχι μόνο οι κάτοικοι
της Ιεραπόλεως, αλλά και άνθρωποι απ’ όλη τη γύρω περιοχή και τις γειτονικές
επαρχίες.
Τα θαύματα που επιτελούσε ο Αβέρκιος ήταν τόσο
πολλά και μεγάλα, ώστε η φήμη του έφθασε μέχρι τον αυτοκράτορα. Τότε ο Μάρκος
Αυρήλιος διέταξε να τον φέρουν στη Ρώμη, διότι η κόρη του, η οποία ετοιμαζόταν
να παντρευτεί, βασανιζόταν από δαιμόνιο. Ο όσιος ξεκίνησε και, καθ’ όλη τη
διάρκεια του ταξιδιού, έδωσε πλούσια μαρτυρία της παρουσίας του Θεού με τα
θαύματα και τη δύναμη των εμπνευσμένων λόγων του. Όταν έφθασε στη Ρώμη, τον
οδήγησαν αμέσως στα ανάκτορα, όπου τον περίμενε γεμάτη αγωνία η αυτοκράτειρα
Φαυστίνα. Αυτή τον πήγε αμέσως στην πάσχουσα κόρη της, η οποία μόλις τον είδε
κατελήφθη από βίαιους σπασμούς. Μιλώντας το δαιμόνιο με τη φωνή της, ικέτευσε
τον δούλο του Χριστού να μην το βασανίσει περισσότερο, αλλά να το αφήσει να
επιστρέψει εκεί από όπου ήλθε, στη Φρυγία, τη γενέτειρα του οσίου. Ο Αβέρκιος
τού το επέτρεψε, το διέταξε όμως να κουβαλήσει έναν πελώριο πέτρινο βωμό, που
βρισκόταν στην πόλη και που τον χρησιμοποιούσαν οι ειδωλολάτρες για τις θυσίες.
Κατάπληκτοι τότε οι Ρωμαίοι, που είχαν συγκεντρωθεί αναρίθμητοι κοντά στο
ανάκτορο, είδαν το δαιμόνιο να βγαίνει από τη νεαρή κόρη και να κατευθύνεται
προς την Ασία φορτωμένο με τον πελώριο και ασήκωτο βωμό, σημείο της εξουσίας
των πιστών χριστιανών επί των δαιμόνων. Και η αυτοκράτειρα, για να εκφράσει την
ευγνωμοσύνη της, θέλησε να ανταμείψει πλουσιοπάροχα τον άγιο Αβέρκιο με χρυσό
και άργυρο, εκείνος όμως αρνήθηκε. Ολοκληρώνοντας δε εν συνεχεία την αποστολή
του, παρέμεινε κάποιο διάστημα στη Ρώμη, για να στηρίξει τους χριστιανούς με
τους λόγους και τα θαύματά του, μέχρι που έλαβε εντολή από τον Θεό σε όραμα να
επιστρέψει στη Συρία.
Αφού ο όσιος έφυγε από τη Ρώμη, έφθασε πρώτα στην
Αντιόχεια και κατόπιν στην Απάμεια, όπου αγωνίσθηκε νικηφόρα κατά της αιρέσεως
του Μαρκίωνος. Από εκεί πέρασε τον Ευφράτη ποταμό, έφθασε στη Νίσσιβη και
κατόπιν διέσχισε όλη τη Μεσοποταμία, καταδιώκοντας την αίρεση του Μαρκίωνος στη
χώρα όπου είχε τους περισσότερους οπαδούς. Κανείς άλλος επίσκοπος του καιρού
εκείνου δεν διήνυσε τόσο μεγάλες αποστάσεις, για να κηρύξει κατά μίμησιν των
αγίων Αποστόλων τον σωτηριώδη λόγο του Ευαγγελίου· γι’ αυτό του δόθηκε ο τίτλος
του «Iσαποστόλου». Από τη Μεσοποταμία πήγε στην Κιλικία, στη Λυκαονία και στην
Πισιδία· και μετά από πολυετείς ισαποστολικές περιοδείες επέστρεψε στη
γενέτειρά του, όπου έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από το πνευματικό του ποίμνιο.
Συνέχισε βέβαια ακούραστα να κατηχεί, να βαπτίζει, να θεραπεύει ασθένειες και
να βγάζει δαιμόνια. Συνέταξε επίσης ένα εγχειρίδιο πνευματικής καθοδηγήσεως
προς χρήσιν του κλήρου της επισκοπής του.
Εν συνεχεία, αφού προετοίμασε τη διαδοχή του,
αποσύρθηκε σ’ ένα υψηλό όρος για να προσευχηθεί· εκεί με τις μεσιτείες του
έκανε να αναβλύσει θαυματουργικά μια πηγή θερμού ύδατος και, σε ηλικία 72 ετών,
δέχθηκε την αποκάλυψη του επικείμενου θανάτου του. Τότε κατέβηκε από το όρος
στην πόλη, ετοίμασε τον τάφο του κοντά στον βωμό που είχε μεταφέρει το
δαιμόνιο, και έβαλε να σκαλίσουν μια επιγραφή σε πέτρινη πλάκα που σώζεται ως
τις μέρες μας σε μουσείο της Ρώμης και θεωρείται ως «η βασίλισσα των
πρωτοχριστιανικών επιγραφών». Αφού ο όσιος Αβέρκιος ολοκλήρωσε τις
προετοιμασίες του για το μεγάλο ταξίδι, συγκέντρωσε τους πιστούς και υψώνοντας
τα μάτια του στον ουρανό εκοιμήθη, για να συγκαταλεχθεί στον χορό των αγγέλων
και των αγίων. Το κείμενο της επιτύμβιας επιγραφής που υπαγόρευσε ο άγιος είναι
το ακόλουθο σε μετάφραση:
«Πολίτης
εκλεκτής πόλεως είμαι, κι ενόσω ήμουν στη ζωή, έκανα αυτόν τον τάφο για να έχω
εδώ μια θέση για το σώμα μου κατά τον αρμόδιο καιρό. Τ’ όνομά μου είναι
Αβέρκιος. Είμαι μαθητής του αγνού Ποιμένος, ο Οποίος βόσκει κοπάδια προβάτων σε
όρη και πεδιάδες κι έχει μεγάλα μάτια που βλέπουν τα πάντα. Αυτός με δίδαξε τα
άδολα Γράμματα και μ’ έστειλε στη Ρώμη να δω βασίλειο και βασίλισσα ντυμένη με
χρυσά ρούχα και πέδιλα· εκεί είδα λαό με χρυσή σφραγίδα. Είδα και τη χώρα της
Συρίας και, αφού πέρασα τον Ευφράτη, είδα κι όλες τις πρωτεύουσες και τη
Νίσσιβη. Παντού είχα συνοδοιπόρους, έφερα δε επάνω μου τον Παύλο. Προπορευόταν
πάντα η Πίστη και παρέθετε ως Τροφή Ψάρι («ΙΣΧΥΣ») μεγάλο και καθαρό από την πηγή, το οποίο έπιασε μια αγνή Παρθένος·
αυτό το έδωσε στους Φίλους να το τρώνε συνεχώς, προσφέροντας συγχρόνως καλό
Κρασί μαζί με Άρτο».
—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀποστόλων τὸν ζῆλον ἐκμιμησάμενος, τῇ Ἐκκλησίᾳ ἐκλάμπεις
ὡς ἑωσφόρος ἀστήρ, τὴν θεόσδοτον ἰσχὺν φαίνων τοῖς ἔργοις σου· σὺ γὰρ θαυμάτων ἱερῶν,
τὰς δυνάμεις ἐνεργῶν, Ἀβέρκιε Ἱεράρχα, πρὸς εὐσεβείας εἰσόδους, τοὺς
πλανωμένους καθοδήγησας.
—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—
Ἦχος πλ. δ΄. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς ἱερέα μέγιστον, καὶ Ἀποστόλων σύσκηνον, ἡ Ἐκκλησία
γεραίρει σε ἅπασα, ἡ τῶν πιστῶν Ἀβέρκιε· ἣν ταῖς σαῖς ἱκεσίαις, περιφύλαττε
μάκαρ ἀκαταγώνιστον, ἐξ αἱρέσεως πάσης καὶ ἄσειστον παναοίδιμε.
—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—
Βίον
διαπρέπων θεοειδεῖ, τῆς τῶν Ἀποστόλων, κατετρύφησας δωρεᾶς, ἔργοις παραδόξοις, Ἀβέρκιε
πιστώσας, πρὸς ἀληθείας δόξαν, τοὺς δεξαμένους σε.
[ Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμ. 2ος (Οκτώβριος),
σελ. 250–253.
Διασκευή από τα Γαλλικά:
Ιερό Κοινόβιο
Ευαγγελισμού της Θεοτόκου,
Ορμύλια – Χαλκιδικής.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·
Αθήναι, Οκτώβριος 20092.
Επιμέλεια ανάρτησης:
π. Δαμιανός. ]
Επιτρέπεται
η αναδημοσίευση των αναρτήσεων
από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου