Η ΑΓΙΑ ΘΕΟΦΑΝΩ
Η αγία
Θεοφανώ ήταν κόρη του Κωνσταντίνου Μαρτινακίου και της Άννας, αρχόντων που
ανήκαν στην υψηλή αριστοκρατία της Βασιλεύουσας. Οι γονείς της την απέκτησαν
μετά από πολλά χρόνια προσευχών. Όσο μεγάλωνε η Θεοφανώ, τόσο έλαμπε η φυσική
της καλλονή, η ευλάβεια και η αρετή της. Το 882, ο αυτοκράτορας Βασίλειος Α΄ ο
Μακεδών (867-886), την επέλεξε για να γίνει σύζυγος του γιου του Λέοντος ΣΤ΄ του
Σοφού. Όταν μερικά χρόνια αργότερα ανήλθε στον θρόνο ο Λέων (886-912), η νεαρή
αυγούστα καταφρόνησε τις τιμές και τις μάταιες ηδονές στις οποίες πολύ συχνά
επιδίδονται οι πρίγκιπες και αφιερώθηκε με ζήλο στην υπηρεσία του Θεού,
αδιαλείπτως προσευχόμενη, ψάλλοντας, βοηθώντας πτωχούς και πάσχοντες. Και, ενώ
εμφανιζόταν ντυμένη με πλούσια κεντητά ενδύματα, κάτω από αυτά φορούσε τρίχινο
τραχύ χιτώνα και σκληραγωγούσε τη σάρκα της με νηστείες, αγρυπνίες και κάθε
λογής δοκιμασίες, κατά πάντα μεν συνήθεις στα μοναστήρια αλλά παράδοξες και
σπάνιες μέσα στα φαντασμαγορικά ανάκτορα των δυνατών αυτών του κόσμου. Πωλούσε τα στολίδια της
στους πτωχούς και, τον χρόνο που οι γυναίκες της σειράς της αφιερώνουν με πάθος
σε αμέτρητες ελαφρότητες, εκείνη τον αφιέρωνε σε ιερές συνομιλίες με μοναχούς
σχετικά με τη θεοφιλή κάθαρση της ψυχής και την ανεκδιήγητη λαμπρότητα της
μυστικής θεωρίας. Παρά την εξαιρετικά υψηλή θέση της, ήταν ταπεινή και γεμάτη
σεβασμό για όλους τους ανθρώπους· κι όταν απευθυνόταν προς τους υπηρέτες της, τους
έδινε ανυπόκριτα τον τίτλο του «κυρίου» και της «κυρίας». Ψέμα, όρκος ή
κατάκριση του πλησίον, ποτέ δεν βγήκε από τα χείλη της που τα καθαγίαζαν η
προσευχή, η ψαλμωδία και η συχνή κοινωνία των αχράντων Μυστηρίων. Τις νύκτες,
όταν αποχωρούσαν οι υπηρέτες της, εγκατέλειπε την πολυτελή κλίνη της και
ξάπλωνε πάνω σε μια ευτελή ψάθα που την έβρεχε με τα δάκρυά της. Κάθε ώρα και
στιγμή σηκωνόταν πρόθυμα και προσευχόταν με θέρμη προς τον Κύριο, τον Βασιλέα
και Νυμφίο της οσιακής της ψυχής. Όταν πέθανε η κόρη της Ευδοκία (892), η
αυτοκράτειρα αποφάσισε να εγκαταλείψει οριστικά τον κόσμο και να αποσυρθεί σε
κάποια μονή, αλλά ο πνευματικός της, ο άγιος Ευθύμιος [5 Αυγ.], δεν της έδωσε
ευλογία. Εξάλλου ο Θεός δεν την άφησε για πολύ καιρό στην επίγεια ξενιτεία της
και πολύ σύντομα την κάλεσε κοντά Του (10 Νοεμβρίου του 895 ή 896). Δεν ήταν
καν τριάντα ετών. Αμέσως μετά την εκδημία και την κηδεία της στον ναό των αγίων
Αποστόλων, το τίμιο λείψανό της άρχισε να επιτελεί θαύματα και ιάσεις. Αυτό το ιερό
και σεβάσμιο λείψανο φυλάσσεται σήμερα στον πάνσεπτο ναό του Οικουμενικού
Πατριαρχείου και κοσμεί με τη θεσπέσια χάρη του το πολύπαθο Φανάρι…
—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Προελομένη τὰ οὐράνια πόθῳ, Θεοφανὼ τὴν βιοτὴν
διεξῆλθες, ἀγγελικῶς ἐν γῇ περιπολεύουσα· ὅθεν κατηξίωσαι, οὐρανίων χαρίτων,
σὺν Ἀγγέλων τάξεσι, καὶ Ἁγίων χορείαις, παρισταμένη τῷ Παμβασιλεῖ· ὃν
ἐκδυσώπει, εὑρεῖν ἡμᾶς ἔλεος.
—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—
Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τὴν ἐν τῷ μέσῳ ἀνακτόρων ἀναλάμψασαν
Ὡς ἐν ἐρήμῳ ἁγιότητος ταῖς
λάμψεσιν
Ὡς θεόφρονα τιμήσωμεν
βασιλίδα·
Βασιλείαν γὰρ λιποῦσα τὴν
ἐπίγειον
Τὴν οὐράνιον ἐνθέως
ἐκληρώσατο
Χαίροις λέγοντες· Θεοφανὼ παμμακάριστε.
—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—
Τῆς θεοφανείας τῆς μυστικῆς, τὴν βουλὴν πληροῦσα, ὡς
βασίλισσα νουνεχής, τῆς ὑπερκοσμίου, ἐπέβης βασιλείας, Θεοφανὼ Ὁσία,
ἀξιοθαύμαστε.
※
[ Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 4ος (Δεκέμβριος),
σελ. 174–175.
Διασκευή εκ του Γαλλικού:
Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.
Εκδόσεις «Ίνδικτος».
Αθήναι, Μάρτιος 2005.
Επιμέλεια ανάρτησης:
π. Δαμιανός. ]
※
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου