Η ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΒΑΡΒΑΡΑ
Η αγία
Βαρβάρα έζησε επί βασιλείας Διοκλητιανού (284-305). Ήταν θυγατέρα του τοπάρχη
της Ηλιουπόλεως (σημ. Μπάαλμπεκ στον Λίβανο) Διοσκόρου, πλούσιου ειδωλολάτρη. Επιθυμώντας
να διαφυλάξει την εξαίρετη ωραιότητά της, ο Διόσκορος, που ετοιμαζόταν να
αναχωρήσει σε ταξίδι μακρινό, έκλεισε την κόρη του σε πύργο υψηλό στο παλάτι
του ώστε κανείς άνδρας να μην την βλέπει. Είχε φροντίσει να της δώσει όλα τα
αγαθά καθώς και εκλεκτή μόρφωση, δεν μπόρεσε όμως να εμποδίσει την κόρη του να
ασκήσει την διάνοιά της σύμφωνα με την εικόνα του Θεού που υπάρχει μέσα σε κάθε
άνθρωπο. Στοχαζόμενη την ανταύγεια της παρουσίας του Θεού στην φύση, η Βαρβάρα
από μόνη της έφθασε σε γνώση του Ενός Τριαδικού Θεού· αποστράφηκε από τις
ματαιότητες και η καρδιά της σκιρτούσε μόνο για τον Χριστό, τον Επουράνιο
Νυμφίο. Ο Διόσκορος είχε διατάξει επίσης να χτίσουν στην βάση του πύργου ένα
λουτρό και διέταξε να φτιάξουν μόνο δύο παράθυρα. Βλέποντας την οικοδόμηση του
λουτρού κατά την απουσία του πατέρα της, η Βαρβάρα ζήτησε από τους εργάτες να
ανοίξουν ένα τρίτο παράθυρο, ώστε η αίθουσα να φωτίζεται από φως τριπλό,
σύμβολο του τριαδικού φωτός του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, που
φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο. Όταν επέστρεψε από το ταξίδι του ο
Διόσκορος με πολλές προτάσεις για πλούσια συνοικέσια, αντιμετώπισε την ισχυρή άρνηση
της νεαρής κόρης, η οποία επιθυμούσε να αφιερώσει την παρθενία της στον Χριστό.
Η κατάπληξη του σκληρόκαρδου εκείνου ανθρώπου μετεβλήθη σε βίαιη οργή όταν
έμαθε ότι με εντολή της κόρης του είχαν ανοίξει τρίτο παράθυρο στο κτίριο του
λουτρού. Ζήτησε να μάθει τον λόγο και η Βαρβάρα έκανε ενώπιόν του το σημείο του
Σταυρού και δείχνοντάς του τα τρία ενωμένα της δάχτυλα, του είπε: «Πατήρ, Υιός
και Άγιον Πνεύμα· αυτό το μοναδικό φως φωτίζει όλη την κτίση και μέσω του
σημείου του Σταυρού σώζονται οι άνθρωποι». Έξαλλος ο Διόσκορος άρπαξε το σπαθί
του και πήγε να την αποκεφαλίσει επί τόπου· ευτυχώς η νεαρά παρθένος διέφυγε
και κατέφυγε στο βουνό, όπου ένας βράχος σχίσθηκε θαυματουργικά στα δύο για να
την δεχθεί.
Χάρις
στην πληροφορία ενός πονηρού βοσκού, ο πατέρας της τελικά την ανακάλυψε και την
έσυρε ενώπιον του έπαρχου, όπου η αγία διαπρυσίως ομολόγησε τον Χριστό και
χλεύασε τα είδωλα. Την μαστίγωσαν τότε ανελέητα με βούνευρα, καταξέσχισαν τις
σάρκες της με σιδερένια άγκιστρα, έκαυσαν τα πλευρά της και χτύπησαν με σφύρα
το κεφάλι της. Την έριξαν σε σκοτεινή φυλακή και το σώμα της αγίας ήταν όλο μια
πληγή αιμάσσουσα. Το ίδιο βράδυ, της παρουσιάσθηκε ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός
ακτινοβολώντας επουράνιο φως, θεράπευσε όλες τις πληγές της και της είπε να
μείνει σταθερή στο φρόνημά της ώστε να την έχει υπό την σκέπη Του μέχρι το
τέλος του αγώνα της.
Την
επομένη η Βαρβάρα παρουσιάσθηκε για δεύτερη φορά ενώπιον του ηγεμόνα, ο οποίος
εξεπλάγη από την αιφνίδια ίαση. Την υπέβαλε εκ νέου σε βασανιστήρια και διέταξε
να την γδύσουν και να την περιφέρουν γυμνή σε δημόσια καταισχύνη. Ο Κύριος όμως
δεν άφησε τα δυσσεβή βλέμματα να σπιλώσουν την αγνότητα της παρθένου και αίφνης
φωτεινή νεφέλη κατήλθε εξ Ουρανού και τύλιξε την παρθενομάρτυρα με ιμάτιο
φωτεινό.
Βλέποντας
την καρτερία της αγίας και τα θαύματα με τα οποία ο Θεός εκδήλωνε την εύνοιά
Του προς αυτήν, μια νεαρή γυναίκα, Ιουλιανή ονόματι, διακήρυξε και αυτή την
πίστη της στον Χριστό και την απόφασή της να συμμερισθεί την μοίρα της
Βαρβάρας. Αμέσως την συνέλαβαν και την υπέβαλαν σε βασανιστήρια. Τέλος, ο
ηγεμόνας αποφάσισε να θανατώσει με αποκεφαλισμό τις δύο κόρες. Όταν ανήγγειλε
την απόφασή του, ο Διόσκορος, που ήταν παρών σε όλα τα βασανιστήρια της κόρης
του, πρότεινε ο άσπλαχνος να την αποκεφαλίσει με τα ίδια του τα χέρια. Στην
κορυφή του βουνού όπου θα τις θανάτωναν, οι δύο κόρες έφθασαν με χαρά και
παρέδωσαν ταυτόχρονα τις ψυχές τους στον Κύριο· η Ιουλιανή αποκεφαλίσθηκε από
έναν δήμιο, ενώ την αγία Βαρβάρα την αποκεφάλισε εκείνος που την είχε φέρει
στην ζωή. Η θεία δίκη όμως δεν άργησε: μόλις ο σκληρόκαρδος Διόσκορος πήρε τον
δρόμο του γυρισμού, τον χτύπησε κεραυνός και τον έκανε στάχτη.
—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος δ΄.
Βαρβάραν
τὴν ἁγίαν τιμήσωμεν·
ἐχθροῦ γὰρ τὰς παγίδας συνέτριψε,
καὶ ὡς στρουθίον ἐρρύσθη ἐξ αὐτῶν,
βοηθείᾳ καὶ ὅπλῳ τοῦ Σταυροῦ
ἡ πάνσεμνος.
—ΕΤΕΡΟΝ ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῆς
Τριάδος τὴν δόξαν
ἀνακηρύττουσα,
ἐν τῷ λουτρῷ τρεῖς θυρίδας
ὑπεσημήνω σοφῶς,
κοινωνίαν πατρικὴν
λιποῦσα πάνσεμνε·
ὅθεν ἠγώνισαι λαμπρῶς,
ὡς παρθένος εὐκλεής,
Βαρβάρα Μεγαλομάρτυς.
Ἀλλὰ μὴ παύσῃ πρεσβεύειν,
ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—
Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῷ
ἐν Τριάδι εὐσεβῶς ὑμνουμένῳ,
ἀκολουθήσασα σεμνὴ Ἀθληφόρε,
τὰ τῶν εἰδώλων ἔλιπες σεβάσματα,
μέσον δὲ τοῦ σκάμματος,
ἐναθλοῦσα Βαρβάρα,
τυράννων οὐ κατέπτηξας,
ἀπειλὰς ἀνδρειόφρον,
μεγαλοφώνως κράζουσα σεμνή·
Τριάδα σέβω, τὴν μίαν Θεότητα.
—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—
Πατέρα
λιποῦσα τὸν δυσσεβῆ,
ἐδείχθης θυγάτηρ,
Βασιλέως τῶν οὐρανῶν,
ὑπὲρ οὗ προθύμως,
ἀθλήσασα Βαρβάρα,
λυτροῦσαι πάσης νόσου,
τοὺς προσιόντας σοι.
※
[Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 4ος (Δεκέμβριος), σελ. 41–45.
Διασκευή εκ του Γαλλικού:
Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·
Αθήναι, Μάρτιος 2005.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφιών,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]
※
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου