ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ
ΕΥΧΗΣ ΜΕΣΑ ΜΑΣ
Όλοι σχεδόν οι άνθρωποι σήμερα πάσχουν και
δεινοπαθούν από τους λογισμούς τους. Είμαστε δυστυχώς άνθρωποι
«λογισμοκυβέρνητοι» και οι λογισμοί δεν έρχονται ποτέ μόνοι τους. Φέρνουν μαζί
τους και τα ανάλογα αισθήματα, τις ανάλογες με την κάθε περίπτωση και περίσταση
προλήψεις, αμφιβολίες, τις φορτώσεις, τα κενά και τις ανίες τους. Ζούμε ολοσχερώς
τη σαρωτική άλωση του εαυτού μας από μια πραγματικότητα που είναι και παραμένει
ολότελα εικονική, απατηλή, ανεδαφική και ανύπαρκτη κι ας μη μπορούσαμε μέχρι
πρότινος να το συνειδητοποιήσουμε αυτό. Ανήμπορος λίγο–πολύ ο σύγχρονος
άνθρωπος να αντιμετωπίσει την ενδόμυχη κινούμενη άμμο των λογισμών μέσα στην
οποία βυθίζεται με βία, ζει στο μέγιστο βαθμό την απόγνωση που του φράζει
απότομα την ανάπτυξη και του τελματώνει τη ζωή. Τούτη η απόγνωση πάλι μοιάζει
με σωρεία λιθοχωμάτων που πέφτουν πάνω του με φόρα θάβοντας κυριολεκτικά όλη τη
χαρά και τη δύναμη της ύπαρξής του.
Το γλυκύ και παντοδύναμο όνομα του Χριστού
έρχεται για να ανατρέψει ριζικά τη θλιβερή τούτη κατάσταση. Επικαλούμενοι από
καρδιάς και με ιερό πόθο τον Κύριο, μεταβαίνουμε δυναμικά σε μια εγκάρδια και
άμεση κοινωνία με Εκείνον που μας έδωσε όχι απλά και μόνο τη ζωή, αλλά την
περίσσεια ζωής, το υπερούσιο πλήρωμα της χάριτος του Προσώπου Του. Κάθε ιερός και
ευλαβής μας πόθος προς Αυτόν επείγεται να γίνει εμπειρία και διψά να εκφραστεί
με πράξη. Και η πιο θεοφιλής, η πλέον θεοφόρα πράξη σε παγκόσμιο και
πανανθρώπινο επίπεδο είναι η μονάχα Ευχή. Είναι ο ευλογημένος δρόμος, το διάβα,
η πορεία, το βήμα, η περπατησιά της θεογνωσίας και της θεολογίας μέσα μας. Το
σκηνικό των μαραμένων μας εγκάτων αλλάζει. Ισχυροποιούμαστε μέσα στη θεία
ταπείνωση. Αναπτερωνόμαστε στο βάθος που εσωκλείουν οι θείες αρετές και
πραγματικότητες. Το όνομά Του σμιλεύει βαθμιαία την αναιμική φτιαξιά μας,
υπόδουλη τόσο καιρό στην άγνοια, στην πώρωση και την ασέβεια.
Δεν είμαστε πια μόνοι και χαμένοι. Δεν
είμαστε ευεπηρέαστοι, ευάλωτοι, εύπτωτοι, ευόλισθοι και ανίσχυροι. Δεν
πορευόμαστε μαζί με τις τραυματικές αβεβαιότητες των επιγείων. Δεν γευόμαστε σιωπηρά
άλλο θάνατο από τους τόσους αναρίθμητους εγκόσμιους θανάτους. Δεν συνεχίζουμε
κάτω από την αιματηρή σκιά του τίποτα. Ό,τι ξέραμε από πριν δεν ήταν παρά
βαρετές, ανούσιες και αναποτελεσματικές θεωρίες, παιγνίδια του άσοφου μυαλού
που ντοπαριζόταν σε ένα απίστευτα βολικό και σκεβρωμένο θρήσκευμα. Ό,τι βλέπαμε
μέχρι τώρα ήταν μια τραγική φιέστα ή μια κωμική κηδεία, ανάλογα. Τώρα, μας
επισκέφτηκε μια ησύχια αποκάλυψη, μια καλότροπη δύναμη, από την οποία εμείς λάβαμε
ένα ειρηνικό και άτυφο φως επίγνωσης. Εντός μας, συντελείται μια λυσιτελής
αποδόμηση, μια ανακαίνιση άλλης περιωπής και τάξεως. Με την Ευχή ζητάμε να
αληθεύουμε, εμπνεόμαστε να είμαστε αληθινοί, ευθείς, ανυπόκριτοι, ειλικρινείς,
άμεσοι. Γιατί η αλήθεια της είναι γεμάτη θεία και καρδιακή φιλανθρωπία που δεν
κατανοούν οι τυπικότητες, οι ηθικισμοί, οι νόμοι, οι ζηλωτισμοί και οι
φαρισαϊσμοί μας. Παρά τις όποιες και όσες αμαρτίες μας, μαθαίνουμε να ζητάμε
έλεος και ταυτόχρονα μαθαίνουμε να είμαστε ελεήμονες προς τους άλλους παρά τις
αμαρτίες τους· μόνο αυτοί που πάσχουν για το έλεος του Θεού, εκείνοι που έχουν
τη φλογερή επιθυμία να το βιώσουν, δικαιούνται κάπως να συνεχίσουν να το ζητούν απτόητα και να το αξιώνονται ανερμήνευτα. Οι καλύτερες δόσεις αντιστοιχούν στους
καλύτερους δότες. Ο δαιμονισμός των οικείων παθών ξεθωριάζει και έρχεται σταδιακά
η κάθαρση της καρδιάς, η οποία αναδεικνύει την παλιά της τερπνότητα, την οποία
αδυνατεί να συνδράμει ο ορθολογισμός των πολλών και να παρατηρήσει ο τυφλός
κόσμος. Η πολλαπλή ματαιότητά του οποίου, είναι ξεκάθαρα το μελένιο δηλητήριο
που επιλέγουν οι μάζες του για να ζήσουν στο έπακρο το θάνατο· τη ζωή χωρίς
Χριστό.
Αηδιάζουμε από τα φαινόμενα και τους
εντυπωσιασμούς, από τις απάτες και τις γοητείες, και επιθυμούμε να ησυχάζουμε,
να απέχουμε από κάθε ανάξιο, απρόσφορο και αργό λόγο. Η μοναξιά που τρέμαμε
πριν, γίνεται τώρα θαυμάσιο και θεσπέσιο υλικό προσευχής. Και η προσευχή καίει
την απονιά και τη βαναυσότητα του κόσμου, όλη την αμαρτία μέσα μας. Τώρα, μια ευγενέστατη
και διακριτική σιωπή προκρίνεται πιο πολύ από όλα, πάνω από κάθε τι, γιατί
είναι αυτή που ενδύει τα ευκτικά βιώματα που διανθίζουν ταπεινά το χοϊκό μας
διάβα. Η πρώην ατέρμονη διήγηση του φτωχού λόγου επιτέλους παραιτείται, γιατί μια
διαρκής πνευματική μαθητεία μάς διδάσκει συνεχώς και μας σοφίζει εκπληκτικά. Είμαστε
ανείπωτα χαρούμενοι και ευγνώμονες προς τον Θεό γι’ αυτό. Συλλαβίζουμε με δέος τη
ζωή, εκφέρουμε διακαώς το όνομα του Χριστού και λες κι αρχίζουμε να γευόμαστε μακάρια
μυστήρια κρυμμένα. Η διέξοδός μας είναι θεωρητική και είναι η ταπεινή κρούση
της θύρας της φιλανθρωπίας Του, η επαινετή ανάβαση προς το κράσπεδο του ελέους
Του. Η ζωή μας γίνεται ένα άπεφθο έλεος, γιατί το ατελεύτητο έλεός Του γίνεται ζωή
μας. Η καρδιά αισθάνεται, γεύεται, συγκλονίζεται, ριγά και σιωπά. Η ζωογόνα συντριβή
που κατακλύζει το είναι μας είναι γλαφυρή και ανείπωτη. Μια άλλη ασύλληπτη
υγεία προσεγγίζει την ανημποριά και τη φτώχεια μας. Μια αγγελική ακεραιότητα, αθεώρητη,
αφανής, ανεκτίμητη για τη μάζα του ειδωλικού και απατεώνα κόσμου, μπολιάζεται
στα φυλλοκάρδια μας. Η θεϊκή αγάπη που πέφτει και σκοντάφτει πάνω στην ευτέλεια
του τσακισμένου μας είναι, μοιάζει σαν ένα ρεύμα μιας πρωτόγνωρης και δυναμικής
παράκλησης, την οποία ο κόσμος αγνοεί και αποστρέφεται, δυσφημεί και ακυρώνει.
Ο «Πολύτιμος Μαργαρίτης» πέφτει βαθιά μέσα στον άυλο αγρό της καρδιάς και όλα
μεταβάλλονται επί τα κρείττονα και επί τα θυμηδέστερα, δίχως εμείς να μπορούμε
να δώσουμε και πολλές λογικές πειστικές απαντήσεις γι’ αυτό, κυρίως προς τον
ίδιο μας τον εαυτό: θα είμαστε πάντα απορημένοι και πάντα έκπληκτοι, την
τελευταία στιγμή δυνατοί, την κάθε πρώτη αρχή έτοιμοι, μα μπροστά στην
αιωνιότητα που ξεδιπλώνεται ολοζώντανα στα όμματα της ψυχής μας γόνιμα μικροί
και αδύναμοι.
Η φύση μας, άπτερη και εγκλωβισμένη μέσα
σε όλο το ισχυρό πλέγμα των πειρασμικών και ταραχοποιών λογισμών, αρχίζει και
δέχεται μέσα της ωραίες εμπειρίες σε καλότατες αλλοιώσεις, αλλαγές, ανατροπές,
καθαιρέσεις και υπερβάσεις. Είναι δύσκολο να αναφερθούμε στις συνέπειες και τις
ζυμώσεις που λαμβάνουν χώρα σε όλα τα στρώματα του εαυτού μας. Είναι σημαντικό όμως
να πούμε ότι ιδιαίτερα στην αρχή το πονηρό κράτος της εξουσίας των λογισμών,
των παθών και της αμαρτίας, που υπήρχε ανεξέλεγκτα και πληθωρικά μέσα μας,
αντιδρά και αντιμάχεται στη σωτήρια επίκληση του θείου ονόματος. Η εγκάρδια
στροφή προς τον Χριστό είναι η πράξη της μοναδικής μας απολύτρωσης. Ήμασταν
συνεχώς, αδιάκοπα και για χρόνια κατεχόμενοι από τους λογισμούς και τα πάθη.
Ήμασταν οι δέσμιοι, οι ουραγοί και τα θύματά τους. Τώρα αυτό, με τη Χάρη του
αγαπημένου μας Κυρίου, αντιστρέφεται, μειώνεται, ακυρώνεται, καταρρέει, χάνεται,
εκμηδενίζεται.
Η ακατανίκητη δύναμη του Χριστού έρχεται
με τον πιο αισθαντικό τρόπο και επισκιάζει θωπευτικά την πολύκλαυστη αδυναμία
μας. Η ευεργητική απλότητα που διέπει την Ευχή του Χριστού είναι το μυστήριο
που ελκύει την καρδιά. Η τόση εξυπνάδα που παράγουμε μεγάλαυχα έγινε το μυστικό
της αποϊεροποίησής μας. Ο νους με την ευκτική εργασία γίνεται πια ο μυστικός
και μακάριος ηγεμόνας· ο αρχηγός της μάνδρας του μέσα μας κόσμου· παύει να
είναι ο σκοτεινός θάλαμος μέσα στον οποίο ενθρονίζονταν κάθε τι το αναληθές, το
δόλιο, το άχαρο, το ποταπό, το βέβηλο και σάπιο. Αόρατες βολές φωτισμού και
ειρήνης επισκέπτονται και περικλύζουν την εσχατιά μας. Μέσα σ’ αυτό το
πρωτόφαντο εσωτερικό γίγνεσθαι, διαπιστώνουμε ότι ο πρώτος εχθρός της καρδιάς
μας δεν είναι τελικά ο «διάβολος» και ο «πειρασμός» –όπως πολύ πρόχειρα, ανεξέταστα
και βολικά πιστεύει η πλειονότητα των «αθώων θρησκευομένων»– αλλά ο αποτρόπαιος
λογισμός που υποδεχόμασταν και προσκυνούσαμε εμείς τόσο σφαλερά για χρόνια,
όντες τότε τόσο ψυχόλεθρα ανυποψίαστοι και ανίδεοι. Τούτος ο αβρός, αλλά
τοξικός «επισκέπτης», γινόταν μετά ο αδυσώπητος κυρίαρχός μας, ο τυραννικός μας
αφέντης. Η ποθητή ελευθερία μας πήγαινε μετά περίπατο, ήταν μια αφόρητη
ματαιοπονία, γινότανε σκόνη και θρύψαλα.
Με τον Χριστό αποδίδεται στην
τραυματισμένη και κατακερματισμένη μας φύση κάθε ελευθερία, κυριότητα,
ακεραιότητα και χαρά. Η Ευχή έρχεται στη ζωή μας και γίνεται πραγματικά η ζωή μας,
γίνεται η ζωή της ζωής μας, η πεμπτουσία μιας θαυμαστής πνευματικότητας, την
οποία το θρησκευτικό σύστημα –όλα μαζί τα ανθρωποκτόνα συστήματα, κάθε τι που
φαίνεται και είναι «σύστημα»– θέλει και επιδιώκει με κάθε τρόπο να παρακάμπτει εντέχνως,
διότι εάν δεν το κάνει, προορίζεται οπωσδήποτε να καταρρεύσει με πάταγο μπροστά
στη συνείδησή μας.
«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με!»: όλη η
αγάπη και η αλήθεια μαζί. Όλη η ζωή και το φως μέσα σε μια άχραντη
πραγματικότητα της καρδιάς, μέσα στο αιώνιο και πανεράσμιο Πρόσωπο του Κυρίου
μας, που είναι ο Φίλος και ο Σωτήρας μας, ο Νυμφίος της καρδιάς μας. Αρχίζουμε
μαζί Του επιτέλους να ζούμε αυθεντικά. Ζούμε κάθε λυτρωτική αρχή αγάπης μαζί
Του. Η Χάρη Του ελκύει σθεναρά τη ψυχή μας σε μια πανώρια σχέση, η οποία δεν
έχει τέλος, δεν έχει λογική και πρόβλεψη, δεν έχει καθορισμό και περιορισμό, δεν
επιδέχεται κατηγοριοποίηση, αξιολόγηση και είναι μακριά από κάθε επιπόλαιη
κρίση και φαιδρή εκτίμηση, που γίνεται άνευ του φωτισμού του Πνεύματος, άνευ
του πόνου της αγάπης και άνευ της χαράς της άδολης φιλαδελφίας. Στον κάθε μας
παλμό ριζώνει η θεία ζωή και μέσα στη θεία ζωή εναποθέτουμε όλη την καρδιά μας.
Η Ευχή γίνεται το σταθερό γνώρισμα των χριστοποιημένων αδαμιτών· ο προσφιλέστατος
αγώνας και το αδιάκοπο αγώνισμα των ανθρώπων που γίνονται –δίχως να το
επιδιώκουν, δίχως να το φαντάζονται, δίχως να το περιμένουν και να το
προεξοφλούν– αχέρωγοι, δυνατοί, μετάρσιοι, ουράνιοι...
π. Δαμιανός
⁜
Επιτρέπεται
η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων
από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να
αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή
προέλευσης.
⁜
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου