ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΤΗΣ,
Ο ΑΦΡΑΓΚΕΥΤΟΣ
Η κυριαρχία των «ορθολογιστών» ειδικότερα στον εκκλησιαστικό χώρο μετά την
Επανάσταση, βρισκόταν σε ευθυγράμμιση με το γενικό κλίμα δυτικοποίησης και
εκφραγκισμού που επικρατούσε γενικά στην μετεπαναστατική Ελλάδα. Η πολιτική της
χώρας ήταν ολοκληρωτικά υποδουλωμένη στις μεγάλες δυνάμεις της Δύσης. Η τέχνη
και η λογοτεχνία εκφραγκίστηκαν απόλυτα μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.
[…]
Ο πολιτιστικός προσανατολισμός της μετεπαναστατικής Ελλάδας ήταν η φυσική συνέπεια της επικράτησης του λογιωτατισμού· και ο λογιωτατισμός ήταν μια κοσμική εφαρμογή του κινήματος των «ορθολογιστών». Οι σύγχρονοι Έλληνες δεν φαίνονται διατεθειμένοι να συσχετίσουν τις διάφορες πολιτιστικές εκφράσεις στη ζωή της μετεπαναστατικής Ελλάδας με ανάλογα θεολογικά ρεύματα.
Ιδιαίτερα στις μέρες μας, που η εκδήλωση λαογραφικού ενδιαφέροντος αποτελεί απαραίτητο συστατικό πνευματικής καλλιέργειας, πολλοί δανδήδες του πνεύματος επιδείχνουν έξαλλο ενδιαφέρον για τους λαογραφικούς μας θησαυρούς, ενώ ταυτόχρονα είτε αγνοούν είτε αρνούνται να αναγνωρίσουν τη θεολογική βάση όλης αυτής της θαυμαστής λαογραφικής παραγωγής.
Πολλά «σαλόνια» Ελλήνων, που, είτε δεν είχαν ποτέ είτε δεν θέλουν να έχουν καμιά ορθόδοξη λατρευτική εμπειρία, είναι στολισμένα με «βυζαντινές» ή «μεταβυζαντινές» εικόνες σαν απόδειξη της βαθιάς εκτίμησης της παραδοσιακής εκκλησιαστικής μας τέχνης από τους κατόχους τους· αλλά αυτό εάν δεν είναι κοινός σουσουδισμός και νεοπλουτισμός, είναι τουλάχιστον αξιοθρήνητο δείγμα καλλιτεχνικής υποκρισίας. […]
Όσοι ισχυρίζονται ότι εκτιμούν την πολιτιστική δημιουργία του λαού μας, αλλά αρνούνται ή αγνοούν το βασικό θεμέλιο αυτής της δημιουργίας που είναι η ορθόδοξη χριστιανική παράδοση, καπηλεύονται τον λαό και την πολιτιστική του κληρονομιά.
Ο πολιτιστικός προσανατολισμός της μετεπαναστατικής Ελλάδας ήταν η φυσική συνέπεια της επικράτησης του λογιωτατισμού· και ο λογιωτατισμός ήταν μια κοσμική εφαρμογή του κινήματος των «ορθολογιστών». Οι σύγχρονοι Έλληνες δεν φαίνονται διατεθειμένοι να συσχετίσουν τις διάφορες πολιτιστικές εκφράσεις στη ζωή της μετεπαναστατικής Ελλάδας με ανάλογα θεολογικά ρεύματα.
Ιδιαίτερα στις μέρες μας, που η εκδήλωση λαογραφικού ενδιαφέροντος αποτελεί απαραίτητο συστατικό πνευματικής καλλιέργειας, πολλοί δανδήδες του πνεύματος επιδείχνουν έξαλλο ενδιαφέρον για τους λαογραφικούς μας θησαυρούς, ενώ ταυτόχρονα είτε αγνοούν είτε αρνούνται να αναγνωρίσουν τη θεολογική βάση όλης αυτής της θαυμαστής λαογραφικής παραγωγής.
Πολλά «σαλόνια» Ελλήνων, που, είτε δεν είχαν ποτέ είτε δεν θέλουν να έχουν καμιά ορθόδοξη λατρευτική εμπειρία, είναι στολισμένα με «βυζαντινές» ή «μεταβυζαντινές» εικόνες σαν απόδειξη της βαθιάς εκτίμησης της παραδοσιακής εκκλησιαστικής μας τέχνης από τους κατόχους τους· αλλά αυτό εάν δεν είναι κοινός σουσουδισμός και νεοπλουτισμός, είναι τουλάχιστον αξιοθρήνητο δείγμα καλλιτεχνικής υποκρισίας. […]
Όσοι ισχυρίζονται ότι εκτιμούν την πολιτιστική δημιουργία του λαού μας, αλλά αρνούνται ή αγνοούν το βασικό θεμέλιο αυτής της δημιουργίας που είναι η ορθόδοξη χριστιανική παράδοση, καπηλεύονται τον λαό και την πολιτιστική του κληρονομιά.
Οι επαγγελματίες λογοτέχνες και καλλιτέχνες, κατά κανόνα, όχι μόνο δεν
προέβαλλαν καμιά αντίσταση στο κύμα του εκφραγκισμού, αλλά ήταν και οι
κυριώτεροι φορείς του· γιατί ήταν οι πολιτιστικοί νεοσσοί των «ορθολογιστών»
και του λογιωτατισμού και ήταν αποκομμένοι από την ησυχαστική παράδοση της Ρωμιοσύνης.
Η αφράγκευτη λογοτεχνία του Παπαδιαμάντη δεν είναι ανεξήγητο περιστατικό στην
πολιτιστική ιστορία της μετεπαναστατικής Ρωμιοσύνης.
Ο Παπαδιαμάντης ήταν γιος του τελευταίου των Κολλυβάδων και ήταν εμποτισμένος από την ησυχαστική παράδοση. Το ενδιαφέρον του για τη ζωή της Εκκλησίας δεν είναι «αισθητικό», όπως θέλουν να μας πουν οι καλλιτεχνικοί δανδήδες, που μπορούν να εκτιμήσουν τον Παπαδιαμάντη όσο μπορούν να εκτιμήσουν οι αλειτούργητοι την παραδοσιακή εκκλησιαστική μας τέχνη. Ο Παπαδιαμάντης δεν γράφει «θρησκευτική» ή «μη θρησκευτική» λογοτεχνία. «Θρησκευτική λογοτεχνία», είναι ένας δυτικός όρος που σημαίνει λογοτεχνία που κάνει «κήρυγμα». Ο Παπαδιαμάντης δεν κάνει κηρύγματα. Ο Παπαδιαμάντης μιλάει για την ανθρώπινη ζωή, ποτισμένη όμως υπαρξιακά από την ησυχαστική ορθόδοξη παράδοση· και η απάντησή του στις επιθέσεις κατά της θρησκείας δεν είναι σχολαστική και λογιωτατική απολογητική, αλλά μια απλή έκφραση πίστεως: «τὸ ἐπ’ ἐμοί, ἐνόσῳ ζῶ καὶ ἀναπνέω καὶ σωφρονῶ, δὲν θὰ παύσω πάντοτε νὰ ὑμνῶ μετὰ λατρείας τὸν Χριστόν μου».
Ο Παπαδιαμάντης ήταν γιος του τελευταίου των Κολλυβάδων και ήταν εμποτισμένος από την ησυχαστική παράδοση. Το ενδιαφέρον του για τη ζωή της Εκκλησίας δεν είναι «αισθητικό», όπως θέλουν να μας πουν οι καλλιτεχνικοί δανδήδες, που μπορούν να εκτιμήσουν τον Παπαδιαμάντη όσο μπορούν να εκτιμήσουν οι αλειτούργητοι την παραδοσιακή εκκλησιαστική μας τέχνη. Ο Παπαδιαμάντης δεν γράφει «θρησκευτική» ή «μη θρησκευτική» λογοτεχνία. «Θρησκευτική λογοτεχνία», είναι ένας δυτικός όρος που σημαίνει λογοτεχνία που κάνει «κήρυγμα». Ο Παπαδιαμάντης δεν κάνει κηρύγματα. Ο Παπαδιαμάντης μιλάει για την ανθρώπινη ζωή, ποτισμένη όμως υπαρξιακά από την ησυχαστική ορθόδοξη παράδοση· και η απάντησή του στις επιθέσεις κατά της θρησκείας δεν είναι σχολαστική και λογιωτατική απολογητική, αλλά μια απλή έκφραση πίστεως: «τὸ ἐπ’ ἐμοί, ἐνόσῳ ζῶ καὶ ἀναπνέω καὶ σωφρονῶ, δὲν θὰ παύσω πάντοτε νὰ ὑμνῶ μετὰ λατρείας τὸν Χριστόν μου».
Είναι τραγικό το ότι οι νεοέλληνες διανοούμενοι, εκτός από ελάχιστες
εξαιρέσεις, δεν βλέπουν ή δεν θέλουν να δουν ότι η πιο βαθιά και η πιο δυνατή
ρίζα της πολιτιστικής μας παραδόσεως είναι η Ορθοδοξία· γιατί έτσι που
αποκόπτουμε όλο και πιο ολοκληρωτικά αυτή την τόσο ζωογόνο ρίζα, θα θρηνήσουμε
πολύ σύντομα μια τρομερή πολιτιστική και πνευματική ατροφία. Είναι τραγικό ότι και
εκείνοι ακόμη που ισχυρίζονται ότι είναι πολιτικά αφοσιωμένοι στο λαό, δεν
αντιλαμβάνονται ότι τα συστήματα που προσπαθούν να πουλήσουν στο λαό είναι
δυτικά, παρά τη φαινομενική και γεωγραφική ανατολικότητά τους. Αν και ισχυρίζονται
–και ίσως πιστεύουν– ότι είναι οι «προστάτες του λαού», ωστόσο υπονομεύουν ό,τι
έχει αποτελέσει για τον λαό την πολύτιμη πηγή ζωής και δημιουργίας του.
Ιστορικά, το ησυχαστικό κίνημα ήταν εκείνο που είχε λαϊκή βάση, ενώ οι
«ορθολογιστές» ταυτίζονται συνήθως με την αριστοκρατία. Οι ζηλωτές ήταν εκείνοι
που επαναστάτησαν τον 14ο αιώνα κατά των τσιφλικάδων και δημιούργησαν στη
Θεσσαλονίκη την πρώτη μεσαιωνική δημοκρατία στο χώρο της Ρωμιοσύνης.
Τα σύγχρονα όμως ριζοσπαστικά κινήματα σ’ αυτό τον τόπο είναι εντελώς
άσχετα με το ησυχαστικό στοιχείο και συμμετέχουν και αυτά πλήρως στη συνωμοσία
για τον εκφραγκισμό του λαού μας και, παρά τις λαοπρόβλητες διακηρύξεις τους,
συμμερίζονται την ψυχολογία του σύγχρονου Έλληνα ψευτοαριστοκράτη.
Στο πνεύμα της ανατολικής χριστιανικής παραδόσεως δεν είναι δύο οι
κατηγορίες των ανθρώπων, αλλά, όσοι και οι άνθρωποι και ακόμη περισσότερο όσες
και οι στιγμές και οι καταστάσεις της ανθρώπινης ζωής. Οι κακοί, δεν είναι
κάποιοι άλλοι· και καλός δεν είναι κανείς παρά μόνο ο Θεός· στην αγαθότητα του
Οποίου, όλοι οι άνθρωποι έχουν μια μικρότερη ή μεγαλύτερη συμμετοχή.
Σε αντίθεση με τη δυτική θεώρηση του ανθρώπου και της ανθρώπινης ζωής,
στην ανατολική θεώρηση που εκφράζει τόσο συγκλονιστικά ο Παπαδιαμάντης, η
πόλωση δεν είναι δυνατή. Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι του Παπαδιαμάντη μάς προκαλούν
κάποια συμπάθεια. Για όλους αισθανόμαστε τη συμπόνια και ίσως την αγάπη που
εκείνοι οι ίδιοι, ως γνήσια παιδιά της ανατολικής χριστιανικής παραδόσεως,
αισθάνθηκαν γι’ αυτούς.
Στον Παπαδιαμάντη δεν υπάρχουν παπάδες-θεοί αλλά παπάδες-άνθρωποι, που
σε μια στιγμή της ζωής τους που τους έχει εγκαταλείψει το Πνεύμα του Θεού,
ξεπέφτουν σε τρομερή κατάντια –όπως ο παπα-Κυριάκος του διηγήματός του «Ἐξοχικὴ
Λαμπρή»– και που λίγο αργότερα μεταμορφώνονται σε αγίους, όπως αυτός, όταν το
Πνεύμα του Θεού και πάλι τους επισκέπτεται.
Για όλους σχεδόν τους ανθρώπους του Παπαδιαμάντη αισθανόμαστε κάποια συμπάθεια, ακόμη και για τον αποκρουστικό «λυκάνθρωπο» του διηγήματος «Θέρος-Ἔρως». Πώς αλλιώς θα μπορούσε να συμβεί, αφού ο ίδιος ο Παπαδιαμάντης νιώθει τόση στοργή γι’ αυτόν, του οποίου κατανοεί τόσο βαθιά την κατάσταση;
Για όλους σχεδόν τους ανθρώπους του Παπαδιαμάντη αισθανόμαστε κάποια συμπάθεια, ακόμη και για τον αποκρουστικό «λυκάνθρωπο» του διηγήματος «Θέρος-Ἔρως». Πώς αλλιώς θα μπορούσε να συμβεί, αφού ο ίδιος ο Παπαδιαμάντης νιώθει τόση στοργή γι’ αυτόν, του οποίου κατανοεί τόσο βαθιά την κατάσταση;
«Τώρα, εἰς τὴν ἀκμὴν τοῦ ἔαρος», γράφει, «φαίνεται ὅτι ἐβαρύνθη καὶ
αὐτὸς τὴν μόνωσίν του, ἠσθάνθη ὅτι ἦτο ἄρρην, καὶ ἡ φύσις παρ’ αὐτῷ ἐξηγέρθη.
Πτωχὸς ἄνθρωπος!»· και πάλι «ἐγκατέλειπε τὰς αἶγάς του καὶ κατέβη δρομαῖος πρὸς
τὸ μέρος ὅπου εἶδε τὴν ἐρατεινὴν καὶ ὀνειρώδη ὕπαρξιν. Πτωχὸς λυκάνθρωπος!».
Ανάλογα συναισθήματα μάς εμπνέει ο Παπαδιαμάντης και για τον αξιοθρήνητο
μπαρμπα-Γιαννιό, που, γέροντας αυτός ο ίδιος, έχει ερωτευθεί μια γυναίκα
παντρεμένη, με παιδιά και εγγόνια, ανύποπτη για τον ανόητο έρωτά του, και που
πεθαίνει μπροστά στο σπίτι της, τις Άγιες Μέρες των Χριστουγέννων, όταν «ἡ χιὼν
εἶχε στρωθῇ σινδών. Ἄσπρο σινδόνι… νὰ μᾶς ἀσπρίσῃ ὅλους τὸ μάτι τοῦ Θεοῦ… νὰ
μᾶς ἀσπρίσῃ τὰ σωθικά μας… νὰ μὴν ἔχουμε κακὴ καρδιὰ μέσα μας...».
«Καὶ ὁ μπαρμπα-Γιαννιός», συνεχίζει ο Παπαδιαμάντης, «ἄσπρισεν ὅλος καὶ
ἐκοιμήθη ὑπὸ τὴν χιόνα, διὰ νὰ μὴν παρουσιασθῇ γυμνὸς καὶ ξετραχηλισμένος,
αὐτὸς καὶ ἡ ζωή του καὶ αἱ πράξεις του, ἐνώπιον τοῦ Κριτοῦ, τοῦ Παλαιοῦ τῶν
Ἡμερῶν, τοῦ Τρισαγίου».
Έτσι, βλέπει και αντιμετωπίζει τον άνθρωπο η χριστιανική ανατολή· γι’
αυτό δεν δημιουργεί νευρώσεις και ενοχές· και ούτε απ’ την άλλη μεριά αισθάνεται
την ανάγκη να χαμηλώσει τις επιδιώξεις της πνευματικής ζωής, έτσι ώστε να «καλύπτονται» όλοι και να δικαιώνονται όλοι· γιατί δεν πιστεύει στην αυτοδικαίωση
του ανθρώπου, παρά στο έλεος και την αγάπη, με την οποία ο Θεός ανταποκρίνεται
και στην πιο ανεπαίσθητη κίνηση που κάνει ο άνθρωπος προς Αυτόν.
Η ανατολική χριστιανική παράδοση καταφέρνει πραγματικά να αφήσει ανοικτό
τον ορίζοντα για ατελείωτες πνευματικές αναβάσεις χωρίς να καλλιεργεί την
επάρατη τελειομανία που είναι η σοβαρότερη, ίσως, ψυχοπαθολογία του σύγχρονου
δυτικού ανθρώπου…
π. ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΦΑΡΟΣ
※
[π. Φιλόθεου Φάρου:
«Η
αλλοίωση του Χριστιανικού Ήθους»,
κεφ. 8ο, σελ. 164, 167–168, 170–172, 185–187,
εκδόσεις «Αρμός»,
Αθήνα, Ιούλιος 20003.]
※
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου