–ΜΙΚΡΟ ΠΡΟΟΙΜΙΟ–
Η οδός του
Χριστιανού, είναι η οδός της καρδιάς. Η οδός της καρδιάς πάλι, είναι η οδός της
Προσευχής. Και ασφαλώς η οδός της Προσευχής, είναι ο κατ’ εξοχήν τρόπος
της Αγάπης. Αυτός ο τρόπος επειδή είναι αρχοντικός, έχει και προσοχή έχει και
σιωπή μέσα του. Προσοχή, που δεν κουράζει, δεν κάμπτει και δεν εκνευρίζει. Και
σιωπή, που δεν σκληραίνει συνειδήσεις, γιατί είναι σιωπή που απλά δεν
χορταίνεται. Ο άηχος λόγος της «Ευχής», ελευθερώνει και λύει τον μέχρι τώρα φιμωμένο λόγο της ψυχής. Η
φρενοβλαβής βαττολογία καθίσταται περιττή και απευκταία. Το συμβατικό λάλημα
ομορφαίνεται πια με την ευκτική αφθογγία. Το Όνομα του Χριστού είναι η πάνσοφη γλώσσα
που αναγνωρίζουν τα επουράνια. Έκπληκτος ο νους, ανταποκρίνεται στη μακαριότητα
της προσευχής με τη σιγή του, προσέχοντας μόνο στα λίγα και θαυμαστά. Ή καλύτερα,
στον Έναν και Υπερθαύμαστον· στον Κύριο της Δόξης που είναι αιώνια ο μυστικός
Νυμφίος όλης της Εκκλησίας και της κάθε ψυχής ξεχωριστά.
Το κείμενο του
καλού μας «Προσκυνητού» μάς τα υποδεικνύει όλα αυτά και ιδιαίτερα στο πώς να
εμβαθύνουμε προσεκτικά. Η εμβρίθεια, η εσωτερικότητα, η προσοχή και η
συναίσθηση των ευχών, των λέξεων και των νοημάτων, είναι το χαρακτηριστικό
ιδίωμα των προσευχόμενων τέκνων της Εκκλησίας. Μέσα στο αθεώρητο φιλόκαλο βάθος της
ταπεινώσεως, ανακαλύπτουμε το ανυπερήφανο και άτυφο ύψος της μυστικής ζωής. Πού
να βρεθεί μετά βάσκανος και επίβουλος χώρος για φαντασία, για αίρεση, για
πλάνη, για ατομοκεντρικό θρήσκευμα, για θεολογιακές ιδέες και προλήψεις, για
παρασάλευση δογμάτων, για ήθος αλλότριο και ξένο της χριστιανικής
πολιτείας; Ό,τι ιερό βιώνεται μέσα στην καρδιά, σφραγίζεται απολυτρωτικά με τη
Χάρη.
Το βιβλίο «Οι
περιπέτειες ενός προσκυνητού», εδώ και πενήντα τόσα χρόνια, είναι απαράμιλλο
βιωματικό εγχειρίδιο γι’ αυτά τα μεγάλα θέματα της Νηπτικής μας Παραδόσεως. Μέσα
από την απλότητα και την αμεσότητα των περιγραφών του, μέσα από τις πάντερπνες
αφηγήσεις των «περιπέτειών» του, αναδύεται η ζεστασιά του νηπτικού αγώνα και η
θαλπωρή που βρίσκει όλος ο άνθρωπος εισερχόμενος μέσα στη «βαθεία καρδία» του·
μέσα σε αυτήν την εξαίσια και παντοτινή, την φυσική και μοναδική εστία της
«Ευχής»…
ς, αντί να μπούνε μέσα, περίμεναν απ’ έξω και κάθονταν
πάνω στο χορτάρι. Όταν με είδαν κάπως να βιάζομαι για να μπω μέσα, μου είπαν:
–Μην βιάζεσαι, γιατί θα μείνεις όρθιος πολλή ώρα μέχρι ν’ αρχίσει η Ακολουθία. Όλες οι Ακολουθίες εδώ πέρα αργούνε πάρα πολύ, επειδή η υγεία του παπά δεν είναι και τόσο καλή και δεν μπορεί να βιάζεται.
–Μην βιάζεσαι, γιατί θα μείνεις όρθιος πολλή ώρα μέχρι ν’ αρχίσει η Ακολουθία. Όλες οι Ακολουθίες εδώ πέρα αργούνε πάρα πολύ, επειδή η υγεία του παπά δεν είναι και τόσο καλή και δεν μπορεί να βιάζεται.
Πραγματικά, ο Όρθρος και η Θεία Λειτουργία κράτησαν πάρα πολύ. Ο παπάς ήταν ένας νέος άνθρωπος, μα πολύ ωχρός και αδύνατος. Λειτούργησε εξαιρετικά αργά, αλλά με πολύ μεγάλη προσοχή και αφοσίωση και, προτού τελειώσει, κήρυξε ένα απλό λόγο, όμορφο και εποικοδομητικό· “πώς ν’ αυξανόμαστε στην αγάπη του Θεού”.
Μου
είπε να φάμε μαζί και, αν θέλω, να μείνω κοντά του.
Κατά
το διάστημα του γεύματος τού είπα:
–Πόσο αργά αλλά και με πόση κατάνυξη λειτουργήσατε, πάτερ μου!
–Μάλιστα, απάντησε, αλλά στους ενορίτες μου δεν τους αρέσει καθόλου αυτό και όλο μουρμουρίζουν. Τί να κάνω, όμως; Θέλω να εμβαθύνω και να χαίρομαι την ομορφιά της κάθε ευχής, προτού την απαγγείλω. Χωρίς αυτήν την εμβάθυνση και τα ανάλογα συναισθήματα, κάθε λέξη που απαγγέλλεται είναι ανωφελής: και γι’ αυτόν που την λέει και γι’ αυτούς που την ακούν. Το κάθε τι, πρέπει να επικεντρώνεται στην εσωτερική ζωή και στην εσωτερική προσευχή. Αλλά είναι λίγοι αυτοί που καταλαβαίνουν αυτά τα μεγάλα ζητήματα· και αυτό συμβαίνει γιατί νεκρώνεται μέσα τους η τάση και η επιθυμία για τα πνευματικά.
–Όμως, για ν’ αποκτήσει κανείς και να διατηρήσει αυτήν “την τάση και την επιθυμία για τα πνευματικά” και την κατανόησή τους, ίσως να συναντήσει μεγάλες δυσκολίες! του είπα, επίτηδες, μήπως και κατορθώσω να μάθω περισσότερα.
–Πόσο αργά αλλά και με πόση κατάνυξη λειτουργήσατε, πάτερ μου!
–Μάλιστα, απάντησε, αλλά στους ενορίτες μου δεν τους αρέσει καθόλου αυτό και όλο μουρμουρίζουν. Τί να κάνω, όμως; Θέλω να εμβαθύνω και να χαίρομαι την ομορφιά της κάθε ευχής, προτού την απαγγείλω. Χωρίς αυτήν την εμβάθυνση και τα ανάλογα συναισθήματα, κάθε λέξη που απαγγέλλεται είναι ανωφελής: και γι’ αυτόν που την λέει και γι’ αυτούς που την ακούν. Το κάθε τι, πρέπει να επικεντρώνεται στην εσωτερική ζωή και στην εσωτερική προσευχή. Αλλά είναι λίγοι αυτοί που καταλαβαίνουν αυτά τα μεγάλα ζητήματα· και αυτό συμβαίνει γιατί νεκρώνεται μέσα τους η τάση και η επιθυμία για τα πνευματικά.
–Όμως, για ν’ αποκτήσει κανείς και να διατηρήσει αυτήν “την τάση και την επιθυμία για τα πνευματικά” και την κατανόησή τους, ίσως να συναντήσει μεγάλες δυσκολίες! του είπα, επίτηδες, μήπως και κατορθώσω να μάθω περισσότερα.
–Δεν είναι δύσκολο καθόλου! μου απάντησε.
Για
ν’ αποκτήσει κανείς πνευματική φώτιση και να γίνει άνθρωπος της νηπτικής
εσωτερικής ζωής, θα πρέπει να συνηθίσει να παίρνει ένα κομμάτι –μισή ή μια
σελίδα της Αγίας Γραφής– και να συγκεντρώνεται σ’ αυτό μερικές ώρες, για
κάμποσες μέρες, με όλη του την δύναμη. Έτσι, ύστερα από μια τέτοια επανάληψη,
θα λάβει φως μέσα στην ψυχή του και θ’ αποκτήσει κατανόηση.
Συγχρόνως,
πρέπει με τον ίδιο ακριβώς τρόπο να προσεύχεται. Μάλιστα, για να γίνει η
προσευχή του καθαρή, αληθινή και ευχάριστη, θα πρέπει ν’ αποτελείται από λίγες,
δυνατές και περιεκτικές λέξεις που θα τις επιλέξει ο άνθρωπος και θα τις
επαναλαμβάνει συχνά, για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Μετά απ’ αυτά που σου
εκθέτω, θα βρει πραγματική ευφροσύνη στην Προσευχή.
Η διδαχή αυτή του εφημερίου μ’ ευχαρίστησε πάρα πολύ.
Πόσο
απλή και πρακτική ήταν!
Αλλά,
συγχρόνως, και πόσο βαθειά και σοφή!
Ευχαρίστησα
τον Θεό με την σκέψη μου, που ευδόκησε να γνωρίσω έναν τέτοιον εκκλησιαστικό
ποιμένα...».
※
[«Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού»,
(μετάφραση: Παντελεήμων Καρανικόλας
Μητροπολίτης Κορίνθου· 1919–2006),
σελ. 128–130,
Εκδοτικός Οίκος «Αστήρ», Αθήναι, 199412.]
※
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου