ΑΓΙΟΣ ΕΥΔΟΚΙΜΟΣ Ο ΔΙΚΑΙΟΣ
Ο μακάριος Ευδόκιμος έζησε κατά τους χρόνους του
εικονομάχου αυτοκράτορα Θεοφίλου (829-842). Οι γονείς του, Βασίλειος και
Ευδοκία, ήσαν πατρίκιοι και κατάγονταν από την Καππαδοκία. Η αρχοντιά της κοινωνικής
τάξης τους συνδυαζόταν με την ακλόνητη προσήλωση στην Ορθόδοξη Πίστη και
διάπυρη ευσέβεια, την οποία και μετέδωσαν στον γιο τους. Αφού έλαβε επιμελημένη
μόρφωση, ο Ευδόκιμος τιμήθηκε από τον αυτοκράτορα με το αξίωμα του κανδιδάτου
και ορίστηκε στρατοπεδάρχης, δηλαδή στρατιωτικός διοικητής, της Καππαδοκίας και
κατόπιν όλης της Αυτοκρατορίας. Αντί όμως να χρησιμοποιήσει τα προνόμια αυτά προς
δική του ευμάρεια και δόξα, τα έκανε όργανα αρετής και, εν μέσω της τύρβης του
κόσμου, έλαμπε ωσάν κρίνος ανάμεσα σε αγκάθια και ωσάν χρυσός σε κάμινο.
Διατηρώντας, όχι μόνο τη βαθειά αγνεία του σώματος, αλλά και την εσωτερική καθαρότητα των λογισμών, δεν επέτρεψε ποτέ να σταθεί και να μετεωρισθεί το βλέμμα του πάνω στο απατηλό γυναικείο κάλλος του φθαρτού σώματος και
απέκτησε με αυτόν τον τρόπο την αναγκαία καθαρότητα ώστε να παρουσιάζεται
άρρυπος ενώπιον του Θεού. Στην αγνεία αυτή πρόσθεσε τους πλούσιους καρπούς της αγάπης
και της ευσπλαχνίας του απέναντι στους πτωχούς, τις χήρες και τα ορφανά, ώστε
κατέστη αληθινό σκεύος εκλογής της θείας Χάριτος και ζώσα εικόνα της αρετής.
Αξεπέραστος στην αγάπη του για τον πλησίον, αποστρεφόταν την καταλαλιά και, όχι
μόνο απείχε από το να εκφέρει οποιαδήποτε κρίση για τον άλλο, αλλά έβρισκε
πάντα τον τρόπο να εμποδίσει ή να αποτρέψει τους άλλους να πουν λόγια που θα
μπορούσαν να πληγώσουν τον πλησίον. Έλεγε, μάλιστα, ότι ο καθένας θα έπρεπε ν’
ακούει μάλλον παρά να ομιλεί και το αποδείκνυε εφαρμόζοντας στην πράξη δίχως
πολλά λόγια όλες τις εντολές του Θεού.
Σε ηλικία τριάντα ετών προσβλήθηκε από σοβαρή
ασθένεια και, αφού προετοιμάσθηκε και αποχαιρέτησε τους κοντινούς ανθρώπους
του, έστρεψε την προσευχή του προς τον Κύριο ζητώντας από Αυτόν να μη δοξασθεί
μετά τον θάνατό του. Παρά την επιθυμία του αυτή, καθώς ο λύχνος δεν μπορούσε να
μείνει κρυμμένος υπό το μόδιον (πρβλ. Ματθ. 5, 14-19), μόλις κατατέθηκε η σωρός
στον τάφο, ένας δαιμονισμένος ελευθερώθηκε και ένα παραλυτικό παιδί στάθηκε στα
πόδια του στερεωμένο. Τα θαύματα πολλαπλασιάσθηκαν στον τάφο του, αλλά και με
το χώμα του τάφου, που έστελναν σε αρρώστους για να τρίψουν με αυτό το πονεμένα
μέρη. Δεκαοκτώ μήνες μετά τη μακαρία κοίμησή του, κατόπιν αιτήματος της μητέρας
του, ανοίχθηκε ο τάφος του Ευδοκίμου και το σώμα του βρέθηκε απολύτως άφθαρτο
αναδίδοντας εξαίσια ευωδία. Κατόπιν το τίμιο αυτό λείψανο μεταφέρθηκε στην
Κωνσταντινούπολη και κατατέθηκε στον ναό της Θεοτόκου, τον οποίο είχαν κτίσει
οι γονείς του αγίου. Η ανακομιδή των λειψάνων του μνημονεύεται στις 6 Ιουλίου.
Σ υ ν α ξ ά ρ ι ο ν .
Τῇ ΛΑ΄ τοῦ μηνὸς Ἰουλίου,
μνήμη τοῦ ἁγίου καὶ δικαίου Εὐδοκίμου.
Στιχ. Τὸν θεῖον Εὐδόκιμον, ᾧ βίος γέλως,
Τὸ
Θεῖον εὐδόκησεν ἐκστῆναι βίου.
Δέχνυται Εὐδόκιμον πρώτῃ τάφος ἐν
τριακοστῇ.
—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ γῆς ὁ καλέσας σε, πρὸς
οὐρανίους σκηνάς, τηρεῖ καὶ μετὰ θάνατον, ἀδιαλώβητον, τὸ σῶμά σου Ἅγιε· σὺ γὰρ
ἐν σωφροσύνῃ, καὶ σεμνῇ πολιτείᾳ, μάκαρ ἐπολιτεύσω, μὴ μολύνας τὴν σάρκα. Διὸ ἐν
παρρησίᾳ Χριστῷ, πρέσβευε σωθῆναι ἡμᾶς.
—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—
Ἦχος γ΄. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἡ σεπτή σου σήμερον, ἡμᾶς
συνήθροισε μνήμη, ἐν τῇ θείᾳ λάρνακι, τῶν ἱερῶν σου λειψάνων· πάντες οὖν, οἱ
προσιόντες καὶ προσκυνοῦντες, ἅπασαν, δαιμόνων βλάβην ἀποσοβοῦνται, καὶ
ποικίλων νοσημάτων, λυτροῦνται τάχος μάκαρ Εὐδόκιμε.
—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—
Εὐδόκιμος πέφηνας τῷ Θεῷ,
ἐν δικαιοσύνῃ, τὸν σὸν βίον διαδραμών· ὃ λαθὼν γὰρ ἔσχες, ἐγνώσθη μετὰ τέλος, Εὐδόκιμε
θεόφρον, πρὸς θείαν αἴνεσιν.
[ Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 11ος (Ιούλιος), σελ. 344–345.
Διασκευή εκ του Γαλλικού:
Ξενοφών Κομνηνός.
Θεώρηση Κειμένου:
Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·
Αθήναι, Ιούνιος 2008.
Επιμέλεια ανάρτησης:
π. Δαμιανός. ]
Επιτρέπεται
η αναδημοσίευση των αναρτήσεων
από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου