ΠΟΡΕΙΑ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ
Για τον
πνευματικό άνθρωπο έχει πολλή σημασία, εκείνο που αναφέρει ο αββάς Ισαάκ για
τον αββά Ποιμένα στο «Γεροντικό».
Καθόμασταν, λέει, με τον αββά Ποιμένα κάποτε και εργαζόμασταν στο εργόχειρό μας.
Σε μια στιγμή τον βλέπω να βυθίζει το βλέμμα του στο μάκρος του ορίζοντα,
σάμπως νά ’θελε μόνο με το νου του να βλέπει κι όχι με τα μάτια του κορμιού
του. Πραγματικά, έπρεπε κάτι πολύ σπουδαίο να βλέπει νοερώς, γιατί
απολησμονήθηκε πέρα για πέρα κι η όψη του πήρε την έκφραση της «χαρμολύπης», δηλαδή χαράς μαζί και
λύπης. Τα μάτια του βυθιζόταν ολοένα και πιο βαθιά σε κάποιο δυνατό αγάπημα της ψυχής του και, σε
λίγο, άρχισαν να τρέχουν ασταμάτητα δάκρυα. Για ώρα πολλή τον κοίταζα κι εγώ και
θαύμαζα την έκστασή του, μα δεν τολμούσα να του μιλήσω. Όταν, πια, ξανάρχισε το
εργόχειρό του, τον παρακάλεσα να μου πει πού ήταν ο λογισμός του τόσην ώρα. Τότ’
εκείνος μού αποκρίθηκε με σιγανή φωνή: «ὁ
ἐμὸς λογισμός, ὅπου ἡ ἁγία Μαρία ἡ Θεοτόκος ἔστηκε καὶ ἔκλαιεν ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ
τοῦ Σωτῆρος· κἀγὼ ἤθελον πάντοτε οὕτω κλαίειν».
Όσοι γνωρίζουν κάπως τον ωραίο λόγο και τις θέσεις των αγίων
Πατέρων της Εκκλησίας μας, ξέρουν καλά ποια θέση έχει ο Σταυρός στην ορθόδοξη
θεολογία· αυτό μπορεί να το ιδεί κανείς και στα έργα των αγίων Πατέρων, και στη
λειτουργική μας ποίηση, και στη ζωή των τέκνων της Εκκλησίας μας, που ψάλλουν στις
γιορτές του Σταυρού:
«Σταυρός,
ὁ φύλαξ πάσης τῆς οἰκουμένης,
»Σταυρός, ἡ
ὡραιότης τῆς Ἐκκλησίας·
»Σταυρός,
βασιλέων τὸ κραταίωμα,
»Σταυρός,
πιστῶν τὸ στήριγμα·
»Σταυρός,
ἀγγέλων ἡ δόξα,
»καὶ τῶν
δαιμόνων τὸ τραῦμα».
Καταλαβαίνει
τώρα κανείς, πόση άγνοια και πόση προκατάληψη πρέπει να έχουν οι δυτικοί
θεολόγοι, όταν κατηγορούν την ορθόδοξη θεολογία πως αγνοεί τάχα το Μυστήριο του
Σταυρού. Αλλ’ ας αφήσουμε την άκαρπη φιλολογία, για να πλησιάσουμε, όσο μας επιτρέπει
ο χρόνος και οι ασθενείς δυνάμεις μας, το Μυστήριο του Σταυρού, και να δούμε
ποιος είναι ο δρόμος που περνάει κάτω απ’ τον ίσκιο του Σταυρού, και τον Οποίο
πρέπει ν’ ακολουθεί ο χριστιανός, για να βρει τη λύτρωσή του και τη σωτηρία της
ψυχής του.
Ο
τρισμακάριστος και πανσεβάσμιος Σταυρός του Κυρίου είναι για τον χριστιανό το «ἱστίον», όπως λέει και η αγία Συγκλητική,
που μ’ αυτό μονάχα μπορούμε να περάσουμε το πέλαγος της ζωής: «Αφού υψώσουμε τον Σταυρό στη ζωή μας και τον
απλώσουμε σαν ένα άλλο ναυτικό πανί, τότε θα μπορέσουμε να πραγματοποιήσουμε το
ταξίδι μας στη θάλασσα αυτού του κόσμου, δίχως καν να το καταλάβουμε». Πραγματικά,
δίχως τον Σταυρό, ο χριστιανός δεν θά ’χε τη δύναμη να προχωρήσει στη ζωή, ν’
αγωνιστεί σκληρά με τους πειρασμούς και το σατανά, και να νικήσει στο τέλος,
έχοντας όπλο ακαταμάχητο τον Τίμιο Σταυρό. Γιατί δεν είναι το απλό ξύλο ή το
σημείο του σταυρού, που ως συνήθως κάνει αδιάφορα ο άνθρωπος, μα εκείνη η μυστική δύναμη που
έρχεται από τη Θυσία και το πανάγιο Αίμα του Εσταυρωμένου, εκείνο που
γιγαντώνει στον αγώνα του τον χριστιανό, που έχει σύμμαχο στη ζωή του τον
Σταυρό. Όπως η σημαία, που δεν είναι παρά ένα κομμάτι από χρωματιστό ύφασμα, μας
κάνει στο πέρασμα ή στο θέαμά της ν’ αναριγούμε όλοι, γιατί θυμόμαστε τα
ιερά και τα όσια της πολυβασανισμένης μας ένδοξης Πατρίδος μας –έτσι και με τον
Σταυρό: ο νους μας, κατά την ημέρα της Υψώσεως ή την Κυριακή της
Σταυροπροσκυνήσεως, πηγαίνει στον Γολγοθά και στέκεται νοερά, όπου ο νους του
αββά Ποιμένος, μαζί με την Παναγία, και κλαίει από αγάπη για τον Εσταυρωμένο,
και πίνει απ’ την ανοιχτή θεία πληγή τη ζωή, που βλάστησε για να λυτρωθούν
όλοι οι αμαρτωλοί. Αν ο χριστιανός δεν τον δει τον Σταυρό του Χριστού σαν πίδακα και σαν κρατήρα θείου
νέκταρος και αίματος που αναγεννά και σώζει, αυτός ο χριστιανός δεν έχει καλά τις πνευματικές αισθήσεις
του. Και αν δεν μπορεί να καταλάβει τι νόημα κρύβουν οι στίχοι των «Χαιρετισμών» του Σταυρού:
«Χαῖρε,
ὅτι ἀνυψούμενος
συνανυψοῖς νῦν ἡμᾶς.
Χαῖρε, ὅτι
προσκυνούμενος
καθαγιάζεις τὰς ψυχάς».
Αν ιδεί,
όμως, το Μυστήριο του Σταυρού μέσα απ’ τις πατερικές θέσεις του σωτηριολογικού
δόγματος της Εκκλησίας μας, θα ιδεί όλη η ζωή του να κρέμεται απ’ τον Σταυρό
του Χριστού, το αιματόβρεχτο φλάμπουρο κάθε πιστού. Η πείνα του κι η δίψα του,
να τελειώνουν στον Σταυρό. Η αγωνία του, να σβήνει στον Σταυρό. Τα προβλήματά
του, να φωτίζονται απ’ το πονεμένο φως του Σταυρού. Τα βάσανά του και οι πόνοι
του, να ξελαφρώνουν μπροστά στην πίκρα και την απερίγραπτη οδύνη του Σταυρού.
Τα πάντα του, να λυτρώνονται απ’ τη θυσία του Σταυρού. Οι βρωμιές κι οι
παλιανθρωπιές των βάναυσων ανθρώπων που τον περιβάλλουν, να παίρνουν απ’ το
ζωομύριστο Ξύλο, μια εύοσμη και γλυκιά ευωδία. Και να αισθάνεται, πως ο Σταυρός
έχει γίνει γι’ αυτόν η θύρα των μυστηρίων και η ουρανοστήριχτη σκάλα, απ’ την
οποία θ’ ανεβεί στη μακαριότητα των ουρανών, χωρίς να μπορούν να τον εμποδίσουν
οι πειρασμοί και οι δαίμονες.
Ας θυμηθούμε
εδώ το περίφημο πατερικό απόφθεγμα του «Γεροντικού».
Ο άγιος Ιωάννης ο Βοστρηνός, που είχε λάβει ιδιαίτερο χάρισμα και εξουσία να
βγάζει απ’ τους δαιμονισμένους τα δαιμόνια, ρώτησε μια μέρα τους δαίμονες, που
είχαν στήσει την κατοικία τους σε μερικές νεαρές κοπέλες και τις τυραννούσαν
και τις βασάνιζαν σκληρά: «Ποια πράγματα
φοβάσθε πιο πολύ από τους χριστιανούς;». Κι εκείνοι τού αποκρίθηκαν: «Έχετε, όντως, τρία μεγάλα πράγματα: εκείνο
που το φοράτε στο στήθος σας (δηλαδή τον Τίμιο Σταυρό)· ένα με το οποίο λούζεσθε μέσα στην Εκκλησία
(δηλαδή το άγιο Βάπτισμα)· και ένα ακόμη
που το τρώτε, όταν συνάζεσθε μέσα στον Ναό (δηλαδή τη θεία Κοινωνία)». Έτσι, με την απάντηση των ίδιων των
δαιμόνων, φαίνεται πως τα φοβερότερα όπλα του χριστιανού, που φοβούνται και δεν
τολμούν να τ’ αντιμετωπίσουν οι αιώνιοι αντίπαλοί μας και εχθροί της σωτηρίας μας,
είναι ο Τίμιος Σταυρός, το άγιο Βάπτισμα και η θεία Κοινωνία –όταν, βέβαια, εμείς
(με τη ζωή μας) τα «φυλάσσωμεν καλῶς».
Οι
χριστιανοί προσκυνούμε τον τύπο του Σταυρού, γιατί είναι «το μεγαλύτερο σημείο και τρόπαιο του Χριστού κατά του διαβόλου και εναντίον
κάθε δαιμονικής φάλαγγας, που μας επιτίθεται· γι’ αυτό και οι δαίμονες φρίττουν
και τρέπονται κυριολεκτικά σε φυγή, όταν βλέπουν να τυπώνεται και να χαράζεται πάνω μας ο
Σταυρός», σημειώνει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Και Τον τιμούμε και Τον
δοξάζουμε τώρα (με τη ζωή μας και στον παρόντα χρόνο που μας δίδεται), για να έχουμε παρρησία
να Τον κοιτούμε την ώρα της Κρίσεως, όπου θα παρευρίσκεται «ντυμένος» με πολλή και απερίγραπτη δόξα. Με τον Σταυρό που προσκυνούμε, αποκτούμε την προσωπική «κοινωνία με τα Παθήματα του Χριστού»
(Φιλιπ. 3, 10). Και δεν καυχιόμαστε για τίποτε άλλο, παρά για τον Σταυρό του
Χριστού. Ο Απόστολος Παύλος δεν ήθελε για κανένα άλλο πράγμα να καυχηθεί στη
ζωή του, μονάχα «για τον Σταυρό του
Χριστού», όπως γράφει στην προς Γαλάτας επιστολή του –«εξαιτίας του Οποίου όλος ο κόσμος έχει σταυρωθεί για μένα, όπως κι
εγώ έχω ήδη σταυρωθεί για τον κόσμο» (Γαλ. 6, 14). Για τον χριστιανό δεν
είναι σκάνδαλο ο λόγος του Σταυρού, ούτε μωρία, όπως είναι για τους Ιουδαίους
και τους ειδωλολάτρες, αλλά είναι «Δύναμη
και Σοφία Θεού» που ζωοποιεί και σώζει. Αλλά, για να είναι ο λόγος του
Σταυρού, «σ’ εμάς που θέλουμε να σωθούμε
(και που σωζόμαστε διά της χάριτος συνεχώς), δύναμη και σοφία Θεού», πρέπει (ετούτος ο λόγος) να είναι ζυμωμένος
με τη συσταύρωσή μας με τον Χριστό.
Και αυτή η συσταύρωση έχει τη ρίζα της στον
λόγο του Χριστού, που μας διασώζει ο Ευαγγελιστής Λουκάς: «Όποιος θέλει να Με ακολουθήσει, ας αρνηθεί τον εαυτό του κι ας σηκώσει
τον καθημερινό του σταυρό και, τότε, ας Με ακολουθήσει» (Λουκ. 9, 23).
Μπορεί να προσέξει κανείς ιδιαίτερα, και εξωτερικά ακόμη, τις φράσεις: «Όποιος θέλει να Με ακολουθήσει»
–ενεστώτας χρόνος, που δείχνει με το απαρέμφατό του την ασταμάτητη, την αιώνια
πορεία του χριστιανού κοντά στον Χριστό– «και
ας σηκώνει τον καθημερινό του σταυρό» –όχι, μια φορά μονάχα– «και, τότε, ας Με ακολουθήσει». Γιατί,
πνευματικά, ο Χριστός δεν έπαψε ποτέ να σταυρώνεται για τον καθένα μας, όπως λέει
και ο άγιος Μάξιμος: «πάντα το κάνει αυτό
για εμάς ο Κύριος και πάσχει συνεχώς για εμάς, προκειμένου όλους να τους σώσει».
Επομένως και η ιδική μας συσταύρωση
πρέπει να είναι παντοτινή, και να μη θέλουμε να ξέρουμε τίποτ’ άλλο, παρά
μονάχα «τον Ιησού Χριστό και Τούτον
Εσταυρωμένο» (Α΄ Κορ. 2, 2). Κι αυτό θα πει, να βρίσκεσαι νοερώς και με την
ηθική τάξη, που θα σου εξασφαλίζει μια «παγκαθαριότητα»
των σωματικών σου αισθήσεων, μπρος στον Σταυρό του Χριστού, πάνω στο Γολγοθά.
Να βλέπεις το πανάγιο Σώμα Του πάνω στον Σταυρό και να συλλογίζεσαι: πόσα έπαθε
ο Χριστός μου για μένα, και πόσα παραλείπω εγώ να κάνω για τη σωτηρία μου; Να
βλέπεις τη λογχισμένη καρδιά Του, που κράζει προς τον Πατέρα: «Πατέρα,
συγχώρεσέ τους!» (Λουκ. 23, 34), και να συγχωρείς κι εσύ όσους σου έφταιξαν και
σ’ έκαναν να πονέσεις. Να βλέπεις τις ταπεινώσεις που υπέφερε για σένα ο
Κύριος, και να παίρνεις κουράγιο, όταν βρίσκεσαι ανάμεσα σε σύγχρονους
Φαρισαίους και Ιουδαίους, που χλευάζουν και κοροϊδεύουν και ειρωνεύονται –οι
ταλαίπωροι!– όσους θέλουν κι αγωνίζονται να ζήσουν κατά Χριστόν. Να βλέπεις τον
τεράστιο Σταυρό Του (δεκαπέντε πόδια μάκρος και οχτώ πόδια πλάτος, κατά μία αρχαία παράδοση)
και τότε να αισθάνεσαι τον δικό σου σταυρό ελαφρότερο.
Μ’ έναν
λόγο, να διαβάζεις εκεί στον Σταυρό του Κυρίου, όσα κανένα βιβλίο και κανένα
Πανεπιστήμιο δεν μπορεί να σε διδάξει ποτέ. Γράφει γι’ αυτό κάπου ο άγιος
Νικόδημος ο Αγιορείτης: «Από βιβλία είναι γεμάτος όλος ο κόσμος. Παρ’ όλ’ αυτά, όλ’ αυτά τα
βιβλία ακόμα κι αν τα μαζέψεις μαζί, δεν μπορούν να σου εξηγήσουν στην εντέλεια τον
τρόπο ν’ αποκτήσεις τις αρετές, όπως σου εξηγεί ο Εσταυρωμένος Ιησούς Χριστός.
Σε συμβουλεύω, παιδί μου, σ’ Αυτόν τον Εσταυρωμένο να προστρέχεις και να Τον
κατασπάζεσαι με δάκρυα και να Τον αγκαλιάζεις θερμά, κάθε φορά που συμβεί να
δαγκωθείς απ’ τα νοητά φίδια των δαιμόνων και απ’ τους πειρασμούς που
προέρχονται απ’ τους ανθρώπους. Και, οπωσδήποτε, θα γιατρευτείς απ’ τις πληγές
σου. Όπως κάποτε κι οι Εβραίοι, μέσα στην έρημο, που γιατρεύονταν απ’ τις
δαγκωματιές των αισθητών φιδιών, αμέσως μόλις έβλεπαν το χάλκινο φίδι που ήταν
κρεμασμένο πάνω στο ξύλο. Αυτός ο χάλκινος όφις ήταν αντίτυπος τύπος του Κυρίου μας, που έλεγε: “Όπως ο Μωυσής
ύψωσε το φίδι στην έρημο, έτσι πρέπει να υψωθεί κι ο Υιός του ανθρώπου, ώστε όποιος
πιστεύει σε Αυτόν, να μη χάνεται, αλλά να έχει ζωή αιώνια”» (Ιωάν. 3, 14).
Ίσως
πρέπει να διευκρινίσουμε κάπως τη φράση που λέγει, πως ο χάλκινος όφις ήταν αντίτυπος τύπος του Κυρίου μας,
αντίθετος του Χριστού. Η εμβάθυνση στο νόημα που κρύβει αυτή η σκηνή της Παλαιάς
Διαθήκης, ανήκει στον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο. Ο αντίτυπος τύπος, φυσικά, είναι ο νοητός όφις, ο Διάβολος. Πώς, όμως,
ο Διάβολος, μπορεί να γιατρεύει και να σώζει, όσους τον κοιτούν κατάματα; Και
απαντά ο άγιος Γρηγόριος, πως, «γιατρεύει
εκείνους που πιστεύουν ότι ο Διάβολος (ο νοητός όφις) δεν ζει πια, αλλά νεκρώθηκε απ’ τον Σταυρωθέντα Χριστό, και ότι μαζί
του νεκρώθηκαν κι όλοι οι υποκείμενοι σ’ αυτόν Δαίμονες».
Η
έκφραση που συνηθίζουμε να χρησιμοποιούμε, όταν μιλούμε για τον Τίμιο Σταυρό είναι, πως πρέπει να
σηκώνει με υπομονή ο καθένας μας τον σταυρό του, «ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ» (Μάρκ. 8, 34). Ποιός, όμως, είναι
θεολογικά ο σταυρός για τον κάθε χριστιανό; Η απάντηση που δίνουν οι Πατέρες σ’
αυτή την ερώτηση, είναι η ακόλουθη· Τα είδη των σταυρών στο διάβα της ζωής μας είναι τέσσερα: α)
σταυρός «γνώσεως», β) σταυρός «οικονομίας», γ) σταυρός «πολιτείας» και δ) σταυρός «πάθους».
Ο
σταυρός «γνώσεως» είναι εκείνος που
φανερώνει όλα όσα μπορούμε να μάθουμε περί Θεού απ’ τον λόγο του Σταυρού. Εκεί
θα γνωρίσουμε πως, ό,τι δεν μπόρεσε να κάμει η δύναμη και η σοφία των ανθρώπων,
το έκαμε ο Σταυρός· κι έτσι, σώθηκε ο άνθρωπος. Μόνο μέσω του Σταυρού του
Χριστού, «θα μπορέσουμε να καταλάβουμε
ποιο είναι το πλάτος και ποιο το μήκος, ποιο το βάθος και ποιο το ύψος»
(Εφεσ. 3, 18) του Σταυρού. Δηλαδή, θα δούμε στις διαστάσεις του Σταυρού: το
ύψος της σοφίας και τον βυθό της γνώσεως –το πάνω και το κάτω μέρος του
Σταυρού– και το πλάτος της αγάπης και το μήκος της δυνάμεως –τα δύο πλάγια
άκρα του.
Ο
σταυρός της «οικονομίας»· φανερώνεται
με αυτές τις κινήσεις και τους λόγους του Χριστού (Ιωάν. 16, 28): «Προέρχομαι από τον Πατέρα Μου» –το πάνω
μέρος του Σταυρού. «Και ήρθα στον κόσμο»
–το κάτω μέρος. «Τώρα, όμως, αφήνω τον
κόσμο» –το ένα μέρος του πλάτους. «Και
πηγαίνω προς τον Πατέρα Μου» –το άλλο μέρος του πλάτους.
Ο
τρίτος σταυρός είναι ο σταυρός της «πολιτείας»·
Δηλαδή, το να νεκρώσεις τα μέλη σου, να κόψεις τα σαρκικά σου φρονήματα και τα θελήματα,
όπως λέει ο Απόστολος Παύλος: «Απονεκρώστε,
λοιπόν, ό,τι σας συνδέει με το αμαρτωλό παρελθόν: την πορνεία, την ηθική
ακαθαρσία, το πάθος, την κακή επιθυμία και την πλεονεξία, που είναι ειδωλολατρία.
Για όλα αυτά θα πέσει η οργή του Θεού πάνω σ’ εκείνους που απειθούν και δεν θέλουν
να πιστέψουν» (Κολ. 3, 5). Γιατί, σαν παραμερίσεις τα σαρκικά θελήματα και
τις αμαρτωλές επιθυμίες σου, η ψυχή αρχίζει να παίρνει τα πάνω της και να
δυναμώνει. Όταν όμως υποκύπτεις στις παράνομες επιθυμίες σου, τις σατανικές,
τότε η ψυχή μαραίνεται. Έτσι δεν μπορεί κανείς κι εδώ να δουλεύει «σε δύο κυρίους» (Ματθ. 6, 24), δηλαδή
και στο σώμα και στη ψυχή. Νεκρώνοντας, λοιπόν, τα μέλη της αμαρτίας, που
αναφέραμε πιο πριν, σηκώνεις τον σταυρό της «πολιτείας»
σου.
Τέταρτος
σταυρός είναι ο σταυρός του «πάθους»·
το προσωπικό μας μαρτύριο, η σωματική μας σταύρωση, την οποία πρέπει να είμαστε
προετοιμασμένοι να δεχτούμε, αν έρθει κάποτε κι αυτή η ώρα, να μαρτυρήσουμε
δηλαδή για την Πίστη μας, για τη θερμή Πίστη προς τον Λυτρωτή μας, τον
Εσταυρωμένο Χριστό, τον ουράνιο Νυμφίο της πονεμένης ψυχής μας.
Αν,
λοιπόν, κι εμείς σταυρώνουμε τη σάρκα μας και νεκρώνουμε τα πάθη και τις κακές μας
επιθυμίες, κι αν υπομένουμε με υπομονή και καρτερία κάθε θλίψη και κάθε
κακοπάθεια, ο Χριστός θα ’ρθει ν’ αναπαυθεί επάνω μας, όπως αναπαύθηκε στον
Τίμιο Σταυρό. «Όπως ένας πατέρας φροντίζει το παιδί του», λέει ο αββάς Ισαάκ, «έτσι
και ο Χριστός θα φροντίσει για εκείνο το σώμα που κακοπαθεί και πάσχει από αγάπη γι’ Αυτόν και θα
βρίσκεται πάντα πλάι στο σώμα αυτό»! Πουθενά δεν αναπαύεται ο Θεός τόσο, όσο
στη θλιμμένη καρδιά, στην πονεμένη και βουτηγμένη μέσα στα δάκρυα και στην
κακοπάθεια, αλλά που βαστάει με υπομονή τον σταυρό της.
Θα
τελειώσουμε με τα παρακάτω λόγια του Μελετίου Πηγά (Πατριάρχης Αλεξανδρείας·
1549-1601): «Αγάπησε κι εσύ, αδελφέ, τον
Σταυρό του Κυρίου· πάρε τον σταυρό σου κι ακολούθησε τον Χριστό. Μη σου φανούν
βαριά τα Πάθη και ο ονειδισμός του Χριστού, διότι, σύμφωνα με τον Απόστολο,
βάρος δόξης σού ετοιμάζουν (πρβλ. Β΄ Κορ. 4, 17). Και πρώτα στάσου βέβαιος, εδραίος, ακλόνητος, αμετακίνητος στην
Ορθόδοξη Πίστη του Χριστού, όπως ακριβώς σε έμαθε η ανατολική Ορθόδοξη
Εκκλησία. Και μη σε βρει και σε πλανέψει κανένας άνθρωπος και ξεθαρρέψεις από
μόνος σου και πειστείς ότι οι θλίψεις και οι στενοχώριες σού συμβαίνουν
εξαιτίας της Εκκλησίας ή ότι μπορεί αυτές να είναι σημάδι πως η Εκκλησία που
βρίσκεσαι να μην είναι αληθινή, μια που η Εκκλησία πειράζεται και χειμάζεται
συνεχώς. Το πιο αληθινό σημάδι της πραγματικής εκκλησίας του Χριστού είναι οι
θλίψεις, οι ζάλες και οι ταραχές. Λέει ο Σωτήρας Χριστός προς την Εκκλησία των
Αποστόλων:“Αν ανήκατε στον κόσμο, θα σας αγαπούσε ο κόσμος· γιατί ο κόσμος
αγαπάει πάντα όσους προέρχονται απ’ αυτόν” (Ιωάν. 15, 19)· και αλλού:“Μέσα στον κόσμο θα έχετε μόνο
θλίψη” (Ιωάν. 16, 33)».
ΠΑΝΤΕΛΗΣ Β. ΠΑΣΧΟΣ
[ Παντελή Β. Πάσχου:
«Έρως Ορθοδοξίας»,
Μέρος Β΄, κεφ. Β΄, §12,
σελ. 184–191,
Εκδόσεις
«Αποστολικής Διακονίας
της Εκκλησίας της Ελλάδος»·
Αθήναι 19874.
Επιμέλεια ανάρτησης:
π. Δαμιανός. ]
Επιτρέπεται
η αναδημοσίευση των αναρτήσεων
από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.