Δευτέρα 7 Αυγούστου 2017

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο «ΓΕΡΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗΣ»

ΟΣΙΟΣ ΙΩΣΗΦ Ο «ΓΕΡΟΝΤΟΓΙΑΝΝΗΣ»


     Ο όσιος Ιωσήφ καταγόταν από το χωριό Λιθίνες της Σητείας της Κρήτης και γεννήθηκε το 1799 στα ερείπια της Μονής Καψά, στην νοτιοανατολική εσχατιά της κρητικής γης, όπου είχαν καταφύγει οι γονείς του για να γλυτώσουν από τους Τούρκους. Αγράμματος εξ ανάγκης, έμαθε ωστόσο από στήθους πολλές εκκλησιαστικές ακολουθίες. Ο παράφορος, βάναυσος, απότομος και βίαιος όμως χαρακτήρας του τον έκανε σιγά-σιγά να λησμονήσει την ευσέβεια της νεότητάς του και οι γονείς του υποχρεώθηκαν να τον στείλουν να δουλεύει σε απομακρυσμένα μέρη για να αποφεύγει τις έριδες με τους Τούρκους κατοίκους του χωριού του. Η απομόνωση όμως αυτή άλλο δεν έκανε παρά να εντείνει τις τάσεις του, και έτσι όταν παντρεύτηκε, η γυναίκα του πάσχιζε απεγνωσμένα να τον διορθώσει.


     Μια Κυριακή πήγε να πουλήσει ένα φορτίο ξύλων στο χωριό συνοδευόμενος από την γυναίκα του που δεν στάθηκε δυνατό να τον πείσει να σεβαστεί την Ημέρα του Κυρίου. Όταν επέστρεψε, βρήκε την μικρή του κόρη καμένη ζωντανή στο αλώνι μπροστά στο σπίτι του. Το γεγονός αυτό συγκλόνισε όλο του το είναι και σηματοδότησε μια ριζική αλλαγή στην ζωή του. Γύρισε να δουλέψει στο χωριό του και με την ενέργεια της θείας Χάριτος, από σκαιός και βίαιος που ήταν, έγινε υπόδειγμα πραότητας, αγάπης και ευλαβείας. Η άνυδρη γη της ψυχής του, αρδευόμενη έκτοτε από τους ποταμούς των δακρύων του, έφερε τους καρπούς των αγίων αρετών που οικοδομούσαν όλους τους άλλους χριστιανούς.


     Μια μέρα του 1841 έπεσε σε ύπνο βαθύ που κράτησε περισσότερο από σαράντα ώρες. Στο ξύπνημά του θεράπευσε μια γυναίκα παράλυτη και, πιεζόμενος από τις ερωτήσεις των κοντινών του ανθρώπων, διηγήθηκε με εκπληκτική ευφράδεια ότι ένας Άγγελος τον οδήγησε σε έναν εξαίσιο λειμώνα στολισμένο με τα πιο ευώδη φυτά, όπου είδε τις ουράνιες Μονές των εκλεκτών· έπειτα ο Άγγελος τού έδειξε τις τιμωρίες των κολασμένων. Από την ημέρα εκείνη τον επισκίασε η θεία Χάρις και από το στόμα εκείνου του αμόρφωτου ανθρώπου έρρεαν ποταμοί πνευματικών διδαχών.


     Θεράπευσε επίσης πολλούς αρρώστους και έτσι δεν άργησαν να προσέρχονται στο σπίτι του πλήθη πιστών, σε σημείο που οι επιτυχίες του ανησύχησαν τις Αρχές. Ο άνθρωπος του Θεού, που έκτοτε όλοι αποκαλούσαν με σεβασμό «Γεροντογιάννη», κλήθηκε τρεις φορές στο Ηράκλειο από τον Τούρκο διοικητή της Κρήτης, ο οποίος τον απείλησε με φυλάκιση ή εξορία. Όταν όμως εκείνος θεράπευσε τον γιο του πασά, τον άφησαν στην ησυχία του, συμβουλεύοντάς τον ωστόσο να αποφεύγει να συγκεντρώνει γύρω του πλήθη. Εν συνεχεία, ήταν ο επίσκοπος του τόπου, ο Ιεροσητείας Ιλαρίων, που θέλησε να βάλει τέλος στο έργο του οσίου κατηγορώντας τον ως αγύρτη. Μια μέρα που ο ιεράρχης είχε κάνει στάση στο χωριό του Γεροντογιάννη σε μια ποιμαντική επίσκεψή του, διαπίστωσε θυμωμένος ένα πλήθος χριστιανών συγκεντρωμένων γύρω από το σπίτι του. Η φοράδα του επισκόπου, που μόλις είχε γεννήσει, ξαφνικά αφήνιασε και δεν άφηνε να την πλησιάσει ακόμη και το πουλάρι της. Κάλεσαν αμέσως τον Γεροντογιάννη που γιάτρεψε αμέσως το ζωντανό και ο επίσκοπος γεμάτος ευγνωμοσύνη τον ευλόγησε και τον ασπάσθηκε.


     Μετά από επτά μήνες, ο μακάριος, κουρασμένος από τις τιμές και το καλό του όνομα, αποφάσισε να γίνει μοναχός στο μονύδριο του Τιμίου Προδρόμου του Καψά, όπου είχε γεννηθεί, βαπτισθεί και παντρευτεί. Εγκαταλείποντας την οικογένειά του στην φροντίδα της θείας Πρόνοιας και παίρνοντας μαζί του όλο κι όλο ένα ραβδί, εγκαταστάθηκε στα ερείπια του μοναστηριού. Το φως των αρετών του ωστόσο δεν τον άφησε να ακολουθήσει για πολύ τον ησυχαστικό βίο που επιθυμούσε. Παρά το δυσπρόσιτο του τόπου, οι πιστοί άρχισαν να συρρέουν σε λίγο για να ζητήσουν τις προσευχές του και τις συμβουλές του και βρέθηκε υποχρεωμένος να ανακαινίσει μερικά κελιά για να τους υποδέχεται. Εν συνεχεία, επειδή από τους μαθητές του ζητούσαν να διάγουν μοναχικό βίο υπό την καθοδήγησή του, ανέλαβε την πλήρη ανακαίνιση του μοναστηριού που ολοκληρώθηκε με τεράστιους κόπους, και το 1863 κατόρθωσε να τελεσθούν τα εγκαίνια του ναού και η κουρά του οσίου με το όνομα Ιωσήφ.


     Αφού πέρασε τέσσερα χρόνια (1866-1870) στην Μονή της Αγίας Σοφίας που βρισκόταν σε απόσταση είκοσι περίπου χιλιομέτρων, επέστρεψε στην Μονή Καψά και πέρασε τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής του με αυστηρή άσκηση, προκειμένου να ετοιμασθεί για την εκδημία του, την οποία του αποκάλυψε ο Θεός. Παρόλο που η φωνή του μόλις και ακουγόταν εξαιτίας των κακοπαθειών του, δεν έπαψε να δέχεται όλους τους πιστούς που τους κατηχούσε στις ευαγγελικές αρετές και προέτρεπε στην ευσέβεια. Έλεγε συγκεκριμένα: «Χωρίς την αγάπη, όλα είναι μάταια». Επιδαψίλευε στους επισκέπτες του την θεία ευσπλαχνία με τα θαύματά του, αλλά προφήτευε κιόλας τα δεινά που έμελλαν να βρουν την Κρήτη μετά την Επανάσταση και τους αδελφοκτόνους πολέμους. Αφού οδηγήθηκε εν οράματι από έναν Άγγελο στους Αγίους Τόπους, τους οποίους ήταν σε θέση να περιγράψει σαν να τους είχε πράγματι επισκεφθεί, ο μακάριος Ιωσήφ εκοιμήθη εν Κυρίω στις 6 Αυγούστου 1874. Στις 7 Μαΐου 1982 έλαβε χώρα η εύρεση των τιμίων λειψάνων του, τα οποία συνεχίζουν να επιτελούν πλήθη θαυμάτων και ιάσεων. Η δε μνήμη του οσίου και θεοφόρου πατρός ημών Ιωσήφ του «Γεροντογιάννη» αναγνωρίσθηκε επισήμως από το Οικουμενικό Πατριαρχείο το 2002.

—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον λόγον.
Τῆς Μονῆς τοῦ Προδρόμου τὸν νέον κτίτορα,
ἀσκητικῆς ἐποφθέντα ἐν τῇ ἐρήμῳ Καψᾷ
ἀγωγῆς ἀρτίως ἄστρον παμφαέστατον·
στέψωμεν ἄνθεσιν ᾠδῶν
καὶ προσπέσωμεν αὐτοῦ λειψάνοις τοῖς πανιέροις·
ταῖς πρεσβείαις σου, ἐκβοῶντες,
σῶσον ἡμᾶς ἐκ πειρασμῶν, Ἰωσήφ.




[Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 12ος (Αύγουστος), σελ. 72–74.
Διασκευή εκ του Γαλλικού:
Ξενοφών Κομνηνός.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»,
Αθήναι, Μάρτιος 2009.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφιών,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός.]






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου