Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΩΝ ΑΓΡΥΠΝΙΩΝ
Τι ωραία
που ήταν η Αγρυπνία χθες! Όμορφη, γαλήνια Μεσοπεντηκοστή! Ο κόσμος ως συνήθως στη
βλοσυρή πλειονότητά του θέλει να κοιμάται και κάνει τα πάντα για να κοιμίζει
τους ουραγούς και θαμώνες του. Στο έργο της ευχόμενης Εκκλησίας έχεις έναν εξαίσιο,
καίριο λόγο να είσαι ένα ειρηνικά αφυπνισμένο πρόσωπο. Στις Αγρυπνίες της
Εκκλησίας νιώθεις μια εξαίσια δύναμη ευχής να βγαίνει μεσ’ από τα συντελούμενα,
μέσ’ από τις καρδιές και τα πρόσωπα· μια δύναμη εκπληκτική και ακατάλυτη να
αναδύεται και να μετέρχεται απαραβίαστα στον περιβάλλοντα χώρο και στον
περιβάλλοντα χρόνο, να ξεχύνεται και να σκεπάζει τον ασταθή και σπασμωδικό τρόπο
των απαράκλητων ανθρώπων και να «τερματίζει» ατερμάτιστα στο νοητό βάθος του
ουρανού. Από το βάθος της καρδιάς, στο βάθος του ουρανού. Το «ύψος» και βέβαια
υπάρχει, όχι σαν ατομική απαίτηση, όχι σαν εμμονική εκζήτηση, δεν είναι αυτό η
προτεραιότητα του διψασμένου μας πνεύματος, δεν είναι καν το ζητούμενο που θα
κολάκευε την αβάθειά μας. Το ύψος των θείων πραγμάτων προβλέπεται να το βρούμε και
να μας βρει στη χαροποιό συντριβή μας, στη θεοφιλή ταπείνωση της καρδιάς μας.
Ναι, «εγώ είμαι», «αυτό που είμαι» και «ό,τι είμαι». Όχι ο «καλύτερος», αλλά σίγουρα
ο αμαρτωλότερος. Και είμαι ο παναμαρτωλός, επειδή έδωσε επιτέλους ο Θεός και βρήκα
μέσα μου, σαν έναν άλλον κρυφό Μαργαρίτη, την κρυμμένη αξία μου στο Πρόσωπό Του
και νιώθω τώρα την ταλαίπωρη ψυχή μου να ζει αυθεντικά, καθώς αισθάνεται έστω
και με αρχάρια γνώση και αίσθηση τον μόνο Άγιο και Πανάγιο Χριστό. Όλες οι
νύχτες πλάι Του γίνονται αθέατες και αθόρυβες μέρες γεμάτες εσωτερική θαλπωρή
και παράκληση. Η Προσευχή της Εκκλησίας, η Προσευχή των καρδιών μας στην
Εκκλησία, δεν είναι ποτέ κάτι το τετριμμένο, το ασήμαντο, το τιποτένιο, το
αμελητέο, ένα «θρησκευτικό καθήκον». Ο εγκεφαλικός, ο δήθεν πανέξυπνος και πάντα
ανίδεος κόσμος αυτή την Προσευχή, το έργο και την εργασία της Προσευχής, τη
θεωρεί ένα τίποτα, ένα αφόρητο και ακατανόητο τίποτα του θρησκευτικού μελώ.
Όμως πάνω στην πύρινη ακμή της Προσευχής μας είναι που μας προσεγγίζει και μας
μιλά ο Χριστός, μέσα σε αυτήν γνωρίζουμε την αγάπη Του, από αυτήν μετέχουμε των
θείων Του παρακλήσεων, δηλαδή της Θείας Χάριτος. Εδώ βλέπεις να υπάρχει μια τελείως
ανατρεπτική σειρά, μια άλλη τάξη, μια άγνωστη αλλά οικεία ακολουθία, μια
ανάβαση και μια κατάβαση, μια πορεία, ένα γίγνεσθαι καθαρμού, έμπνευσης και
μεταρσίωσης. Ο χρόνος, ο τόπος, η νύχτα, η κόπωσή μας, η νωχελικότητά μας, ο
νυσταγμός του είναι μας, η κατάπτωσή μας, η αδυναμία μας, η ανημποριά μας, η
ψεύτικη τελειότητα και η αληθινή ανεπάρκειά μας, ολάκερος ο φυρμός των απαίσιων
παθών μας, υπάρχουν, αλλά δεν μας καταβάλλουν, γιατί δεν είναι το καθοριστικό «παν»
για μας. Και δεν είναι πια το «παν», γιατί δεν βρίσκουν πλέον μέρος να σταθούν
μέσα μας εκείνες απέραντες και στιβαρές δικαιολογίες, τις οποίες πρώτα εμείς πιστεύαμε
και προβάλλαμε πριν, τόσο άσκεφτα, σαν αμετάπειστα δικαιολογούμενοι αδαμίτες:
«δουλεύω», «δε γίνεται», «είμαι πτώμα», «άλλη φορά», «δε μπορώ», «δεν έχω
διάθεση», «δε ξέρω», «ίσως», «θα δω». Μάθαμε συνεχώς σ’ ετούτη τη ζωή να
απαντάμε στα σωτήρια κελεύσματα του Θεού με ωραίες, πειστικές και ακαταμάχητες
δικαιολογίες. Με τις δικαιολογίες όμως δεν θα έρθει κανένα φέγγος αλήθειας στη
συνείδησή μας και καμιά παράκληση στα έγκατά μας. «Πού είσαι, Θεέ;» – «Μακριά
από τις δικαιολογίες σου, παιδί Μου!». Θέλει να σύρεις κάποια βαριά και
σκονισμένα πέπλα, για να δεις ορίζοντα σωτηρίας. Η αλήθεια έρχεται και
προσκολλάται μόνο στο είναι του ευθυπρεπή ανθρώπου, στο αλώβητο και ακέραιο είναι,
που κάνει έναν αγώνα να βρει την αλήθεια και την αγάπη στην υποστατική του
αρχή, στον Χριστό δηλαδή. Όλα τα άλλα είναι μαγειρέματα της αυταπάτης μας στον
επίγειο χρόνο που μας δόθηκε και μασκαρέματα της αρνήσεώς μας προς την αιώνια ζωή
του Θεού, που είναι από παλιά εν δυνάμει η δική μας ζωή. Η Προσευχή των Αγρυπνιών
λοιπόν οπωσδήποτε φέρνει όλα αυτά τα ζητήματα ενώπιον της συνείδησής μας. Ο
προσευχόμενος άνθρωπος, ο άνθρωπος των κατανυκτικών Αγρυπνιών βρίσκει, όχι ένα
άλλο χάπι, όχι μια καινούργια θεραπεία, όχι ένα ακόμη κατάπλασμα για τις οδυνηρές
ενδοσκουριές του, αλλά βρίσκει το δώρο της ομορφιάς και της δύναμης της ανεξάντλητης
ζωής που εκπηγάζει μέσα από την πηγαία και ανύστακτη Προσευχή. Ο Χριστός μας «βρίσκεται»
και είναι παντού: Αυτός είναι η Προσευχή μας, Αυτός τα ρήματά μας, οι
αναστεναγμοί μας, τα δάκρυά μας, η σωτήρια αίσθηση και ο ποθούμενος καρπός της
άλαλης ή λαλούμενης Προσευχής μας, η μέρα μας στη νύχτα του κόσμου, η υπερκόσμια
κοσμιότητα της καρδιάς μας στην εγκόσμια γενική ακοσμία, ο Νυμφίος που πάντα προσδοκάται
και που πάντα έρχεται μυστικά, Αυτός που αγρυπνά στις Αγρυπνίες μας, Αυτός που
είναι ο λόγος και η αιτία της αγρύπνιας μας, Αυτός που μας απαντάει και μας απαντά
μέσα σ’ αυτές, Αυτός που σιωπά, Αυτός που δίνει και έχει και είναι αγάπη σε
όλους και ιδιαίτερα στην κάθε ψυχή που προσφέρει την αγάπη της προς Αυτόν με
την Προσευχή, που είναι η ύψιστη και περιεκτικότερη έκφραση της αγάπης. Γιατί
μόνο η Προσευχή, η Προσευχή των Αγρυπνιών, των ακοίμητων Αγγέλων και ανθρώπων, μπορεί
και αγγίζει τη θεία Παράκληση και τη θεία Παντοδυναμία στον κόσμο της αγωνιούσας
ψυχής μας και στον κόσμο των σιωπηλών όντων.
π. Δαμιανός
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου