Πέμπτη 25 Αυγούστου 2016

ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΕΓΓΥΤΗΤΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ

ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΕΓΓΥΤΗΤΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ


     Τόσα και τόσα θαυμαστά γεγονότα γίνονταν και ακούγονταν για τους μεγάλους νεοφανείς Αγίους Ραφαήλ, Νικόλαο και Ειρήνη, ήδη από τον Ιούνιο του 1959, εκεί στον λόφο των Καρυών, στη Θερμή της Μυτιλήνης και, παρ’ όλ’ αυτά, υπήρχαν και άνθρωποι της εκκλησίας που δίσταζαν να πιστέψουν στην αγιότητά τους. Σύμφωνα με την αφήγηση και εξιστόρηση της Μαρίας Τσολάκη, μεταξύ αυτών των ανθρώπων ήταν και η Χρυσομάλλη Μπάκα, 70 χρονών γυναίκα. Πήγαινε στις Καρυές, αλλά από μέσα της δεν ήθελε να πιστέψει. Φαίνεται, τα θεωρούσε υπερβολικά όσα ακούγονταν. Δεν έλεγε τίποτα, αλλά κρατούσε αποστάσεις. Στεκόταν αδιάφορα μέχρι που πίστεψε.

     Μπορεί ο Θεός να δώσει ένα σημάδι στον άνθρωπο, για να αλλάξει μυαλά. Κάτι τέτοιο έγινε και στη Χρυσομάλλη. Είχε αρρωστήσει το παιδί της και το φρόντιζε στο σπίτι. Ήταν 12 Απριλίου. Μόλις αποκοιμήθηκε το παιδί, πήρε ένα βιβλίο να διαβάσει. Κατά τις 10:30 το βράδυ, σηκώθηκε να πάει να κλείσει την εξώπορτα για να κοιμηθεί. Το σπίτι της ήταν απέναντι από την εκκλησία. Κλείνοντας την εξώπορτα, πέρασε κι από την αποθήκη τους, κάτι να τακτοποιήσει. Όταν τελείωσε και έκλεισε την αποθήκη, καθώς περπατούσε για το σπίτι, κοίταζε κάτω μη τυχόν και σκοντάψει. Βλέπει τότε μπροστά της από κάτω προς τα πάνω έναν παπά. Καταλάβαινε ότι της έκλεινε τον δρόμο. Δεν μπορούσε να προχωρήσει. «Παναγία μου!», φώναξε, «Τι είναι αυτό που μου συμβαίνει;». Ο παπάς περιλουζόταν από ένα φως. Διέκρινε πεντακάθαρα τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. Ο σταυρός που φορούσε στο στήθος του έλαμπε.


     Της έκανε εντύπωση η εμφάνισή του. Ήταν ψηλός, με πλάτες ανοιχτές, πρόσωπο στρογγυλό. Όμορφος ιερέας, από σαράντα χρονών και πάνω. Τα φρύδια του ήταν έντονα μαύρα, όπως τον είχε δει και η Μαρία Τσολάκη και άλλοι. Αμυγδαλωτά μάτια, γεμάτα φως. Το χρώμα τους πράσινο και γαλάζιο. «Δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτό που είδα, που δεν το περίμενα να το δω. Γύρω από το κεφάλι του είχε ένα φωτοστέφανο», έλεγε η Χρυσομάλλη.

     Την κοίταζε ήρεμα και γαλήνια. Η Χρυσομάλλη πάγωσε, κόλλησε στην πόρτα της αποθήκης. Δεν τολμούσε να κουνηθεί, ούτε μπροστά ούτε πίσω. Κόπηκαν οι δυνάμεις της. Σήκωσε σιγά-σιγά το χέρι της, σταυροκοπήθηκε και ψιθύρισε σιγανά: «Ο άγιος Ραφαήλ είναι! Παναγία μου, μη τυχόν και ήλθε να με τιμωρήσει, επειδή είχα αμφιβολίες για την αγιότητά του; Οι Άγιοι όμως δεν κάνουν κακό…». Και τόλμησε να πει: «Άγιέ μου, διατηρούσα αμφιβολίες, γιατί άκουγα τόσοι και τόσοι σ’ έβλεπαν κι εγώ δεν είχα δει τίποτα. Τώρα που σε βλέπω, σε πιστεύω!». Όσο τα έλεγε αυτά ψιθυριστά, τον κοίταζε στα μάτια πανικόβλητη και ξανάλεγε: «Τι είναι αυτό που με βρήκε, Παναγία μου!».


     Ο άγιος Ραφαήλ την κοίταξε μ’ ένα γλυκύτατο χαμόγελο και την ηρέμησε. Τότε κι αυτή ένιωσε να παίρνει ξανά δυνάμεις. Σιγά-σιγά ο Άγιος παραμέρισε, της έκανε τόπο να μπει στο σπίτι της και χάθηκε από τα μάτια της. Όταν κατόπιν ειδωθήκανε η Χρυσομάλλη με την Μαρία Τσολάκη άρχισε να λέει η πρώτη καταλεπτώς: «Το γλυκό του χαμόγελο δεν το έχω ξαναδεί στη ζωή μου! Τόσο γλυκό χαμόγελο, που ούτε στα μικρά παιδιά δεν βλέπεις. Ήταν γεμάτος συμπάθεια και αγάπη. Βλέποντάς τον να με κοιτάζει, παραξενεύτηκα, που έλεγαν οι άλλοι ότι “είναι αυστηρός”. Εγώ αμφέβαλλα, χωρίς να κοροϊδεύω ή να λέω λόγια. Από μέσα μου είχα καλή διάθεση, αλλά δεν ήξερα πώς γίνονται αυτά. Έτρεμα από συγκίνηση. Έτρεξα μέσα στο σπίτι και σταυροκοπιόμουν συνέχεια. Ευχαριστούσα τον Άγιο, που εμφανίστηκε και σε μένα. Έτσι έπαψα να αμφιβάλλω, που ήταν αμαρτία, χωρίς να το καταλαβαίνω. Ποτέ μου δεν θα ξεχάσω την ομορφιά του προσώπου του. Το ύψος του. Τα μεγάλα του μάτια. Το φως που τον περιτριγύριζε…».

     Ο άνθρωπος είναι ελεύθερος να πιστεύει ή να μην πιστεύει. Έχει το δικαίωμα της επιλογής. «Δεν είναι για όλους η Πίστη» (Β΄ Θεσσ. 3, 2). Και, εκτός αυτού, όπως φανερώνει ο Κύριος για άλλη περίπτωση, «δεν μπορούν να χωρέσουν το λόγο (της Πίστης) όλοι, αλλά μόνο εκείνοι που τους τον έδωσε ο Θεός» (Ματθ. 19, 11). Από αυτούς που απιστούν, όσοι είναι καλοπροαίρετοι και ευάγωγοι πνευματικά, ο Κύριος τούς φωτίζει και τους δίδει αφορμές, ώστε να μεταλλάξουν τη γνώμη τους και να εγκαταλείψουν την απιστία.


     Διηγείται η ίδια η Μαρία Τσολάκη:
     «Στις 18 Απριλίου 1961 το βράδυ, είδα ότι βρισκόμουν στην εκκλησία του χωριού μας. Στεκόμουν μπροστά στο προσκυνητάρι των Εισοδίων, ο παπα-Θυμής με το πετραχήλι στο αναλόγι έψαλε τη Δοξολογία πολύ ωραία. Όταν ακούω τη Δοξολογία γίνομαι άλλος άνθρωπος, τόσο πολλή χαρά αισθάνομαι. Ξαφνικά πάγωσα. Είδα στην Ωραία Πύλη να ξεπροβάλλει ο άγιος Ραφαήλ με τα καλά του άμφια. Και ο παπα-Θυμής φοβήθηκε. Σκεφτήκαμε να κρυφτούμε. Ο άγιος Ραφαήλ, και να θέλεις να του ξεφύγεις, δεν μπορείς, προχώρησε και ήλθε κοντά μας: “Μη φοβάσθε. Δεν πρέπει να φοβάσθε”.

     »Ανέβηκε στο δεσποτικό θρόνο και άρχισε να λέει στον παπά μας: “Τώρα στο χωριό όλοι πίστευσαν, υπολείπονται περί τους δέκα. Και άλλοι πέντε είναι χλιαροί, άλλοτε πιστεύουν για λίγο και στη συνέχεια απιστούν. Πάνε από ’δω κι από ’κει. Δεν είναι σταθεροί. Στην ουσία δεν πιστεύουν. Θέλω να σου ζητήσω μια χάρη· να κάνεις κήρυγμα για μας ότι είμαστε ακόλουθοι του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Σφαγιασθήκαμε για τη δόξα Του. Μετέχουμε στο θρίαμβο της Εκκλησίας. Να τους πεις να πιστέψουν ότι είμαστε άγιοι και βοηθάμε όσους μας επικαλούνται από την καρδιά τους. Ο Κύριος κάνει αποδεκτά τα αιτήματά μας. Αρκεί εκείνοι που μας παρακαλούν να αγωνίζονται για να εφαρμόσουν στη ζωή τους το θέλημά Του”.


     »Τότε που μαρτύρησα, ήμουν 53 ετών. Μαζί με μας μαρτύρησαν το κοριτσάκι του Προεστού, ο Προεστός και ο Δάσκαλος. Το κοριτσάκι, αφού τού ’κοψαν το ένα του χέρι και το πόδι, το έκαψαν ζωντανό. Η μητέρα της, όταν είδε το μαρτύριο της θυγατέρας της, έπαθε συγκοπή και την έθαψαν εκεί. Τους άλλους δύο τους έσφαξαν”.
     »Συνέχισε και είπε τότε πότε έφτασε στο νησί μας: “Από τη Λέσβο είχα περάσει για πρώτη φορά, πριν πάρουν την Κωνσταντινούπολη οι Τούρκοι”. Είπε κι άλλο: “Εμείς δεν έχουμε ανάγκη να πιστέψουν οι Θερμιώτες. Εκείνοι έχουν ανάγκη από τις πρεσβείες μας. Για εκείνους που δεν θα πιστέψουν, δεν θα έχουμε δικαίωμα να επέμβουμε για να τους βοηθήσουμε, όταν θα μας χρειασθούν”.


     »Πράγματι, είναι να λυπάται κανείς. Τώρα που τα θυμάμαι, κατάλαβα ότι όσοι κορόιδευαν ή ειρωνεύονταν τους Αγίους δεν είχαν καλό τέλος. Ονόματα δεν θα πω, τα παιδιά των περισσότερων πιστεύουν. Στο χωριό μας γνωρίζουν οι πάντες, τι και πώς έγινε. Άλλους οι Άγιοι τούς θεράπευαν και άλλους τούς ξεχρέωναν για την απιστία με μια αρρώστια, με μια ταλαιπωρία, μέχρι να συνέλθουν. Οι Άγιοι από αγάπη τούς ευεργέτησαν, είτε με τον ένα τρόπο είτε με τον άλλο».

† ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΗΣ, ΑΞΙΟΥΠΟΛΕΩΣ
ΚΑΙ ΠΟΛΥΚΑΣΤΡΟΥ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ


[ Μητροπολίτου
Γουμενίσσης, Αξιούπολεως 
και Πολυκάστρου
Δημητρίου (Μπεκιάρη):
«Η αποκάλυψη και οι εμφανίσεις
των αγίων νεοφανών μαρτύρων
Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης»,
κεφ. 3ο, §21, §23, 
σελ. 403–407,
Έκδοση 
Ανδρώας Κοινοβιακής Μονής
Αγίων 
Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης,
Γρίβα Γουμενίσσης, 
Απρίλιος 2013.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφιών,
πληκτρολόγηση κειμένου:
π. Δαμιανός. ]







Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου