Τετάρτη 15 Ιουλίου 2015

ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΕ ΜΙΑ ΜΗΤΕΡΟΥΛΑ

ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΕ ΜΙΑ ΜΗΤΕΡΟΥΛΑ


     Κάποιο χειμώνα, χρειάστηκε να πάω ως πρόσφατα χειροτονηθείς ιερέας στη Μονή Ντιβέγιεβο, που τότε άρχισε να αναγεννάται. Αφού τελείωσα τις δουλειές στο Μοναστήρι, έτρεξα στη Μητερούλα στην οδό Λιεσνάγια. Όμως η αυλόπορτα στο γνωστό σπιτάκι ήταν κλειδωμένη με μεγάλο λουκέτο. Αυτό μου φάνηκε παράξενο, δεδομένου ότι η Μητερούλα δεν πήγαινε πουθενά –εκείνο τον καιρό είχε πια συμπληρώσει τα 92 της χρόνια.

     Σηκώνοντας τις άκρες του ράσου, πήδηξα τον φράχτη. Στον χτύπο της πόρτας απάντησε η φωνή της Μητερούλας. Πληροφορούσε ότι τώρα την κλειδώνουν στο σπίτι κι ούτε το κλειδί δεν της δίνουν: οι επισκέπτες είναι τόσοι πολλοί, που περνούν αδιάκοπα, απ’ το πρωί ως το βράδυ.

     Αλλά θέλαμε να ιδωθούμε. Η Μητερούλα άνοιξε το παράθυρο κι εγώ, σαν τον Ρωμαίο, μπήκα στο σπίτι.
     «Τύχων! Ξέρω ότι είσαι πια παπάς!», ήταν το πρώτο που μου είπε η Μητερούλα. «Γρήγορα, εξομολόγησέ με, γιατί δεν μπορώ να εξομολογούμαι σ’ αυτούς τους κοσμικούς παπάδες!».

     Μετά την εξομολόγηση, η Μητερούλα με κάθισε στο τραπέζι κι άρχισε να μαγειρεύει. Τηγάνισε ομελέτα, ζέστανε πατάτες. Και ξαφνικά έβγαλε κάτω απ’ το τραπέζι ένα μπουκάλι αλκοόλ. Ήμασταν φίλοι σχεδόν δέκα χρόνια κι ούτε να φανταστώ δεν μπορούσα ότι ήταν ικανή να αγγίξει το κρασί. Κι εδώ, καθαρό αλκοόλ!

     «Ε, τι;», ρώτησε παρατηρώντας την έκπληξή μου. «Πριν, δε σε έφερνα σε δύσκολη θέση· φοβόμουν ότι θα σκανδαλιστείς. Τώρα όμως είσαι πια μεγάλος! Ιερέας! Δεν θα κατακρίνεις. Αυτό χρειάζεται σ’ εμάς τους γέρους για να τρέχει το αίμα».

     Έβαλε για τον εαυτό της στο ποτηράκι 30 γραμμάρια, πρόσφερε και σ’ εμένα και μ’ ευχαρίστηση ήπιε το αδιάλυτο αλκοόλ. Για μένα αυτό ήταν απολύτως εκπληκτικό, αλλά μου άνοιξε άλλη μια πτυχή της ζωής μιας μεγάλης μοναχής· μιας ζωής, ακατανόητης με τους απλούς «μαθηματικούς» νόμους…


π. ΤΥΧΩΝ ΣΕΒΚΟΥΝΩΦ


[π. Τύχωνος Σεβκούνωφ:
«Σχεδόν άγιοι»,
σελ. 271–272,
εκδόσεις «Ἐν Πλῷ»,
Αθήνα, Μάιος 20121.]













Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου