ΘΛΙΒΕΡΑ
ΑΘΛΙΠΤΟΙ
ΚΑΙ ΧΑΡΟΥΜΕΝΑ
ΘΛΙΜΜΕΝΟΙ
Ο εγωπαθής, ο φίλαυτος και ο κενόδοξος άνθρωπος
βρίσκει πάντα αστείρευτους τρόπους να απωθεί δυναμικά τη θλίψη που συναντάει
στο διάβα του, με κάθε εμφανή ή αφανή τρόπο. Φυσικό ως ένα σημείο, αφύσικο ως
ένα άλλο. Και, γιατί αυτό;
Γιατί δεν μπορεί και δεν γίνεται να είμαστε συνέχεια οι ορκισμένοι διώκτες
και αφοριστές της εγκόσμιας θλίψης. Όπως και αντίστροφα· ούτε οι ουραγοί μιας άληκτης χαράς, ούτε οι αέναοι
τρυφηλοί πανηγυριστές στο απέραντο κουρμπάνι του κόσμου· μοιάζει σαν να επιδιώκουμε, τόσο παράλογα και ασύνετα, να μεταλλάξουμε τον αμετάτρεπτο χαρακτήρα της ζωής που είναι, από την ίδια τη σοφία του Θεού, χ α ρ μ ο λ υ π ι κ ό ς .
Δεν προκύπτει καμία απολύτως ωφέλεια για
μας με το να είμαστε αδιάκοπα οι αυτοδιορισμένοι γελωτοποιοί του ευάλωτου και αδύναμου εαυτού μας· δεν έχει
νόημα να ζούμε «κολλημένοι» στον εντυπωσιακό αστερισμό της χαρωπότητας που
φθείρει και ψυχή και φρένα. Θέλει ευσυνειδησία και ωριμότητα να παύουμε κατά περίσταση να είμαστε
αβαθείς, ανίδεοι, πρόχειροι και τυχάρπαστοι· πραγματικά, είτε το θέλουμε είτε όχι, η υγεία της ψυχής οφείλεται (και) από τα μελανά κανάλια του πόνου που ενίοτε αυτή περνάει ή πέρασε.
Ο πόνος, η θλίψη, η δοκιμασία και η πίκρα μας,
δεν εξοστρακίζονται με το να φλερτάρουμε εμείς διαρκώς με τη χαρά του κόσμου που,
ουσιαστικά, δεν είναι ποτέ χαρά. Ο κόσμος, το μόνο που δεν γνώρισε ποτέ του, είναι η χαρά. Και το μόνο που δεν μπορεί να κάνει ποτέ, είναι να κατανοήσει, να συμπαθήσει, να συλλυπηθεί αλλά και να συγχαρεί. Και δεν είναι «η χαρά» ο πολυθρύλητος αυτοσκοπός της ζωής
κανενός. Η χαρά εξαρτάται από τη Χάρη του Θεού που λαμβάνουμε και είναι θεόσδοτος καρπός της αληθινής και όχι της κούφιας ζωής. Κυριολεκτικά κούφια ζωή, είναι εκείνη η ζωή που δεν έχει μέσα της Χριστο–κοινωνία και Χριστο–μετοχή, ουσία και περιεχόμενο. Και, περιεχόμενο, δεν είναι δυνατό να υπάρξει όταν περισσεύουν στη στράτα μας οι ακρότητες, οι μονομέρειες, οι πονηρίες, οι ανειλικρίνειες, οι αφορισμοί, οι αδιακρισίες, οι αναισθησίες, οι βλακείες και οι αμετρίες. Τόσο οι υπερπρόσχαροι όσο και οι υπερθλιπτικοί άνθρωποι, χάνουν το εκπληκτικό προνόμιο να βηματίζουν στη ζωή τους τη μέση και βασιλική οδό· η οποία, από μόνη της, συνιστά τεράστια ευλογία, κυρίως και πρωτίστως, την ευλογία της χαράς κάθε ισορροπίας.
Αγαπούμε και ακολουθούμε πιστά τον κόσμο,
αγνοούμε ή αρνούμαστε ηθελημένα τον Χριστό και το Ευαγγέλιό Του, την ίδια τη σωτηρία μας, γιατί πέρα ως πέρα μας
βολεύουν απίστευτα όλες οι σκιές, οι αυταπάτες και οι λήθες που υπάρχουν σε αδιανόητη
πληθώρα σε όλο το κοσμικό επίπεδο του είναι και οι οποίες παρέχονται αφείδωλα από όλο το εγκόσμιο σύστημα, ώστε, ει δυνατόν, να βαυκαλιστεί προσωπικά ο άνθρωπος αλλά και η κοινωνία γενικά, είτε από την ατελεύτητη χαρά είτε από την ακατάπαυστη λύπη.
Μας λείπει η σοφία στα πράγματα. Γίνεται να παίρνουμε ασπιρίνη όταν έχουμε
καρκίνο και, ταυτόχρονα, να συντηρούμε τη βεβαιότητα ότι προσεγγίζουμε με αυτό
τον τρόπο την ίαση; Γίνεται να τοποθετούμε πρόχειρα και σαθρά καταπλάσματα σε
βαθιές και εκτεταμένες πληγές και, παρ’ όλ’ αυτά, να πιστεύουμε ακράδαντα ότι θεραπεύσαμε
την κάκωσή μας;
Το μόνο που κατορθώνουμε, με τέτοιες γελοίες
συγκαλύψεις και τραγικές μωρίες, είναι να επιτείνουμε τον πόνο πολύ βαθιά μέσα
μας. Είναι υπέρτατος νόμος ότι, όσο πιο σπασμωδικά κλωτσάμε τον πόνο που εμφανίζεται δριμύς στον ορίζοντά μας, τόσο προκαλούμε δυναμικότερη και σκληρότερη την επάνοδο και την έφοδό του στο
κατώφλι της ζήσης μας. Το θέμα δεν είναι να ζήσουμε χωρίς πόνο· το θέμα, πάλι, δεν είναι να πάρουμε οριστικό διαζύγιο από τη χαρά. Το θέμα είναι να αντιμετωπίσουμε νουνεχώς τον πόνο ή τη χαρά, όπως ταιριάζει σε μας σαν πρόσωπα και όπως αρμόζει στα πράγματα. Προφανώς, μας λείπει η διάκριση και ο τρόπος, για μια καλή και άρτια διαχείριση αυτών των δύο αντίθετων μεν καταστάσεων, πλην όμως, τόσο επικίνδυνων, όταν προσχωρούμε σε αυτές με ακράτητη μονομέρεια. Και αυτή την άρτια διαχείριση δεν πρόκειται να την ψαρέψουμε μέσα από σαγηνευτικές θεωρίες και έξυπνες οδηγίες χρήσεως, αλλά είναι βέβαιο ότι μπορούμε να την αποκτήσουμε, σαν πολύτιμη και σημαντική πείρα, μέσα από την καρδιακή μας προσευχή και από το ολόθυμο άνοιγμά μας προς τον Χριστό.
Ας παραδεχτούμε επιτέλους αυτό που ήδη
ζούμε μέσα μας, με όλη τη σιωπηλή συγκατάθεση του εαυτού μας: θέλουμε σφαλερά να ζούμε τούτη τη ζωή «φασματικά», ονειρικά, ιδεοληπτικά και αφυγόπονα· σύμφωνα με την ιδεώδη εκδοχή ή την επίπλαστη κατάσταση
που μας προτείνουν συνεχώς όλες οι αναλήθειες (για να μη πω τα ψέματα) που τρέφουμε και συντηρούμε, εσωτερικά και εξωτερικά.
Σκοπός είναι να ζούμε αφάνταστα και
ακολάκευτα, απομυθοποιημένα και αθόλωτα, θαρρετά, ανδρεία και απλά τη ζωή μας· με ακεραιότητα και αλήθεια στις σχέσεις μας, με σύνεση και με
νηφαλιότητα για όλα τα πρόσωπα που μας περιτριγυρίζουν αγαπητικά ή τυπικά, εγκάρδια ή ψυχρά, ειλικρινά ή ιδιοτελώς.
Ο πόνος μπορεί πνευματικά να είναι η «μεγάλη
ευκαιρία» για τη ψυχή και τη ζωή μας· και, φυσικά, δεν μας επισκέπτεται αυτός από το μεγάλο
«μίσος» ή από την απάνθρωπη «τυραννία» που τρέφει ο Θεός έναντί μας: η απερινόητη
αγάπη Του θέλει, μέσω του μυστηρίου του πόνου, να εξαλείψει τις αμαρτίες που, μόνο με την ταπείνωση και τον θείο φωτισμό, θα μπορούσαμε, κάποτε–κάπως, να συνειδητοποιήσουμε
ότι φέρουμε μέσα μας τόσο εξακολουθητικά, ανομολόγητα, σιωπηλά, ασυναίσθητα ή, στη χειρότερη και απευκταία περίπτωση, τελείως ανάλγητα και αναίσθητα…
π. Δαμιανός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου