ΚΑΡΥΑΤΙΔΕΣ
Μπροστὰ στὶς Καρυάτιδες, τὶς μαρμαρένιες
κόρες,
σταθήκαμε θαυμάζοντας κι’ οἱ δυό μας ὧρες κι’ ὧρες.
Ἀκίνητα τὰ μάτια σου ἔδειχναν κάποια λύπη
γιὰ ’κείνη ποὺ μᾶς ἔκλεψαν κι’ ἀπὸ τὶς ἄλλες λείπει,
σταθήκαμε θαυμάζοντας κι’ οἱ δυό μας ὧρες κι’ ὧρες.
Ἀκίνητα τὰ μάτια σου ἔδειχναν κάποια λύπη
γιὰ ’κείνη ποὺ μᾶς ἔκλεψαν κι’ ἀπὸ τὶς ἄλλες λείπει,
στὴ ξενιτιά, στὴν σκοτεινιά, στὰ πέρατα
τοῦ κόσμου.
Μὰ ἐγὼ τὶς ἔβρισκα σωστές, ὅλες σωστὲς ἐμπρός μου
κι’ ἔλεγα πὼς θὰ γύρισε κι’ ἐκείνη ἀπὸ τὰ ξένα
γιατὶ μετροῦσα, ἀγάπη μου, μαζὶ μ᾿ αὐτὲς καὶ ’σένα.
Μὰ ἐγὼ τὶς ἔβρισκα σωστές, ὅλες σωστὲς ἐμπρός μου
κι’ ἔλεγα πὼς θὰ γύρισε κι’ ἐκείνη ἀπὸ τὰ ξένα
γιατὶ μετροῦσα, ἀγάπη μου, μαζὶ μ᾿ αὐτὲς καὶ ’σένα.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΟΛΕΜΗΣ
(1862–1924)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου