Ο
ΓΕΡΟ–ΤΡΥΦΩΝΑΣ
Ο Γέροντας Παΐσιος γράφει για τον
Γερο–Τρύφωνα από την Καψάλα τα εξής πολύ ωραία: «Όλα του τα χρόνια τα έζησε
στην Καψάλα σαν πετεινό του Ουρανού. Το πρόσωπό του ήταν κατά κάποιο τρόπο
εξαϋλωμένο και φωτεινό. Και μόνο που τον έβλεπες, έπαιρνες πνευματική δύναμη.
Δύσκολα φυσικά τον έβρισκε κανείς εκεί στην ερημιά που έμενε, γι’ αυτό και δεν
είχε καθόλου ανθρώπινη παρηγοριά. Αλλά εκεί που δεν υπάρχει ανθρώπινη
παρηγοριά, πλησιάζει η θεία! Ο Θεός στέλνει την ουράνια χαρά με τους αγγέλους και
τους αγίους Του. Οι παραδεισένιοι αυτοί άνθρωποι, που έχουν επαφή με αγγέλους
και αγίους, έχουν φιλία με τα άγρια ζώα και με τα πουλιά του ουρανού, όπως και
ο Γέρο–Τρύφων».
Την χαρά και την ειρήνη του φτωχού κι
εγκαταλειμμένου Γερο–Τρύφωνα, δεν την είχαν ούτε πλούσιοι ούτε άρχοντες. Τον
συντρόφευαν και τον υπάκουαν τα στρουθία του ουρανού. Το Κελλί του ήταν ένα
αχούρι, που έμπαζε από παντού νερό και αέρα, τα ρούχα του παλιά και λερωμένα, η
τροφή του χόρτα και πάλι χόρτα. Κι όμως, δεν παραπονιόταν για τίποτε. Ήταν
ικανοποιημένος, ευχαριστημένος και αληθινά χαρούμενος. Έκλαιγε για τις αμαρτίες
του. Οίκτιρε τον εαυτό του. «Τί έκανα, εγώ», έλεγε, «μπροστά στους μεγάλους
άθλους των αγίων;». Προσευχόταν με άκοπα, γλυκά, θερμά δάκρυα, ο αφανής και
άδοξος αυτός ασκητής της αγιοτρόφου Καψάλας.
Τα τελευταία του χρόνια, τυφλώθηκε.
Μνημόνευε συνεχώς τον θάνατο. Είχε παραδοθεί πλήρως στον Θεό. Τα μάτια του
συνήθως ήταν γεμάτα δάκρυα. Είχε την παρέα του Χριστού και των αγγέλων και δεν
ήθελε των ανθρώπων. Είχε φθάσει σε μέτρα απαθείας και θεώσεως. Έκανε και τον
σαλό για να μην τον τιμούν. Μέσα από τ’ ασυνάρτητα λόγια του, όμως, έδινε σοφές
συμβουλές που φανέρωναν και το προορατικό του χάρισμα.
Κάποτε ο Γέροντας Ιωάσαφ (†1993) από το
Κελλί των Ιωασαφαίων στις Καρυές, φιλοξένησε κάποιους προσκυνητές με τον τρόπο
της αβραμιαίας φιλοξενίας που συνήθιζε, ενώ ο ίδιος και η συνοδεία του ζούσαν
απλά. Εκείνοι όμως οι προσκυνητές σκανδαλίστηκαν μέσα τους, θεωρώντας πως όλοι οι μοναχοί
ζουν πάντοτε έτσι άνετα και πλουσιοπάροχα. Ο Γέροντας, τους κατάλαβε και τους πήγε στην
Καψάλα στον Γερο–Τρύφωνα να τον γνωρίσουν. Οι επισκέπτες, είδαν και θαύμασαν την φτώχεια
του. «Την χαρά του Γέροντος Τρύφωνα, δεν την έχω εγώ. Ζει παρέα με τα πουλιά».
Ο Γέροντας Ιωάσαφ, του είπε επιτηδευμένα τα εξής: «Γέροντα, δεν έχει ούτε ένα
πουλί ο τόπος εδώ!». «Πώς δεν έχει, μπρε!», απάντησε «εύθικτα» ο Γερο–Τρύφωνας.
Φώναξε, και αμέσως γέμισε ο τόπος από πολλά και διάφορα πουλιά του δάσους, που
κάθονταν άφοβα στο χέρι του, στο σκουφί του και γύρω του, τιτιβίζοντας και
πετώντας χαρούμενα. Ήταν ένα εξαίσιο και διδακτικό θέαμα για όλους, εκεί.
Όταν του πρότειναν να τον οικονομήσουν και
να τον πάνε να τον γηροκομήσουν σε κάποιο Μοναστήρι, χαμογελώντας είπε αυθόρμητα:
«Μπρέ, “οικονομήσουν”! Ο Θεός οικονομάει και τα σκουλήκια μέσα στο χώμα και τα
ταΐζει και τα ζεσταίνει. Κι εμένα το μεγάλο σκουλήκι δεν μπορεί να οικονομήσει;
Εδώ (που μένω) είναι (θαμμένος) ο Γέροντάς μου Μιχαήλ που έκανε με την ευχή
του, το κοτσάνι, ολόκληρο λάχανο!».
Ανεπαύθη στις 6/8/1978, ημέρα λαμπρή, της
Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού, στο δικό του «Θαβώρ», το ερειπωμένο καλύβι
του. Ο Γερο–Τρύφων, ήταν ένα σπάνιο ευώδες άνθος του Περιβολιού της Παναγίας.
Επί 70 συναπτά έτη μούντζωσε την κοσμική ματαιότητα, κάθε ανθρώπινη παρηγοριά
και αγάλλεται αιώνια στην πανευφρόσυνη χαρά της Βασιλείας των Ουρανών.
Εύχου, Γερο–Τρύφωνα!...
ΜΩΥΣΗΣ
ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ ΜΟΝΑΧΟΣ (1952–2014)
[Μοναχού
Μωϋσέως Αγιορείτου: «Μέγα Γεροντικό
εναρέτων αγιορειτών του 20ου αιώνος», τόμ. β΄, σελ. 933–935, «Μυγδονία»,
Θεσ/νίκη, Σεπτέμβριος 2011.]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου