Παρασκευή 14 Μαρτίου 2014

«ΠΟΙΟΣ ΣΕ ΚΡΑΖΕΙ, ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ, ΚΑΙ ΕΣΥ ΔΕΝ ΤΟΝ ΒΟΗΘΑΣ;»

«ΠΟΙΟΣ ΣΕ ΚΡΑΖΕΙ, ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ,
ΚΑΙ ΕΣΥ ΔΕΝ ΤΟΝ ΒΟΗΘΑΣ;»


     Ο Στάρετς Παρθένιος της Περτσέσκαγια Λαύρας του Κιέβου (1790–1855), έτρεφε μία ξεχωριστή, τρυφερή, μία παιδική αγάπη και εμπιστοσύνη προς την Υπεραγία Θεοτόκο. Πάντοτε έβρισκε τα δυνατότερα λόγια για να εκφράσει την αγάπη του προς Αυτήν, καθώς και εκφράσεις θαυμασμού για την δική Της αγάπη προς τους ανθρώπους.

     «Στην Θεομήτορα», έλεγε, «στηρίζομαι σαν σε πέτρινο βουνό. Και έχω την πεποίθηση πως ο Θεός δεν θα στερήσει την αιώνια ευφροσύνη και την δόξα σε όσους, ύστερα από Εκείνον, στηρίχθηκαν με ελπίδα σε Αυτήν και δεν έπαυσαν να Την παρακαλούν και να Την ικετεύουν, έστω και αν μερικοί φαίνονται αμαρτωλοί και άνομοι. Γιατί όλα Τής τα έχει παραδώσει ο Υιός Της και γιατί Αυτή είναι φιλάγαθη, φιλεύσπλαγχνη και γεμάτη συμπάθεια. Για χάρη Της, ο γλυκύτατός μου Ιησούς Χριστός, που έχυσε το αίμα Του για την σωτηρία μου, θα δεχθεί και εμένα στις αιώνιες μονές του ουρανού. Ω! Αλήθεια, θα είναι έτσι; Είθε να γίνει σύμφωνα με την επιθυμία της καρδιάς μου!».

     Την ίδια ευλάβεια προς την Παναγία καλλιεργούσε και σε εκείνους που ζητούσαν τις νουθεσίες του και, ιδιαίτερα, στους υποτακτικούς του. Το όνομά Της, ήταν γι’ αυτόν «μύρον ἐκκενωθὲν» (Άσμα α΄ 3). Μύρο ουράνιο, που σκορπίζει γύρω θεία ευωδία. «Ιησού και Μαρία, είσαστε η χαρά μου!» επαναλάμβανε συχνά, με υπερκόσμια αγαλλίαση.

     Μαζί με τον «Αρχαγγελικό Ασπασμό» (δηλαδή, το: «Θεοτόκε Παρθένε, χαῖρε, κεχαριτωμένη Μαρία, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ· εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί, καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου, ὅτι Σωτῆρα ἔτεκες τῶν ψυχῶν ἡμῶν»), όλες οι ευλαβικές προσφωνήσεις της καρδιάς του προς την Κυρία Θεοτόκο, ξεχείλιζαν από λατρεία και αφοσίωση προς Αυτήν:


     «Πολυαγαπημένη Κόρη του Θεού Πατρός, ανύμφευτη Μητέρα του Εμμανουήλ, κρυστάλλινη Νύμφη του Παρακλήτου και δοχείο κάθε αγαθού, χαίρε εν Κυρίω!«
     »Ω, άγιο όνομα, Δέσποινα· Εσύ, που στέκεσαι πιο ψηλά και από τους ουρανούς και είσαι πιο καθαρή και από τις ηλιακές λαμπηδόνες· κρινόλευκη του Ποιητού κιβωτέ, αστραπόμορφο του Χριστού δοχείο· Εσύ, που δροσίζεσαι από το Πνεύμα και με μάννα τρέφεσαι από τον άγγελο.«
     »Εσύ, που δέχθηκες την ευλογία του ουρανού και βρίσκεσαι υψηλότερα απ’ όλη την δημιουργία· η πολύτιμη σκέπη μου, σπλαχνίσου με, τον φτωχό μοναχό· ευγενική φωλιά του ουράνιου Αετού, κάτοπτρο των μυστηρίων του Χριστού· το κάλλος των ασωμάτων αγγέλων και το καύχημα των αγίων του Θεού· η ποθητή μου Υπέρμαχος και βοηθός, μη παραβλέψεις την παράκλησή μου στις δύσκολες ώρες.«
     »Εσύ, η Δέσποινα, που γέννησες αδιάφθορα· η απειρόγαμη Βασίλισσα, η άσβεστη λαμπάδα του κόσμου και των τυφλών το φως· πανύμνητη Μάνα, η παρηγοριά και η σωτηρία μου· σώσε με από τα δεινά της επικίνδυνης ματαιότητας· μαζί με τον αρχάγγελο Γαβριήλ, κράζω σε Σένα, Νύμφη της Τριάδος, προεπηγγελμένη αποκάλυψη, γέφυρα μεταξύ Θεού και ανθρώπων· Εσύ, που βασιλεύεις στους αιώνες, “χαίρε, ο Κύριος μετά Σου!”· Εσύ, που αξιώθηκες να γίνεις Μητέρα του Δεσπότη Χριστού· Εσύ, που είσαι ο φύλακας Άγγελός μας και γοργοεπήκοος στις παρακλήσεις μας. 
     »Ποιος Σε κράζει, Παναγία μου, και Εσύ δεν τον βοηθάς;«
     »Γίνε μεσίτριά μου, Εσύ, που είσαι η διόρθωση της ζωής μου· δεν επιθυμώ τίποτε άλλο περισσότερο, ούτε καν την καθημερινή μου συντήρηση, παρά μονάχα ένα: Κάμε ν’ αγαπήσω με όλη μου την καρδιά τον Υιό Σου, τον Κύριο και Θεό μας Ιησού Χριστό και, με τις μητρικές Σου πρεσβείες, να κληρονομήσω την αιώνια ζωή, που μας προσέφερε με το Τίμιο Αίμα Του».

     Κάποτε, επειδή έτυχε να διαβάσει πως «η Παναγία υπήρξε η πρώτη Μοναχή επί της γης», συλλογιζόταν κατά πόσο αυτό θα μπορούσε να ήταν αληθινό. Σε αυτό το πνευματικό πρόβλημα, ήλθε να δώσει απάντηση το επόμενο όραμα· κάποτε, ενώ τον πήρε ο ύπνος, αντίκρισε ένα μεγαλόπρεπο θέαμα: είδε ένα αναρίθμητο πλήθος μοναχών που διέσχιζε τις άγιες πύλες της Λαύρας συνοδεύοντας την Βασίλισσά τους, την Παναγία. Εκείνη, φορούσε ηγουμενικό μανδύα και κρατούσε ράβδο. 
     Όταν τον πλησίασε, του είπε:
     –Παρθένιε, είμαι Μοναχή! 

     Ξύπνησε αμέσως και, από τότε, είχε πια μέσα του πλήρη την βεβαιότητα πως η Υπεραγία Θεοτόκος είναι όντως η πρώτη Μοναχή, καθώς επίσης και η Ηγουμένη της Περτσέσκαγια Λαύρας. Εννοείται ότι, ο Στάρετς Παρθένιος, αντικρίζοντας την Παναγία ως Μοναχή, διείδε κάτω από το εξωτερικό στοιχείο του Σχήματος την εσωτερική πραγματικότητα του Θείου Πνεύματος: μια ζωή στολισμένη με την παρθενία, την προσευχή, την ταπείνωση, την πτωχεία, την υπακοή στο θέλημα του Θεού. Αυτά, είναι που Την αναδεικνύουν αυθεντικό και μοναδικό πρότυπο μοναχών, αλλά και εγγάμων, γονέων, πατέρων, μητέρων, όλων γενικά των ανθρώπων, είτε κληρικών είτε λαϊκών.

     Ο Κύριος, σε όλες τις εποχές, εκλέγει μυστικά τους ικέτες Του για όλο τον κόσμο Του. Ο Στάρετς Παρθένιος του Κιέβου, επιθυμούσε να διεισδύσει στο μυστήριο του Μοναχικού Σχήματος. Έτσι, προσευχόμενος κάποτε μπροστά στην εικόνα της Θεομήτορος, ζήτησε από την Δέσποινα του κόσμου να του αποκαλύψει την αποστολή που έλαβε επάνω στην ζωή του με το Μοναχικό Σχήμα. 
     Και άκουσε τότε την σεπτή φωνή Της:
     –Το Σχήμα που πήρες, σημαίνει να αγιάζεις τον εαυτό σου με την προσευχή για χάρη όλου του κόσμου...  





[(1) «Στάρετς Παρθένιος»,
σελ. 46–51,
Ιερά Μονή Παρακλήτου,
Ωρωπός Αττικής 19854·
(2) Αρχιμ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ):
«Ο Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης»,
μέρος β΄, κεφ. κ΄, σελ. 581–582,
Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου,
Έσσεξ Αγγλίας 200310.]







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου