Κυριακή 28 Ιουλίου 2019

ΠΡΟΑΙΡΕΣΗ


ΠΡΟΑΙΡΕΣΗ


     Ούτε κι εμείς δεν ξέρουμε ακριβώς τι είναι η προαίρεση που κουρνιάζει σιωπηλά στο λαβωμένο ή συγχυσμένο είναι των ανθρώπων. Μυστική κατάφαση στα εντάλματα του Θεού, αφανέρωτη προσήλωση στο Θείο, απωθημένη αγαθότητα, ασυντελεσμένη πράξη, ανέκφραστη πίστη, αθέατο μαρτύριο. Γι’ αυτό και η δύναμή της μεγάλη, ανεξιχνίαστη και απρόβλεπτη. Που πάει να πει ότι λίγο-πολύ ακόμη και τις προσευχές που θα ’θέλαμε να ψιθυρίσουμε από καρδιάς, θα συνάξει ο Θεός για να μας σώσει ανέλπιστα.

π. Δαμιανός






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Σάββατο 27 Ιουλίου 2019

ΑΝ


ΑΝ


   Αν επιτέλους δεηθείς να κατεβάσεις εκείνον τον έρμο τον πήχη που συνέχεια τυραννάει ανεξήγητα όλους τους αποχαυνωμένους τριγύρω σου, οπωσδήποτε κάπως προς στιγμή θα συνεννοηθείς καλύτερα και θα ησυχάσεις.
   Αν βάλεις στην άκρη μια σειρά από ζωντανές, ψυχότροφες αξίες, η ζωή σου από μυστήριο θα γίνει παράσταση που θα ξεπουλήσει τρελά.
   Αν βρεις τρόπο να κάνεις την απουσία παρουσία, την αδιαφορία βοήθεια, την κενότητα ουσία, το δήθεν βεβαιότητα, σίγουρα προβλέπεται να γίνεις παντού αποδεκτός με πολλά χειροκροτήματα.
   Αν κάνεις το μηδαμινό, το αναιμικό, το μέτριο ή το υποτυπώδες, τάξιμο, προσφορά και ζήτηση, περίμενε να υποχρεωθούν και περίμενε να σ’ ευχαριστήσουν κιόλας αυτοί που απέδειξαν πολλάκις ότι έχουν παρανοϊκή ανάγκη να προσκυνούν το περιτύλιγμα και να απορρίπτουν το περιεχόμενο.
   Μια αυτοκτονική αφέλεια και μια επιζήμια ακρισία βλέπει κανείς να προκρίνεται και να επικρατεί παντού σήμερα, σε βάρος της ζωής της αλήθειας και της εμβίωσης του αληθινού.
   Αν δεν θυμάσαι, αν δεν γνωρίζεις, αν δεν το πολυσκέφτεσαι, αν δεν σε νοιάζει, αν δεν επιμένεις, αν δεν έχεις μια απάντηση να δώσεις, αν δεν βαστάς θέση και άποψη, αν δεν έχεις κανένα βίωμα κρυμμένο μέσα σου να σε τροφοδοτεί, τότε θα περνάς άνετα όλα τα εγκόσμια διόδια των πολυδαίδαλων και φρούδων σχέσεων.
   Αν όμως τολμήσεις να δείξεις ότι τη «ψυλλιάζεσαι», ότι καταλαβαίνεις, ότι αισθάνεσαι, ότι ευαισθητοποιείσαι, ότι ανταποκρίνεσαι, ότι συμπάσχεις και συγκινείσαι, ότι έχεις έναν από καρδιάς λόγο και τρόπο, δεν υπάρχει περίπτωση ποτέ για σένα να περάσεις ήσυχα, καλά, εύκολα και αβίαστα την τάξη της σχολής και της συντυχίας της κολακείας, της υποκρισίας και της πάσης φύσεως ιδιοτέλειας ή πονηρίας.
   Επί του κοσμικού επιπέδου: στάσιμος, αβάσιμος και άσημος ο βηματισμός σου. Να, το δικό σου τρίπτυχο στην εξέλιξη της πορείας σου, αν και εφόσον σε όλα τα παραπάνω «αν» παίζει πολύ να είναι ο εαυτός σου μέσα.
   Αν όμως όχι, να χαίρεσαι πολύ, γιατί ο Θεός είναι πλάι σου. Και δεν έχει κανένα «αν» σ’ αυτό.

π. Δαμιανός






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2019

Η ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΗΣ

Η ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΗΣ


     Η αγία Άννα, η οποία θεία χάριτι έγινε κατά σάρκα προμήτωρ (=γιαγιά) του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, καταγόταν από τη φυλή Λευί και ήταν υστερότοκη θυγατέρα του αρχιερέως Ματθάν και της συζύγου του Μαρίας, η οποία έφερε στον κόσμο άλλες δύο κόρες: τη Μαρία και τη Σοβή. Η πρωτότοκη Μαρία νυμφεύτηκε και γέννησε τη Σαλώμη τη μαία. Η δευτερότοκη Σοβή νυμφεύτηκε κι αυτή στη Βηθλεέμ και έφερε στον κόσμο την Ελισάβετ, τη μητέρα του Ιωάννη του Πρόδρομου. Η Άννα νυμφεύτηκε στη Γαλιλαία τον δίκαιο και συνετό Ιωακείμ και, μετά από μακρά περίοδο μιας μεγάλης ατεκνίας, με την παρέμβαση του Θεού έφερε στον κόσμο τη Μαρία την Παναγία Θεοτόκο. Έτσι η Σαλώμη, η Ελισάβετ και η Θεοτόκος Μαρία ήταν πρώτες εξαδέλφες, και ο Κύριος -κατά το ανθρώπινον- με τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο ήσαν δεύτερα ξαδέλφια.


     Αφού γέννησε την Θεοτόκο, την οποία ο Κύριος εγκατέστησε στην κορυφή της ανθρώπινης αγιότητος, μόνην αυτήν ικανώς αγνή να δεχθεί μέσα της τον Σωτήρα του κόσμου, την αφιέρωσε σε ηλικία τριών ετών στον Ναό ως δώρο καθαρό και άμωμο. Έκτοτε η αγία Άννα πέρασε τον υπόλοιπο βίο της με νηστείες, προσευχές και ελεημοσύνες, αναμένοντας την εκπλήρωση των θείων επαγγελιών. Παρέδωσε την ψυχή εις χείρας Θεού σε ηλικία εξήντα εννέα ετών. Ο δε άγιος Ιωακείμ εκοιμήθη σε ηλικία ογδόντα ετών, αλλά αγνοούμε ποιος από τους δύο εξεδήμησε πρώτος προς Κύριον. Το μόνο που μας διέσωσε η παράδοση της Εκκλησίας είναι ότι η Θεοτόκος στερήθηκε τους γονείς της σε ηλικία ένδεκα ετών, ενώ βρισκόταν ακόμη στον Ναό.


[Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 11ος, Ιούλιος, σελ. 276.
Διασκευή εκ του Γαλλικού:
Ξενοφών Κομνηνός.
Θεώρηση Κειμένου:
Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»,
Αθήναι Ιούνιος 2008.
Επιμέλεια ανάρτησης,
επιλογή θέματος και φωτογραφιών,
πληκτρολόγηση κειμένων:
π. Δαμιανός.]






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Τετάρτη 24 Ιουλίου 2019

ΑΠΕΡΑΝΤΟ ΠΕΛΑΓΟΣ ΧΑΡΑΣ


ΑΠΕΡΑΝΤΟ ΠΕΛΑΓΟΣ ΧΑΡΑΣ


     Κι όπως ακριβώς η μικρή σπίθα, όταν πέσει στο απέραντο πέλαγος, εξαφανίζεται αμέσως, έτσι ακριβώς και όσα λυπηρά κι αν βρουν αυτόν που σέβεται κι αγαπάει τον Θεό, σβήνουν αμέσως και χάνονται, σαν να έπεσαν σε ένα απέραντο κι ατελείωτο πέλαγος χαράς.

ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ
(Εἰς Ἀνδριάντας, Ὁμιλία ΙΗ΄, 2
ΕΠΕ 32, 554 – ΜG 49, 182-183)






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΧΡΙΣΤΙΝΑ


ΑΓΙΑ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΣ ΧΡΙΣΤΙΝΑ


     Η αγία και ένδοξος μάρτυς Χριστίνα ζούσε στην Τύρο της Φοινίκης κατά τη βασιλεία του αυτοκράτορα Σεπτίμου Σεβήρου (194-211). Ήταν θυγατέρα ενός ισχυρού αξιωματούχου, ονόματι Ουρβανού, ο οποίος ζηλεύοντας το εκτυφλωτικό της κάλλος, την έκλεισε σε έναν υψηλό πύργο, όπου υπηρετούμενη από πλήθος θεραπαινίδων μπορούσε να απολαμβάνει πλούτη και πολυτέλεια. Στον πύργο αυτόν ο Ουρβανός είχε τοποθετήσει πολλά αγάλματα θεών, όλα κοσμημένα με πολύτιμα υλικά για να τα λατρεύει η κόρη του. Παρόλο όμως που η κόρη έμενε έγκλειστη, δίχως επαφή με τον έξω κόσμο, η χάρις του Θεού την επισκέφθηκε, φώτισε τον νου της και την οδήγησε στη γνώση της Αληθείας. Στοχαζόμενη με ορθό λογισμό, κατανόησε ότι τα άψυχα αυτά αγάλματα, φτιαγμένα από ανθρώπινα χέρια, δεν μπορούσαν επ’ ουδενί να είναι θεοί και αγναντεύοντας από το παράθυρο την ομορφιά του ουρανού, της γης και όλα τα θαύματα της φύσεως, έφθασε στο συμπέρασμα ότι όλο αυτό το αρμονικό κάλλος δεν μπορούσε παρά να είναι το έργο ενός μοναδικού Θεού, Δημιουργού και άπειρα σοφού. Ένας άγγελος στάλθηκε τότε από τον Κύριο και της δίδαξε όλα εκείνα που η καρδιά της αισθανόταν με συγκεχυμένο ακόμη τρόπο για τα μυστήρια του Θεού και της κτίσεως. Έχοντας λάβει έτσι το φως της Αληθείας και εμφορούμενη από ζήλο φλογερό για τον Θεό, η Χριστίνα άρχισε να διάγει βίο νηστείας και προσευχής.


     Όταν οι γονείς της ήλθαν να την επισκεφθούν και της ζήτησαν να λατρεύει τα είδωλα, εκείνη αρνήθηκε κατηγορηματικά, δηλώνοντας πως ήταν εφεξής μαθήτρια του Χριστού, του αληθινού Φωτός που ήλθε στον κόσμο μας. Αντιστάθηκε σε όλες τις προσπάθειες του πατέρα της να την πείσει να ενστερνιστεί την απάτη των ειδώλων και επιπλέον του ζήτησε να της προμηθεύσει έναν άσπιλο χιτώνα για να προσφέρει θυσία πνευματική στον ένα Τριαδικό Θεό. Αφού τον έλαβε από τον Ουρβανό που δεν κατανοούσε την κίνηση αυτή, άρχισε να προσεύχεται και ένας άγγελος ήλθε να τη χαιρετήσει ως νύμφη Χριστού, αναγγέλλοντας σ’ αυτήν τις δοκιμασίες μέσα από τις οποίες έμελλε να περάσει για να δοξάσει τον Θεό. Προτού γίνει άφαντος, τη σφράγισε με το σημείο του Σταυρού, την ευλόγησε και της έδωσε να φάει άρτο ουράνιο. Την επόμενη νύχτα η αγία με ένα τσεκούρι έκανε κομμάτια όλα τα επιβλητικά αγάλματα που βρίσκονταν στον πύργο και διαμοίρασε το χρυσό και το άργυρο των ειδώλων στους φτωχούς.


     Το πρωί, μπροστά στο θέαμα αυτό, ο Ουρβανός έγινε έξαλλος και διέταξε να αποκεφαλισθούν οι θεραπαινίδες της Χριστίνας και να μαστιγωθεί η θυγατέρα του. Δώδεκα στρατιώτες μαστίγωναν την κόρη μέχρι που εξαντλήθηκαν οι δυνάμεις τους, αλλά η Χριστίνα ενδυναμωμένη από τη χάρη του Θεού παρέμενε ακλόνητη, ομολογώντας τον Χριστό και επιτιμώντας τον πατέρα της. Ο Ουρβανός πρόσταξε να τη ρίξουν στη φυλακή σιδηροδέσμια και γύρισε στο σπίτι του, ενώ η γυναίκα του μετέβη κλαίγοντας στο δεσμωτήριο για να προσπαθήσει να πείσει τη θυγατέρα της να συμβιβαστεί και να υποταχθεί για να γλιτώσει τη ζωή της. Καθώς το εγχείρημα αυτό απέβη άκαρπο, η Χριστίνα την επομένη υπεβλήθη εκ νέου σε βασανιστήρια. Αφού της ξέσχισαν τις σάρκες, την έδεσαν σ’ έναν τροχό κρεμασμένο πάνω σε πυρά, αλλά με την προσευχή της ο Κύριος σκόρπισε τις φλόγες. Την οδήγησαν πάλι στη φυλακή κι εκεί δέχθηκε την επίσκεψη τριών αγγέλων που της έφεραν τροφή και ίασαν όλες τις πληγές της. Όταν νύχτωσε, ο Ουρβανός έστειλε πέντε υπηρέτες που πήραν την αγία, της έδεσαν βαριά πέτρα στο λαιμό και την έριξαν στη θάλασσα. Αλλά κι εκεί οι άγγελοι ήλθαν να τη συντρέξουν: έλυσαν την πέτρα και της επέτρεψαν να βαδίσει πάνω στα νερά σαν να ήταν αυτά στεριά, ακριβώς όπως άλλοτε ο Ίδιος ο Κύριος αλλά και ο Απόστολος Πέτρος (Ματθ. 14, 22-33· Μάρκ. 6, 45-52· Ιωάν. 6, 16-21). Μια φωτεινή νεφέλη έλαμψε τότε εξ ουρανού και εμφανίσθηκε ο Σωτήρας Χριστός, ενδεδυμένος λαμπρά βασιλικά άμφια και περιβαλλόμενος από μυριάδες αγγέλων που Τον υμνούσαν και γέμιζαν τον αέρα με τη γλυκιά ευωδία του θυμιάματός τους. Εκπλήρωσε την επιθυμία της αγίας βαπτίζοντάς την ο Ίδιος ο Κύριος στη θάλασσα και κατόπιν την εμπιστεύθηκε στον αρχάγγελο Μιχαήλ, που την έφερε ξανά στη στεριά και την οδήγησε στο σπίτι των γονέων της.


     Ανακαλύπτοντας ότι η κόρη του είχε επιβιώσει από όλες αυτές τις φονικές απόπειρες, ο Ουρβανός διέταξε να την αποκεφαλίσουν την επομένη. Αλλά την ίδια εκείνη νύχτα, παρέδωσε τη ψυχή του με οικτρό τρόπο. Λίγες μέρες αργότερα, ένας καινούργιος δικαστής, ο Δίων, ανέλαβε το απεχθές έργο του Ουρβανού. Αφού έλαβε γνώση της υποθέσεως, κάλεσε την αγία και κατόπιν την υπέβαλε σε βασανιστήρια. Εκείνη παρέμενε άτρωτη και τότε πρόσταξε να της κόψουν τα μαλλιά και να τη διαπομπεύσουν γυμνή σε όλη την πόλη. Την επομένη, η Χριστίνα υποκρίθηκε ότι δέχθηκε την πρόταση του δικαστή να προσφέρει θυσία στο άγαλμα του Απόλλωνος. Φθάνοντας στον ναό των μιαρών ειδώλων, εκείνη ανέπεμψε την προσευχή της στον μόνο αληθινό Θεό και διέταξε το άγαλμα να μετακινηθεί σαράντα βήματα. Ο Δίων παρέμενε δύσπιστος και τότε εκείνη ανέτρεψε το θεόρατο είδωλο και το έκανε κομμάτια με την επίκληση του Ονόματος του Χριστού, προκαλώντας τη μεταστροφή περισσότερων από τρεις χιλιάδες ειδωλολατρών που στάθηκαν μάρτυρες του θαύματος αυτού.


     Μη μπορώντας να υποφέρει την ήττα αυτή, ο Δίων πέθανε λίγο αργότερα και αντικαταστάθηκε από άλλον δικαστή, ονόματι Ιουλιανό, που έκλεισε την αγία Χριστίνα σε πυρωμένη κάμινο. Επί πέντε μέρες η αγία έψαλλε εκεί ευχαριστήριους ύμνους με τη συνοδεία αγγέλων. Ο δικαστής πρόσταξε τότε να τη ρίξουν σε λάκκο γεμάτο θηρία και δηλητηριώδη φίδια. Αλλά κι εκεί η δούλη του Χριστού προστατεύθηκε από κάθε κακό και απειλή: οι αστρίτες κουλουριάστηκαν στα πόδια της, θα έλεγες για να την τιμήσουν, και τα ερπετά σφούγγιζαν τρυφερά τον ιδρώτα από το μέτωπό της. Μόνο ο Ιουλιανός παρέμενε πιο αιμοβόρος από τα θηρία και λυσσομανούσε εναντίον της αγίας. Διέταξε να της κόψουν τα στήθη, από όπου έρρευσε θαυματουργικά αίμα και γάλα· κατόπιν της ξερίζωσαν τη γλώσσα. Τέλος, δυο στρατιώτες τρύπησαν αλύπητα με τις λόγχες τους την καρδιά και το πλευρό της, προσφέροντάς της τον καλλίνικο στέφανο του μαρτυρίου και την είσοδό της στην αιώνια ανάπαυση πλάι στον επουράνιο Νυμφίο Χριστό. Ο τύραννος δεν άργησε να πεθάνει και ένας συγγενής της Μάρτυρος, που εν τω μεταξύ είχε πιστέψει στον Χριστό μετά από τα θαύματα αυτά, κατέθεσε το σκήνωμα της αγίας σε ναό που φρόντισε να ανεγερθεί προς τιμήν της.


—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος πλ. α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τοῦ πατρός σου τὴν πλάνην λιποῦσα πάνσεμνε, τῆς εὐσεβείας ἐδέξω τὴν θείαν ἔλλαμψιν, καὶ νενύμφευσαι Χριστῷ ὡς καλλιπάρθενος· ὅθεν ἠγώνισαι στερρῶς, καὶ καθεῖλες τὸν ἐχθρόν, Χριστῖνα Μεγαλομάρτυς. Καὶ νῦν ἀπαύστως δυσώπει, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχάς ἡμῶν.     

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—
Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Φωτοειδὴς περιστερὰ ἀνεδείχθης, πτέρυγας ἔχουσα χρυσᾶς καὶ εἰς ὕψος, τῶν οὐρανῶν κατέπαυσας Χριστῖνα σεμνή· ὅθεν σου τὴν ἔνδοξον, ἑορτὴν ἐκτελοῦμεν, πόθῳ προσκυνοῦντές σου, τῶν λειψάνων τὴν θήκην, ἐξ ἧς πηγάζει πᾶσιν ἀληθῶς, ἴαμα θεῖον, ψυχῆς τε καὶ σώματος.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—
Κάλλει διαπρέπουσα τῆς σαρκός, τῆς ψυχῆς τὸ κάλλος, καθιέρωσας τῷ Χριστῷ, σὺ γὰρ ὦ Χριστῖνα, τὴν πλάνην ἐβδελύξω, καὶ ὑπὲρ φύσιν ἄθλων, ἤγειρας τρόπαια.





[ Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμ. 11ος (Ιούλιος),
σελ. 266–268.
Διασκευή από τα Γαλλικά:
Ξενοφών Κομνηνός.
Θεώρηση κειμένου:
Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·
Αθήναι, Ιούνιος 20082.
Επιμέλεια ανάρτησης,
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Τρίτη 23 Ιουλίου 2019

ΜΙΑ ΦΛΟΓΕΡΗ ΑΠΟΛΟΓΙΑ


ΜΙΑ ΦΛΟΓΕΡΗ ΑΠΟΛΟΓΙΑ
Του αγίου Μάρτυρος 
Απολλωνίου του Συγκλητικού


     Ρώμη, 183 μ.Χ. Καθώς οι διωγμοί κατά των χριστιανών κόπασαν κατά τη βασιλεία του Κομμόδου (179-193), άνθρωποι από όλα τα έθνη και ακόμη και Ρωμαίοι, μεταξύ των πλέον επιφανών, μεταστρέφονταν στη Χριστιανική Πίστη μαζί με την οικογένειά τους και ολόκληρο τον οίκο τους. Οι επιτυχίες αυτές προκάλεσαν το μίσος του μισόκαλου διαβόλου που υποκίνησε ένα νέο κύμα διωγμών στην πόλη της Ρώμης.

     Ο συγκλητικός Απολλώνιος, άνθρωπος ονομαστός μεταξύ των πιστών για την παιδεία και τη φιλοσοφική γνώση του, οδηγήθηκε στο δικαστήριο μετά από καταγγελία μάλλον κάποιου φθονερού δούλου του. Επειδή δήλωσε χριστιανός, ο έπαρχος του πραιτωρίου, ο Τιγίδιος Περέννιος, τον διέταξε να θυσιάσει στους θεούς και στο ομοίωμα του αυτοκράτορα· εκείνος απάντησε ότι οι χριστιανοί προσφέρουν αναίμακτη και άχραντη θυσία στον παντοδύναμο Θεό υπέρ πάντων των ανθρώπων και των αρχών που βασιλεύουν με το θέλημα του Θεού. Του έδωσαν προθεσμία τριών ημερών και κατόπιν ο Απολλώνιος παρουσιάσθηκε για νέα ανάκριση ενώπιον μεγάλου αριθμού συγκλητικών, μελών του συμβουλίου και φιλοσόφων. Διαβιβάστηκαν τα Πρακτικά της προηγούμενης συνεδρίας και κατόπιν ο δικαστής ρώτησε τον άγιο τι είχε αποφασίσει. Εκείνος απάντησε: «Να μείνω πιστός στον Θεό, όπως το ανέφερα και στα Πρακτικά». Παρά τις παραινέσεις, επέμενε στην απόφασή του.

     Ο άγιος Απολλώνιος άρχισε να απολογείται ή μάλλον να αποκαλύπτει τη βαθιά του Πίστη, λέγοντας τα εξής:

     «Εγώ υπηρετώ τον επουράνιο Θεό, Αυτόν και μόνο λατρεύω· Αυτόν που χορήγησε σε όλους τους ανθρώπους μια ζώσα ψυχή και καθημερινά συντηρεί εντός τους τη ζωή. Είναι ντροπή για μας να λατρεύουμε ό,τι είναι στα μέτρα του ανθρώπου, ή χειρότερα ακόμη, τους δαίμονες. Τι μωρία κρύβεται σε μια τέτοια πλάνη! Όλα τούτα δεν μπορούν παρά να βλάψουν τις ψυχές που τα πιστεύουν.«


     »Το θέλημα του Θεού δεν μπορεί να υποχωρήσει ενώπιον εκείνου των ανθρώπων. Όσο θα σκοτώνετε εκείνους που έχουν την Πίστη τους στον Θεό, τόσο περισσότερο θα αυξάνει ο αριθμός τους. Για όλους τους ανθρώπους αδιακρίτως, ο Θεός όρισε τον θάνατο και μετά τον θάνατο την κρίση. Ο τρόπος όμως του θανάτου δεν είναι ο ίδιος: σ’ εμάς, που είμαστε οι μαθητές του Λόγου, πεθαίνουμε καθημερινά ως προς τις ηδονές και ταπεινώνουμε τα πάθη μας με την εγκράτεια, για να συμμορφώσουμε τον βίο μας με το θέλημα του Θεού. Διάγοντας μια τέτοια βιοτή, δεν φοβόμαστε να πεθάνουμε για τον αληθινό Θεό. Να γιατί υπομένουμε τα πάντα με εγκαρτέρηση, για να μην πεθάνουμε με αιώνιο θάνατο. Στη ζωή όπως και στον θάνατο ανήκουμε ολοκληρωτικά στον Κύριο.«

     »Αγαπώ τη ζωή, αλλά η αγάπη για τη ζωή δεν με κάνει να φοβάμαι τον θάνατο. Τίποτε καλύτερο δεν υπάρχει από τη ζωή, αλλά από την αιώνια ζωή, τη ζωή που γίνεται αθανασία για τη ψυχή που έζησε καλά, δηλαδή κατά Θεόν, στον παρόντα βίο…».

     Ο ανθύπατος Περέννιος ομολόγησε ότι δεν καταλάβαινε τίποτα από όσα ήθελε να πει.
     Ο άγιος όμως εξακολούθησε απτόητος:

     «Πόσο λίγο κατανοείς τα θαύματα της θείας Χάριτος! Πρέπει η ψυχή να ανοιχθεί στο Φως για να ανακαλύψει τον Λόγο του Κυρίου, όπως τα μάτια για να αντιληφθούν τη φαεινότητα του ηλίου. Κάθε ομιλία είναι μάταιη για εκείνους που δεν μπορούν να καταλάβουν, όπως είναι μάταιο το φως για τους τυφλούς».

     Ένας από τους κυνικούς φιλοσόφους που ήταν παρόντες τού είπε ότι παραμιλούσε. Ο Απολλώνιος τού αποκρίθηκε ότι όσον αφορά τον ίδιο είχε μάθει να προσεύχεται και όχι να υβρίζει και συνέχισε απαντώντας στον έπαρχο για την ύπαρξη του Λόγου του Θεού:


     «Ο Λόγος αυτός, είναι ο Σωτήρ ημών Ιησούς Χριστός. Ως άνθρωπος, γεννήθηκε στην Ιουδαία. Ήταν δίκαιος σε όλα και έμπλεως της σοφίας του Θεού. Από αγάπη για τους ανθρώπους μάς εδίδαξε ποιος τύπος αρετής άρμοζε στις ψυχές μας για να διάγουμε έναν άγιο βίο. Με το Πάθος Του σταμάτησε τις αρχές της αμαρτίας…»

     Πρόσθεσε, επίσης, ότι η πίστη στην αθανασία της ψυχής και η προσδοκία της μέλλουσας Ανάστασης είχε διδάξει τους χριστιανούς τόσο καλά να ζούνε στον κόσμο τούτο σαν να βρίσκονται στον προθάλαμο της αιωνιότητας, ώστε ήσαν έτοιμοι να υπομείνουν όλα τα κακά της παρούσης ζωής.

     Η θαυμάσια και φλογερή αυτή απολογία ωστόσο δεν είχε κανένα αποτέλεσμα στη σκοτισμένη καρδιά των ειδωλολατρών.

     Ο Περέννιος δήλωσε ότι θα ήθελε πολύ να τον αφήσει ελεύθερο, αλλά το αυτοκρατορικό διάταγμα ήταν σαφές και ήταν υποχρεωμένος να τον καταδικάσει σε θάνατο. Επιδεικνύοντας κάποια αισθήματα ανθρωπιάς διέταξε να τον αποκεφαλίσουν, δίχως να τον υποβάλουν σε βασανιστήρια.

     Ο Απολλώνιος ανέπεμψε ευχαριστίες στον Θεό και, πριν κλείνει τον αυχένα κάτω από το ξίφος, ευχαρίστησε τον έπαρχο για την καταδίκη αυτή που θα του χορηγούσε την αιώνια ζωή.



[ Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμ. 11ος (Ιούλιος),
σελ. 258–261.
Διασκευή από τα Γαλλικά:
Ξενοφών Κομνηνός.
Θεώρηση κειμένου:
Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·
Αθήναι, Ιούνιος 20082.
Επιμέλεια ανάρτησης,
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΠΕΛΑΓΙΑΣ


ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΗΣ ΟΣΙΑΣ ΠΕΛΑΓΙΑΣ


     Έναν χρόνο μετά την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, η Παναγία Θεοτόκος εμφανίσθηκε στην ευσεβή μοναχή Πελαγία που εγκαταβίωνε με άσκηση και προσευχή στη Μονή Κεχροβουνίου, ψηλά στα βουνά της Τήνου, και της ζήτησε να ειδοποιήσει έναν χωριανό, τον Σταμέλο Κανγαδή, ότι είχε επιλεγεί να βρει την εικόνα της που βρισκόταν θαμμένη σε ένα χωράφι και να κτίσει ναό προς τιμήν της. Φοβισμένη και θεωρώντας τον εαυτό της ανάξιο μιας τέτοιας αποκάλυψης, η Πελαγία αρχικά δεν υπάκουσε. Η Παναγία τής εμφανίσθηκε και πάλι την επόμενη εβδομάδα, αλλά εκείνη την υποδέχθηκε με την ίδια δυσπιστία. Τέλος, στις 29 Ιουλίου, ενώ προσευχόταν, η Πελαγία είδε οφθαλμοφανώς τη Βασίλισσα των Ουρανών να στέκει μπροστά της, περιβαλλόμενη από θεϊκό φως. Επανέλαβε την εντολή της και τη χαιρέτησε με τα λόγια αυτά: «Ευαγγελίζου γη, χαράν μεγάλην!». Η μοναχή απάντησε με τη συνέχεια του ύμνου: «Αινείτε, ουρανοί, Θεού την δόξαν». Στην αρχή της Ακολουθίας του Όρθρου πήγε να αναφέρει καταλεπτώς το θαυμαστό όραμα στην ηγουμένη της, η οποία επιβεβαίωσε την αυθεντικότητά του. Την επομένη μετέβη στο χωριό, πληροφόρησε τον Σταματέλο Κανγαδή και, αφού ο τοπικός επίσκοπος έδωσε τη συγκατάθεση και την ευλογία του, αναγνωρίζοντας ότι επρόκειτο για ένα εκλεκτό σημείο της ευσπλαχνίας της Κυρίας Θεοτόκου απέναντι στον δοκιμαζόμενο λαό, σήμαναν χαρμόσυνα οι καμπάνες και οι πιστοί συγκεντρώθηκαν για να πάρουν ο καθένας μέρος στην αναζήτηση.


     Η σύζυγος όμως του ιδιοκτήτη του χωραφιού που είχε υποδείξει η Θεοτόκος, κινούμενη κι αυτή από τον πειρασμό, αρνήθηκε να γίνει ο,τιδήποτε στο χωράφι εν τη απουσία του ανδρός της που έλειπε σε ταξίδι. Την επόμενη νύχτα είδε σε ενύπνιο έναν άνθρωπο με τρομερή όψη που ξεστόμισε φοβερές απειλές στο πρόσωπό της, έτσι ώστε όχι μόνο έδωσε την άδεια να σκαφτεί το χωράφι, αλλά το δώρισε μάλιστα και στον επίσκοπο για την ανέγερση του ναού. Άνθρωποι από όλο το νησί αυτή τη φορά πήραν ενεργό μέρος στην ανασκαφή που παρέμεινε άκαρπη για δύο μήνες. Ο κόσμος άρχισε να αποθαρρύνεται, ορισμένοι να αμφιβάλλουν και άλλοι να ολιγοπιστούν· μετά όμως από νέα θαυματουργική παρέμβαση της Θεοτόκου, τα έργα ξανάρχισαν με περισσότερο ζήλο. Στις 30 Ιανουαρίου του 1823 βρέθηκε μια μεγάλη και υπέροχη εικόνα του Ευαγγελισμού, που ήταν εγκάρσια κομμένη σε δύο μέρη, αλλά που ωστόσο δεν είχε υποστεί φθορές παρά τη μακρά παραμονή της μέσα στη γη. Μόλις αποτέθηκε στον περικαλλή ναό που αναγέρθηκε στον τόπο εκείνο, άρχισε να ενεργεί αμέτρητα θαύματα, τόσο πολλά που η εικόνα της Παναγίας της Τήνου αποτελεί σήμερα το πλέον ονομαστό προσκύνημα στην Ελλάδα. Στη Μονή Κεχροβουνίου τιμάται ακόμη το κελλί στο οποίο η οσία Πελαγία έλαβε την αποκάλυψη της Παναγίας.


—ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ—
Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
μέμπτως ἐβίωσας, ἐν ἐγκρατείᾳ πολλῇ, καὶ κόποις ἀσκήσεως, καὶ ἐν ἀγάπῃ θερμῇ, Πελαγία θεόληπτε· ὅθεν τὴν Θεοτόκον, ἐπαλλήλως κατεῖδες, μηνύουσάν σοι Εἰκόνος, τὴν ἀνεύρεσιν ταύτης, ᾗ πρέσβευε Ὁσία, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.

—ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ—
Ἦχος α΄. Χορὸς Ἀγγελικός.
Ζωὴν θεοφιλῆ, διανύσασα Μῆτερ, ἀσκήσει ἀρετῶν, καὶ ἠθῶν εὐκοσμίᾳ, θεράπαινα πέφηνας, τῆς Ἁγνῆς Θεομήτορος. Ὅθεν χαίρουσα, Κεχροβουνίου ἡ Μάνδρα, μακαρίζει σε, ὦ Πελαγία θεόφρον, τιμῶσα τὴν Κάραν σου.

—ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ—
Χάριν Πελαγία εὗρες πολλήν, τῇ σῇ ἐναρέτῳ, καὶ ἁγίᾳ Μῆτερ ζωῇ, τῆς Ἁγνῆς Παρθένου, διάκονος φανεῖσα, ᾗ πρέσβευε Ὁσία, ὑπὲρ τῆς ποίμνης σου.





[ Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας»·
Τόμ. 11ος (Ιούλιος),
σελ. 263–264.
Διασκευή από τα Γαλλικά:
Ξενοφών Κομνηνός.
Θεώρηση κειμένου:
Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·
Αθήναι, Ιούνιος 20082.
Επιμέλεια ανάρτησης,
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

ΕΝΑΣ ΧΡΟΝΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΡΑΓΩΔΙΑ—ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ


ΕΝΑΣ ΧΡΟΝΟΣ 
ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΡΑΓΩΔΙΑ—ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ


     Ένας χρόνος από την τραγωδία–δολοφονία στο Μάτι. Κανονικά, θα έπρεπε να μπαίναμε κι εμείς μέσα στις φλόγες. Εκεί, εθελομαρτυρούμενοι, αναπόδραστα πλάι στους 102 αβοήθητους αδελφούς μας που έσβησαν τόσο επώδυνα και άδικα. Γιατί μόνο έτσι, καπνισμένοι, καβουρνιασμένοι και κουφαριασμένοι, θα υπήρχε στα σοβαρά περίπτωση εμείς κάποτε να συνέλθουμε, να αφυπνιστούμε, να συναισθανθούμε, να σιωπήσουμε, να δακρύσουμε, να παραιτηθούμε και να φύγουμε, να ακυρώσουμε τη μαγκιά της πολλαπλής υποκρισίας μας και ν’ αλλάξουμε μετανιωμένοι όλες συλλήβδην τις δηλώσεις, τις δικαιολογίες, τις υπεκφυγές, τις προκλητικές παρουσίες, τις μάταιες εξηγήσεις και τις αδιάφορες θεωρίες μας· επιτέλους τους ίδιους τους εαυτούς μας, τη μικρή και ευρύτερη κοινωνία μας, τις κυβερνήσεις και το κράτος μας. Δεν είμαστε επιδεικτικά ανάλγητοι αλλά εκ των πραγμάτων ρεαλιστές: η πορεία προς τον πάτο θα μας σώσει, γιατί η κατώγεια συντριβή που μας περιμένει βαστάει και κρύβει το μυστικό της άνωσής μας, της πραγματικής αναγέννησής μας. Ο άπονος άνθρωπος συνηθίζει να λέει πολλά, ανούσια και άχρηστα λόγια, όπως εκείνοι οι συγκεκριμένοι πολιτικοί και αρμόδιοι που δεν παραιτήθηκαν ακόμη. Και τα «συλλυπητήρια» που θα εκφράσουν τυπικά και υποχρεωτικά, μόνο προπέτεια και ύβρη θα είναι. Ο λαός καταλαβαίνει κατά βάθος την ειλικρίνεια, το ποιος κυβερνήτης, άρχοντας, βουλευτής και δήμαρχος σέβεται τις δοκιμασίες και τα θύματα και ποιος είναι αυτός που τον εμπαίζει ανερυθρίαστα. Όταν «τρέχει» ο πόνος μέσα μας, τότε ενεργοποιείται η συναίσθηση και η ευθύνη στην πράξη. Με άφραστη λύπη σάς μνημονεύουμε, αδέλφια μας! Είναι το λιγότερο αλλά και το περισσότερο που μπορούμε να κάνουμε. Περισσότερο σας έκαψε η δική μας αδιαφορία, η αμέλεια, η ασυμπαράσταση, η προχειρότητα και η ανοργανωσιά, παρά οι φλόγες της φονικής πυρκαγιάς. Ήδη από πέρσι, από τα χθες, τώρα και αιώνια, όλη η δροσιά του Παραδείσου είναι μόνο δική σας. Σ’ εμάς έμεινε, δικαίως, η ξεραΐλα του τόπου και των καρδιών μας, μαζί με όλη με την εγκληματική ανεπάρκεια της πολιτικής, των ανάξιων και αναποτελεσματικών πολιτικών που εκλέγουμε εδώ και τόσες δεκαετίες τόσο ανόητα και τόσο εθνοβλαβώς.

π. Δαμιανός






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.