Τὸ Εἰλητάριον. «Γράψον ἃ εἶδες καὶ ἅ εἰσι» (Ἀποκ. α΄ 19).



Κυριακή 15 Ιουλίου 2018

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΚΗΡΥΚΟΣ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΤΤΑ


ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΚΗΡΥΚΟΣ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΤΤΑ


     Η αγία Ιουλίττα καταγόταν από οικογένεια ευγενών του Ικονίου, είχε όμως αποκτήσει την αληθινή ευγένεια, αυτήν που χορηγεί το Άγιο Πνεύμα, κατά την βάπτισή της. Έμεινε χήρα και αρνήθηκε να συνάψει δεύτερο γάμο, επιθυμώντας να ζήσει με ευσέβεια και τελώντας θεάρεστα έργα μαζί με τον γιο της Κήρυκο που ήταν τριών ετών. Όταν ο Δομητιανός, διοικητής της Λυκαονίας, άρχισε να εφαρμόζει με λύσσα τα διατάγματα γενικού διωγμού κατά των χριστιανών που εξέδωσε ο Διοκλητιανός (304), η Ιουλίττα κατέφυγε στην Σελεύκεια, προτιμώντας να στερηθεί όλα τα υπάρχοντά της και να υπομείνει τα δεινά μιας πικρής εξορίας, παρά να αρνηθεί τον Χριστό. Βρήκε όμως στην πόλη αυτή ακόμη μεγαλύτερη αναστάτωση, διότι ο απεσταλμένος του αυτοκράτορα, Αλέξανδρος, είχε σπείρει τον τρόμο βασανίζοντας και θανατώνοντας ανελέητα όσους δεν υποτάσσονταν στα διατάγματα. Αναχώρησε τότε με τον γιο της και δύο θεραπαινίδες για την Ταρσό της Κιλικίας.


     Εκεί ωστόσο συνάντησε τον τύραννο που είχε ήδη φθάσει και εκτελούσε το ειδεχθές έργο του. Πληροφορούμενος την παρουσία της ευγενούς αυτής πρόσφυγος, ο Αλέξανδρος διέταξε να την συλλάβουν και να την οδηγήσουν στο δικαστήριο με το παιδί στην αγκαλιά. Οι θεραπαινίδες κατόρθωσαν να διαφύγουν και παρακολουθούσαν κρυφά την εξέλιξη των γεγονότων. Όταν ερωτήθηκε για την ταυτότητά της, η Ιουλίττα αποκρίθηκε απλά: «Είμαι χριστιανή!». Ο διοικητής οργισμένος πρόσταξε να την βασανίσουν. Οι δήμιοι την έδεσαν και την μαστίγωσαν με βούνευρα, ενώ άλλοι, αφού της πήραν το μικρό παιδί που έκλαιγε, το παρουσίασαν στον διοικητή. Ο Αλέξανδρος το πήρε στα χέρια του και του χάιδεψε το κεφάλι και προσπάθησε να το φιλήσει λέγοντας με γλυκό τόνο: «Παράτησε την μάγισσα αυτή και έλα σε μένα, τον πατέρα σου. Θα σε κάνω γιο μου και θα κληρονομήσεις όλα τα πλούτη μου και θα έχεις μια ζωή γλυκιά και ξένοιαστη!». Τρυφερό παιδάκι φαινομενικά, αλλά διαθέτοντας στην πραγματικότητα σοφία γέροντα, ο Κήρυκος απέστρεψε το βλέμμα του από τον τύραννο για να κοιτάξει την μητέρα του που βασανιζόταν και απέρριψε τις δόλιες προτάσεις του, κτυπώντας τον με τις γροθίτσες του και αδράχνοντάς τον. Φώναξε: «Κι εγώ είμαι χριστιανός!» και κλώτσησε στα πλευρά τον τύραννο που έβγαλε μια κραυγή πόνου από το βρεφικό λάκτισμα. Περνώντας αμέσως από την υποκριτική τρυφερότητα στο ακράτητο μένος και στο ειδωλολατρικό μίσος, ο Αλέξανδρος άρπαξε το ανυπεράσπιστο παιδί από το πόδι και το πέταξε βίαια πάνω στα σκαλιά της μεγάλης πέτρινης σκάλας που οδηγούσε στο δικαστήριό του. Το κρανίο του Κηρύκου συντρίφθηκε και το άγιο βρέφος παρέδωσε την αθώα ψυχή του στον Θεό, καθαγιάζοντας την γη με το αίμα του και αποκομίζοντας στους Ουρανούς τον αμαράντινο στέφανο των ανδρείων αθλητών της ευσεβείας.


     Η αγία Ιουλίττα επληρώθη τότε θείας χαράς και ευχαρίστησε τον Κύριο, που είχε ανοίξει με τον τρόπο αυτό στον γιο της τις πύλες της αιωνίου δόξης. Οδηγούμενη ενώπιον του διοικητή, που δεν είχε ακόμη ηρεμήσει, δήλωσε πως κανένα μαρτύριο δεν θα κατόρθωνε να νικήσει την αγάπη της για τον Θεό και ότι τα βασανιστήρια θα της επέτρεπαν αντίθετα να συναντήσει το αγαπημένο παιδί της. Ο Αλέξανδρος πρόσταξε να την απλώσουν πάνω στο ξύλο και να σχίσουν τις σάρκες της με σιδερένια άγκιστρα, κατόπιν δε να περιχύσουν στα μέλη της καυτή πίσσα. Παρά τους πόνους, εκείνη συνέχισε να ομολογεί την Πίστη της στην Αγία Τριάδα προσθέτοντας: «Επείγομαι να πάω να συναντήσω το παιδί μου, για να απολαύσω μαζί του την Βασιλεία των Ουρανών!».


     Διαπιστώνοντας ότι δεν θα κατάφερνε απολύτως τίποτε, ο Αλέξανδρος διέταξε να την αποκεφαλίσουν. Όταν η αγία έφθασε στον τόπο του μαρτυρίου, λίγο έξω από την πόλη, ζήτησε από τους δημίους της να της δώσουν λίγο χρόνο να προσευχηθεί. Πέφτοντας στα γόνατα, ευχαρίστησε τον Κύριο που την έκρινε άξια να εισέλθει στον νυμφώνα Του μαζί με τις φρόνιμες παρθένες. Δεν πρόλαβε όμως να προφέρει το «Αμήν» και ο απάνθρωπος δήμιος ύψωσε το ξίφος και απέκοψε την σεβάσμια κεφαλή της. Το σώμα της μαζί με εκείνο του Κηρύκου πετάχτηκαν σε λάκκο που προοριζόταν για κοινούς εγκληματίες. Την επόμενη νύκτα οι δύο θεραπαινίδες της αγίας Ιουλίττας πήγαν και ανέσυραν τα τίμια λείψανα και τα ενταφίασαν κρυφά σε σπήλαιο της περιοχής.


     Όταν το φως της ευσεβείας κατέλαμψε ελεύθερο κατά την βασιλεία του αγίου Κωνσταντίνου, η μία από τις θεραπαινίδες, που ζούσε ακόμη, αποκάλυψε την άγνωστη κρύπτη των αγίων και έκτοτε πλήθη πιστών συνέρρεαν για να αποκτήσουν την χάρη και την κραταίωση με το πλήθος των ιαμάτων που επιτελούσαν τα άγια λείψανα των Μαρτύρων. Η τιμή τους, ιδιαίτερα εκείνη του αγίου Κηρύκου, γνώρισε μεγάλη εξάπλωση σε Ανατολή και Δύση.


— ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ —
Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
     καλλιμάρτυς τοῦ Χριστοῦ Ἰουλίττα, σὺν τριετεῖ ἀμνῷ αὐτῆς τῷ Κηρύκῳ, δικαστικοῦ πρὸ βήματος παρέστησαν φαιδρῶς, εὔτολμοι κηρύττοντες τὴν χριστώνυμον κλῆσιν, ἄμφω μὴ πτοούμενοι, ἀπειλὰς τῶν τυράννων· καὶ στεφηφόροι νῦν ἐν οὐρανοῖς, ἀγαλλιῶνται, Χριστῷ παριστάμενοι.

— ΚΟΝΤΑΚΙΟΝ —
Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον.
     ν ἀγκάλαις φέρουσα, ἡ Χριστομάρτυς, Ἰουλίττα Κήρυκον, ἐν τῷ σταδίῳ ἀνδρικῶς, ἀγαλλομένη ἐκραύγαζε· Χριστὸς ὑπάρχει, Μαρτύρων τὸ καύχημα.

— ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΟΝ —
     Φέρουσα ὡς ἄμπελος νοητή, Κήρυκον τὸν θεῖον, Ἰουλίττα ἐν ταῖς χερσίν, οἶνον εὐφροσύνης, ληνοῖς τοῦ μαρτυρίου, βλυστάνετε τῷ κόσμῳ, ἐν θείῳ Πνεύματι.



[ Ιερομονάχου Μακαρίου
Σιμωνοπετρίτου:
«Νέος Συναξαριστής
της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Τόμ. 11ος (Ιούλιος),
σελ. 165–167.
Διασκευή από τα Γαλλικά:
Ξενοφών Κομνηνός.
Θεώρηση κειμένου:
Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης.
Εκδόσεις «Ίνδικτος»·
Αθήναι, Ιούνιος 20082.
 Επιμέλεια ανάρτησης:
π. Δαμιανός. ]






Επιτρέπεται η αναδημοσίευση
των αναρτήσεων από το «Ειλητάριον»,
αρκεί να αναφέρεται απαραίτητα
ως πηγή προέλευσης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου